12/2/14

Επιστήμη και τέχνη: οι δύο αδελφές





Μπορούμε να φανταστούμε μια κοινωνία, στην οποία οι άνθρωποι θα αδιαφορούσαν τελείως για τις επιστήμες και θα είχαν λατρεία για τις τέχνες;

Θα ήταν ασφαλώς μια πολύ παράξενη κοινωνία. Η γνώση θα ήταν κάτι τελείως αδιάφορο, κανείς δεν θα νοιαζόταν να μάθει πώς λειτουργεί ο κόσμος και όλοι θα είχαν μεγάλο ενδιαφέρον για όλες τις μορφές της τέχνης. Στα σχολεία τα παιδιά θα πήγαιναν για να μάθουν να τραγουδούν, να χορεύουν, να γράφουν ποιήματα και ιστοριούλες, να ζωγραφίζουν, να παίζουν θέατρο. Η κοινωνία αυτή θα αποτελούνταν από καλλιτέχνες και φιλότεχνους που μοναδική χαρά και έγνοια τους θα ήταν να επικοινωνήσουν με την τέχνη και να έχουν αισθητική απόλαυση μέσω της καλλιτεχνικής δημιουργίας.

Πολύ όμορφη φαντάζει μια τέτοια κοινωνία –γιατί, εδώ που τα λέμε, η επιστήμη απαιτεί κόπους και προσπάθειες χρόνων και συχνές ματαιώσεις, ενώ η παραγωγή της τέχνης δεν είναι πάντα τόσο δύσκολη υπόθεση, όσο κι αν προσπαθούν οι καλλιτέχνες να μας πείσουν για το αντίθετο.

Βέβαια, οι άνθρωποι εκτός από την τέχνη χρειάζονται και τον επιούσιο άρτο και πρέπει να εργάζονται για να τον παράγουν.  Σε μια τέτοια κοινωνία όπου οι επιστήμες θα ήταν μια εντελώς αδιάφορη υπόθεση, η παραγωγή του άρτου θα γινόταν με πρωτόγονες μεθόδους. Με την καλλιέργεια της γης και με την κτηνοτροφία. Οι καλλιτέχνες και οι φιλότεχνοι θα έπρεπε να αφιερώνουν κάποιες ώρες της ημέρας σε αυτή την ενασχόληση, αν δεν θα ήθελαν να πεθάνουν της πείνας. Θα ήταν επομένως μια καλλιτεχνική κοινωνία και συγχρόνως μια κοινωνία αγροτική.

Όσο κι αν μοιάζει να ανήκει στην επιστημονική φαντασία ένα τέτοιο σενάριο, παρόμοιες κοινωνίες υπήρξαν στο απώτατο παρελθόν μας. Με μια μικρή αντιστροφή όμως: ήταν κοινωνίες ουσιαστικά αγροτικές που όμως παρήγαν και τέχνη. Υπολείμματα αυτής της τέχνης έχουν διασωθεί μέχρι τις μέρες μας. Και με μια μικρή διαφορά επίσης: οι άνθρωποι εκείνων των κοινωνιών είχαν περιέργεια για τον κόσμο που τους περιέβαλλε, τον παρατηρούσαν και τον μελετούσαν, αν και δεν είχαν αναπτύξει ακόμα επιστήμη.



Σήμερα θα δούμε παρόμοιες κοινωνίες σε απομονωμένες περιοχές, σε φυλές πρωτογόνων που δεν ακολούθησαν το ρεύμα της ιστορίας και κατά κάποιο τρόπο έμειναν απολιθωμένες σε ένα προϊστορικό τρόπο ζωής. Οι άνθρωποι αυτοί εκφράζονται καλλιτεχνικά με τα τραγούδια, με τους χορούς και με τις ζωγραφιές τους, ωστόσο αδιαφορούν για τις επιστήμες. Έχουν μόνο στοιχειώδεις γνώσεις που τους επιτρέπουν να επιβιώνουν σε ένα καθαρά φυσικό περιβάλλον. Και η τέχνη τους έχει κι εκείνη απολιθωθεί στις αρχαίες της φόρμες, δεν μπορεί να εξελιχθεί.

Μια αντίστροφη κοινωνία τώρα, στην οποία θα καλλιεργούνται με πάθος οι επιστήμες, ενώ η τέχνη θα περιφρονείται και θα είναι ανύπαρκτη, δεν υπήρξε ποτέ. Εξάλλου πρώτα εμφανίστηκε η τέχνη στη ζωή του ανθρώπου και μετά η επιστήμη. Όταν δηλαδή η γνώση άρχισε να συσσωρεύεται και να παίρνει σιγά-σιγά τη μορφή της επιστήμης, η τέχνη ήδη είχε πίσω της ένα μακρότατο παρελθόν.

Επομένως μια κοινωνία μπορεί να υπάρξει χωρίς την επιστήμη, αλλά όχι και χωρίς την τέχνη. Ο βοσκός που παίζει το σουραύλι του καθισμένος στα κατσάβραχα και τριγυρισμένος από τα προβατάκια του είναι μια οικεία εικόνα. Πιο πίσω ακόμα, ο άνθρωπος της λίθινης εποχής που ζωγραφίζει στα σπήλαια τα ζώα που βλέπει στο περιβάλλον του, αν και δεν το καταλαβαίνει, παράγει τέχνη.

  
Το ερώτημα είναι, αν μπορεί να εξελιχθεί η τέχνη χωρίς την επιστήμη, αν δηλαδή μια κοινωνία αδιάφορη για τη γνώση μπορεί να εξελιχθεί καλλιτεχνικά.

Τέχνη έτσι κι αλλιώς υπάρχει, ακόμα και στις πιο καθυστερημένες κοινωνίες. Όμως υψηλή τέχνη μπορεί να υπάρξει σε τέτοιες κοινωνίες; Πώς θα αντιδρούσε μια φυλή του Αμαζονίου ακούγοντας μια συμφωνία του Μπετόβεν; Ένας χωρικός από την Ουγκάντα θα παρακολουθούσε με ενδιαφέρον το «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Μπέκετ; Ο παππούς που ζει στο  Μπάνγκλα Ντες θα εκτιμούσε την ποίηση του Σεφέρη;

Φαίνεται ότι η τέχνη μπορεί μεν να υπάρξει χωρίς την επιστήμη, αλλά χωρίς αυτήν δεν μπορεί να εξελιχθεί. Όσο η γνώση είναι κτήμα ελαχίστων ή κανενός, όσο δηλαδή η κοινωνία είναι αποκομμένη από τη γνώση, η τέχνη είναι καταδικασμένη να παραμένει καθηλωμένη σε ένα σημείο, ανίκανη να προχωρήσει σε νέες φόρμες. Και όχι μόνο αυτό. Κινδυνεύει να γλιστρήσει προς τα πίσω, σε ακόμα πιο ναΐφ φόρμες που θα ικανοποιούν ένα ναΐφ κοινό.

Αυτό συνέβη, όταν κατέρρευσε ο αρχαίος κόσμος και τον διαδέχθηκε ο μεσαίωνας. Η γνώση αντικαταστάθηκε από το δόγμα και ένα μεγάλο μέρος της αγνοήθηκε. Οι ελάχιστοι μορφωμένοι συνέβαινε να ανήκουν στο ιερατείο που βεβαίως δεν προώθησε ό,τι ερχόταν σε αντίθεση με την πίστη. Οι μεγάλες μάζες ζούσαν σε πνευματικό σκοτάδι και το μόνο που γνώριζαν ήταν αυτό που τους έλεγε ο παπάς της ενορίας τους. Το άμεσο αποτέλεσμα αυτής της απαιδευσίας ήταν η οπισθοδρόμηση της τέχνης.



Με την Αναγέννηση βλέπουμε να αναγεννώνται τα γράμματα και αμέσως μετά και η τέχνη. Η γνώση συστηματοποιήθηκε και έγινε επιστήμη που συνεχώς εξελίσσεται μέχρι σήμερα. Το καλλιεργημένο κοινό, μικρό στην αρχή, διευρύνθηκε με την πάροδο του χρόνου και η τέχνη άρχισε να απευθύνεται σε αυτό. Οι φάσεις της εξέλιξης της επιστήμης ακολουθήθηκαν από τις φάσεις εξέλιξης της τέχνης. 



Μπορούμε επομένως να υποθέσουμε ότι αν ποτέ η σύγχρονη κοινωνία εκπέσει και σταματήσει η εξέλιξη των επιστημών, η τέχνη θα παγώσει, δεν θα μπορέσει ούτε κι αυτή να εξελιχθεί. Θα επαναλαμβάνει μονότονα τα ίδια μοτίβα και σιγά-σιγά θα γλιστρήσει προς τα πίσω, σε πιο απλοϊκές μορφές.

Το φιλότεχνο κοινό δεν αρκεί δηλαδή να είναι πεπαιδευμένο. Πρέπει να βρίσκεται και αυτό σε προοδευτική πορεία εξέλιξης. Διαφορετικά τα ερωτήματα και οι ανησυχίες του ανθρώπου θα καθηλωθούν κι αυτά σε ένα σημείο και η τέχνη θα τα αναπαράγει μονότονα και τελικά  χωρίς έμπνευση.



Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην Βιβλιοθήκη:

Δεν υπάρχουν σχόλια: