8/2/19

Οι ταπεινώσεις κάνουν καλό στην ψυχική μας υγεία






Ένας καλός τρόπος για να τιθασέψουμε την αλαζονεία μας και την τάση αυτοπροβολής μας που προκαλεί χασμουρητά στους άλλους είναι να προβάλλουμε με θάρρος τις προσβολές και τις ταπεινώσεις που έχουμε υποστεί κατά καιρούς.

Βεβαίως υπάρχουν και άνθρωποι που πολύ μας επαίνεσαν και μας θαύμασαν και αυτό τρέχουμε αμέσως να το ανακοινώσουμε δημόσια για να απλωθεί όσο γίνεται περισσότερο ο θαυμασμός του κόσμου για μας.

Λάθος! Οι άλλοι που το μαθαίνουν μάς κοιτάζουν καχύποπτα. Δεν μας θεωρούν και πολύ σοβαρά άτομα, αφού με την πρώτη ευκαιρία διαλαλούμε τους επαίνους που αφορούν στο πρόσωπό μας.

Ας κάνουμε λοιπόν το αντίθετο. Αλλά προσοχή: ό,τι ανακοινώνουμε δεν πρέπει να στρέφεται εναντίον των κατηγόρων μας, γιατί τότε πάλι ανεβάζουμε τον εαυτό μας διά της διαπόμπευσης των κατηγόρων.

Αρχίζω.

Μια φορά, τότε που πήγαινα στις προσκοπίνες, ένα κορίτσι πλούσιο και καλομαθημένο που με αγνοούσε εντελώς, άρχισε να με φωνάζει με το όνομά μου:
-Καίτη, Καίτη, Καίτη!
Εγώ πολύ κολακευμένη που το καλομαθημένο ασχολήθηκε με την ύπαρξή μου απάντησα χαμογελαστή:
-Τι;
-Τι! Χωριάτα! Έκανε αυτή και μου γύρισε την πλάτη.

Έτσι πήρα ένα πρώτο μάθημα ταπείνωσης, αλλά προφανώς αυτό δεν ήταν αρκετό για να κάμψει την υπεροψία μου.

Μια και είχα από μικρή καλλιτεχνικές ανησυχίες, κάθισα και ζωγράφισα μια μέρα ένα Χριστό στον σταυρό και μετά πολύ περήφανη πήγα και έδειξα το έργο μου στον δάσκαλο. Αυτός το κοίταξε παγερά και είπε:
-Ε, και τι;
Γύρισα στο θρανίο μου σαν βρεγμένη γάτα. Ξέχασα όμως να σας πω ότι ο δάσκαλος ήταν ευαγγελικός στο θρήσκευμα και δεν χώνευε τέτοιες ζωγραφιές.

Αργότερα, φοιτήτρια ήμουν, έστειλα ένα διήγημά μου σε μια εφημερίδα σε έναν κριτικό να μου πει τη γνώμη του. Στο διήγημα περιέγραφα τη μοναξιά ενός ανθρώπου που έμενε συνεχώς κλεισμένος στο διαμέρισμά του και άκουγε τους ήχους της ζωής που έρχονταν απέξω, κουβέντες, τριξίματα στις σκάλες, γέλια και άλλα τέτοια. Ο κριτικός μού απάντησε να ασχοληθώ καλύτερα με την επιστήμη μου και να αφήσω ήσυχη τη λογοτεχνία. Η υπεροψία μου κάμφθηκε προς στιγμήν, αλλά δυστυχώς αυτό δεν κράτησε πολύ.

Λίγο καιρό αργότερα διάβασα ένα ποίημά μου σε κάποια γνωστή μου. Το ποίημα είχε τίτλο «Ad Venerem» και εκεί κατηγορούσα τη θεά Αφροδίτη ότι μου έδινε μόνο λύπες και καμιά χαρά. Η γνωστή, κόρη κι αυτή πλουσίας οικογενείας, ντελικάτη, λεπτεπίλεπτη και ντίβα στα μαθητικά της χρόνια ως πρώτη μπαλαρίνα του Ωδείου, το άκουσε και έβαλε τα γέλια. Το ποίημα είχε την τύχη που του άξιζε. Και η μπαλαρίνα είχε την τύχη που της άξιζε. Παντρεύτηκε έναν ωραίο κύριο, καθηγητή των Αγγλικών και έγινε οικοκυρά. (Ζητώ συγγνώμη για την κακία μου… η υπεροψία βλέπετε).

Όταν γνώρισα τον Ερρίκο, έναν ιδιωτικό υπάλληλο περιορισμένης παιδείας και ευφυΐας, ό,τι έπρεπε δηλαδή για την ταπεινή μου υπόσταση, βρέθηκα σε ένα περιβάλλον που όλοι με θεωρούσαν τιποτένια. Λογικό, εφόσον είχα φίλο τον Ερρίκο, ενώ ο αδελφός του που δεν είχε καμιά ομοιότητα μαζί του, έπαιζε τένις με τον διάδοχο Κωνσταντίνο και ποτέ δεν μου απηύθυνε μια λέξη. Ούτε καν με κοίταζε, τις λίγες φορές που βρεθήκαμε μαζί. Το ίδιο και οι υπόλοιποι της παρέας. Μία μάλιστα φρόντισε εμμέσως να με ταπεινώσει – διότι άμεσα δεν μου έδινε σημασία. Συζητούσαν για κάποια φίλη τους Μαίρη, εξέχον άτομο, όπως καταλάβαινα, και κάποια είπε ότι σπουδάζει αρχαιολογία.
-Ναι, όμως η Μαίρη σπουδάζει για το κέφι της μόνο! Τόνισε αυτή που ήθελε να με ταπεινώσει, επειδή γνώριζε ότι κι εγώ η παρακατιανή σπούδαζα αρχαιολογία και αυτό το έκανα, επειδή ήθελα να βγάλω το ψωμί μου κάποια μέρα.

Τι ωραίες ταπεινώσεις! Ας θυμηθώ μερικές ακόμα.

Όταν ξεκίνησα πάλι να γράφω διηγήματα, έδειξα ένα σε μια φίλη να μου τη γνώμη της. Αυτή το διάβασε και μου είπε:
-Φυσικά αυτό δεν είναι λογοτεχνία!
Σήμερα η φίλη το έχει ξεχάσει αυτό το περιστατικό και μου λέει ότι της αρέσουν όσα γράφω. Το εν λόγω διήγημα το δημοσίευσα αργότερα και άκουσα καλές κριτικές. Αλλά, είπαμε: δεν θα αναφέρουμε εδώ επαίνους, μόνο τις προσβολές θα λέμε.

Ένας καλός φίλος ποιητής μού είπε κάποτε να πάψω να γράφω ποιήματα. Το είπε με ειλικρίνεια, όχι με κακεντρέχεια. Εγώ τον άκουσα και για λίγο καιρό σταμάτησα να γράφω. Μετά όμως είδα ότι εμένα μου άρεσε να γράφω ποιήματα και ξανάρχισα.  Περιέργως μού έχει βάλει ένα δυο λάικ σε κάποιους στίχους μου. Μάλλον έχει ξεχάσει κι αυτός τη συμβουλή που μου είχε δώσει κάποτε.

Ένας άλλος συγγραφέας και κριτικός, ευγενέστατος άνθρωπος, έκανε τον κόπο να γράψει κριτική για ένα βιβλίο μου που διάβασε και δεν του άρεσε. Η κριτική ήταν ανάλογη. Εντάξει, το κατάπιαμε κι αυτό.

Ωραίες επίσης ταπεινώσεις ήταν και οι απαντήσεις κάποιων εκδοτικών οίκων που με ενημέρωναν ότι δεν σκόπευαν να εκδώσουν τα έργα μου. Πολύ καλές ψυχρολουσίες που με έφερναν για λίγο στα ίσα μου.

Ταπεινώσεις υπάρχουν κι άλλες πολλές που αφορούν την καθημερινότητά μου, αλλά αυτές τις βάζω στην άκρη. Η υπεροψία μου πάντως δέχτηκε ισχυρά πλήγματα και κάπως συμμαζεύτηκε.

Διότι, το να καμαρώνει κανείς σαν παγώνι, επειδή ο τάδε και ο δείνα είπε ένα καλό λόγο γι’ αυτόν, αλλά να κρύβει επιμελώς όλους τους κακούς λόγους που έχει ακούσει, δεν δείχνει μόνο υπεροψία, δείχνει και μια κάποια ανασφάλεια.
Νομίζω;



Δεν υπάρχουν σχόλια: