8/11/18

Μια στιγμή πριν απ' τον θάνατο






Το γεγονός ότι όλοι εμείς είμαστε ακόμα ζωντανοί και δεν έχουμε αναχωρήσει για το υπερπέραν πριν την ώρα μας  οφείλεται στο ένστικτο της αυτοσυντήρησης, με το οποίο μας εφοδίασε η φύση, όταν ακόμα βρισκόμασταν στην κοιλιά της μητέρας μας.

Καθώς ζούμε σε ένα άκρως επικίνδυνο για την ασφάλειά μας κόσμο, το ένστικτο αυτό μάς έχει σώσει ήδη πολλές φορές από θανάσιμο κίνδυνο και θα το κάνει ακόμα κι άλλες πολλές φορές, άσχετα αν εμείς μπορεί να μη θυμόμαστε όλες τις περιπτώσεις.

Έτσι, ζώντας σε μια ισορροπία τρόμου οι άνθρωποι και όλα τα άλλα πλάσματα της φύσης καταφέρνουμε να παραμείνουμε ζωντανοί για αρκετό χρονικό διάστημα, ώστε να προλάβουμε τουλάχιστον να αναπαραχθούμε και να μη χαθεί το πολύτιμο είδος μας.

Το ένστικτο της αυτοσυντήρησης ενεργοποιείται αμέσως, μόλις βρεθούμε σε κίνδυνο, ενώ παραμένει αόρατο, όσο είμαστε ασφαλείς. Είναι ένας μηχανισμός που λειτουργεί ερήμην της συνείδησής μας, αλλά συνεργάζεται μαζί της για να αναγνωρίσει το είδος του κινδύνου που μας απειλεί και τους τρόπους που μπορούμε να τον αποφύγουμε.

Πώς θα ήταν ο κόσμος μας, αν δεν υπήρχε το ένστικτο αυτό; Νομίζω ότι θα ήταν ένας κόσμος φυτικός με περιορισμένη ποικιλία φυτών. Όλοι εμείς οι υπόλοιποι θα απουσιάζαμε. Μπορεί να ήταν και καλύτερα, δεν ξέρω.

Είναι πάντως ένα ένστικτο πολύ ισχυρό, στο οποίο είναι αδύνατο να αντισταθούμε, ακόμα και αν το θελήσουμε. Στις δύσκολες περιπτώσεις που κάποιος θέλει να θέσει τέρμα στη ζωή του, το ένστικτο αυτό εμφανίζεται κυρίαρχο και εμποδίζει τον υποψήφιο αυτόχειρα να προχωρήσει. Μερικές φορές ο αυτόχειρας καταφέρνει να το προσπεράσει, αλλά και πάλι τότε το κάνει με τη σκέψη ότι η αυτοκτονία είναι καλύτερη λύση γι’ αυτόν από οποιαδήποτε άλλη, άρα και πάλι λειτουργεί το ένστικτο αυτοσυντήρησης αλλά αλλοιωμένο.

Θα μπορούσα να παρομοιάσω το ένστικτο αυτό με τον φύλακα άγγελο των θρησκευόμενων. Είναι πάντα παρόν, αν και δεν δηλώνει την παρουσία του παρά μόνο, όταν χρειαστεί.

Τι νιώθουμε, όταν ενεργοποιηθεί αυτό το ένστικτο; Στον  μεγάλο κίνδυνο νιώθουμε φόβο και τρόμο γι’ αυτό που απειλεί τη ζωή μας, όπως συμβαίνει σε περιπτώσεις σεισμού ή φωτιάς. Σε άλλες περιπτώσεις νιώθουμε ανησυχία, ανασφάλεια, καχυποψία, όπως όταν πχ περπατούμε μόνοι σε ένα σκοτεινό, ερημικό δρόμο ή όταν ακούμε έναν ασυνήθιστο θόρυβο στην ησυχία του σπιτιού μας ή όταν ακούμε στις ειδήσεις για κάποια θανατηφόρα επιδημία που πλησιάζει τη χώρα μας.

Το ένστικτο της αυτοσυντήρησης δεν μας εγκαταλείπει ποτέ, είναι εκεί για να μας προστατεύει και να μας κρατά ζωντανούς και ακέραιους. Είναι εκεί ως την τελευταία στιγμή μας, όσο δηλαδή υπάρχει και η ελάχιστη ελπίδα ότι θα ξεπεράσουμε τον κίνδυνο που μας απειλεί. Μας παρακινεί να παλέψουμε, να αντισταθούμε, να βρούμε λύση για να ξεφύγουμε. Ο τρόπος που το κάνει είναι απλός: νιώθουμε τρόμο στο ενδεχόμενο του αφανισμού μας και ο τρόμος αυτός μάς αναγκάζει να ενεργοποιηθούμε.

Υπάρχει όμως μια στιγμή πριν από τον θάνατο που το ένστικτο αυτό μας εγκαταλείπει. Αδρανοποιείται, παύει να λειτουργεί. Είναι η στιγμή που καταλαβαίνουμε ότι έχει χαθεί κάθε ελπίδα σωτηρίας και ότι δεν έχει νόημα να το παλεύουμε. Ο θάνατός μας είναι βέβαιος.

Αυτή την τελευταία στιγμή πριν από τον θάνατο, λυτρωμένοι  από τον τρόμο που μας προκαλεί το ένστικτο αυτοσυντήρησης, πέφτουμε σε μια παράξενη γαλήνη. «Αυτό ήταν, ήρθε το τέλος» σκεφτόμαστε με μια ήρεμη απάθεια και παραδινόμαστε στη μοίρα μας συμφιλιωμένοι με το οριστικό τέλος της ύπαρξής μας. Το αποδεχόμαστε, δεν αντιστεκόμαστε πια. Βγαίνουμε ήρεμα από το παιχνίδι. Είναι μια παράξενη αίσθηση απελευθέρωσης από ό,τι μας κρατούσε με αυταρχικό τρόπο στη ζωή. Δεν μας νοιάζει πια. Δεν μας νοιάζει τίποτε.

Δεν έχουμε φυσικά μαρτυρίες θανόντων για να μας επιβεβαιώσουν αυτή την παράξενη προθανάτια γαλήνη, έχουμε όμως μαρτυρίες ζωντανών που βρέθηκαν μια στιγμή πριν από τον θάνατο και σώθηκαν.


Η δική μου μαρτυρία: 24 Φεβρουαρίου 1981, 11 μμ. Σεισμός στις Αλκυονίδες.

Το σπίτι άρχισε να κουνιέται. Σηκώθηκα από τη θέση μου και στάθηκα στη μεσόπορτα του δωματίου. Ήμουν ψύχραιμη, πίστευα ότι δεν επρόκειτο για κάτι σοβαρό. Όμως ο σεισμός συνεχιζόταν και ξαφνικά έσβησαν τα φώτα. Απόλυτο σκοτάδι. Από τα έγκατα της γης έρχονταν τριγμοί και απαίσιοι βρυχηθμοί. Τρομοκρατήθηκα, αλλά δεν μπορούσα να κάνω τίποτα μέσα στο σκοτάδι παρά μόνο να κρατιέμαι από τη μεσόπορτα και να αφήνω ουρλιαχτά τρόμου, καθώς τα πάντα σείονταν γύρω μου και αντηχούσαν τα υπόγεια μουγκρητά. Και ο σεισμός συνεχιζόταν. Περίμενα να πέσει το ταβάνι και να με πλακώσει, ο τρόμος μου κορυφώθηκε και μετά με κατέλαβε μια απροσδόκητη γαλήνη. «Αυτό ήταν, ήρθε το τέλος», σκέφτηκα. Σταμάτησα να ουρλιάζω και περίμενα το τέλος μου ήσυχη και απαθής.

Τότε σταμάτησε ο σεισμός. Πετάχτηκα σκουντουφλώντας έξω από το σπίτι, ενώ σκεφτόμουν ότι τελικά είχα σωθεί και ότι αυτό ήταν κάτι θαυμάσιο. Όλα επανήλθαν στη θέση τους. Το παιχνίδι της ζωής συνεχιζόταν και το ένστικτο αυτοσυντήρησης επέστρεψε κι αυτό. Η αγωνία μου να παραμείνω ζωντανή επανήλθε και έμεινα για σιγουριά όλη τη νύχτα στο αυτοκίνητο όπως έκαναν και πολλοί άλλοι.

Αλλά δεν θα ξεχάσω ποτέ εκείνα τα ελάχιστα δευτερόλεπτα που απαλλαγμένη από το ένστικτο αυτό είδα πόσο ελεύθερος και γαλήνιος μπορεί να νιώσει κανείς μπροστά στον θάνατο.  


Δεν υπάρχουν σχόλια: