Την
ανταρσία των ανέμων δεν την καταλαβαίνω.
Κυλά
το ένα κύμα από δω, το άλλο από κει
κι
εμείς στη μέση με το μελανό καράβι μας
ερχόμαστε
και πάμε
παλεύοντας
σκληρά με μια τεράστια καταιγίδα
κι
έφτασε το νερό ως πάνω απ’ το κατάρτι,
γεμάτο
είναι τρύπες μεγάλες το πανί
και
καταξεσκισμένο
και
τα σκοινιά χαλάρωσαν…
ἀσυννέτημμι τὼν ἀνέμων στάσιν·
τὸ μὲν γὰρ ἔνθεν κῦμα κυλίνδεται͵
τὸ δ΄ ἔνθεν͵ ἄμμες δ΄ ὂν τὸ μέσσον
νᾶϊ φορήμμεθα σὺν μελαίναι
χείμωνι μόχθεντες μεγάλωι μάλα·
πὲρ μὲν γὰρ ἄντλος ἰστοπέδαν ἔχει͵
λαῖφος δὲ πὰν ζάδηλον ἤδη͵
καὶ λάκιδες μέγαλαι κὰτ αὖτο·
χόλαισι δ΄ ἄγκυρραι...
(Μεταφορά στα νέα ελληνικά: Καίτη Βασιλάκου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου