12/9/16

"Το επίμονο φαινόμενο". Κριτική της Νέλλας Συναδινού



Στου μέλλοντος την ανατρεπτική μεταστροφή, στη μετεξέλιξη της κοινωνίας προς ένα εξωλογικό σκηνικό, με σπέρμα στο έλλογα βιωμένο παρόν μας, ελίσσεται το ΕΠΙΜΟΝΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ της Καίτης Βασιλάκου.

Ένα διήγημα και δύο νουβέλες προβάλλουν δυνάμει απολήξεις των ήδη χαραγμένων δρόμων του πολιτισμού μας προς μια βαρβαρότητα: απότοκη οικολογικού αφανισμού και ολιστικά πολιτιστική στο φερώνυμο ΕΠΙΜΟΝΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ και εκφυλιστικά καθεστωτική από την πολιτειακή αποσάθρωση, στα ΕΛΕΓΧΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ και ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ. Το ευφάνταστο συνδυάζεται με το ρεαλιστικό, όπως απαιτεί μια υποθετική προβολή στο μέλλον, που ανακύπτει όμως από πειστικές συνθήκες και αισθητοποιείται από διαλόγους τόσο φυσικούς, ώστε να απηχούν την αμεσότητα του διπλανού ανθρώπου.

Στο διήγημα ΕΛΕΓΧΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ προβάλλεται θεσμοθετημένη και νομικά παγιωμένη η ιεραρχική προτεραιότητα των νεότερων σε ένα πλαίσιο πεπερασμένων πόρων. Το απάνθρωπο ηλικιακό όριο ζωής που τίθεται, επιχρίεται με ανθρωπισμό μέσα από μια δέσμη γενναιόδωρων παροχών για ένα διάστημα προ του τέλους. Η ανατροπή υφαίνεται υπόκωφα, χωρίς ιδεολογικές αντικρούσεις και χωρίς αντιπαράθεση επιχειρημάτων ∙ αναφύεται σχεδόν, με τη δύναμη της εξανθρωπισμένης φύσης. Έτσι το μη φυσικό καθίσταται καθαυτό το ισχυρότερο επιχείρημα απέναντι στη ρατσιστική διάκριση του ολοκληρωτισμού, κατά ηλικιακή κατηγορία. Συνειρμικά, επανέρχεται στη σκέψη μου η διατύπωση ατόμου προερχόμενου από τριτοκοσμική χώρα την προηγούμενη δεκαετία: «Τι όμορφη χώρα, η Ελλάδα, με ήλιο και καλοντυμένους ανθρώπους και τόσο χαρούμενους, χαμογελαστούς γέροντες!». Τότε με είχε αιφνιδιάσει η επισήμανση για τους υπερήλικες ∙ στον παρόντα χρόνο αφουγκράζομαι την αποδόμηση της αλήθειας της.

Στη νουβέλα ΕΠΙΜΟΝΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ, ο καταιγισμός από ακραία καιρικά φαινόμενα προκαλεί όλεθρο και αλλοιώνει άρδην τους όρους ζωής για τους επιζήσαντες. Δραματουργικά, αναδύεται η σύγκρουση γενεών ανάμεσα στους ενήλικες, γαλουχημένους σε συνθήκες πολιτισμού, και στα παιδιά, αναγκασμένα να ενηλικιωθούν στον πρωτογονισμό ενός εχθρικού φυσικού περιβάλλοντος. Αμείλικτος πια επιβάλλεται ο νόμος της φύσης, που παύει να εμφανίζεται εξιδανικευμένη, ως σοφή και αρκαδικά ρομαντική, αλλά δείχνει το αληθινό της πρόσωπο: τη βία του ισχυρότερου. Οι όμορφες όψεις του πολιτισμού μας, τις οποίες τείνουμε να θεωρούμε αυτονόητες, όπως ο σεβασμός στην ανθρώπινη ζωή, η αλληλεγγύη, η ευσπλαχνία, μια-μια καταλύονται. Οι εκ του πολιτισμού προερχόμενοι παλαιότεροι, καθίστανται παντελώς άχρηστοι, έχοντας λάβει μόρφωση σε απόλυτη αναντιστοιχία με τις νέες συνθήκες ∙ όμως στην αδύναμη ομάδα τους συντηρείται η πολιτισμένη ανθρώπινη επαφή. Σαφώς σκιαγραφείται το τραγικότερο σημείο μιας μετάβασης και σαφώς αναδίνεται η ελπίδα της επόμενης αναγεννητικής φάσης, έστω κι αν πάλι θα κυοφορείται μια αυτοκαταστροφή. Ακόμη και στον χρόνο της αφήγησης δεν αποστεγνώνεται η ανθρωπιά από τους νεότερους, αλλά σε καίριο σημείο αναβρύζει από εκπρόσωπο τους ∙ ίσως γιατί τον είχαν μπολιάσει πέντε έτη πολιτισμού, που πρόλαβε στη ζήση του.

ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ, νουβέλα και τρίτο κείμενο του βιβλίου, απεικονίζει τη ριζική κατάλυση της κατακτημένης δημοκρατίας στην Ευρώπη και την αντικατάστασή της από πολιτειακές οντότητες με το όνομα Κράτος και προσδιορισμένες ανά Τόπο, ούτε έθνος απομένει ούτε καν πατρίδα. Επίκεντρο το Κράτος Ελλάδος και ηρωίδα μια καθηγήτρια σε διατεταγμένη αποστολή κατασκοπίας για λογαριασμό του Κράτους. Η προσωπικότητα της ηρωίδας ψυχογραφείται αναλυτικά και οι δράσεις και αντιδράσεις της ακολουθούν μια συνέπεια σε σχέση με τα βιώματα της και την αντίληψη ζωής που έχει διαμορφώσει. Με αυτόν τον τρόπο δεν προκαλεί την αντιπάθεια του αναγνώστη στη διάρκεια της αφήγησης, ταυτόχρονα όμως δεν εγείρει ούτε οίκτο ούτε χαρά το καθαρτήριο τέλος της. Διατηρείται ένα πλαίσιο αποστασιοποίησης, που δεν επιτρέπει στον αναγνώστη, παρά το εκκωφαντικό της στρεβλότητας, να λάβει θέση υπέρμαχου ή πολέμιου απέναντι στα πρόσωπα. Σχολαστικά φωτίζονται τα μειονεκτήματα του πρότερου δημοκρατικού βίου και τα πλεονεκτήματα της συγκεκριμένης μορφής ολοκληρωτισμού, μέσα από το όμμα της ηρωίδας ∙ κι όμως ο αναγνώστης δεν κινδυνεύει να παραπλανηθεί σε εσφαλμένες οδούς καθαγιασμού αυτής της υποτιθέμενης νέας τάξης. Οι αποστάσεις διατηρούνται ως προς το απόλυτα «καλό» ή το απόλυτο «κακό» στις προθέσεις των ανθρώπων. Ο βαθύς όμως πυρήνας της αλήθειας υποφώσκει σε όλη την πορεία της νουβέλας και σταδιακά γίνεται διάφωτος, με κορύφωση τις διατυπώσεις: «Στη δημοκρατία ο πολίτης έχει πάντα την ελπίδα ότι θα φτάσει στην ευτυχία» και: «Ό,τι μεγάλο έχει δημιουργηθεί σε τούτο τον κόσμο, το έχει δημιουργήσει ο άνθρωπος που ελπίζει. Αυτός που δεν έχει ελπίδα απλώς επιβιώνει, δεν μπορεί να κάνει τίποτε περισσότερο». Ωστόσο πάλι, η ανατροπή της παραπάνω καθεστωτικής ανατροπής, δεν πανηγυρίζεται.

 Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση προσθέτει στην δραματοποίηση των χαρακτήρων και οι εμπνευσμένοι διάλογοι, που αφθονούν στο έργο, έρχονται να συνδράμουν στην πλοκή και στην αληθοφανή μυθοπλασία. Οι ήρωες, αν και σε άγνωστα πλαίσια ενταγμένοι, μοιάζουν γνώριμοι, οικείοι. Οι πράξεις τους ανακύπτουν απρόσκοπτα δικαιολογημένες. Ο λόγος παραμένει λίγο ψυχρός ή μάλλον ψύχραιμος, όπως πηγάζει από την εσωτερική εστίαση του αυτοδιηγητικού αφηγητή εκάστου κειμένου. Απουσιάζει δηλαδή η διάθεση καταγγελίας, σε συνάρτηση με την προσωπικότητα των τριών κεντρικών χαρακτήρων, αφηγητών των τριών αντίστοιχα κειμένων. Χώρος των δύο πρώτων κειμένων το «παντού», εθνικότητα άδηλη, ονόματα πολυεθνικά. Στο διήγημα ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ, ο χώρος ορίζεται, αλλά ως ένα στίγμα μέσα σε μια παγκοσμιότητα. Ό,τι αληθινό δε διατρανώνεται, αλλά τεκμαίρεται. Η έκφραση παραμένει λιτή και προσεκτική, λέξη την λέξη. Η εικόνα προβάλλεται χωρίς επιμονή στην περιγραφή. Η θεατρικότητα είναι έκδηλη, αν και προσωπικά, λάτρης της έβδομης τέχνης, προσβλέπω και τα τρία κείμενα να προβάλλονταν στην κινηματογραφική οθόνη ∙ ιδιαίτερα η νουβέλα της οικολογικής καταστροφής.
Τελικώς, εμποτισμένο φαντασία το έργο, σαφώς δεν εντάσσεται στην κατηγορία της επιστημονικής φαντασίας, αλλά της διορατικής λογοτεχνίας, που με αφετηρία το παρόν ψυχαναλύει το μέλλον.
Όσο για το στόχο που το διατρέχει, δεν είναι, κατά τη γνώμη μου, να κατακρίνει, αλλά να κατανοήσει στοχαστικά.


Δημοσιεύτηκε στο Cantus firmus: 
http://cantfirmulity.blogspot.gr/2016/09/blog-post_9.html


Δεν υπάρχουν σχόλια: