Για
χιλιάδες χρόνια, από τότε που οι μακρινοί πρόγονοι εγκατέλειψαν τον νομαδικό
τρόπο ζωής και εγκαταστάθηκαν μόνιμα κάπου, η ανθρωπότητα έμαθε να ζει εντός
των τειχών.
Σήμερα
βέβαια τα τείχη είναι περιττά, εφόσον με μια αεροπορική επιδρομή μπορούμε άνετα
να ισοπεδώσουμε μια πόλη. Αλλά πρέπει να παραδεχτούμε ότι η ζωή μας έχει γίνει
πολύ πιο άνετη και ευχάριστη από ό,τι ήταν στο παρελθόν, όταν ο κόσμος ήταν
υποχρεωμένος να ζει στριμωγμένος σε ένα μικρό κομμάτι γης και περικυκλωμένος από
τείχη.
Μέσα
στις περιτειχισμένες πόλεις κεντρική θέση κατείχαν τα μεγάλα θρησκευτικά
συγκροτήματα και τα ανάκτορα των αρχόντων. Οι κατοικίες και οι βιοτεχνίες
βρίσκονταν μεταξύ του κεντρικού τμήματος και των τειχών. Το εμπόριο διεξαγόταν
στις υπαίθριες αγορές στις ελάχιστες πλατείες που διέθεταν οι πόλεις ή λίγο έξω
από τα τείχη.
Δεν
συζητώ για την καθαριότητα και γενικά για τους όρους υγιεινής, όταν πρέπει να
ζει κανείς περιορισμένος μέσα σε τείχη παρέα με τα οικόσιτα ζώα του, σε μικρά,
στενάχωρα σπιτάκια που καλύπτουν κάθε ελεύθερο χώρο μέσα σε ανήλιαγα στενά
δρομάκια γεμάτα απόνερα και λάσπες. Οι επιδημίες ήταν αναπόφευκτες, εφόσον
μάλιστα ακόμα δεν ήξεραν οι άνθρωποι με ποιο τρόπο μεταδίδονται.
Τα
τείχη μια φορά χτίζονταν. Οι άνθρωποι όμως μέσα στα τείχη πλήθαιναν με τα
χρόνια. Η λύση ήταν επομένως τα κτίρια να αυξάνονται κατακόρυφα - διότι
οριζόντια ήταν αδύνατο να εξαπλωθούν - και οι άνθρωποι να μένουν κυριολεκτικά ο
ένας πάνω στον άλλον. Τα παντός είδους δυστυχήματα, κατακρημνίσεις κτιρίων και
κυρίως πυρκαγιές, ήταν κάτι συνηθισμένο, καθώς ο κόσμος ζεσταινόταν με τη φωτιά
μαγείρευε με τη φωτιά και φωτιζόταν με αυτή τις νύχτες.
Η
πόλη σε καιρό ειρήνης είχε την ημέρα ανοιχτές τις πύλες της για να
μπαινοβγαίνουν οι κάτοικοι, οι έμποροι, οι αγρότες, οι ταξιδιώτες, οι
στρατιώτες. Τη νύχτα οι πύλες έκλειναν και η πόλη μαζευόταν στο καβούκι της
μέχρι το επόμενο πρωί. Για τους ανθρώπους της εποχής αυτό ήταν φυσιολογικό. Σε
μας σήμερα αυτή η σκέψη προκαλεί μια αίσθηση πνιγμού.
Με
την άνοδο της αστικής τάξης και την ανάπτυξη των επιστημών και της τεχνολογίας
και στη συνέχεια με τη Βιομηχανική Επανάσταση η παλιά εσωστρέφεια της
περιτειχισμένης πόλης έγινε τροχοπέδη για τις νέες παραγωγικές σχέσεις. Τα
τείχη δεν ήταν πλέον εγγύηση για την ασφάλεια των κατοίκων, ήταν απλώς ένα
εμπόδιο.
Να
πούμε ενδεικτικά ότι το 1300 μΧ σε όλο τον πλανήτη μόνο 31 εκατομμύρια άτομα
κατοικούσαν σε πόλεις. Το 1800 ο αριθμός ανέβηκε στα 87 εκατομμύρια. Το 1900
έφτασε τα 204 εκατομμύρια. Το 1980 1.440.000 του παγκόσμιου πληθυσμού
κατοικούσε σε πόλεις.
Το
1800 η αναλογία αστικού πληθυσμού με τον συνολικό ήταν 12% στην Ευρώπη και 5%
στη Β. Αμερική. Το 1980 ήταν 65%.
Αυτή
η αστική έκρηξη αντιμετωπίστηκε από κάποιους με αισιόδοξη διάθεση, όμως άλλοι
την είδαν με τρόμο.
Ο
Τσαρλς Ντίκενς πχ περιγράφει στα «Δύσκολα Χρόνια» το Λονδίνο του 1854 με
μελαγχολία:
"…'Ήταν
μια πολιτεία από κόκκινα τούβλα ή καλύτερα από τούβλα που θα ’ταν κόκκινα, αν
τ' άφηναν οι καπνοί και οι στάχτες…είχε τεράστιους όγκους από κτίρια γεμάτα
παράθυρα που έτρεμαν και χτυπούσαν όλη μέρα…Είχε κάμποσους μεγάλους δρόμους που
έμοιαζαν ο ένας με τον άλλον και πολλούς μικρούς δρομάκους που έμοιαζαν ακόμα
περισσότερο ο ένας με τον άλλον και οι άνθρωποι που κατοικούσαν σε αυτούς ήταν
το ίδιο όμοιοι μεταξύ τους, έμπαιναν και έβγαιναν όλοι τις ίδιες ακριβώς ώρες
αφήνοντας τους ίδιους πάντα ήχους στα ίδια πεζοδρόμια για να πάνε να κάμουν την
ίδια δουλειά, και το κάθε τους σήμερα είναι πανομοιότυπο του χθες και του αύριο
και ο κάθε τους χρόνος αντίγραφο του περσινού και του επόμενου χρόνου…»
Ο
Άγγλος κληρικός James Shergold Boone το 1844 γράφει:
"Αυτή
καθαυτή η επέκταση των οικοδομημάτων, η συγκέντρωση μεγάλου αριθμού ανθρώπων σε
ένα μόνο τόπο -και με δεδομένο ότι η ανθρώπινη φύση είναι αυτή που είναι- είναι
αναπόφευκτο να προκαλεί μόλυνση από την ανηθικότητα… Οι πόλεις είναι θέατρα της
ανθρώπινης φιλοδοξίας, της απληστίας, της ηδονής…"
Υπάρχουν
όμως και οι αισιόδοξοι, όπως ο C.T. Welcker που υποστηρίζει το 1843:
"Η
ζωή στις πόλεις αφυπνίζει, ενοποιεί και προστατεύει τις υψηλότερες επιδιώξεις,
τη βιομηχανία, το εμπόριο και τον πολιτισμό γενικά…Ο άνθρωπος αποκτά δύναμη και
παιδεία μόνο μέσω της σχέσης του με τους άλλους ανθρώπους. Αυτό ακριβώς
διακρίνει τη ζωή στις πόλεις και αποτελεί ευνοϊκό παράγοντα για ένα υψηλότερο
πολιτιστικό επίπεδο στα έθνη…"
Και ο θεολόγος Robert Vaughan δηλώνει το 1843 :
"…Αν
οι μεγάλες πόλεις μπορούν να θεωρηθούν το κρησφύγετο που ευνοεί την εκκόλαψη
των χειρότερων μορφών διαφθοράς, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι ακριβώς στις
πόλεις αυτές η κοινωνία οφείλει σχεδόν εξ ολοκλήρου την ανάπτυξη των ιδεών και
του ηθικού συναισθήματος που αφοπλίζουν σε μεγάλο βαθμό τη διαφθορά…."
Σήμερα
οι πόλεις σε όλο τον κόσμο είναι ανοιχτές και μπορούν να εξαπλώνονται ελεύθερα
προς όλες τις κατευθύνσεις, μπορούμε να μπαίνουμε και να βγαίνουμε από αυτές
όποια ώρα θέλουμε, οι δρόμοι τους είναι
φωτισμένοι τη νύχτα, στα αεροδρόμια προσγειώνονται και απογειώνονται τα
αεροπλάνα όλο το εικοσιτετράωρο και οι πληθυσμοί μετακινούνται με ευκολία από
το ένα μέρος στο άλλο.
Κι
όμως, αυτή η θετική αλλαγή στις συνήθειές μας περνά απαρατήρητη από τον
σύγχρονο άνθρωπο, αν και είναι μια πολύ πρόσφατη αλλαγή.
Όπως
και να’ χει, σήμερα, στην ουσία δυο μόλις αιώνες μέσα στη μακραίωνη ιστορία του
ανθρώπου, το μεγαλύτερο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού ζει σε πόλεις και
μάλιστα σε ατείχιστες πόλεις.
Αυτό
μάς φαίνεται αυτονόητο και φυσιολογικό. Πρόκειται όμως για μια σχετικά πολύ
πρόσφατη συνήθειά μας, αν σκεφτούμε ότι από τα νεολιθικά χρόνια μέχρι και τον
19ο αιώνα (βλέπε ελληνική Επανάσταση του 1821, πολιορκία Μεσολογγίου και
άλλα) οι πόλεις προστατεύονταν από
τείχη.
Ας
σκεφτούμε μόνο πως το μεγαλύτερο μέρος του πολιτισμού μας γεννήθηκε και
αναπτύχθηκε μέσα σε πνιγηρές, περιτειχισμένες πόλεις, με απαγόρευση της
κυκλοφορίας, όταν έδυε ο ήλιος, με κλειστές πύλες τις νύχτες, με το λύχνο και
τη λάμπα να διώχνει το σκοτάδι και με την αποφορά των λιμνασμένων δρόμων που
ήταν τίγκα στο σκουπίδι και στις ακαθαρσίες.
Εδώ
σε αναπαράσταση τείχη μερικών προϊστορικών πόλεων:
Ιεριχώ
Η
παλαιότερη γνωστή τειχισμένη πόλη. Κατοικείται συνεχώς από το 9.000 πΧ.
Παλαιστινιακά Εδάφη.
Μεγγιδώ
7.000
– 586 πΧ. Ισραήλ
Νινευί
6.000
- 612 πΧ. Ιράκ.
Μάρι
2.900
– 1759 πΧ. Συρία.
Χαττούσα
Πρωτεύουσα
των Χετταίων. 2.000 - 1200 πΧ. Τουρκία.
Βαβυλών
1894
- 275 πΧ. Ιράκ.
Μερικές πληροφορίες τις άντλησα από εδώ:
ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑ 1
5ο Χειμερινό Εξάμηνο, 2005-2006
Διδάσκοντες:
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΟΛΥΖΟΣ, ΝΙΚΟΣ ΜΠΕΛΑΒΙΛΑΣ, ΦΕΡΕΝΙΚΗ ΒΑΤΑΒΑΛΗ
ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΠΟΛΕΙΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου