14/11/18

Μοχθηρές μητέρες - πατεράδες θύματα






Μάνα είναι μόνο μία. Αλλά και πατέρας είναι μόνο ένας. Αυτό το δεύτερο συνήθως το ξεχνάμε, επειδή υπάρχουν πατεράδες που εγκαταλείπουν την οικογένεια, έχουν εξωσυζυγικές σχέσεις, δεν δίνουν χρήματα για να ζήσουν η γυναίκα και τα παιδιά τους, είναι βίαιοι, είναι αδιάφοροι.

Όχι πως όλες οι μανάδες είναι πρότυπα στοργής και αφοσίωσης, έχουμε κι εδώ περιπτώσεις αστοργίας, σκληρότητας, αδιαφορίας προς την οικογένεια και τα παιδιά, αλλά τα ποσοστά είναι συγκριτικά πολύ χαμηλότερα.

Μια λοιπόν και το στερεότυπο που επικρατεί είναι «στοργική μητέρα και παραπλεύρως ο πατέρας», όταν ένα ζευγάρι με ανήλικα παιδιά χωρίζει, η Πολιτεία κατά κανόνα δίνει τα ανήλικα στη μητέρα, εκτός αν υπάρχουν αποδείξεις ότι είναι ακατάλληλη για τον ρόλο αυτό.

Ο πατέρας, ακόμα κι αν είναι ένας καλός πατέρας και χωρίς κουσούρια, μπορεί να βλέπει τα παιδιά του ορισμένες μέρες την εβδομάδα. Δεν τα μεγαλώνει όμως αυτός. Πληρώνει για να τα μεγαλώσει η μητέρα τους. Υπάρχει κάτι στραβό σ’ αυτή τη διευθέτηση, αλλά δεν γίνεται αλλιώς, εφόσον η οικογένεια έχει διαλυθεί.

Μερικές φορές όμως η «στοργική μητέρα» αποδεικνύεται θηριώδης μητέρα. Για τους δικούς της λόγους που δεν αφορούν τα παιδιά της μισεί τον πατέρα τους και πρώην σύζυγό της και φροντίζει να τα ποτίσει κι αυτά με το ίδιο μίσος. Θέλει να τα δει να μισούν τον πατέρα τους. Τα θέλει δικά της. Μόνο δικά της. Αν τα καταφέρει, τότε έχει καταφέρει να κάνει τα παιδιά της δυστυχισμένα, αλλά αυτό δεν την ενδιαφέρει, γιατί παράλληλα έχει καταφέρει να κάνει δυστυχισμένο και τον πατέρα τους και αυτό είναι το ζητούμενο. Υπάρχουν πολλές παραλλαγές στις μεθόδους που μετέρχονται αυτές οι καλές μανούλες για να ζήσουν όλα τα μέλη της οικογένειας μέσα στη δυστυχία.

Κάποιος διαδικτυακός φίλος μού έστειλε τη δική του περίπτωση, την οποία και σας παραθέτω:

Τον Μάιο του 2012, (το ανδρόγυνο έχει ήδη χωρίσει) μου ήρθε η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων. Έγραφε πως δεν υπήρχε καθόλου συνεννόηση μεταξύ μας και αυτό οφειλόταν σε μένα, περιγράφοντάς με ως ιδιόρρυθμο και αυταρχικό άνθρωπο.  Έτρεξα αμέσως στον πρώτο δικηγόρο για να δω τι γίνεται και εκείνος με καθησύχασε λέγοντάς μου πως αυτοί οι χαρακτηρισμοί είναι συνηθισμένοι σε τέτοιες περιπτώσεις. Δεν ήθελα δικαστήρια. Πρότεινα να δώσω τη γονική μέριμνα, την επιμέλεια, την επικοινωνία, τη διατροφή, τα πάντα, θεωρώντας πως αυτό θα εξομάλυνε τα πράγματα και πως αυτό είναι το καλύτερο για την κορούλα μου.

Τον Σεπτέμβριο του 2013 η πρώην γυναίκα μου ξεκίνησε να βάζει εμπόδια στην επικοινωνία με τη μικρή. Για να μη χάσω την επαφή μαζί της, κατάφερα να πάρω απόσπαση από τη δουλειά μου και μετακόμισα στην πόλη που έμενε η πρώην σύζυγός μου και η κόρη μας. Βρήκα σπίτι κοντά τους σκεπτόμενος πως αυτό θα διευκόλυνε την επικοινωνία με το παιδί, ενώ θα του έδινε και ένα αίσθημα ασφάλειας πως ο μπαμπάς του είναι κοντά ό,τι κι αν χρειάζεται. Δεν ήθελα να θεωρήσει η κόρη μου πως είμαι απών. Από τον Σεπτέμβριο του 2013 μέχρι τον Φεβρουάριο του 2014 είδα συνολικά τη μικρή μου ελάχιστες φορές, σε έναν παιδότοπο για δυο-τρεις ώρες, ενώ το αμέσως επόμενο διάστημα βρέθηκα εγκλωβισμένος σε έναν κυκεώνα ασφαλιστικών μέτρων και απανωτών δικαστηρίων με εξωφρενικές υπόνοιες και κατηγορίες.

Για την όλη κατάσταση, με είχε προϊδεάσει ήδη από τον Δεκέμβριο του '13 ένα περιστατικό που συνέβη κοντά στα Χριστούγεννα, όταν επισκέφτηκα το πατρικό της πρώην συζύγου μου για να δω το παιδί. Η μικρή έτρεξε χαρούμενη να με υποδεχθεί, όμως η πεθερά μου βγήκε στο μπαλκόνι και τη σταμάτησε, κλειδώνοντας την πόρτα και τραβώντας τα στόρια. Άρχισα να φωνάζω στο παιδί να βγει να την δω, παρακαλούσα να την αφήσουν. Εκείνοι όμως κάλεσαν την αστυνομία για να μου κάνει συστάσεις για διατάραξη οικιακής ειρήνης. Ο αξιωματικός υπηρεσίας, βλέποντάς με σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση, μου έπιασε την κουβέντα για να με καθησυχάσει. Μου είπε να μην παρατήσω την προσπάθεια, να μην φύγω μακριά από το παιδί και πως αυτές οι πρακτικές είναι συνηθισμένες σε τέτοιες περιπτώσεις. «Αυτός είναι ο στόχος, να σε κάνουν να εγκαταλείψεις την κόρη σου», κατέληξε.

Αρχές του '14 συναντήθηκα με τον δικηγόρο μου, ο οποίος με ενημέρωσε πως η άλλη πλευρά άφηνε υπόνοιες σεξουαλικής κακοποίησης του παιδιού. «Ξέχνα το παιδί, αν υπάρχει τέτοια κατηγορία», μου είπε. Έψαξα να βρω άλλον δικηγόρο, αλλά κανείς δεν με ήθελε καθώς, ήταν δεδομένη η αποτυχία. Ευτυχώς, με ηρέμησαν οι άνθρωποι του φορέα κοινωνικής φροντίδας για την γονεϊκή Ισότητα (ΓΟΝ.ΙΣ) και σύντομα βρήκα μια εξαιρετική δικηγόρο, η οποία ήταν γνωστή για την ευαισθησία που είχε επιδείξει σε αντίστοιχες υποθέσεις στο παρελθόν.

 Τον Μάιο του 2014 άκουσα την πρώην σύζυγό μου να λέει ενώπιον του δικαστή πως με έπιασε να έχω στύση, ενώ έκανα το παιδί μου μπάνιο. Η κατηγορία δεν έπεισε τον δικαστή, ο οποίος διατήρησε τις επιφυλάξεις του. Στην απόφασή του όρισε να υπάρχει επικοινωνία με το παιδί, παρότι η μητέρα ουσιαστικά με κατηγορούσε για παιδοφιλία. Πλέον θα μπορούσα να βλέπω την κόρη μου κάθε πρώτο και τρίτο Σαββατοκύριακο από τις 10 το πρωί έως τις 8 το βράδυ, στο σπίτι της πρώην συζύγου μου, χωρίς την παρουσία τρίτων. Μονάχα οι τρεις μας. Μια νέα κόλαση ξεκινούσε.

Από το πρώτο κιόλας Σαββατοκύριακο η πρώην γυναίκα μου έδειξε τις διαθέσεις της. Τα μεσημέρια μού ζητούσε να τρώω έξω στο δρόμο και όχι μαζί τους. Επίσης, δεν με άφηνε να πιω νερό, να χρησιμοποιήσω την τουαλέτα, ενώ σε κάθε ευκαιρία με απαξίωνε στα μάτια του παιδιού με πολύ υποτιμητικές εκφράσεις, και ύπουλες χειρονομίες. Οι ώρες στο σπίτι ήταν ένας ατέλειωτος ψυχολογικός πόλεμος, αλλά προσπαθούσα να κάνω υπομονή για να βλέπω το παιδί μου, να μην το χάσω, να μην χαθούμε. Η κατάσταση, όμως, έφτασε γρήγορα στο απροχώρητο. Ένα Σάββατο, την ώρα που παίζαμε με τη μικρή στο σαλόνι, άρχισε χωρίς λόγο να φωνάζει κατηγορώντας με πως χτυπάω εκείνη και το παιδί,–ήταν σαφές πως δεν πήγαινε άλλο. Πήγα στο αστυνομικό τμήμα και προσπάθησα να βρω μια λύση. Οι αστυνομικοί, μου είπαν πως δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι, επειδή έφυγα μόνος μου, και ίσως θα ήταν καλύτερο να μην ξαναπάω σπίτι. Πήγα ξανά. Την επομένη ημέρα. Τα πράγματα έγιναν χειρότερα. Έκτοτε έκανα να δω την κόρη μου δύο ολόκληρα χρόνια και δύο μήνες.

Το Μάιο του 2015 ξεκίνησε η τακτική δίκη. Ήρθα ξανά αντιμέτωπος με εξωφρενικές κατηγορίες: ισχυρίστηκαν πως δεν ενδιαφέρομαι για το παιδί, πως είμαι βίαιος και το χτυπάω, ενώ φυσικά οι αιχμές περί σεξουαλικής κακοποίησης παρέμειναν και επαυξήθηκαν. Ήταν η πιο δύσκολη περίοδος της ζωής μου -είχα διαλυθεί ψυχολογικά. Αυτό που με αποτελείωσε ήταν η κοινή επίσκεψη, με την πρώην σύζυγο και την κόρη μας, στον ψυχίατρο μετά την προδικαστική απόφαση. Εκεί το παιδί κάποια στιγμή είπε τη φράση «Mπαμπά, θυμάσαι όταν μου έβαλες το δάχτυλο στο πιπί;». Παγώσαμε όλοι. Αμέσως μετά το παιδί ξέχασε τη συνέχεια και κοίταξε τη μητέρα του. Όταν αργότερα μείναμε μόνοι, μου είπε: "Μπαμπά, η μαμά μού τα λέει". Ήταν ξεκάθαρο όμως ήδη και στο γιατρό ποια ήταν η πηγή αυτής χυδαίας και ψευδούς κατηγορίας. «Μην ανησυχείς καθόλου, έχω καταλάβει ακριβώς τι συμβαίνει», με καθησύχασε αργότερα ο ψυχίατρος.

Τον Δεκέμβριο του 2016 ο ψυχίατρος εξέδωσε τη γνωμάτευσή του, η οποία ανέφερε μεταξύ άλλων πως είμαι κατάλληλος για πατέρας, αγαπητός στο παιδί και πλήθος άλλων θετικών χαρακτηρισμών. Η τελική απόφαση του δικαστηρίου βγήκε πριν από μερικούς μήνες, στις αρχές του 2017. Ήταν μια πανηγυρική δικαίωση για μένα, καθώς έγινε δεκτή ολόκληρη η πρότασή μου, δηλαδή να μπορώ να παίρνω το παιδί για δύο Σαββατοκύριακα το μήνα, εφτά ημέρες το Πάσχα, εφτά τα Χριστούγεννα και ένα μήνα το καλοκαίρι, ενώ πλέον μπορώ καθημερινά να επικοινωνώ τηλεφωνικά μαζί του μεταξύ έξι και οκτώ. Χάθηκαν όμως για την κόρη μου τέσσερα χρόνια γονικής επαφής, τέσσερα χρόνια που δεν μπορώ να πάρω πίσω.

Θέλησα να γνωστοποιήσω την ιστορία μου, γιατί τα τελευταία χρόνια πολλοί γονείς έχουν βρεθεί αντιμέτωποι σε υποθέσεις διαζυγίων με ψευδείς καταγγελίες περί κακοποίησης και ενδοοικογενειακής βίας. Είναι ένα θέμα ταμπού που κανείς δεν θίγει, κανείς δεν θέλει να συζητά, αλλά δυστυχώς υπάρχει και το χειρότερο είναι πως λειτουργεί αποπροσανατολιστικά και βλαπτικά για πολλές υπαρκτές περιπτώσεις κακοποίησης».


Δεν είναι δυστυχώς μόνο αυτός ο ταλαιπωρημένος πατέρας που έπρεπε να αντιμετωπίσει μια μοχθηρή πρώην σύζυγο. Υπάρχουν πολλοί σαν κι αυτόν που δίνουν αγώνα για να βλέπουν το παιδί τους, αγώνα για να απαλείψουν από την ψυχούλα του τη διαστρεβλωμένη εικόνα τους, όπως την έχει χαράξει η πρώην, αγώνα για να πείσουν την Πολιτεία και την κοινωνία ότι δεν είναι διεστραμμένοι και έκφυλοι ούτε βίαιοι χαρακτήρες.

Ίσως όμως θα έπρεπε η Πολιτεία να γίνει πιο αυστηρή απέναντι σε τέτοιες ανήθικες γυναίκες που τυραννούν και συκοφαντούν τους πρώην συζύγους τους, που απασχολούν την Πολιτεία και σπαταλούν το δημόσιο χρήμα με περιττές δίκες και ασφαλιστικά μέτρα και που, το κυριότερο, κακοποιούν ψυχολογικά τα παιδιά τους ποτίζοντάς τα με μίσος ενάντια στον πατέρα τους και δασκαλεύοντάς τα να λένε ψέματα ότι τα κακοποίησε σεξουαλικά. Και μόνο γι’ αυτό το τελευταίο θα έπρεπε να τους αφαιρείται η επιμέλεια.

Ποιο παιδί μπορεί να ξεπεράσει την εμφυτευμένη από τη μοχθηρή μητέρα ιδέα ότι ο πατέρας του το χρησιμοποίησε σεξουαλικά;


Δεν υπάρχουν σχόλια: