Ανασηκώνομαι,
κοιτάζω την απόσταση
μέχρι την πόρτα,
δεν θα φτάσω ποτέ ως εκεί,
άδικα σέρνομαι δυο μέρες στο πάτωμα.
Θα πεθάνω, σκέφτομαι ξαφνικά
και το σκέφτομαι ψύχραιμα,
όπως σκέφτεται κανείς
ότι έξω άρχισε να νυχτώνει,
ότι η σιωπή είναι μια φυσιολογική κατάσταση,
ότι η ζωή δεν είναι ο κανόνας.
Πεθαίνω, σκέφτομαι
και κοιτάζω το μωσαϊκό
με τα εξωτικά λουλούδια
που δεν είναι το δικό μου.
Ξαπλώνω ξανά στο πάτωμα,
το παγωμένο νερό με τυλίγει,
τίποτα πια δεν έχει σημασία,
βουλιάζω στα σκοτάδια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου