Ο
ποιητής παραπονιέται ότι έμαθε γράμματα, με αποτέλεσμα τώρα να λιμοκτονεί, ενώ όσοι
έμαθαν μια τέχνη δεν πείνασαν ποτέ.
Γείτοναν έχω πετσωτήν, ψευδοτσαγγάρην τάχα,
πλην ένι καλοψωνιστής, ένι και χαροκόπος.
Όταν γαρ ίδη την αυγήν περιχαρασσομένην,
ευθύς «ας
βράσει το θερμόν», λέγει προς το παιδίν του
και «να, παιδίν μου, στάμενον εις τα
χορδοκοιλίτσια,
αγόρασε και βλάχικον σταμεναρέαν τυρίτσιν,
και δος με να προγεύσωμαι και τότε να πετσώνω».
Στάμενον:
νόμισμα μικρής αξίας.
Χορδοκοιλίτσια:
πατσάς.
Από
τα «Πτωχοπροδρομικά», 12ος αιώνας, δυναστεία των Κομνηνών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου