Η πρώτη τους επίσκεψη έγινε πριν ένα χρόνο περίπου. Τα υποδέχτηκα με τη χειρότερη των διαθέσεων.
Διότι η πρώτη Αρχή στα του οίκου μου
είναι: κανένα άλλο ζωντανό πλάσμα δεν θα κατοικεί εδώ πλην εμού. Εγώ ειμι ο
θεός του.
Αυτά αγνοώντας την επιθυμία μου ήρθαν θρασύτατα στην κουζίνα μου. Το λάθος τους ήταν ότι έψαχναν, άρα δηλαδή κινούνταν. Διότι, αν έμεναν ακίνητα, δεν θα τα πρόσεχε το άγριο μάτι μου. Αλλά ήταν τόσο μικρά όσο μια τελεία που βάζουμε σε μια πρόταση που γράφουμε. Μια τόσο μικροσκοπική παρουσία ακίνητη ξεγελά το μάτι του διώκτη. Αυτά όμως δεν ήρθαν εδώ για να κάθονται ακίνητα ως ευγενικοί επισκέπτες. Περπατούσαν δραστήρια δώθε κείθε ψάχνοντας για τροφή.
Πρώτα ήρθαν τρία-τέσσερα ως πιονιέροι,
να ελέγξουν την περιοχή και να ενημερώσουν τα πλήθη που περίμεναν αόρατα κάπου,
ποιος ξέρει πού.
Πρόλαβα και ζούληξα με το δάχτυλο τα
δύο. Ήταν τόσο μικροσκοπικά που δεν έμεινε ούτε το ίχνος τους στο δάχτυλό μου.
Τα υπόλοιπα ξέφυγαν, κρύφτηκαν και αργότερα ενημέρωσαν τον λαό τους:
-Εκεί πέρα έχει ψωμί. Αλλά έχει και ένα
δάχτυλο που μας σκοτώνει. Χάσαμε δυο συντρόφους μας. Προσοχή λοιπόν.
Την άλλη μέρα είδα μερικές πολύ
τολμηρές τελείες να περιτρέχουν τον πάγκο της κουζίνας μου. Εξόντωσα τις
περισσότερες με δακτυλικό θάνατο, αλλά μου ξέφυγαν μερικές.
Από τότε κάθε μέρα είχα επισκέψεις κι
εγώ είχα μεταμορφωθεί σε κατά συρροήν δολοφόνο.
Αναγκάστηκα να εξαφανίσω από την
κουζίνα οτιδήποτε ήταν βρώσιμο. Μπήκαν όλα στο ψυγείο. Οι τελείες έκαναν
ερευνητικές περιοδείες, πολλές δια δακτυλικού θανάτου άφηναν αυτό τον κόσμο τον
ανεξήγητο, αλλά πάντα μερικές μού ξέφευγαν και τρύπωναν σε απίθανες χαραμάδες.
Τι θα κάνετε, κάποτε θα απογοητευτείτε,
τους είπα, αλλά δεν ξέρω, αν άκουσαν τη φωνή του θεού που ζούσε σ’ αυτό το
σπίτι.
Κάποια στιγμή πράγματι απογοητεύτηκαν
και εξαφανίστηκαν.
Χαλάρωσα κι εγώ και τις ξέχασα. Μια
μέρα βρήκα μια τελεία στο μπάνιο μου. Τι στην οργή, θα μου φάνε και το σαπούνι
τώρα; σκέφτηκα και αμέσως της αφαίρεσα την πολύτιμη ζωή της. Βρήκα και δυο
τρεις να περιφέροντα γύρω από τα χάπια μου της χοληστερίνης. Κύριε ελέησον, λιγουρεύονται και τα φάρμακά μου; Τις εκτέλεσα επί τόπου.
Έκανα όμως το λάθος να επαναφέρω στο
τραπέζι της κουζίνας τα σνακ που φύλαγα στο ψυγείο. Δεν πέρασε λίγος καιρός και
να τες πάλι ανεπιθύμητες – μην πω και μισητές – παρουσίες στη ζωή μου. Ξαναέγινα
εξολοθρευτής. Έβαλα πίσω στο ψυγείο τα σνακ και εξόντωσα ικανό αριθμό τελειών,
ώσπου το πήραν απόφαση και εξαφανίστηκαν πάλι.
Κάπου ενεδρεύουν όμως αυτά τα όντα,
κάπου εδώ κοντά. Φαντάστηκα να έχουν ανοίξει σκοτεινά, δαιδαλώδη σπήλαια στους
τοίχους του σπιτιού μου, όπου θα συνωστίζονται τα πλήθη τους περιμένοντας ειδήσεις
από τους κατασκόπους τους. Ανατρίχιασα.
Θα βαρεθούν και θα φύγουν, σκέφτηκα
καθησυχάζοντας τον εαυτό μου.
Πράγματι, όσο η κουζίνα μου είναι άδεια
από τροφή, τα όντα είναι άφαντα. Έτσι και ξεχάσω όμως κάτι, μια φέτα ψωμί παραδείγματος
χάριν ή κανένα κουτί με μπισκότα, την άλλη μέρα έχω επισκέψεις και
ακολουθούν αρκετές εκτελέσεις. Αλλά πάντα κάποια όντα μού ξεφεύγουν και
ενημερώνουν τα πλήθη που περιμένουν στις σκοτεινές σπηλιές τους.
Έχω αρχίσει και τα λυπάμαι. Πρέπει να πεινούν
πολύ, σκέφτηκα. Αλλά πάλι πώς να αφήσω την κουζίνα μου έκθετη στις λεηλασίες
τους; Ο μόνος τρόπος είναι να τη διατηρώ άδεια από τρόφιμα, μέχρι να το πάρουν
απόφαση και να μετοικήσουν σε άλλα διαμερίσματα. Στο κάτω κάτω πολλοί νεαροί φοιτητές μένουν στην
πολυκατοικία που σίγουρα θα έχουν κουζίνες με διάσπαρτη
τροφή. Να πάνε εκεί και να περάσουν μπέικα, ζωή χαρισάμενη.
Αυτό κάνω τώρα.
Πού και πού συλλαμβάνω κάποιον
κατάσκοπό τους και τον εκτελώ. Τα πλήθη τον περιμένουν κι αυτός δεν επιστρέφει.
Καταλαβαίνουν ποια ήταν η τύχη του.
Θα φύγουν εντελώς κάποια στιγμή. Θα
γίνει κανονική μετοικεσία στο διαμέρισμα κάποιου φοιτητή. Ως τότε κάνω υπομονή.
Με στενοχωρεί όμως η σκέψη ότι πεινάνε.
Μετά φαντάζομαι κάτω από τα πόδια μου τα σκοτεινά σπήλαια με τα πλήθη που
συνωστίζονται εκεί μέσα και αγριεύομαι.
Παλιοζωή, άδικη που είσαι!
Με έκανες
δολοφόνο, ενώ οι τελείες πεινούν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου