Τους θυμάται κανείς αυτούς;
Εμείς οι μεγαλύτεροι τους θυμόμαστε, αλλά μόνο, αν κατά τύχη
δούμε καμιά φωτογραφία τους στα ΜΜΕ. Καθόμαστε τότε και χαζεύουμε τη
φωτογραφία, εισβάλλει στη μνήμη μας με ορμή μια εποχή όχι και τόσο μακρινή
χρονολογικά, όσο συναισθηματικά, τι έγιναν όλοι αυτοί, αναρωτιόμαστε, όλοι αυτοί
που πριν δυο δεκαετίες και κάτι κυριαρχούσαν στα ΜΜΕ, κυρίως στην τηλεόραση,
μιλούσαν με έμφαση, μιλούσαν με σιγουριά και αυτοπεποίθηση, έδειχναν ότι ήξεραν
τι έλεγαν κάθε φορά, επετίθεντο με σφοδρότητα στον ιδεολογικό αντίπαλο και
χρωμάτιζαν όχι μόνο το καθημερινό τηλεοπτικό τοπίο, αλλά (δυστυχώς) και την
ίδια τη ζωή μας, τη σκέψη μας, τη νοοτροπία μας.
Τους ακούγαμε ευλαβικά, αν έλεγαν αυτά που μας άρεσαν,
εχθρικά, αν έλεγαν αυτά που υπαγόρευε το κόμμα που δεν πιστεύαμε, τους ακούγαμε
με τις ώρες καθημερινά, τους είχαμε μέσα στα σπίτια μας, είχαν γίνει μέρος της
ζωής μας, ομότροφοι.
Έλεγαν, έλεγαν, έλεγαν… και τι δεν έλεγαν. Όλοι για το καλό
μας μιλούσαν, για το καλό του λαού και του τόπου, αυστηροί κριτές των
ιδεολογικών τους αντιπάλων, μετρούσαν, ζύγιζαν τις καταστάσεις, η οικονομία, η
φτώχεια, η κρίση, το δίκιο του εργάτη και του εργαζόμενου, η τρομοκρατία, οι
μισθοί, η παιδεία, η υγεία, οι συγκοινωνίες, όλα χάλια, αλλά εκείνοι ήξεραν τη
λύση, αν ήταν κυβερνητικοί αισιοδοξούσαν, αν ήταν αντικυβερνητικοί
μοιρολογούσαν, στήνονταν πάνελ κάθε τόσο και βρίζονταν μεταξύ τους με άνεση κι
εμείς ακούγαμε, βλέπαμε, θυμώναμε, χειροκροτούσαμε, επιδοκιμάζαμε,
αποδοκιμάζαμε, ώρες ατελείωτες από την πολύτιμη ζωή μας καταναλώσαμε ακούγοντάς
τους και βγάζοντας συμπεράσματα που τα πήρε ο αέρας και χάθηκαν, όπως χάθηκαν
κι εκείνοι.
Τι έγιναν όλοι αυτοί που είχαν με το έτσι θέλω μπει στη ζωή
μας και την ποδηγετούσαν; Άλλοι πέθαναν, άλλοι γέρασαν και ξεκούτιαναν, άλλοι
αποσύρθηκαν. Άφησαν το χώρο για τους νέους ματαιόδοξους, τάχα ειδήμονες, τάχα
φίλους του λαού, τάχα ειδικούς, τάχα αγωνιστές, τάχα τίποτα.
Κάποιοι από αυτούς, γερασμένοι και άσχημοι εξακολουθούν να
φλυαρούν στις οθόνες μας και να χώνονται εδώ κι εκεί ζητώντας και παίρνοντας
αξιώματα ή διακεκριμένες θέσεις στην πολιτική και τη δημοσιογραφία. Παλιές
καραβάνες.
Αλλά οι περισσότεροι χάθηκαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.
Και στη θέση τους ήρθαν νεότερα τρωκτικά, νεότεροι παπαγάλοι, αριβίστες και
λαλίστατοι ουτιδανοί που αναμασούν τα ίδια και τα ίδια εμπλουτίζοντας τη
φλυαρία τους με νέες ορολογίες, καθόσον εκείνη την εποχή ακόμα οι Αλβανοί ήταν
άγνωστοι, οι πρόσφυγες και οι μετανάστες άγνωστοι, η Ευρωπαϊκή Ένωση και η
Ευρώπη γενικώς αρκετά μακριά και η πραγματική οικονομική κρίση κάτι ασύλληπτο
για το μυαλό τους και για το δικό μας.
Και ενώ η Ελλάδα έμπαινε σιγά-σιγά στο δρόμο της πλαστής
ευημερίας, εκείνοι κλαίγονταν.
«Φτωχή ήρθε και φτωχότερη φεύγει η χρονιά για τους περισσότερους
Έλληνες. Μια χρονιά που σημαδεύτηκε από την οικονομική κρίση», παπαγάλιζε ο
δημοσιογράφος μεγάλου καναλιού πριν εικοσιπέντε τόσα χρόνια κι εμείς τα ζώα
κουνάγαμε το κεφάλι και συμφωνούσαμε. «Τα χαμηλά εισοδήματα έγιναν ακόμα
χαμηλότερα», επέμενε ο τύπος «και οι δημόσιοι υπάλληλοι μάλλον δεν θα πάρουν
αύξηση φέτος». Απελπισία δηλαδή, δεν θα μπορέσουμε να αλλάξουμε το τριών ετών
αυτοκίνητό μας ούτε να πάρουμε εκείνο το εξοχικό στο Πήλιο που σχεδιάζαμε. Και
για το σκάφος που λέγαμε ούτε λόγος.
Ναι, μαύρα κι άραχλα ήταν εκείνα τα χρόνια, ποιος αμφέβαλλε,
αφού όλοι εκείνοι οι μεγαλόστομοι φαφλατάδες γυρίζοντας από κανάλι σε κανάλι γκρίνιαζαν
και έσκιζαν τα ιμάτιά τους.
«Κι άλλα λεφτά, θέλουμε κι άλλα λεφτά, πεινάμε!» φώναζε
ο λαός και οι απεργίες ξεσπούσαν η μια
μετά την άλλη. Το ένα κόμμα υπονόμευε το άλλο και οι παπαγάλοι του έκαναν καλή
δουλειά στις οθόνες μας.
Είχαμε όμως και καλά νέα: «Είναι γεγονός πλέον το δάνειο των
484 δισεκατομμυρίων δραχμών από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα στην Ελλάδα με έξι
όρους, μεταξύ των οποίων να φορολογηθούν οι αγρότες και να μειωθούν οι δημόσιοι
υπάλληλοι κατά 10%».
Χαράς ευαγγέλια δηλαδή. Θα ροκανίσουμε τα νέα δισεκατομμύρια
με πολλή όρεξη, ούτε κοκαλάκι δεν θα αφήσουμε. Όσο για τους όρους, καλά, εντάξει,
δώστε εσείς, κουτόφραγκοι, τα λεφτά και τι θα κάνουμε εμείς εδώ πέρα είναι δικό
μας θέμα.
«Έχουμε ανάκαμψη και έξοδο από την κρίση» ακούω να λέει σε
διασωθέν βίντεο κάποιος κυβερνητικός σημαίνων εκείνης της εποχής.
Ανάκαμψη από τι; Έξοδο από ποια κρίση; Φάγαμε το τελευταίο
δάνειο και είναι πάλι τα ταμεία άδεια;
Σκέφτομαι τώρα πόσο χαράμι πήγαν εκείνες οι ατελείωτες ώρες
μου μπροστά στην τηλεόραση να ακούω τις παρλαπίπες τους και να συμφωνώ ως
πρόβατο ή να διαφωνώ πάλι ως πρόβατο. Με πόσο «τίποτα» γέμισα το κεφάλι μου
ακούγοντας αυτούς που υπηρετούσαν τα προσωπικά τους συμφέροντα ή αυτά του
κόμματός τους ή τον κάλο της ιδεολογίας τους.
Ωστόσο, για να μην είμαι τόσο απόλυτη, κάποιοι άρθρωσαν ένα
λόγο συνετό που χάθηκε μέσα στην ομοβροντία των μεγαλοστομιών των υπολοίπων.
Παρασύρθηκα όμως. Ο στόχος του άρθρου μου δεν είναι αυτός. Είναι
να δείξω πόσο εφήμερη είναι αυτή η εκθαμβωτική τηλεοπτική δόξα, πόσο εύκολα οι
πολιτικολογούντες τηλεαστέρες λησμονούνται και πόσα νέα φυντάνια στριμώχνονται
πίσω τους για να πάρουν τη θέση τους, όταν εκείνοι αποχωρήσουν από τις οθόνες
μας.
Τα βλέπω τώρα αυτά τα φυντάνια που έχουν στρογγυλοκαθίσει
στις καρέκλες των καναλιών και εκστομίζουν τις βαρύγδουπες αερολογίες τους με
άκρα σοβαρότητα. Καραγκιόζηδες βλέπω με ημερομηνία λήξεως.
Θα τους πάρει κι αυτούς ένας ύπουλος άνεμος και θα τους
σαρώσει στη γωνία. Θα ξεχαστούν. Κι αν καμιά φορά εμφανιστεί κάπου μια
φωτογραφία τους ή αναγγελθεί ο βιολογικός τους θάνατος, οι σημερινοί τηλεθεατές
που αύριο θα βλέπουν άλλους, θα σκεφτούν ασφαλώς αυτό που σκέφτομαι τώρα εγώ:
«Μα τι χαζός ήμουν που καθόμουν και τους άκουγα με τόση προσοχή κι ευλάβεια!»
Γιατί
«η ζωή αλλάζει, δίχως να
κοιτάζει τη δικιά σου μελαγχολία».
Οι φωτογραφίες που παραθέτω
δεν είναι καταγγελτικές, σκοπό έχουν να μας θυμίσουν τους τηλεαστέρες της
πολιτικής που έδυσαν και ελάχιστοι πια τους θυμούνται. Κάποιοι από αυτούς
υπήρξαν συμπαθείς και έντιμοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου