Ν’
ανοίξω; μου λέει το μπουμπούκι,
ν’
ανθίσω; Ήρθε η ώρα;
Η
ώρα πέρασε, του λέω.
Τόσο
καιρό που εσύ ονειρευόσουν,
διαβαίνανε
τα χρόνια
από μπροστά σου,
εσύ
ονειρευόσουν
μιαν
άνοιξη δοξαστική
και
να’ σαι δροσερό λουλούδι
ντυμένο
στα χρωματιστά σου πέταλα,
χάρμα
των οφθαλμών
και
αντικείμενο ωραίων ερώτων,
αλλά
τα χρόνια σου
περνούσαν
παγωμένα και άκαμπτα
κι
εσύ υπομονετικά περίμενες
να
έρθει η στιγμή της άνοιξής σου.
Τώρα
είναι πια αργά.
Να
μην ανθίσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου