Δημοσιεύτηκε στο «Πλανόδιον»,
στις ιστορίες Μπονζάι, και το ευχαριστώ πολύ.
Ψυχὴ στὴν ἔρημο
ΨΥΧΗ ΕΝΟΣ ΑΣΚΗΤΗ ποὺ πέθανε στὴν ἔρημο περιπλανιόταν ἐδῶ κι ἐκεῖ καὶ δὲν μποροῦσε νὰ βρεῖ τὸν δρόμο της. Πέρασαν ἔτσι πολλὲς μέρες καὶ ἡ ψυχὴ ἐξαντλημένη καὶ χωρὶς ἄλλα κουράγια φώναξε δυνατὰ μέσα στὴν καυτὴ ἐρημιά:
— Δὲν ἀντέχω ἄλλο! Ἂν ὑπάρχει ὁ Θεός, ὁ Παράδεισος καὶ ἡ Κόλαση, ἄς μὲ ἀκούσουν. Ζητῶ βοήθεια!
Περίμενε λίγη ὥρα μέσα στὴ σιωπή, ἀλλὰ κανεὶς δὲν τῆς ἀπάντησε.
— Εἶμαι σίγουρη πὼς μὲ ἀκοῦτε, φώναξε ξανά. Εἶμαι μιὰ ψυχὴ χωρὶς σῶμα καὶ γι' αὐτὸ πρέπει οἱ ἀόρατες δυνάμεις νὰ ἐμφανιστεῖτε καὶ νὰ μὲ βοηθήσετε.
Περίμενε πάλι λίγο, ἀλλὰ ἡ ἔρημος ἔμενε βουβή.
— Θὰ πεθάνω χωρὶς βοήθεια! Φώναξε γιὰ τρίτη φορά. Τίποτα, σιγή. Τότε ἡ ψυχὴ κατάλαβε πὼς ἦταν πράγματι ὁλομόναχη.
— Δὲ βαριέσαι! Μουρμούρισε. Πέθανα ἤδη μιὰ φορά. Τώρα ξέρω πῶς εἶναι.
Καὶ πέθανε.
Τὴν ἴδια ὥρα οἱ ἀόρατες δυνάμεις τῆς Φύσης συζητοῦσαν μεταξύ τους.
— Γιὰ δές! εἶπε μία. Ἐκείνη ἡ ψυχὴ ποὺ πέθανε στὴν ἔρημο εἶχε μεγάλη ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό της. Νόμιζε πὼς θὰ ζοῦσε αἰώνια.
— Πράγματι, εἶπε μιὰ ἄλλη. Αὐτὲς οἱ ἀνθρώπινες ψυχὲς εἶναι πολὺ ἀνόητες.
— Τέλος πάντων, εἶπε μιὰ τρίτη. Ἄς φροντίσουμε τώρα τὸ σῶμα της, τὸ μόνο ποὺ εἶναι πραγματικὰ αἰώνιο.
Πῆγαν κοντά του καὶ τὸ βοήθησαν νὰ ἀποδομηθεῖ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου