Πέντε χρόνια τώρα είμαι η
οικονόμος του Ίλαμ. Έκανα εικονικό γάμο με τον Πέντρο, τον κηπουρό του, και με
τις γνωριμίες και τις διασυνδέσεις του κατάφερε να με κάνει Αμερικανίδα υπήκοο.
Στην Ελλάδα έχω βάλει ένα δικηγόρο για τις εκκρεμότητές μου εκεί, την περιουσία
μου, τα ενοίκιά μου.
Αν και ποιος νοιάζεται
τώρα γι’ αυτά…
Εγώ είμαι η σκιά του Ίλαμ.
Η κρυφή ερωμένη του. Το προσωπικό το ξέρει, αλλά δεν μιλά. Οι άλλοι όλοι στο
περιβάλλον του δεν έχουν ιδέα. Όταν έρχονται στο σπίτι του, τους υποδέχομαι
ευγενικά, τους σερβίρω τα ποτά και αποσύρομαι.
Τους ακούω από την
κουζίνα που θορυβούν, γελάνε τρανταχτά, λένε χοντράδες, έχουν μαζί τους και τις
πλαστικές τους κούκλες, κάθε φορά άλλες, αλλά όλες ίδιες, ο Ίλαμ τις
σιχαίνεται.
Οι πρώτες μέρες ως
οικονόμος του ήταν δύσκολες, ειδικά, όταν έρχονταν οι φίλοι του κι εγώ έπρεπε
να τους υποδεχτώ με τυπική ευγένεια, να τους προσφέρω ποτά προσέχοντας τις
κινήσεις μου, να χαμογελώ ευγενικά.
-Καινούρια είσαι εσύ; με ρώτησε ένα βράδυ κάποιος μασώντας το σβησμένο του πούρο και κοιτάζοντάς με από πάνω ως κάτω. Δίπλα του καθόταν ένα τέλειο θηλυκό που τριβόταν πάνω του.
-Μάλιστα, είπα
χαμηλόφωνα.
-Κι από πού μας ήρθες;
-Από την Ελ…
Ο Ίλαμ με διέκοψε:
-Από τη Βουλγαρία είναι.
-Πού πέφτει αυτή;
-Κάπου στην Ευρώπη.
Ένιωσα το αίμα να
ανεβαίνει στο κεφάλι μου, αλλά δεν είπα τίποτα.
Το βράδυ κλείδωσα την
πόρτα μου, δεν ήθελα ούτε να τον δω. Αν και δεν χρειάστηκε, όπως κατάλαβα. Ο
Ίλαμ δεν ενδιαφέρθηκε να με δει εκείνο το βράδυ.
Το άλλο πρωί τον βρήκα να
κολυμπά στην πισίνα. Βγήκε στάζοντας νερά και ξάπλωσε στην ξαπλώστρα.
-Σκούπισέ με.
Του πέταξα την πετσέτα και του είπα να σκουπιστεί μόνος του. Με κοίταξε λίγη ώρα σιωπηλός, ύστερα πήρε την πετσέτα και σκουπίστηκε. Μετά πήρε την εφημερίδα από το τραπεζάκι και βυθίστηκε στο διάβασμα. Αργότερα μου ζήτησε να του φτιάξω χυμό. Του έφτιαξα. Αλλά τον ήθελε με παγάκια. Του έφερα ξανά τον χυμό με παγάκια. Τα έκανα όλα σιωπηλά και μάλλον νευρικά.
-Δεν μ’ αγαπάς πια;
ρώτησε, χωρίς να σηκώσει τα μάτια από την εφημερίδα του.
Άρπαξα την εφημερίδα από
τα χέρια του:
-Λέει τίποτα ενδιαφέρον
αυτή η φυλλάδα;
Με κοίταξε ήσυχα, όπως
όταν βλέπει κανείς ένα τοπίο.
-Τι έχεις σήμερα, Κάθυ;
-Ώστε Βουλγάρα; Είμαι
Βουλγάρα; Μου σβήνεις σιγά σιγά όλη μου την ύπαρξη, με μεταμορφώνεις σε κάτι
που δεν είμαι! Γιατί Βουλγάρα;
-Δεν χρειάζεται να ξέρουν οι άλλοι ποια είσαι. Φέρε μου τώρα την εφημερίδα.
Του την πέταξα στα μούτρα
βράζοντας από θυμό. Αν μπορούσα, θα έφευγα εκείνη την ίδια στιγμή. Θα έβγαινα
στον δρόμο και θα έμπαινα στο πρώτο αμάξι που θα σταματούσε να με πάρει. Θα
εξαφανιζόμουν από τη ζωή του.
-Δεν μπορώ όμως να το
κάνω, είπα φωναχτά.
-Τι δεν μπορείς; ρώτησε
αυτός, χωρίς να σηκώσει τα μάτια του από την εφημερίδα.
Εκείνη τη στιγμή χτύπησε
το κινητό του κι αυτός έπιασε ψιλή κουβέντα με κάποιον. Κάτι έλεγαν για μια νέα
ταινία,, δεν καταλάβαινα ακριβώς. Εμένα με ξέχασε εντελώς.
Ωστόσο με τον καιρό
ομαλοποιήθηκε η κατάσταση, έμαθα να είμαι η εξυπηρετική οικονόμος του Ίλαμ που
τα βράδια μεταμορφωνόταν σε ερωμένη του.
Είμαι ευτυχισμένη; Όχι.
Ο Ίλαμ με αποδέχτηκε
τελικά, αν και ξέρει ότι στην πραγματικότητα εξακολουθώ να αντιστέκομαι. Μάλλον
τον ερεθίζει αυτό. Έχει γίνει ακόμα πιο απαιτητικός, πιο προσβλητικός απέναντί
μου Μερικές φορές με προσβάλλει μπροστά στους φίλους του κι εγώ χαμογελώ
ευγενικά και αποχωρώ. Ύστερα τα βράδια, όταν μένουμε μόνοι, του επιτίθεμαι, του
λέω πόσο αισχρή είναι η συμπεριφορά του κι αυτός χαμογελά και με τραβά στο
κρεβάτι. Διασκεδάζει αφάνταστα.
Ίσως παίζει ρόλο και η
ηλικία του. Είναι τώρα εβδομήντα πέντε χρονών κι έχει παραξενέψει πολύ. Γυρίζει
ακόμα ταινίες, αλλά έχει πέσει η ζήτηση. Τον ενοχλεί αυτό, περνά κρίσεις
μελαγχολίας και τότε καταπίνει χάπια και με σέρνει στο κρεβάτι του. Φοβάμαι μη μου
μείνει κανένα βράδυ στα χέρια.
Είμαι ευτυχισμένη; Ναι.
Ο Ίλαμ είναι εξαρτημένος από
μένα. Το ξέρουμε αυτό και οι δύο κι ας μην το συζητάμε. Πέντε χρόνια τώρα κάνω
σεξ μαζί του, χόρτασα το κορμί του με όλους τους τρόπους. Αν ήταν κάποιος
άλλος, αν δεν ήταν ο Ίλαμ, θα τον είχα αφήσει προ πολλού.
Αλλά είναι πάντα ο Ίλαμ. Νιώθω
γι’ αυτόν κάτι που το λένε αγάπη. Ή μήπως εξάρτηση; Δεν το έχω ξεκαθαρίσει
αυτό. Ό,τι κι αν είναι πάντως, το βλέπω στο πρόσωπό του. Όταν κάθεται στην
ξαπλώστρα και λιάζεται. Όταν με κοιτάζει. Όταν μου ζητά να του φέρω το ένα και
το άλλο. Όταν στο κρεβάτι με πηδά κι έχει καρφωμένα τα μάτια του στα δικά μου.
Πεθαίνω τότε, πεθαίνω.
-Τελειώνεις μαζί μου
ποτέ; με ρώτησε ένα βράδυ.
-Τι σε νοιάζει;
-Δεν σ’ έχω δει ποτέ να
τελειώνεις.
-Σου το έχω ξαναπεί,
είμαι πάντα στην κορύφωση, όσο είμαι μαζί σου.
-Όταν σε κοιτάζω στα
μάτια;
-Ναι.
-Δεν φτάνει αυτό.
-Εμένα μου φτάνει.
Και ένα βράδυ ο Ίλαμ
έκανε κάτι που δεν μου είχε κάνει ποτέ. Με πήρε στην αγκαλιά του και άρχισε να
με φιλά και το χέρι του γλίστρησε προς τα κάτω, άνοιξε τους μηρούς μου και
άρχισε να με χαϊδεύει. Ο Ίλαμ παραιτήθηκε από τον εαυτό του, ήθελε να
ικανοποιήσει εμένα. Ο Ίλαμ έβαλε σε δεύτερη μοίρα τον τεράστιο εαυτό του. Και
με φιλούσε χωρίς σταματημό. Κι έπειτα γονάτισε μπροστά μου κι άρχισε να με
γλείφει.
Τόση ταπείνωση, Ίλαμ;
Κανονικά, μετά από αυτό,
έπρεπε να τον αφήσω. Το παιχνίδι των αναμετρήσεων είχε λήξει. Ο μεγάλος Ίλαμ
είχε γονατίσει μπροστά μου, είχε παρακαλέσει να τελειώσω στα χέρια του. Κι εγώ
για πρώτη φορά μετά από τόσο παιδεμό είχα ολοκληρώσει μαζί του.
Έπρεπε λοιπόν να τον
αφήσω, όλη η τυραννία μου εξατμίστηκε, ο εραστής μου κατέβηκε από το βάθρο του,
αναγνώρισε σιωπηλά την ήττα του. Είχα κάνει δικό μου τον δύσκολο εραστή μου,
τώρα ήταν ένα σκαλοπάτι πιο κάτω από μένα.
Αλλά εκείνος ξάπλωσε
δίπλα μου, με γύρισε προς το μέρος του και με κοίταξε. Και ένα πολύ μακρινό
πένθος αναδύθηκε στο βλέμμα του. Ένιωσα να καταρρέει ο θρίαμβός μου.
(Στο επόμενο το τέλος)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου