Ήμουν πολύ νέα, όταν επιβλήθηκε η δικτατορία στη χώρα μας
και καλά-καλά δεν ήξερα τι ήταν αυτό το πράγμα. Μια και δεν καταλάβαινα ακριβώς
τι είχε συμβεί, αυτό που με ενόχλησε περισσότερο ήταν η απαγόρευση να ακούω τα
τραγούδια του Θεοδωράκη.
Τα τραγούδια άλλων καλών τραγουδοποιών δεν απαγορεύτηκαν
μεν, αλλά όμως σταμάτησαν να ακούγονται από
το ελληνικό ραδιόφωνο - το οποίο, αν είχε κάποια ποιότητα προηγουμένως, την
έχασε μετά την επιβολή της χούντας. Οι κρατικοί
ραδιοφωνικοί σταθμοί μετέδιδαν τραγούδια ανώδυνα και κατά κανόνα άνοστα.
Μιλάμε για μια εποχή που ο κόσμος άκουγε πολύ ραδιόφωνο. Η
τηλεόραση μόλις είχε ξεκινήσει και σε λίγα χρόνια θα μας κατέκλυζε κι αυτή με
τραγούδια βήτα κατηγορίας. Δεν θυμάμαι να είδα ποτέ τηλεοπτική εκπομπή που να
πρόβαλλε το καλό τραγούδι. Δεν απαγορευόταν, εντάξει, αλλά και δεν ακουγόταν.
Το ελληνικό ραδιόφωνο έδειξε ξαφνικά μια ιδιαίτερη αγάπη για
το δημοτικό τραγούδι κι εγώ που ακόμα τότε το σνόμπαρα λόγω ηλικίας είχα
αρχίσει να αγανακτώ. Τελικά, εξαιτίας
της χούντας, αναγκάστηκα να το προσέξω λίγο περισσότερο και να καταλάβω ότι εδώ
επρόκειτο για ένα μοναδικό θησαυρό που ως τότε αγνοούσα. Βέβαια θα το ανακάλυπτα
έτσι κι αλλιώς κάποια στιγμή, απλώς λόγω χούντας το ανακάλυψα λίγο νωρίτερα. Η
χούντα πάντως ιδέα δεν είχε για την αξία του, απλώς γι’ αυτούς το δημοτικό
τραγούδι ταυτιζόταν με το γνωστό τρίπτυχο «πατρίς- θρησκεία- οικογένεια» και με
το νέο σλόγκαν «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών» και τη γνωστή πατριδοκαπηλία.
Η κακογουστιά τους είχε αντίχτυπο σε όλους τους τομείς της κοινωνικής
ζωής, εγώ όμως την έβλεπα κυρίως στο τραγούδι. Η υποχώρηση του ποιοτικού
τραγουδιού ήταν ολοφάνερη.
Ο πολύς κόσμος δεν φαινόταν να στενοχωριέται γι’ αυτό. Μια
χαρά τραγουδούσε τα δευτερο-τριτοκλασάτα σουξέ της εποχής και διασκέδαζε με
αυτά. Μερικά από αυτά τα τραγούδια δεν ήταν άσχημα. Όμως δεν ήταν και πρώτης
ποιότητας. Γενικά τα καλά τραγούδια έμεναν τα περισσότερα στο περιθώριο.
Οι καλοί
τραγουδοποιοί συνέχιζαν να παράγουν έργο, όμως η δουλειά τους δεν γινόταν
ευρύτερα γνωστή, εφόσον το ραδιόφωνο την αγνοούσε επιδεικτικά. Παρ’ όλα αυτά
κάποια τραγούδια τους κατάφεραν να γίνουν επιτυχίες, αγαπήθηκαν και
τραγουδήθηκαν από τον κόσμο και μέχρι σήμερα τα αγαπάμε και τα τραγουδάμε.
Οι λαϊκοί συνθέτες, επειδή το τραγούδι τους δεν ενοχλούσε
ιδεολογικά τη δικτατορία, καθώς περιστρεφόταν περισσότερο γύρω από τον ατομικό
βίο και τα πάθη του, μας έδωσαν εκείνα τα χρόνια ωραιότατα τραγούδια που έγιναν
επιτυχίες.
Αναφέρω ενδεικτικά:
Και τι δεν κάνω
Όταν σημάνει η ώρα
Ούτε αχ δεν θα πω
Να είχα το κουράγιο
Εγώ καλά σου τα’ λεγα
του Άκη Πάνου.
Απόψε στις ακρογιαλιές
Με παρέσυρε το ρέμα
Κορίτσι μου, όλα για
σένα
του Βασίλη Τσιτσάνη.
Τι σου’ κανα και μ’
εγκατέλειψες
του Γιώργου Ζαμπέτα
Θλιμμένο σούρουπο
Ιστορία μου, αμαρτία
μου
του Γιώργου Μανισαλή
Γυρίζω απ’ τη νύχτα
του Χρήστου Νικολόπουλου.
Και ανάμεσά τους κι άλλα τραγούδια που μπορεί να υστερούν
λίγο, αλλά είναι γνήσια λαϊκά, γι’ αυτό και τα ακούμε ακόμα:
Νυχτερίδες κι αράχνες
του Χρήστου Νικολόπουλου
Δεν πουλάω την καρδιά
μου
του Πάνου Γαβαλά
Αγάπη μου επικίνδυνη
του Αντώνη Ρεπάνη
Αλήτη
του Γιώργου Ζαμπέτα.
Επιτυχίες στο ίδιο στιλ μάς δίνουν και καλοί τραγουδοποιοί του
έντεχνου λεγομένου τραγουδιού:
Δεν θα ξαναγαπήσω
Μη βροντοχτυπάς τις
χάντρες
του Μάνου Λοΐζου
Βρέχει φωτιά στη
στράτα μου
του Μίμη Πλέσσα
Αφιλότιμη
του Γιώργου Χατζηνάσιου.
Οι ίδιοι τραγουδοποιοί μάς δίνουν ωραία τραγούδια και πιο
προσωπικά που κατάφεραν και έγιναν επιτυχίες:
Δήμου Μούτση:
Αύριο πάλι
Στην Ελευσίνα μια φορά
Αυτά τα χέρια
Σταύρου Ξαρχάκου:
Ένα πρωινό
Γιάννη Σπανού:
Μια Κυριακή
Λουκιανού Κηλαηδόνη:
Μη χτυπάς να σ’
ανοίξουνε
Μάνου Χατζιδάκι:
Απόψε φθινοπώριασε
Γιώργου Χατζηνάσιου:
Τι να πούμε, τι
Αν μ’ αγαπάς, φίλα
σταυρό
Πάρε τον ηλεκτρικό
Σταύρου Κουγιουμτζή:
Κάπου νυχτώνει
Μάνου Λοΐζου:
Αχ, χελιδόνι μου.
Μεγάλες επιτυχίες έγιναν επίσης τότε τραγούδια καλών
τραγουδοποιών, τα οποία όμως τελικά ξεχάστηκαν, γιατί παραήταν ελαφρά, και σήμερα δεν τα τραγουδά
κανείς:
Μάνου Λοΐζου:
Δελφίνι, δελφινάκι
Κουταλιανός
Παραμυθάκι μου
Παποράκι
Σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ
Σταύρου Κουγιουμτζή:
Ξενάκι είμαι και θα’
ρθώ
Γιάννη Σπανού:
Χριστινάκι
Άσπρα καράβια
Λίνου Κόκοτου:
Το θαλασσινό τριφύλλι
Το δελφινοκόριτσο
Λουκιανού Κηλαηδόνη:
Όσο αγαπιόμαστε τα δυο
Μάνου Χατζιδάκι:
Άμα λευτερωθεί η Κρήτη.
Και κάποιες άλλες επιτυχίες της εποχής που προσωπικά θεωρώ
υπερεκτιμημένες:
Στου Προφήτη Ηλία τα
σοκάκια, του Δήμου Μούτση
Μ’ ένα όνειρο τρελό,
του Απόστολου Καλδάρα
Ρωμιός αγάπησε Ρωμιά,
του Γιώργου Ζαμπέτα
Να’ τανε το 21,
του Σταύρου Κουγιουμτζή
Σταλιά-σταλιά
Άνοιξε, πέτρα
Θα πιω απόψε το
φεγγάρι
Καμαρούλα μια σταλιά,
του Μίμη Πλέσσα.
Κάποια τραγούδια έγιναν γκραν σουξέ επί επταετίας, χωρίς να
το αξίζουν:
Ταρζάν
Του άντρα του πολλά
βαρύ, του Γιάννη Μαρκόπουλου
Έμπαινε, Γιώργο,
έμπαινε
Τάμπα τούμπα,
του Γιάννη Καραμπεσίνη
Γιατί, καλέ γειτόνισσα,
του Άκη Πάνου
Αμφιβολίες,
του Γρηγόρη Μπιθικώτση
Δεν καταλαβαίνω τίποτα
Όλοι θα ζήσουμε,
του Γιώργου Κοινούση.
Ο Μπιθικώτσης με την εξαίσια δωρική φωνή που του είχε
χαρίσει ο θεός έκανε το λάθος να τραγουδήσει μερικά δικά του τραγούδια. Όλα
κάτω του μετρίου, αν και έγιναν επιτυχίες:
Επίσημη αγαπημένη
Μια γυναίκα φεύγει
Στου Μπελαμί το ουζερί
Ένα όμορφο αμάξι με
δυο άλογα
Ο έρωτας γεννήθηκε για
δύο
Ο μπατίρης ο Λουκάς
Εγνατίας 406.
Μια άλλη ντίβα της εποχής, ο Τόλης Βοσκόπουλος, έκανε
μεγάλες επιτυχίες με τα εμετικά κατ’ εμέ τραγούδια:
Αδέλφια μου, αλήτες,
πουλιά
Ξανθή, αγαπημένη
Παναγιά, του Τόλη Βοσκόπουλου
Αγωνία,
του Γιώργου Ζαμπέτα
Αποκλείεται,
του Γιώργου Κατσαρού
Ψύλλοι στ’ αυτιά μου,
του Θεόδωρου Δερβενιώτη.
Κι άλλες ανοστιές από το φεστιβάλ τραγουδιού Θεσσαλονίκης:
Πού να’ ν ο ίσκιος
σου, Θεέ, του Ζακ Ιακωβίδη
Αν ήμουν πλούσιος,
του Δώρου Γεωργιάδη.
Η Μαρινέλλα θριαμβεύει στις πίστες τον ίδιο καιρό.
Χαρισματική σόου γούμαν με αισθαντική φωνή μαγεύει το κοινό και αναδεικνύει σε επιτυχίες
τραγούδια πολύ μέτρια:
Ποιος είν’ αυτός ο
αψηλός
Τι να φταίει,
του Γιώργου Ζαμπέτα
Κρίμα το μπόι σου,
του Γιώργου Χατζηνάσιου
Κυρά Γιώργαινα,
του Γιώργου Κατσαρού.
Ο Κώστας Χατζής προσπαθεί να κρατηθεί σε κάποιο επίπεδο και
μάλλον τα καταφέρνει:
Δε βαριέσαι, αδελφέ
Κάτι τρέχει,
του Κώστα Χατζή.
Μέσα σ’ αυτή την οχλαγωγία οι καλοί τραγουδοποιοί με όσες
δυσκολίες κι αν συναντούν συνεχίζουν να παράγουν έργο. Το ραδιόφωνο κατά κανόνα
τους αγνοεί. Και το ευρύ κοινό επίσης. Υπάρχουν όμως και δυο ευτυχείς εξαιρέσεις,
όπως θα δούμε παρακάτω:
Ο άγιος Φεβρουάριος,
του Δήμου Μούτση.
Ο δίσκος αγαπήθηκε πολύ μετά τη δικτατορία. Όταν
κυκλοφόρησε, λίγοι ήταν αυτοί που μαγεύτηκαν από τα υπέροχα τραγούδια του.
Το περιβόλι του τρελού
Ο μπάλος
Βρώμικο ψωμί,
του Διονύση Σαββόπουλου. Τώρα όλοι ξέρουν τα μοναδικά τραγούδια αυτών των
δίσκων. Τότε τα ήξεραν ελάχιστοι.
Ο μεγάλος ερωτικός,
του Μάνου Χατζιδάκι. Δεν κατέκτησε ποτέ το ευρύ κοινό.
Ιθαγένεια
Ο Στράτης ο θαλασσινός
ανάμεσα στους αγάπανθους
Θητεία,
του Γιάννη Μαρκόπουλου.
Οι δίσκοι πέρασαν στο ντούκου. Μετά τη μεταπολίτευση έγιναν
γνωστοί, αν και όχι όσο ίσως τους άξιζε.
Μικρά Ασία,
του Απόστολου Καλδάρα.
Έγινε μεγάλη επιτυχία και τραγουδήθηκε από τον κόσμο. Ίσως
γιατί η εμπνευσμένη μουσική του Καλδάρα ήταν πιο κοντά στα λαϊκά μοτίβα που
αναγνώριζε ο κόσμος.
Το μεγάλο μας τσίρκο,
του Σταύρου Ξαρχάκου. Μεγάλη επιτυχία λίγο πριν την πτώση της δικτατορίας.
Εξαιρετική μουσική, εξαιρετικοί στίχοι.
Αξίζει να αναφέρουμε ακόμα μερικά πολύ όμορφα τραγούδια που
αγαπήθηκαν εκείνα τα δύσκολα χρόνια:
Τζαμάικα
Νανούρισμα
Σεβάχ
Αχ, Μαρία,
του Μάνου Λοΐζου
Αυτό τον κόσμο τον καλό
Πώς να σωπάσω,
του Σταύρου Ξαρχάκου
Άσπρα, κόκκινα,
κίτρινα, μπλε
Έτσι είν’ η ζωή
Η κορδέλα,
του Δήμου Μούτση
Χελιδόνι σε κλουβί, του Μάνου Χατζιδάκι.
Καθώς είχαν κάτσει στον σβέρκο μας οι στρατιωτικοί, η στολή τους
είχε γίνει της μόδας. Λυπάμαι που το λέω, αλλά εκείνη την εποχή γυρίστηκαν κάτι
ταινίες πατσαβούρια με στόχο την προβολή της πατριδολατρίας, κάτι ανάλογα
σίριαλ που ο κόσμος αποχαυνωμένος τα παρακολουθούσε και από κοντά έρχονταν και
τα σχετικά τραγούδια.
Είχαμε πια αλαλιάσει με τόσα πατριωτικά τραγούδια που η μεν
χούντα τα αποδεχόταν ασμένως για ευνόητους λόγους, οι δε δημιουργοί αργότερα
ισχυρίστηκαν ότι μέσω αυτών έκαναν αντίσταση. Η αλήθεια είναι ότι όλοι σ’ αυτήν
εδώ τη χώρα χορεύαμε στους ρυθμούς της πατριδολατρίας, της εθνικής
υπερηφάνειας, των ηρωικών προγόνων, των ενδόξων ημερών της ιστορίας μας.
Και έτσι όμως φτιάχτηκαν κάποια όμορφα τραγούδια, όπως αυτά
του δίσκου «Μικρά Ασία». Με την ευκαιρία να αναφέρω και την «Αλβανία» του Γιώργου Κατσαρού που δεν έχω ιδέα τι τραγούδια περιείχε και νομίζω ο δίσκος
πήγε άπατος.
Όσο έψαχνα να βρω τα τραγούδια που μας σφράγισαν εκείνη την
εποχή, παρατηρούσα ότι άλλαζε σιγά σιγά η διάθεσή μου. Είχα ξεκινήσει με την
πεποίθηση ότι το τραγούδι επί χούντας είχε μια κάθετη πτώση στην ποιότητά του
και αυτό σκόπευα να αποδείξω. Διαπίστωσα όμως ότι κάτι τέτοιο ήταν μόνο εν
μέρει αλήθεια.
Πράγματι, το τραγούδι που ακουγόταν στο ραδιόφωνο, στα
νυχτερινά κέντρα, στις ταβέρνες, στις παρέες ήταν κατά κανόνα δεύτερης κατηγορίας.
Όχι όμως πάντα. Ανάμεσα στα σαχλά τραγούδια μπορούσε κανείς να ακούσει κάποια
στιγμή και ένα πολύ όμορφο.
Επίσης, το καλό τραγούδι δεν έπαψε να υπάρχει, απλώς
περιορίστηκε το κοινό που το άκουγε.
Τέλος, το λαϊκό τραγούδι δεν φαίνεται να επηρεάστηκε από την
επιβολή της χούντας.
Πάντως υπήρχε ένας αόρατος διαχωρισμός μεταξύ του καλού
τραγουδιού και του χύδην κι εγώ είχα βρει ένα τρόπο να διακρίνω, αν ο
συνομιλητής μου είχε ενδιαφέρον ή όχι, ανεξάρτητα από όσα μου έλεγε για να με
εντυπωσιάσει. Τον ρωτούσα τι τραγούδια του άρεσαν. Το κόλπο είχε εκατό τοις
εκατό επιτυχία. Από την απάντησή του καταλάβαινα αμέσως ποιον είχα απέναντί
μου.
Τελειώνοντας θα αναφέρω ακόμα μερικές επιτυχίες της εποχής:
Ο Σταμούλης ο λοχίας
Δεν υπάρχει ευτυχία,
του Γιώργου Κατσαρού
Μη μου λέτε γι’ αυτή,
των Στέλιου Καζαντζίδη και Νάκη Πετρίδη
Σταμάτησε του ρολογιού τους δείχτες, του Μίμη Πλέσσα
Τι θέλεις να κάνω,
του Γιώργου Χατζηνάσιου
Μίλησέ μου, του
Μάνου Χατζιδάκι
Νύχτα, στάσου,
του Χρήστου Νικολόπουλου
Μαρία με τα κίτρινα,
του Βασίλη Δημητρίου
Πετραδάκι πετραδάκι,
του Απόστολου Καλδάρα
Θα τα κάψω τα ρημάδια
τα λεφτά μου, του Βασίλη Βασιλειάδη
Πάλι θα κλάψω,
του Νάκη Πετρίδη
Πού’ σαι, Θανάση,
του Γιώργου Ζαμπέτα.
Ο κόσμος, όπως είπαμε, τραγουδούσε αυτά τα τραγούδια, όταν
διασκέδαζε στα κέντρα και στις ταβέρνες και στα σπίτια του και «ησυχία, τάξις
και ασφάλεια» επικρατούσε παντού.
Παράλληλα κάποιοι, λιγότεροι αυτοί, τραγουδούσαν:
Είδα την Άννα κάποτε
Σημαία από νάιλον
Η Δημοσθένους λέξις
του Διονύση Σαββόπουλου
Το σπίτι στην ανηφοριά
του Δήμου Μούτση
Ο τόπος μου είναι
κλειστός
Τα λόγια και τα χρόνια
τα χαμένα
του Γιάννη Μαρκόπουλου.
Τα τραγούδια
αναφέρονται ενδεικτικά. Δεν ήταν δυνατόν να περιληφθούν όλα.
1 σχόλιο:
Δημοσίευση σχολίου