4.
-Γίνεται
κάτι εκεί πέρα ή άδικα βασανιζόμαστε εμείς εδώ;
-Σσστ!
Μη μιλάτε!
-Ελάτε
τότε κοντά μου. Η νύχτα είναι όλη δική μας, όπως φαίνεται. Τι ώρα είναι;
-Δύο
και τέταρτο.
-Υπάρχει
τίποτα να φάμε; Πείνασα.
Βγήκε
από το δωμάτιο και σε λίγο επέστρεψε με ένα κουτί μπισκότα. Ανακάθισα στο
κρεβάτι και πήρα ένα.
-Πάρτε
κι εσείς.
-Δεν
πεινάω.
Κάθισε
δίπλα μου κρατώντας το κουτί. Έφαγα μερικά μπισκότα.
-Μήπως
ο τρομοκράτης το’ σκασε κι εμείς εδώ είμαστε άδικα φυλακισμένοι; Είναι αφύσικη
αυτή η σιωπή, είπα μπουκωμένη.
Μου
έδωσε το κουτί με τα μπισκότα και πήγε ως την εξώπορτα πατώντας στις μύτες των
ποδιών του. Στάθηκε εκεί κολλημένος λίγη ώρα.
-Δεν
ακούγεται τίποτα, είπε, όταν γύρισε.
Κοίταξε
πάλι από το παράθυρο τον δρόμο κάτω:
-Κι
αυτοί εκεί κάτω κάθονται ήσυχοι, δεν κάνουν τίποτα.
-Κάτι
θα ετοιμάζουν.
-Ή
μπορεί να περιμένουν απλώς. Η ντουντούκα σταμάτησε.
-Ας
ξαπλώσουμε τότε κι ας περιμένουμε κι εμείς, είπα.
Έβγαλα
το φόρεμα μου και ξάπλωσα στο κρεβάτι.
-Γιατί
το κάνατε αυτό;
-Ζεσταίνομαι.
Έμεινε
ακίνητος για λίγη ώρα δίπλα στο παράθυρο. Δεν διέκρινα το βλέμμα του, ήμουν
όμως σίγουρη ότι με κοίταζε.
-Σοβαρά
τώρα, έχετε διάθεση για σεξ κάτω από αυτές τις συνθήκες; είπε μετά.
-Τις
βρίσκω ιδανικές.
-Έχετε
τρελαθεί.
Πήγε
και κάθισε στην πολυθρόνα του. Για αρκετή ώρα μείναμε σιωπηλοί. Έπειτα σηκώθηκε
και ήρθε κοντά μου. Ένιωσα το χέρι του να χαϊδεύει τους μηρούς μου.
Ό,τι
ακολούθησε έγινε μέσα σε απόλυτη σιωπή. Ευτυχώς το ιατρικό κρεβάτι μάς άντεξε.
Και δεν έτριζε.
3.30
πμ. Είχε ήδη φύγει από μένα και καθόταν στην πολυθρόνα του σιωπηλός και
ακίνητος. Ίσως μετάνιωνε. Ίσως ντρεπόταν. Ίσως σκεφτόταν τη γυναίκα του.
Σηκώθηκα
από το κρεβάτι και ντύθηκα. Έριξα μια ματιά από το παράθυρο. Όλοι ακίνητοι εκεί
κάτω. Κάτι ετοίμαζαν σίγουρα. Ή μπορεί να περίμεναν να ξημερώσει για να βλέπουν
καλύτερα.
-Γιατί
ντύθηκες;
Γύρισα
προς το μέρος του απορημένη.
-Γιατί
μου μιλάτε στον ενικό;
Ένιωσα
την αμηχανία του:
-Ο
πληθυντικός δίνει μια ηδονική χροιά στο σεξ, συμπλήρωσα. Εξάλλου είμαστε δυο
ξένοι.
Έμεινε
για λίγο σιωπηλός. Μετά σηκώθηκε και ήρθε προς το μέρος μου. Το γυμνό του σώμα
διαγράφηκε μέσα στο ημίφως. Με γύρισε προς το παράθυρο και στάθηκε πίσω μου. Με
άρπαξε με δύναμη, σήκωσε το φόρεμά μου και τον ένιωσα να μπαίνει μέσα μου με
βία.
-Με
βιάζετε, είπα λιγωμένη.
-Σας
βιάζω, κυρία, και σας αρέσει πολύ αυτό.
Οι
κουρτίνες κουνήθηκαν πέρα δώθε και κάποιοι από τον δρόμο το πρόσεξαν και
στύλωσαν τα μάτια τους προς το μέρος μας. Κάποιος σήκωσε το χέρι και έδειξε το
παράθυρό μας. Έγινε μια κάποια ταραχή.
-Έρχονται!
είπα έντρομη.
-Σώπα,
τελειώνω!
Προσπάθησα
να ξεκολλήσω από πάνω του. Οι κουρτίνες συνέχισαν να κουνιούνται πέρα δώθε,
όμως αυτός με κρατούσε γερά.
-Έρχονται,
σου λέω!
-
Μη
μιλάτε, κυρία! μουρμούρισε αυτός
λαχανιασμένος.
-Θα μπουκάρει εδώ μέσα η αστυνομία και θα μας βρει κολλημένους σαν έντομα. Και εν τω μεταξύ ο τρομοκράτης είναι αλλού!
-Τελειώνω, κυρία, τελειώνω! ψιθύρισε αυτός και τέλειωσε με πνιχτές ανάσες.
(Συνεχίζεται)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου