25/6/13

Η Δευτέρα Παρουσία (διήγημα)



Η Δευτέρα Παρουσία συνέβη στα καλά καθούμενα ένα απόγευμα του Αυγούστου στις οχτώ η ώρα ακριβώς. 
 
Καθόμασταν στη βεράντα του ξενοδοχείου απολαμβάνοντας τη θάλασσα μπροστά μας και στο βάθος μακριά τη φλεγόμενη δύση του ηλίου.
Μια χαρά ήμασταν όλοι, πίναμε ουίσκι και λέγαμε κοινοτοπίες.  Το απογευματινό μπάνιο μάς είχε φτιάξει το κέφι, φύσαγε ένα ευχάριστο αεράκι και είχαμε μια γλυκιά αναμονή για το δείπνο, όπου ποιος ξέρει πάλι τι καλά θα μας είχαν ετοιμάσει για να ολοκληρωθεί η ευχαρίστησή μας.
 
Όμως όλ’ αυτά ματαιώθηκαν.
 Πριν καταλάβουμε τι ακριβώς συνέβαινε, βρεθήκαμε μπροστά στο Μεγάλο Κριτή με το ποτήρι το ουίσκι ακόμα στο χέρι.  Άγγελοι σάλπιζαν στους φλογισμένους ουρανούς και βρυχηθμοί και βογκητά ακούγονταν ολόγυρά μας.  Είχαμε απολιθωθεί από την κατάπληξη.


-  Πώς είναι το ουίσκι σας, καλό; ρώτησε ο Μεγάλος Κριτής.

Εμείς στεκόμασταν άλαλοι, ανίκανοι να συνειδητοποιήσουμε αυτό που μας συνέβαινε.

-    Δεν σας άκουσα, είπε ο Μεγάλος Κριτής.
-    Καλό είναι, καλό, κατάφερε να αρθρώσει κάποιος από μας.
-    Το ξενοδοχείο καλό; Το σέρβις καλό; ξαναρώτησε  Εκείνος.
-     Καλό, καλό, απαντήσαμε μηχανικά, χωρίς να καταλαβαίνουμε τι νόημα είχαν αυτές οι ερωτήσεις.
-     Γενικά είστε ευχαριστημένοι;
-     Πολύ, βεβαίως, απαντήσαμε.

Εν τω μεταξύ οι άγγελοι δεν σταματούσαν να σαλπίζουν στους πύρινους ουρανούς και τα βογκητά και οι βρυχηθμοί να αντηχούν ολόγυρά μας.

-    Είναι επομένως μια καλή στιγμή για να πεθάνετε, είπε ο Μεγάλος Κριτής.

Κανείς μας δεν μίλησε.

Έπειτα κάποιος είπε δειλά :

-   Όμως θα αναστηθούμε, όπως λένε οι Γραφές. Έτσι δεν είναι;
 -    Βεβαίως. Θα γίνετε μοσχάρια, αρνιά και κατσίκια, θα σφαχτείτε και θα φαγωθείτε σ΄ αυτό εδώ το ωραίο ξενοδοχείο από άλλους ευχαριστημένους παραθεριστές. Μερικοί από σάς θα γίνετε αστακοί, θα ριχτείτε ζωντανοί σε ζεματιστό νερό και θα μεταβληθείτε σε ακριβό και επιδεικτικό έδεσμα για πιο απαιτητικούς πελάτες.  Τέλος θα υπάρξουν αρκετοί ανάμεσά σας που θα πνιγείτε παρέα με τα μωρά σας ως λαθρομετανάστες μέσα σ’ αυτή  την υπέροχη θάλασσα που αγναντεύετε.


Είχαμε παγώσει όλοι από τη φρίκη.

-    Μα δεν είναι αυτή εδώ η Δευτέρα Παρουσία; ρώτησε κάποιος με περισσότερο θάρρος.
-    Αυτή είναι, απάντησε ο Μεγάλος Κριτής.  Αλλά ακολουθούν κι άλλες : η Τρίτη Παρουσία, η Τέταρτη, η Πέμπτη.  Η Απειροστή.  Όπως ξέρετε οι αριθμοί δεν έχουν τέλος.
-    Και πότε θα έρθει η ώρα της Μεγάλης Κρίσης; Πότε θα κριθούμε για το βίο και τα έργα μας;
-   Κριθήκατε ήδη, είπε Εκείνος.  Κριθήκατε και βρεθήκατε ένοχοι.
-    Ένοχοι; ρωτήσαμε όλοι απορημένοι και παραλίγο να μας πέσει το ουίσκι από το χέρι.
-   Ένοχοι απολύτως, είπε ο Μεγάλος Κριτής.  Επειδή αποκωδικοποιήσατε λάθος το μήνυμά μου.  Επειδή είπατε : « Η Κόλαση είναι αλλού».


 [Από τη συλλογή διηγημάτων μου «Οι πόρτες», εκδόσεις Ιωλκός]

Το διήγημα δημοσιεύτηκε στην http://bibliotheque.gr/?p=23846


Δεν υπάρχουν σχόλια: