28/7/22

Σκοτεινοί Έρωτες: Κέβιν (απόσπασμα)

 





-Υποφέρω, Κέητ, μου είπε ένα απόγευμα μετά από ένα αναίτιο καβγά, επειδή τάχα είχα ξεχάσει να ποτίσω τον κήπο. Αφού ανταλλάξαμε ανόητες κατηγορίες, έσπασε απότομα η φωνή του:

 

-Υποφέρω, Κέητ.

 

Έπεσε στον καναπέ κι έκλεισε τα μάτια.

 

-Φέρε μου μια μπίρα.

-Πίνεις πολύ, Κέβιν.

-Φέρε μου μια μπίρα που να πάρει ο διάολος!

 

Πήγα στο ψυγείο, του έφερα την μπίρα. Την άνοιξε και τη ρούφηξε ολόκληρη. Μετά με κοίταξε. Το βλέμμα του δεν ήταν εκείνο το γελαστό γαλάζιο βλέμμα που με γέμιζε άλλοτε από ευτυχία. Το βλέμμα του ήταν σκοτεινό.

 

-Θα γίνεις αλκοολικός στο τέλος, είπα.

 

Δεν μου απάντησε.

 

-Δεν μ’ αγαπάς πια;

 

Έγειρε το κεφάλι στον καναπέ κι έκλεισε τα μάτια.

 

-Ρωτάς κι εσύ κάτι πράγματα…

 

Κάθισα δίπλα του και του χάιδεψα τα μαλλιά.

 

-Πες μου τι θέλεις να κάνω, είπα μαλακά.

 

Έμεινε σιωπηλός με τα μάτια κλειστά.

 

-Εκείνος ο Τζόνι τι απέγινε; Με ρώτησε μετά, χωρίς να ανοίξει τα μάτια του.

-Ποιος Τζόνι, δεν υπάρχει κανένας Τζόνι.

 

Άνοιξε τα μάτια του και με κοίταξε:

 

-Χωρίσατε;

-Δεν ήμασταν ποτέ μαζί.

 

Μείναμε σιωπηλοί για λίγο.

 

-Πρέπει να βρεις ένα φίλο, είπε ύστερα.

-Δεν θέλω να βρω κανένα φίλο.

 

Σιωπή ξανά. Έπειτα μου είπε σιγανά:

 

-Φύγε από κοντά μου.

 

Δεν κουνήθηκα.

 

-Φύγε από κοντά μου, σου είπα!

-Δεν θέλω να φύγω.

 

Έγινε ξαφνικά έξαλλος. Σηκώθηκε πάνω κι έβαλε τις φωνές:

 

-Σου είπα να φύγεις, τι δεν καταλαβαίνεις; Δεν θέλω να με ξαναπλησιάσεις, να στέκεσαι μακριά μου, ούτε να μου μιλάς δεν θέλω, φύγε, πήγαινε στο δωμάτιό σου!

 

Τον άκουγα έντρομη. Ποτέ στη ζωή μου δεν τον είχα δει έτσι. Ο Κέβιν μου, ο τόσο πράος, ο τόσο γλυκός μου Κέβιν είχε μεταμορφωθεί σε θηρίο.

 

-Θα σε καταστρέψει αυτό το αλκοόλ, του  φώναξα.

 

Κλείστηκα στο δωμάτιό μου κι έκλαιγα μέχρι το βράδυ. Εκείνος έφυγε. Άκουσα το αυτοκίνητό του που ξεμάκραινε. Έλειπε όλη τη νύχτα.

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: