Δεν ξέρω, αν κανείς έχει προσέξει την
ομοιότητα δύο μυθιστορηματικών
χαρακτήρων που εκ πρώτης όψεως δείχνουν να είναι εντελώς άσχετοι μεταξύ τους.
Πρόκειται για τον πλοίαρχο Νέμο, τον συμπαθή παράνομο και μισάνθρωπο χαρακτήρα
του Ιουλίου Βερν από τα έργα του «20.000 λεύγες υπό την θάλασσαν» και «Η
μυστηριώδης νήσος» και για την Φραγκογιαννού, την επίσης συμπαθή και μισάνθρωπο
φόνισσα από το ομώνυμο έργο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη.
Αυτοί οι δύο χαρακτήρες, τόσο ανόμοιοι
εξωτερικά, τόσο ξένοι ο ένας προς τον άλλον ως προς την καταγωγή, την
εθνικότητα, τη μόρφωση, το φύλο, την κοινωνική τάξη και τον τρόπο ζωής προερχόμενοι
από την πένα δυο πολύ ανόμοιων συγγραφέων επίσης ως προς την καταγωγή, την
εθνικότητα, τον τρόπο ζωής και το έργο τους, τελικά συμπίπτουν σκανδαλωδώς ως
προς τις αρχές που τους διέπουν.
Ο Ιούλιος Βερν και ο Αλέξανδρος
Παπαδιαμάντης ξεκινούν και οι δύο περίπου από την ίδια αφετηρία και με τον ίδιο
προβληματισμό. Και οι δύο θέλουν να περάσουν στους αναγνώστες τους την
προσωπική τους αντίθεση και την οργή τους για όσα άδικα βλέπουν να γίνονται
στον κόσμο. Επομένως ο Νέμο και η Φραγκογιαννού είναι κάτι σαν το alter ego
τους, προβολές μιας πλευράς του εαυτού τους. Γι’ αυτό τον λόγο μάς παραδίδουν
δυο συμπαθείς χαρακτήρες παρά τις
αντικοινωνικές τους δραστηριότητες.
Οι συγγραφείς προσπαθούν και το
πετυχαίνουν να κρατήσουν τις ισορροπίες: από τη μια γινόμαστε θεατές παράνομων
ενεργειών, με τις οποίες δεν συμφωνούμε, από την άλλη μάς είναι αδύνατο να
αισθανθούμε εχθρικά απέναντι σ’ αυτές τις δυο φιγούρες που κίνητρό τους είναι η
αγάπη για τον άνθρωπο. Μια αγάπη διαστρεβλωμένη από την απόγνωση και από την αίσθηση
της αδυναμίας απέναντι σε ένα κόσμο βαθιά αλλοτριωμένο, ανήθικο και ανάλγητο
που δεν πρόκειται ποτέ να αλλάξει.
Ο πλοίαρχος Νέμο και η Φραγκογιαννού,
καθένας με τον τρόπο του, τολμούν να περάσουν το όριο και να μπουν σε μια
περιοχή σκοτεινή. Ξέρουν πως τα βάζουν με κάτι πολύ δυνατότερό τους, όμως δεν
έχουν άλλη επιλογή. Η πίκρα και ο πόνος που κατατρώει την ψυχή τους έχει γίνει
σιγά-σιγά αφόρητη οργή και μίσος. Καταλήγουν εχθροί της κοινωνίας, δυο τραγικά
πρόσωπα που μάχονται το Αδύνατο.
«Παντοδύναμε Θεέ μου, φτάνει, φτάνει!»,
λέει σε μια στιγμή έντονης εσωτερικής αγωνίας ο πλοίαρχος Νέμο. «Θε μου, γιατί
να έλθει στον κόσμο κι αυτό», λέει η Φραγκογιαννού σε μια δική της στιγμή
έντονης εσωτερικής αγωνίας κοιτάζοντας τη νεογέννητη άρρωστη εγγόνα της.
Η φράση «Παντοδύναμε Θεέ μου, φτάνει,
φτάνει!» και η φράση «Θε μου, γιατί να έρθει στον κόσμο κι αυτό» περιέχουν τον
ίδιο βαθύτατο πόνο για τη ζωή που βασανίζεται, μια αίσθηση αδυναμίας ότι δεν
μπορούν να διορθωθούν τα πράγματα, ένα πικρό παράπονο προς όλες τις
κατευθύνσεις και μια επίκληση απελπισίας προς τον Δημιουργό αυτού του παράλογου
και μοχθηρού κόσμου.
Σε κάποιο άλλο σημείο ο πλοίαρχος Νέμο
εμφανίζεται να λέει πως οι άνθρωποι στην επιφάνεια της θάλασσας ασκούν τους
άδικους νόμους τους, μάχονται, καταβροχθίζουν ο ένας τον άλλον και εντρυφούν
στη γήινη φρίκη. Ο ίδιος έχει αποσυρθεί αηδιασμένος στα βάθη της θαλάσσης,
μακριά από κοινωνικούς θεσμούς και συμβάσεις, ελεύθερος και μοναχικός, ένας
άνθρωπος εξαιρετικά μορφωμένος που κρύβει μια τραγωδία στη ζωή του για την
οποία ποτέ δεν μιλά. Αποκεί ξεκινά τον αγώνα του δίνοντας βοήθεια στους
κατατρεγμένους και κάνοντας επιθέσεις στους άδικους. Ο αγώνας του είναι άνισος.
Ένας άνθρωπος μόνος δεν μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Το ξέρει ο συγγραφέας, το
ξέρει ο ήρωάς του, το ξέρουμε κι εμείς οι αναγνώστες.
Η Φραγκογιαννού, μια αμόρφωτη
ηλικιωμένη χωρική, από άλλους δρόμους αυτή, με τη δική της τραγωδία ζωής να την
κατατρύχει, καταλήγει μοιραία στο ίδιο συμπέρασμα με τον μυθιστορηματικό της
συνάδελφο: Ο κόσμος είναι σκληρός και αλίμονο στον άνθρωπο που θα γεννηθεί
γυναίκα. Καλύτερα να μην είχε γεννηθεί. Μοναχική στην ουσία κι εκείνη, αφού με
κανέναν δεν μπορεί να μοιραστεί τις τρομερές σκέψεις που στριφογυρίζουν στο
μυαλό της (μόνο κάποιους ανώδυνους υπαινιγμούς αφήνει στον περίγυρό της),
απομακρύνεται ουσιαστικά από την κοινωνία, από τη στιγμή που θέτει σε εφαρμογή
το φονικό της σχέδιο. Κι εδώ ο αγώνας είναι άνισος. Με το να σκοτώνει κανείς τα
θηλυκά μωρά δεν αλλάζει τον κόσμο. Το ξέρει η Φραγκογιαννού, το ξέρει ο συγγραφέας,
το ξέρουμε κι εμείς οι αναγνώστες.
Ο πλοίαρχος Νέμο και η φόνισσα Φραγκογιαννού είναι στην ουσία ο ίδιος
άνθρωπος, ο άνθρωπος που στέκεται απέναντι στον στρεβλό κόσμο μας αηδιασμένος
και εξοργισμένος, που διαχωρίζει τη θέση του από τους άλλους, απομονώνεται και
ξεκινά τον προσωπικό του αγώνα ενάντια στο Κακό. Έναν αγώνα επίσης στρεβλό,
απελπισμένο και καταδικασμένο στην αποτυχία εξαρχής, εφόσον οι δημιουργοί τους
συγγραφείς δεν θέλησαν να φτάσουν στα άκρα τον μύθο τους. Οι ήρωές τους ηττώνται,
αποσύρονται από τη σκηνή και ο κόσμος συνεχίζει να είναι αυτός που είναι,
στραβός, ανάποδος και με ύποπτες ηθικές αρχές.
Το κείμενο είχε δημοσιευθεί στην bibliotheque.
https://www.bibliotheque.gr/article/18889
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου