3/7/25

Τρελή νεότης

 

 


 


Αφού είχα μετέλθει όλους τους τρόπους για να απαλλαγώ από έναν έρωτα απελπισμένο και είχα αποτύχει, αποφάσισα να καταφύγω σε έναν ψυχαναλυτή.

 

Ήταν η εποχή που οι ψυχαναλυτές ήταν 4-5 όλοι κι όλοι στην Αθήνα, ο περισσότερος κόσμος δεν ήξερε καν τι ήταν αυτό. Βρήκα εκεί πέρα ένα τηλέφωνο και έκλεισα ραντεβού.

 

Το θέμα ήταν ότι έπρεπε να δείξω στον ψυχαναλυτή ότι δεν είμαι καμιά τρελή και επίσης να διαπιστώσω ότι ούτε αυτός ήταν κανένας παρανοϊκός – διότι είναι γνωστό ότι όσοι ασχολούνται με τα βάσανα της ψυχής των άλλων έχουν και οι ίδιοι τα δικά τους κρυφά βάσανα.

 

Πήγα λοιπόν στο ιατρείο του και περίμενα κάπου δέκα λεπτά, μέχρι να με δεχτεί. Άναψα ένα τσιγάρο για να περάσει η ώρα – εκείνη την εποχή όλη η Ελλάδα κάπνιζε σε όλα τα μέρη, ουδέν μεμπτόν επομένως.

 

Ο νεαρός κύριος άνοιξε τη συρόμενη πόρτα και μου είπε να περάσω.

 

Προσοχή! Έπρεπε να δείχνω φυσιολογική. Απλά ήθελα να απαλλαγώ από έναν καταδικασμένο σε αποτυχία έρωτα και ήθελα τη βοήθειά του. Κατά τα άλλα ήμουν ένα πολύ νορμάλ άτομο. Ήταν απαραίτητο να του το δείξω αυτό και να το καταλάβει.

 

Και πάλι προσοχή! Ο άνθρωπος αυτός μού ήταν άγνωστος, επομένως τίποτε δεν απέκλειε την πιθανότητα να είναι ένας βλαμμένος που έβρισκε παρηγοριά στα βίτσια του σπουδάζοντας την επιστήμη των ψυχών. Έπρεπε να έχω τον νου μου.

 

Σηκώθηκα από τη θέση μου και μπήκα αεράτη στο γραφείο του κρατώντας το αναμμένο μου τσιγάρο. «Δείχνε φυσιολογική!» έλεγα στον εαυτό μου.

 

Αλλά μπαίνοντας στο γραφείο του μπερδεύτηκα κάπως. Έβλεπα δυο πολυθρόνες και ανάμεσά τους το τραπέζι που χώριζε τον γιατρό από τον ασθενή.

 

-Καθίστε, μου είπε ευγενικά αυτός.

 

Ναι, αλλά πού, σε ποια πολυθρόνα; Στη δεξιά ή στην αριστερή; Ποια ήταν η θέση του γιατρού και ποια η δική μου; Δεν μπορούσα να ξεχωρίσω. Τελικά κάθισα στην αριστερή, βρήκα ότι αυτή ήταν η θέση του ασθενή.

 

Ο ψυχαναλυτής με κοίταξε χαμογελαστός:

 

-Προτιμάτε να καθίσετε εκεί; Εντάξει, δεν υπάρχει θέμα.

 

Να το! Είναι ανισόρροπος, λέει ασυναρτησίες, σκέφτηκα ανήσυχη.

 

Ο άλλος κάθισε απέναντί μου.

 

-Σας ακούω, είπε.

 

Πήγα να ανοίξω το στόμα μου, αλλά προηγουμένως έψαξα να βρω ένα σταχτοδοχείο για να σβήσω το τσιγάρο μου. Κοίταξα προσεχτικά το τραπέζι. Όλα ήταν γυρισμένα προς το μέρος μου. Χαρτιά, τηλέφωνα, τασάκια, μολύβια, στιλό.

 

Σαν να λούστηκα έναν κουβά καυτό νερό. Είχα καθίσει στη θέση του ψυχαναλυτή. Ε, ναι, τα είχα καταφέρει να με περάσει για θεότρελη.

 

Αλλάξαμε θέσεις, εγώ ζεματισμένη.

 

Δεν έχει σημασία τι είπαμε. Σημασία είχε ότι τη στάμπα της τρελής την είχα αποχτήσει από το πρώτο λεπτό.

 

Δεν ξαναπήγα στο ιατρείο του. Εξάλλου ο αθεράπευτος έρωτάς μου έσβησε κάποια στιγμή και ησύχασα.

 

Κάποια χρόνια αργότερα έμαθα ότι έσβησε και ησύχασε για πάντα και αυτός που είχα ερωτευτεί. Από αθεράπευτη αρρώστια.




Δεν υπάρχουν σχόλια: