Στην αρχαία Ρώμη ως γνωστόν δεν υπήρχαν ΜΜΕ ούτε
δημοσιογράφοι να παίρνουν συνεντεύξεις από αυτοκράτορες. Αν όμως υπήρχαν κι αν ένας διακεκριμένος
δημοσιογράφος έπαιρνε συνέντευξη από τον αυτοκράτορα Δομιτιανό, πώς άραγε θα
εξελισσόταν η συζήτηση;
Ας κάνουμε μια προσπάθεια να το φανταστούμε.
Ο διάσημος δημοσιογράφος Ορτένσιος που απέχτησε τη
φήμη του καλύπτοντας τον πόλεμο του Τίτου κατά των Ιουδαίων έρχεται στο παλάτι
του Δομιτιανού την ώρα που του έχουν ορίσει οι γραμματείς του αυτοκράτορα, αλλά
αυτός είναι ακόμα κλεισμένος στα ιδιαίτερα διαμερίσματά του ασχολούμενος με το
αγαπημένο του χόμπι να πιάνει μύγες και να τις καρφώνει με τη μυτερή γραφίδα
του.
Ο Ορτένσιος ρωτά διακριτικά τον Βίβιο Κρίσπο που τον
υποδέχεται:
-Μα δεν είναι κανείς με τον αυτοκράτορα;
-Ούτε μύγα, τον βεβαιώνει ο Βίβιος Κρίσπος.
Οι αυτοκράτορες έχουν ασφαλώς τις ιδιορρυθμίες τους
και αυτό το γνωρίζει ο Ορτένσιος, ο οποίος παρακολουθεί εδώ και χρόνια τα έργα
και τις ημέρες τους, καθώς και τον τρόπο που χάνουν ενίοτε τον θρόνο τους. Πολύ
καλά θυμάται παραδείγματος χάριν το άδοξο τέλος του γέροντα αυτοκράτορα Γάλβα
που τον έσφαξαν οι άνθρωποι του μετέπειτα αυτοκράτορα Όθωνα στη λίμνη του
Κουρτίου. Του έκοψαν ύστερα το κεφάλι, το έμπηξαν σε μια λόγχη και το
περιέφεραν στο στρατόπεδο κραυγάζοντας ειρωνικά: «Γάλβα μου, έρωτα εσύ, γλέντα
τα νιάτα πού’ χεις».
Αλλά και ο Όθων δεν τα πήγε καλύτερα. Τρείς μήνες
μόνο κάθισε στο θρόνο και μετά αναγκάστηκε να αυτοκτονήσει για να μην πέσει στα
χέρια του Βιτέλλιου.
Ο δε Βιτέλλιος τα πήγε ακόμα χειρότερα. Εκτός του
ότι έμεινε κι αυτός στον θρόνο τρεις μήνες μόνο, είχε και πολύ κακό τέλος. Τον
έπιασαν οι στρατιώτες του Βεσπασιανού να κρύβεται στο σπιτάκι του θυρωρού κι
έκανε τον ψόφιο κοριό, πως δεν ήταν αυτός ο αυτοκράτορας. Αλλά αυτοί τον
αναγνώρισαν και τον διαπόμπευσαν στους δρόμους της Ρώμης. Ο λαός τον έβριζε και
τον έφτυνε πετώντας του κοπριές και ακαθαρσίες και τραβώντας τον από τα μαλλιά.
Ύστερα τον εκτέλεσαν και πέταξαν το πτώμα του στον Τίβερη.
Στο μέλλον, σκεφτόταν ο Ορτένσιος, που τότε ήταν
νεαρός δημοσιογράφος στα πρώτα του βήματα, όταν οι λαοί θα γίνουν ευγενέστεροι,
θα πάψουν αυτά τα αποτρόπαια θεάματα. Λάθος όμως έκανε στο σημείο αυτό, διότι οι
λαοί δεν έγιναν και πολύ ευγενέστεροι. Παραδείγματος χάριν, είκοσι αιώνες
αργότερα στη Λιβύη, που πια δεν θα είναι ρωμαϊκή επαρχία, ένας δικτάτορας θα
έχει παρόμοιο τέλος με αυτό του Βιτέλλιου. Αλλά δυστυχώς αυτό δεν μπορεί να το
ξέρει ο Ορτένσιος, πρώτον, διότι βρίσκεται είκοσι αιώνες πίσω στο παρελθόν και δεύτερον, διότι είναι ανύπαρκτος.
Ας είναι.
Ήρθε μετά στην εξουσία ο Βεσπασιανός και ηρέμησαν τα
πράγματα. Τότε ήταν που ο γιος του Βεσπασιανού Τίτος νίκησε τους Ιουδαίους και
ο Ορτένσιος κάλυψε εκείνο τον πόλεμο και έγινε έτσι πολύ γνωστός στους
Ρωμαίους. Αργότερα μάλιστα που ο Τίτος έγινε κι αυτός αυτοκράτορας, του είχε
πάρει και μια συνέντευξη. Μόλις είχε εκραγεί ο Βεζούβιος και είχε καταστραφεί η
Πομπηία, το Ηράκλειο και οι Σταβίες. Ο Τίτος
στη συνέντευξη που έδωσε στον Ορτένσιο υποσχέθηκε ότι θα αποκαθιστούσε
τους πληγέντες και θα ξανάχτιζε τις χαμένες πολιτείες. Και πράγματι το έκανε. Καλός
άνθρωπος ο Τίτος, τίμιος και γενναιόδωρος. Αλλά δυστυχώς πέθανε, δυο χρόνια
αφότου έγινε αυτοκράτορας και τον θρόνο τον πήρε τούτος εδώ ο Δομιτιανός, ο
μικρότερος αδελφός του. Δεκαπέντε χρόνια κάθεται στον θρόνο και κανείς δεν
βρίσκεται να τον δολοφονήσει, να ξεμαγαρίσει η Ρώμη από δαύτον.
Ο Ορτένσιος , έμπειρος δημοσιογράφος, είναι πολύ
προσεχτικός. Μια στραβή να γίνει και ο Δομιτιανός θα διατάξει να του πάρουν το
κεφάλι. Έχει φάει κόσμο και κοσμάκη τούτος εδώ ο αιμοβόρος άνθρωπος που είναι
το εντελώς αντίθετο από τον μακαρίτη τον αδελφό του.
-Θα καθυστερήσει, λέτε, να εμφανιστεί ο Καίσαρ; Ρωτά
χαμηλόφωνα τον Βίβιο Κρίσπο.
-Τι να σου πω, εξαρτάται από τις διαθέσεις του, του
απαντά αυτός. Από ποια εφημερίδα είπες πως είσαι;
-Από την «Tabula Romana».
-Χμ... Εσύ δεν είσαι που πήρες συνέντευξη από τον
Τίτο;
-Μάλιστα, εγώ είμαι.
-Να προσέχεις τότε.
Θα πρόσεχε βεβαίως ο Ορτένσιος, διότι είναι γνωστό
πόσο φθονούσε ο Δομιτιανός τον μακαρίτη τον αδελφό του που όσο ζούσε τού έστηνε συνεχώς παγίδες. Αλλά ο
Τίτος, καλότατος άνθρωπος, τον συγχωρούσε.
Κάποια στιγμή τέλος πάντων εμφανίζεται ο Δομιτιανός
και η συνέντευξη αρχίζει.
Ορτένσιος: Ο κόσμος, Κύριε, έχει να το λέει για την
αυστηρότητά σας σε θέματα ηθικής τάξης. Μπορείτε να μου πείτε, αν...
Δομιτιανός: Βεβαίως. Είμαι πολύ αυστηρός στο θέμα
αυτό, διότι παραξεχείλωσε σήμερα η κοινωνία μας. Θα θυμάσαι, υποθέτω, εκείνον
τον καραγκιόζη, τον πρώην ταμία που έδιωξα από τη Σύγκλητο, επειδή επιδιδόταν
στην ηθοποιία και τον χορό.
Ορτένσιος: Ποιος δεν το θυμάται αυτό, Κύριε;
Δομιτιανός: Συγκλητικός και να κάνει τον ηθοποιό και
να χοροπηδά στη σκηνή μαζί με τα
κατακάθια τους θεατρίνους. Να μην κρατά τη θέση του...
Ορτένσιος: Απαράδεκτο, Κύριε, δεν το συζητώ.
Βέβαια ο Ορτένσιος δεν μπορούσε να ξέρει πως είκοσι
αιώνες αργότερα ένας πρύτανης στην Αθήνα, πρώην ρωμαϊκή επαρχία Αχαΐας, θα
έκανε ακριβώς τα ίδια. Αλλά κι αν το ήξερε, σίγουρα δεν θα το ανέφερε.
Δομιτιανός: Θα θυμάσαι ασφαλώς κι εκείνο τον Ρωμαίο
ιππέα που διέγραψα από τον κατάλογο των δικαστών, επειδή ξαναπαντρεύτηκε τη
γυναίκα του. Που την είχε προηγουμένως χωρίσει κατηγορώντας την για μοιχεία.
Ορτένσιος: Πώς, ασφαλώς και το θυμάμαι, Κύριε.
Παράλληλα ο Ορτένσιος σκέφτηκε ότι το ίδιο ακριβώς
είχε κάνει και ο Δομιτιανός που χώρισε τη Δομιτία Λογγίνα από τον άντρα της και
την παντρεύτηκε. Μετά τη χώρισε, γιατί η Δομιτία ερωτεύτηκε τον Πάρη, τον
ηθοποιό, αλλά μετά την ξαναπήρε κοντά του, γιατί δεν άντεχε να ζει χωρίς αυτήν.
Και έφερε ως δικαιολογία ότι τη Δομιτία την ήθελε ο λαός.
Σε μια μακρινή εποχή στο μέλλον οι δημοσιογράφοι θα
είναι πιο τολμηροί στις ερωτήσεις τους, τώρα όμως δυστυχώς πρέπει να προσέχουν μη
χάσουν το κεφάλι τους, σκέφτηκε ο Ορτένσιος μελαγχολικά, καθώς στενογραφούσε
τις φλυαρίες του Δομιτιανού.
Δομιτιανός: Και όλες αυτές τις τσούλες της
αριστοκρατίας που ξεσάλωναν με παντρεμένους και με δούλους τις στέρησα από το
δικαίωμα να χρησιμοποιούν φορητή κλίνη και να αποδέχονται κληρονομιές. Καλά δεν
έκανα;
Ορτένσιος: Κάλλιστα κάνατε, Κύριε.
Συγχρόνως σκέφτηκε: Ας μην του αναφέρω όμως τι λένε
για τα δικά του καμώματα με τις πόρνες και πόσες παντρεμένες έχει αποπλανήσει ο
σάτυρος.
Δομιτιανός: Όσο για τους συγγραφείς που έγραφαν
λίβελους και καταντρόπιαζαν τους επιφανείς Ρωμαίους, τους ανάγκασα να το
βουλώσουν με τις ατιμωτικές ποινές που τους επέβαλα.
Και στο σημείο αυτό ξέσπασε σε ένα βροντερό γέλιο. Ο
Ορτένσιος έμεινε για λίγο αναποφάσιστος, μετά ξέσπασε κι αυτός σε γέλια, διότι λειτούργησε
αμέσως το ένστικτο της αυτοσυντήρησης.
Δομιτιανός: Και πάμε τώρα σ’ εκείνες τις Εστιάδες
παρθένους που μόνο παρθένες δεν ήταν. Τις ταχτοποίησα κι αυτές δεόντως.
Ορτένσιος: Δεόντως δεν λέτε τίποτα.
Δομιτιανός: Αφού έχασαν την παρθενιά τους, έχασαν
μετά και τη ζωή τους.
Ορτένσιος: Ας πρόσεχαν, Κύριε. Διότι η τιμή τιμή δεν
έχει, που λένε και οι Έλληνες.
Δομιτιανός: Και οι εραστές τους μαστιγώθηκαν κι
αυτοί έως θανάτου.
Ορτένσιος: Όχι θα τους αφήνατε.
Δομιτιανός: Χάλασε ο κόσμος, φίλε μου. Πώς σε λένε
είπαμε;
Ορτένσιος: Ορτένσιο.
Δομιτιανός: Εσύ δεν είσαι που κάλυψες τον πόλεμο του
αδελφού μου στην Ιουδαία;
Ορτένσιος: Μάλιστα, εγώ είμαι.
Δομιτιανός: Χμ... Για τις δικές μου εκστρατείες
έγραψες τίποτα;
Ορτένσιος: Βεβαίως, Κύριε, τις περιέγραψα καταλεπτώς
στην «Tabula
Romana».
Επίσης περιέγραψα κατόπιν τον διπλό σας θρίαμβο. Τι αξέχαστη μέρα ήταν αυτή!
Δικαίως ονομαστήκατε Γερμανικός και δικαίως μετονομάσατε τον Σεπτέμβριο σε
Γερμανικό.
Δομιτιανός: Και τον Οκτώβριο σε Δομιτιανό.
Ορτένσιος: Πολύ σωστά. Μετά τον Ιούλιο έχουμε τον
Αύγουστο και μετά τον Γερμανικό και τον Δομιτιανό. Ωραιότατες ονομασίες μηνών.
Βέβαια ο Δομιτιανός τίποτε σπουδαίο δεν είχε
καταφέρει στις εκστρατείες του εναντίον των Χάττων, των Σαρματών και των Δακών,
αλλά δεν ήταν ώρα τώρα να ανοίξουν τέτοια κουβέντα.
Δομιτιανός: Τι λέγαμε;
Ορτένσιος: Λέγαμε για τον εκφυλισμό των ηθών στην
εποχή μας και πώς εσείς περιστείλατε την ανηθικότητα.
Δομιτιανός: Την περιέστειλα, βεβαίως. Και το θράσος
ορισμένων περιέστειλα που δεν ξέρουν να κρατούν κλειστό το στόμα τους. Όπως έκαμα
με τον Ερμογένη από την Ταρσό που άφησε κάποιους υπαινιγμούς στην Ιστορία του.
Ορτένσιος: Θυμάμαι πολύ καλά το περιστατικό.
Σταυρώσατε μάλιστα και τους γραφείς που είχαν αντιγράψει το έργο.
Δομιτιανός: Φυσικά. Κι εκείνο τον ασεβή που
υποστήριζε ότι οι Θράκες μονομάχοι είναι οι καλύτεροι, θυμάσαι τι του έκανα;
Ορτένσιος: Πώς δεν θυμάμαι! Του κρεμάσατε μια
πινακίδα που έλεγε «Ένας οπαδός των Θρακών που μίλησε με ασέβεια» και τον
ρίξατε στην αρένα να τον κατασπαράξουν τα σκυλιά.
Δομιτιανός: Αυτό το τέλος αξίζει σε όσους έχουν
απύλωτο στόμα.
Ορτένσιος: Και τον Αίλιο Λαμία για τον ίδιο λόγο δεν
τον θανατώσατε;
Δομιτιανός: Χμ, νόμιζε πως τα αστειάκια του θα
περνούσαν απαρατήρητα. Δεν προσβάλλουν όμως έτσι ατιμώρητα τον Καίσαρα
Αύγουστο.
Ο Ορτένσιος θυμόταν πολύ καλά και αυτό το
περιστατικό. Ο Αίλιος Λαμίας ήταν ο σύζυγος της Δομιτίας που ο Δομιτιανός του
την πήρε και την έκανε γυναίκα του. Και όταν ο Τίτος τον παρακίνησε να
ξαναπαντρευτεί, ο Αίλιος Λαμίας του απάντησε: «Μήπως ψάχνεις κι εσύ για
γυναίκα;». Αυτό το χωρατό που είχε κάνει σε ανύποπτο χρόνο, όταν ακόμα ο
Δομιτιανός δεν ήταν αυτοκράτορας, τού στοίχισε αργότερα το κεφάλι του.
Δομιτιανός: Η ασέβεια πρέπει να τιμωρείται, Ορτένσιε.
Ορτένσιος: Συμφωνώ απολύτως, Κύριε. Γι’ αυτό εξάλλου
δεν εκτελέσατε και τον εξάδελφό σας Φλάβιο Σαβίνο;
Δομιτιανός: Αυτόν τον χαμένο. Που την ημέρα των
υπατικών εκλογών ο κήρυκας ανήγγειλε ότι
είχε εκλεγεί αυτοκράτορας.
Ορτένσιος: Από αφηρημάδα το έκανε ο χαζός. Ύπατος
ήθελε να πει.
Δομιτιανός: Αφηρημάδα ξε-αφηρημάδα, ο ξάδερφος
έπρεπε να βγει από τη μέση. Είχα κάνει βλέπεις το λάθος να ορίσω διαδόχους τα
παιδιά του. Μπορεί να μπήκαν ιδέες στο μυαλό του λαού.
Ορτένσιος: Έχετε δίκιο. Κάτι τέτοια ύποπτα λαθάκια τα
σκοτώνουμε μικρά-μικρά, πριν μεγαλώσουν. Θυμάμαι τώρα που εκτελέσατε ως
υποκινητές στάσης τρεις συγκλητικούς, τον Κίβικα Καρεάλη, τον Σαλβιδιηνό Ορφίτο
και τον Ακίλιο Γλαβρίωνα.
Δομιτιανός: Και αυτούς και πολλούς άλλους. Όπως εκείνο
τον Σάλβιο Κοκκηιανό που γιόρταζε προκλητικά τα γενέθλια του Όθωνα με τη
δικαιολογία ότι ήταν θείος του ο μακαρίτης. Γελοία δικαιολογία. Προφανώς είχε
βλέψεις στον θρόνο.
Ορτένσιος: Μήπως και ο Μέττιος Πομπουσιανός ήταν
καλύτερος;
Δομιτιανός: Α, το κάθαρμα! Που διαλαλούσε ότι το
γενέθλιο άστρο του μαρτυρούσε αυτοκρατορικό μέλλον! Το ξέρεις ότι είχε δώσει σε
δυο δούλους του ονόματα Καρχηδονίων στρατηγών; Τον ένα τον έλεγε Μάγωνα και τον
άλλον Αννίβα.
Ορτένσιος: Προδότης χωρίς καμιά αμφιβολία. Καλά
κάνατε και τον ξεκάνατε.
Δομιτιανός: Όχι θα τον άφηνα να αλωνίζει ως επίδοξος
αυτοκράτωρ... Ποιους άλλους εκτέλεσα, θυμάσαι;
Ορτένσιος: Πολλούς και διάφορους. Τώρα μου ήρθε στο
μυαλό ο Σαλλούστιος Λούκουλλος, ο διοικητής της Βρετανίας.
Δομιτιανός: Ναι, αυτός ο μωροφιλόδοξος που έδωσε το
όνομά του σε κάποιες λόγχες νέου τύπου και τις είπε λουκούλλειες.
Ορτένσιος: Θρασύτατος τω όντι. Και τι να πούμε για
τον Ιούνιο Ρούστικο;
Δομιτιανός: Χμ, ναι, άλλο φίδι αυτό που είχε
δημοσιεύσει εγκώμια υπέρ του Παίτου Θρασέα και του Ελβίδιου Πρίσκου, εκείνων
των αναρχικών.
Ορτένσιος: Στωικοί δεν ήταν; Ή μήπως κάνω λάθος;
Δομιτιανός: Στωικοί, αναρχικοί το ίδιο είναι. Όλοι
αυτοί οι φιλόσοφοι είναι στην πραγματικότητα αναρχικοί που βάζουν ιδέες στον
λαό. Τους εξόρισα κι εγώ όλους από τη Ρώμη κι από την Ιταλία και ησύχασα.
Ορτένσιος: Πολύ συνετή ενέργεια. Έτσι απαλλαχτήκαμε
από αυτούς τους διανοούμενους με τις ανατρεπτικές ιδέες.
Δομιτιανός: Ποιον άλλον εκτέλεσα;
Ορτένσιος: Τον Ελβίδιο τον νεότερο.
Δομιτιανός: Ναι, το εκτέλεσα κι αυτό το σκουπίδι.
Τον είχα κάνει ύπατο κι εκείνος βρήκε σε μια θεατρική φάρσα ότι τάχα γινόταν
υπαινιγμός για το διαζύγιό μου με τη Δομιτία.
Ορτένσιος: Επρόκειτο περί αισχρού συκοφάντη.
Δομιτιανός: Κανέναν άλλον;
Ο Ορτένσιος σκέφτηκε προς στιγμήν να του αναφέρει
και εκείνο το αμούστακο αγόρι που το εκτέλεσε, επειδή έμοιαζε πολύ στον
δάσκαλό του, τον ηθοποιό Πάρη που τον είχε ερωτευτεί η Δομιτία, αλλά μετά
άλλαξε γνώμη.
Ορτένσιος: Δεν θυμάμαι κανέναν άλλον, Κύριε.
Δομιτιανός: Πώς, πώς... είναι κι άλλοι. Τον οικονόμο
μου που σταύρωσα τον αναφέραμε;
Ορτένσιος: Α, μάλιστα, έχετε δίκιο, τον παραλείψαμε
αυτόν.
Δομιτιανός: Και τον Αρρεκίνο Κλήμεντα, τον φίλο και
κατάσκοπό μου;
Ορτένσιος: Ναι, ναι, και αυτόν βεβαίως.
Δομιτιανός: Είναι κι άλλοι, πού να τους θυμηθεί
κανείς όλους... Ας είναι. Θέλεις τίποτε άλλο να με ρωτήσεις;
Ορτένσιος: Θα θέλατε ίσως να μιλήσουμε λίγο και για
την οικονομική πολιτική σας;
Δομιτιανός: Ναι, αλλά σύντομα. Έχει περάσει η ώρα
και πρέπει να δειπνήσω.
Ορτένσιος: Είναι γνωστό ότι έχετε δαπανήσει πολλά
χρήματα για έργα και θεάματα και ότι αυξήσατε τον μισθό των στρατιωτών, οι
οποίοι, ειρήσθω εν παρόδω, σας λατρεύουν γι’ αυτό. Πώς αντιμετωπίζετε τις
οικονομικές δυσχέρειες που προέκυψαν λόγω της γενναιοδωρίας σας;
Δομιτιανός: Πολύ απλά. Οικειοποιούμαι τις περιουσίες
νεκρών και ζωντανών, οπουδήποτε τις βρω. Αρκεί να κατηγορηθεί κάποιος ότι έκανε
μια πράξη ή εξέφρασε μια μομφή εναντίον μου και η περιουσία του δημεύεται
αμέσως.
Ορτένσιος: Μάλιστα, μ’ ένα σμπάρο δυο τρυγόνια
δηλαδή. Τιμωρούνται οι ασεβείς και αποχτά έσοδα το αυτοκρατορικό ταμείο.
Δομιτιανός: Επίσης δημεύονται περιουσίες τεθνεώτων, αν
κάποιος παρουσιαστεί και δηλώσει ότι ο τεθνεώς είχε ορίσει ως κληρονόμο του
εμένα. Ξέρεις πόσοι τεθνεώτες με έχουν ορίσει ως τώρα κληρονόμο τους;
Ορτένσιος: Πολλοί, υποθέτω.
Δομιτιανός: Πάρα πολλοί. Και ως γνωστόν έχω επιβάλει
και πολλές φορολογικές εισφορές.
Ορτένσιος: Είναι γνωστότατο αυτό.
Δομιτιανός: Κάποιοι προσπαθούν να ξεφύγουν βέβαια,
αλλά οι φοροεισπράκτορές μου δεν αστειεύονται. Τους ξετρυπώνουν όλους. Ειδικά
τους πονηρούς Ιουδαίους που για να μην
πληρώνουν το φόρο που τους αναλογεί, καμώνονται πως δεν είναι Ιουδαίοι.
Ορτένσιος: Ναι, οι άθλιοι! Θυμάμαι, Κύριε, μια τέτοια
περίπτωση που ένας γέροντας ενενήντα χρονών έλεγε πως δεν είναι Ιουδαίος και ο
επίτροπός σας μαζί με την ακολουθία του τον εξέτασαν για να δουν, αν είχε κάνει
περιτομή.
Δομιτιανός: Έτσι, ε;
Ορτένσιος: Έτσι ακριβώς. Περνούσα αποκεί και το είδα
με τα μάτια μου.
Δομιτιανός: Καταλαβαίνεις λοιπόν πόσο αυστηρός
πρέπει να είμαι στο συγκεκριμένο θέμα. Από πού θα βρω χρήματα για τα δημόσια
θεάματα και τα οικοδομήματα που χτίζω; Αλήθεια, γι’ αυτά δεν θα με ρωτήσεις τίποτα;
Ορτένσιος:
Αυτά, Κύριε, τα ξέρει όλος ο κόσμος. Θεάματα στο αμφιθέατρο, θεάματα
στον Ιππόδρομο, κυνήγι αγρίων ζώων, νυχτερινές μονομαχίες, αγώνες πάλης, αγώνες
μουσικοί, αγώνες ιππικοί, αγώνες γυμναστικοί, ρητορικοί, κιθαρωδών. Μέχρι και
παρθένες έχετε βάλει να αγωνίζονται στο τρέξιμο. Αυτό είναι πρόοδος!
Δομιτιανός: Και μην ξεχνάς πόσα χρήματα μοιράζω κάθε
φορά στο πόπολο. Έχω ξεπαραδιαστεί με
αυτή μου τη γενναιοδωρία.
Ορτένσιος: Προοδευτικός και γαλαντόμος Καίσαρ. Είστε
το μοντέλο του τέλειου κυβερνήτη.
Δομιτιανός: Και για τα δημόσια έργα μου τι έχεις να
πεις;
Ορτένσιος: Τι να πω; Έχω μείνει άφωνος.
Δομιτιανός: Ανοικοδόμησα πολλά κτήρια που είχαν
καταστραφεί, έχτισα νέα αγορά, ένα ναό προς τιμήν του Δία, ένα ναό προς τιμήν
της οικογένειάς μου, ένα στάδιο, ένα ωδείο, μια τεχνητή λίμνη για ναυμαχίες.
Ορτένσιος: Να προσθέσω και τα χρυσά και ασημένια σας
αγάλματα στο Καπιτώλιο.
Δομιτιανός: Και τις τεράστιες καμάρες και αψίδες μου.
Ορτένσιος: Γεμάτη είναι η πόλη μ’ αυτές. Όπου σταθεί
κανείς κι όπου βρεθεί πέφτει πάνω στις αψίδες και τις καμάρες σας. Και τις
έχετε πολύ όμορφα διακοσμήσει με άρματα και θριαμβικά εμβλήματα.
Δομιτιανός: Κάποιο καθίκι όμως έγραψε σε μια αψίδα
μου «Αρκεί». Δεν τον έχω βρει ακόμα να τον σταυρώσω. Λες να είναι Έλληνας;
Ελληνικά το έγραψε.
Ορτένσιος: Μη συγχύζεστε, Κύριε. Τα έργα σας είναι η
δόξα σας και η υστεροφημία σας. Αυτό έχει σημασία.
Δομιτιανός: Ναι, σωστά, η υστεροφημία μου. Αν και
δεν βιάζομαι να πεθάνω. Προ ημερών εκτέλεσα τον αστρολόγο Ασκληταρίωνα που
προφήτεψε κάποια πράγματα εις βάρος μου. Και σήμερα εκτέλεσα άλλον έναν μάντη
που μου στείλανε από τη Γερμανία. Ξέρεις τι προμάντεψε ο αχρείος;
Ορτένσιος: Τι προμάντεψε ο αχρείος;
Δομιτιανός: Προμάντεψε αλλαγή ηγεσίας, επειδή έβλεπε
να πέφτουν πολλοί κεραυνοί.
Ορτένσιος: Α, τον βλάκα τον Γερμανό!
Δομιτιανός: Ας είναι. Ανησυχώ βέβαια με όλα αυτά,
καθώς και με τα όνειρα που βλέπω τελευταία. Είμαι σεμνός άνθρωπος εγώ και ελπίζω
να το βλέπουν και οι άλλοι. Τις προάλλες πήγα στη Σύγκλητο και τους το υπενθύμισα. Τους είπα επί λέξει: «Μέχρι
σήμερα έχετε ασφαλώς επιδοκιμάσει τόσο τον ψυχικό μου κόσμο όσο και την όψη
μου». Οι συγκλητικοί συμφώνησαν αμέσως. Πρέπει να είμαι αγαπητός, αγαπητέ μου.
Ορτένσιος: Είστε αγαπητότατος, Κύριε.
Δομιτιανός:
Η ώρα όμως πέρασε και με περιμένει το δείπνο μου. Πότε θα δημοσιευθεί η
συνέντευξη στην «Tabula Romana»;
Ορτένσιος:
Την επόμενη εβδομάδα, Κύριε. Ευχαριστώ για τον χρόνο που μου παραχωρήσατε και
σας εύχομαι βίον μακρόν, ένδοξο και ευτυχή.
Δυστυχώς
η συνέντευξη δεν δημοσιεύτηκε ποτέ στην «Tabula Romana», διότι ο Δομιτιανός
εκτελέστηκε από συνωμότες το ίδιο εκείνο βράδυ και η Ρώμη απαλλάχτηκε από ένα
κατά συρροήν δολοφόνο.
Ο
λαός δέχτηκε αδιάφορα την είδηση, ο στρατός βυθίστηκε στο πένθος και η
Σύγκλητος ένιωσε βαθιά αγαλλίαση. Οι συγκλητικοί έτρεξαν στο βουλευτήριο κι
εκεί έβρισαν τον τεθνεώτα με προσβλητικότατες και βιαιότατες εκφράσεις. Μετά
ψήφισαν ένα διάταγμα που όριζε να σβηστούν από παντού οι επιγραφές του και να
εξαφανιστεί ό,τι τον θύμιζε.
Ο
δε Ορτένσιος δημοσίευσε την άλλη μέρα στην εφημερίδα του ένα λίβελο κατά του
Δομιτιανού, όπου μεταξύ άλλων ανέφερε ότι ήταν υπεύθυνος και για τον θάνατο της
ανιψιάς του, κόρης του αδελφού του Τίτου. Το κορίτσι τού το είχαν προξενέψει
στο παρελθόν, αλλά ο Δομιτιανός είχε αρνηθεί να το πάρει, επειδή ήταν
ερωτευμένος με τη Δομιτία. Αργότερα όμως, όταν η ανιψιά του παντρεύτηκε κάποιον
άλλο, την έκανε ερωμένη του και μάλιστα αυτό συνέβη, όσο ζούσε ακόμα ο Τίτος.
Μετά από λίγο καιρό κι αφού αυτή είχε χάσει και τον πατέρα της και τον άντρα
της, την ερωτεύτηκε παράφορα και δεν το έκρυβε πια από κανέναν. Όταν έμεινε
έγκυος, ο Δομιτιανός την υποχρέωσε να κάνει έκτρωση. Η ανιψιά του πέθανε κατά
την επέμβαση.
Ο λίβελος άρεσε πολύ στον νέο αυτοκράτορα Νέρβα, ιδρυτή της γνωστής δυναστείας των Αντωνίνων.
Τι απέγινε ο Ορτένσιος δεν γνωρίζουμε. Δεν έχει όμως
καμιά σημασία, εφόσον ποτέ δεν υπήρξε πραγματικά.
Τις πληροφορίες τις άντλησα από το έργο του Σουητώνιου «Βίοι των Καισάρων», σε μετάφραση Ν. Πετρόχειλου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου