Ξυπνώ
σ’ ένα δωμάτιο νοσοκομείου.
Δεν
καταλαβαίνω,
μου
έχουν δέσει χέρια και πόδια
και
όχι δεν καταλαβαίνω,
τι
θέλω εγώ εδώ,
φωνάζω
απελπισμένη,
χτυπιέμαι
στο κρεβάτι,
θέλω
νερό και δεν μου δίνουν.
Η
νοσοκόμα κάτι προσπαθεί να μου κάνει,
της
δίνω μια γροθιά,
μου
δίνει κι εκείνη.
Δεν
ξέρω γιατί είμαι εδώ,
δεν
ξέρω γιατί δεν μου δίνουν νερό,
νερό,
νεράκι του Θεού
ικετεύω,
είναι απίστευτη
η δίψα μου.
Είμαι
στον κόσμο που γνωρίζω,
είμαι
αυτή που αναγνωρίζω,
αλλά
δεν καταλαβαίνω
τι
θέλω εδώ δεμένη
σ’ ένα κρεβάτι νοσοκομείου.
Η
κόλαση του πάνω κόσμου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου