Από
τις ωραιότερες κινηματογραφικές σκηνές που έχω δει στη ζωή μου είναι αυτή στην
ταινία «Blade
Runner», όπου το
ανδροειδές Ρόι Μπάτι που υποδυόταν ο Ρούτγκερ Χάουερ πεθαίνει μονολογώντας πάνω
σε μια σκοτεινή ταράτσα κτιρίου και καθώς οι στάλες της βροχής πέφτουν στο
πρόσωπό του:
«I've seen things you people wouldn't believe.
Attack ships on fire off the shoulder of Orion.
I watched C-beams glitter in the dark near the
Tannhäuser Gate.
All those moments will be lost in time, like tears in
rain.
Time
to die».
Η
παραίτησή του από τη «ζωή», την έστω μηχανική ζωή του, είναι φανερή. Ξέρει ότι
σε λίγο θα είναι απλώς μια ανεπανόρθωτα χαλασμένη μηχανή, δηλαδή θα είναι
νεκρός. Όμως στον τεχνητό του εγκέφαλο έχουν εγγραφεί εικόνες μοναδικών εμπειριών
που οι βιολογικοί άνθρωποι δεν είδαν και δεν πρόκειται να δουν ποτέ. Όλη αυτή η
σπάνια γνώση θα χαθεί τώρα για πάντα, κανείς δεν πρόκειται να γίνει μέτοχός της: «All those moments will be lost in time, like tears in
rain», όλες εκείνες οι στιγμές θα χαθούν στον χρόνο σαν δάκρυα στη βροχή.
Προσπερνώ
την υπέροχη ποίηση αυτού του στίχου που σε συνδυασμό με την εικόνα του
ανδροειδούς που πεθαίνει υποταγμένο στη μοίρα του μάς δίνει μια από τις πιο
συγκλονιστικές υπαρξιακές εικόνες στον κινηματογράφο για να περάσω σε ένα άλλο
πεδίο, πιο ψύχραιμο, αν και εξίσου μελαγχολικό: στη γνώση που δεν μεταδίδεται.
Πόση
αξία έχει μια τέτοια γνώση; Αν αυτή δεν μεταδοθεί στους άλλους και δεν
παραδοθεί στην παγκόσμια γνώση, έχει κάποια αξία; Αν ο φορέας της για διάφορους
λόγους την κρατήσει για τον εαυτό του και την πάρει μαζί του στον θάνατό του,
έχει κάποιο νόημα;
Όχι,
δεν έχει κανένα νόημα, είναι σαν να μην υπήρξε ποτέ.
Αυτό
ισχύει σε μέγιστο βαθμό για τα γεγονότα που συμβαίνουν καθημερινά σε όλους μας,
γεγονότα που γίνονται αναμνήσεις, αναμνήσεις που δεν απαθανατίζονται πουθενά
και που σβήνουν, όταν σβήσει και ο άνθρωπος που τις φέρει. Συχνά αυτές τις
αναμνήσεις τις μοιράζονται δύο ή περισσότεροι άνθρωποι και τότε παραμένουν
ζωντανές, όσο εκείνοι ζουν. Μετά πεθαίνουν ένας - ένας οι συμμετέχοντες και οι
αναμνήσεις μένουν ζωντανές στον τελευταίο ζωντανό. Αυτός θα τις διατηρήσει, αν
η μνήμη του δεν ατονήσει, όσο παραμένει στη ζωή. Όταν φύγει, οι αναμνήσεις
αυτές θα φύγουν μαζί του. Θα χαθούν για πάντα.
Συνεχώς,
αδιάκοπα, χωρίς σταματημό χάνονται για πάντα γεγονότα που βιώθηκαν, αλλά δεν
καταγράφηκαν πουθενά. Λόγια αγάπης, λόγια οργής, πράξεις ευγενικές, πράξεις
σκληρές, χαμόγελα ευτυχίας και γογγυσμοί δυστυχίας, προβλήματα, δυσκολίες,
γιορτές και χαρές, βλέμματα, αγγίγματα, χαμόγελα, βρισιές και κατάρες, πένθη,
όμορφα ταξίδια, δύσκολες αρρώστιες και ατυχήματα, ευτυχισμένες συναντήσεις και
φιλιά, η χαρά ενός δώρου ή μιας επιτυχίας, η απογοήτευση και η παραίτηση και η
αποτυχία, αρραβώνες, γάμοι, γεννήσεις παιδιών, κοινωνική αποδοχή ή απόρριψη,
άπειρα, άπειρα, άπειρα γεγονότα συμβαίνουν καθημερινά και εγγράφονται στη μνήμη
μας, αλλά έξω από αυτήν δεν καταγράφονται πουθενά. Ο χρόνος θα τα διαλύσει σαν
ιστό αράχνης που καταστρέφεται από το πέρασμα ενός θηρίου – του χρόνου στην
περίπτωσή μας.
Προχωρώ
ακόμα περισσότερο: γεγονότα ασήμαντα που για κάποιο λόγο η μνήμη μας τα έχει
διατηρήσει, όπως η εικόνα της μητέρας σου που πλέκει μια εσάρπα, ενώ ο πατέρας
σου ακούει τις ειδήσεις στο ραδιόφωνο κι εσύ, μικρό παιδί, ζωγραφίζεις ένα
δέντρο στο τετράδιό σου της ιχνογραφίας. Οι γονείς σου δεν ζουν πια, εσύ όμως
ζεις και έχεις στη μνήμη σου ένα γεγονός, μια εικόνα που υπήρξε κάποτε στην
πραγματικότητα και που κανείς άλλος δεν την έχει. Όσο ζεις, η εικόνα αυτή θα
υπάρχει στον κόσμο ως ανάμνηση. Όταν πάψεις να υπάρχεις, η εικόνα, το μακρινό
εκείνο γεγονός θα πάψει να υπάρχει κι αυτό. Θα εξαερωθεί.
Όλοι
μας έχουμε τέτοιες αναμνήσεις μικρών, ασήμαντων καθημερινών γεγονότων που
αιματώνονται ως αναμνήσεις, όσο αιματώνεται και ο εγκέφαλός μας. Γεγονότα που
είναι καταδικασμένα να χαθούν οριστικά, μολονότι, όταν τα ζούσαμε, τα νιώθαμε
πολύ αληθινά, πολύ στέρεα, γεγονότα αναμφισβήτητα, δεμένα με την ύπαρξή μας.
Προχωρώ
ακόμα περισσότερο: με μια ζωή πίσω μας πενήντα, εξήντα, εβδομήντα χρόνων, πόσα
γεγονότα της καθημερινότητάς μας θυμόμαστε; Αν σκεφτούμε ότι η κάθε μέρα
ξεχωριστά είχε να μας δώσει πολλά, μικρά και ασήμαντα που όμως τα βιώναμε με
όλη μας την ύπαρξη, τότε σε πενήντα, εξήντα, εβδομήντα χρόνια έχουμε βιώσει
αρκετές δεκάδες χιλιάδες γεγονότα.
Με
έναν υποθετικό υπολογισμό ότι κάθε μέρα μας περιέχει έστω μόνο πέντε ασήμαντα
γεγονότα, στα πενήντα χρόνια ζωής μας
έχουμε ζήσει κάπου 75.000 τέτοια γεγονότα. Κανείς μας δεν τα θυμάται. Οι
συνάψεις που τα συγκρατούσαν στη μνήμη μας έχουν καταστραφεί και αυτά είναι σαν
να μην υπήρξαν ποτέ. Όσο κι αν στύψουμε τη μνήμη μας, δεν θα μπορέσουμε να
φέρουμε στο φως παρά μόνο μερικές εκατοντάδες αναμνήσεις, άντε μια δυο χιλιάδες
οι εξαιρετικά μνήμονες.
Για
σκεφτείτε: 75.000 γεγονότα της ζωής μας που τα βιώσαμε με σιγουριά και με
συναισθήματα, που οι αισθήσεις μας τα συνέλαβαν και τα συγκράτησαν και τα
μετέφεραν στον εγκέφαλό μας, τώρα έχουν κατακρημνιστεί στην άβυσσο του μηδενός.
Η μνήμη μας τα απέρριψε, άλλα σχεδόν αμέσως, άλλα αργότερα.
Γίνεται
έτσι η ζωή ένα όνειρο αποσπασματικό με αναμνήσεις σκόρπιες αποδώ κι αποκεί.
Πρόσωπα, λόγια, πράξεις, χειρονομίες , συναισθήματα, καταστάσεις ζόρικες ή
όμορφες έχουν χαθεί. Η μνήμη μας έχει συγκρατήσει ό,τι έκρινε ενδιαφέρον, όλα
τα άλλα, δηλαδή τα περισσότερα, δηλαδή ένα 98% των εμπειριών μας το πέταξε στα
σκουπίδια.
Αυτό
πραγματεύεται ο Μπόρχες στο διήγημά του: «Φούνες, ο μνήμων». Μιλά για τον στιγμιαίο
κόσμο μας, τον εφήμερο κόσμο μας:
Ο
Ιρενέο Φούνες είχε την ατυχία να διαθέτει μια τερατώδη μνήμη, μέσα στην οποία
έπλεαν οι αναμνήσεις ΟΛΩΝ όσα είχε βιώσει, δει ακούσει, διαβάσει, αισθανθεί.
Θυμόταν ΤΑ ΠΑΝΤΑ.
«…
Θυμόταν το σχήμα που είχαν τα σύννεφα στον νότο την αυγή της 30ής Απριλίου
του 1882 και μπορούσε να τα συγκρίνει με τα «νερά» στο δερματόδετο σχέδιο ενός
βιβλίου που είχε δει μόνο μια φορά και με τις γραμμές στους αφρούς που σήκωνε
ένα κουπί στο Ρίο Νέγκρο την παραμονή της μάχης του Κεμπράτσο…Δυο-τρεις φορές
συναρμολόγησε από την αρχή μιαν ολόκληρη μέρα… Ήταν μονήρης και διαυγής θεατής
ενός πολύμορφου κόσμου που ήταν στιγμιαίος και σχεδόν ανυπόφορα ακριβής…
Υποψιάζομαι όμως, παρ’ όλα αυτά ότι η ικανότητά του για σκέψη δεν ήταν πολύ
μεγάλη. Για να σκεφτείς, πρέπει να ξεχνάς τις διαφορές, να γενικεύεις, να
αφαιρείς».
Για
τον λόγο αυτό ο Φούνες «…ήταν σχεδόν ανίκανος
για γενικές ή πλατωνικές ιδέες. Δεν του ήταν μόνο δύσκολο να καταλάβει
ότι ο γενικός όρος «σκύλος» συμπεριελάμβανε τόσα πολλά ανόμοια αντίτυπα από
διαφορετικά μεγέθη και διαφορετικά σχήματα. Τον ενοχλούσε το γεγονός ότι ο
σκύλος στις 3.14 λεπτά (βλέποντάς τον προφίλ) είχε το ίδιο όνομα με τον σκύλο
στις 3.15 (βλέποντάς τον από μπροστά).».
Αν
είχαμε μια τέτοια τερατώδη μνήμη, θα μας ήταν μάλλον αδύνατο να προχωρήσουμε
στη γενίκευση και στη σύνθεση του κόσμου που μας περιβάλλει, με άλλα λόγια δεν
θα μπορούσαμε να αναπτύξουμε πολιτισμό. Το τίμημα τελικά για να έχουμε
πολιτισμό είναι να απορρίψει η μνήμη μας ό,τι κρίνει περιττό.
«Η
μνήμη μου, κύριε», λέει ο Φούνες στον αφηγητή «είναι σαν σκουπιδοτενεκές».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου