Αυτά τα δυο φυτά είναι τώρα
μαζί μερικά χρόνια.
Κάποιοι κάποτε μας τα χάρισαν
με την ευκαιρία μιας γιορτής και βρέθηκαν στο σπίτι μας παρέα. Έμοιαζαν και
μεταξύ τους, είχαν φύλλα πράσινα με μικρές κιτρινωπές κηλίδες, ίδια σχεδόν στο
σχήμα και στο μέγεθος. Έτσι άθελά μας τα συνδέσαμε στο μυαλό μας, τα κάναμε
κάτι σαν αδελφάκια και βάλαμε τις γλάστρες τους δίπλα-δίπλα.
Ασφαλώς θα συζητούν αυτά
μεταξύ τους, σκεφτόμασταν, μολονότι εμείς δεν έχουμε καμία ένδειξη. Μπορεί και να μας σχολιάζουν,
αν και αγνοούμε αν το κάνουν με κακεντρέχεια ή με αδιαφορία. Πιθανόν να μας
ανέχονται με δυσκολία, αλλά ούτε κι αυτό μπορούμε να το εξακριβώσουμε. Εν πάση
περιπτώσει φαίνονται να έχουν τη δική τους προσωπική ζωή, στην οποία εμείς δεν
μπορούμε να επέμβουμε.
Μαζί τα μεταφέρουμε, όταν
χρειαστεί, από τη μια μετακόμιση στην άλλη. Όπου τα βάλουμε, στέκονται ήσυχα,
δεν διαμαρτύρονται από καμιά ταλαιπωρία. Μόνο που σε κάθε μετακίνησή τους η
φθορά προβάλλει με τη μορφή ενός μαραμένου καφέ φύλλου που κάθεται στην αρχή
στον κορμό, το ίδιο φυσικά με τα υπόλοιπα πράσινα φύλλα, και κάποια στιγμή πέφτει
αθόρυβα και ξαπλώνεται στο χώμα της γλάστρας.
Δεν μπορούμε να καταλάβουμε
τι ακριβώς φταίει γι’ αυτό το αποκαρδιωτικό φαινόμενο, αν είναι οι συχνές
μετακομίσεις μας ή οι απότομες εναλλαγές του ήλιου και της σκιάς ή γενικά το
περιβάλλον, στο οποίο είναι υποχρεωμένα να διανύσουν τη ζωή τους. Όμως αυτά τα
δυο φυτά δεν δείχνουν διάθεση να αναπτυχθούν. Χρόνια τώρα μένουν στην ίδια
στασιμότητα, κάποιο φύλλο τους πέφτει και ένα άλλο παίρνει άκεφα τη θέση του
και διαιωνίζεται έτσι μια μορφή χωρίς εξέλιξη.
Κάναμε φιλότιμες προσπάθειες
στην αρχή να βοηθήσουμε την ανάπτυξή τους. Τα μεταφυτέψαμε σε δυο καινούργιες
γλάστρες, πήλινες, γιατί είναι, όπως μας είπαν, πιο υγιεινές για τη φυτική ζωή.
Για καιρό κυνηγούσαμε από δωμάτιο σε δωμάτιο την καλύτερη θέση, ευάερη και
ευήλια, για να ζήσουν υπό τις ευνοϊκότερες δυνατές συνθήκες. Πήραμε διάφορα
λιπάσματα και εμπλουτίσαμε το χώμα τους, αλλάξαμε εντέλει ολόκληρο το χώμα τους
και βάλαμε άλλο, πιο θρεπτικό.
Δεν είχαμε κανένα αποτέλεσμα.
Μελαγχολικοί τα παρατηρούσαμε
να μένουν στάσιμα, ατροφικά, ανόρεχτα, σαν παιδιά που μαραζώνουν από κρυφή
αρρώστια.
Κάποτε ανακαλύψαμε έντρομοι
ότι στο χώμα τους ζούσαν σκουλήκια. Αυτή είναι, είπαμε, η αιτία
που τα φυτά μας δεν μπορούν να αναπτυχθούν και διαφεύγει όλη η ζωτικότητά τους.
Πήραμε αμέσως τα σχετικά φάρμακα και εξοντώσαμε τα ανύποπτα σκουλήκια. Όμως τα
δυο αυτά φυτά έμειναν αδιάφορα στη θεραπεία, λες και απαλλάξαμε από την ψείρα
δυο ασκητές.
Τίποτα δεν άλλαξε στην
καχεκτική ζωή τους και κάθε τόσο ένα φύλλο, διαμαρτυρόμενο ποιος ξέρει για τι
πράγμα, γινόταν καφετί και αποκοβόταν από τον κορμό. Ένα άλλο έπαιρνε τη θέση
του, λίγο πιο μικρό, λίγο πιο κακόκεφο.
Μόνο τότε καταλάβαμε το λάθος
μας και βγήκαμε από την αυταπάτη. Καθόλου δεν ανατρέφαμε δυο
όλο ζωή παιδιά που μας επιφύλασσαν τη χαρά της δημιουργίας. Είχαμε στο σπίτι
μας δυο γέρους και τους γηροκομούσαμε.
Καλά είχαν βολευτεί με τις
φροντίδες μας τα χούφταλα. Και στις μεταξύ τους συζητήσεις ποιος ξέρει τι λένε και
χαχανίζουν εις βάρος μας.
Μετά απ’ αυτό βάλαμε τις δυο
γλάστρες από τη μέσα μεριά της μπαλκονόπορτας και κάθε μέρα παρακολουθούμε τον
αργό τους θάνατο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου