Πολύ λίγοι υποθέτω
χρήστες του φβ έχουν την εμπειρία του καινοφανούς για πράγματα που σήμερα όλος
ο κόσμος θεωρεί κοινά και πολύ συνηθισμένα.
Κάποιοι μεγαλύτεροι
έχουμε αυτή την εμπειρία και μερικές φορές έχουμε και την αίσθηση ότι ο κόσμος
χωρίζεται σε δύο εποχές, σε εκείνη προ του καινοφανούς και σε αυτή μετά το
καινοφανές.
Ποιος πχ θυμάται τις
καινοφανείς γυναικείες κάλτσες που δεν είχαν ραφή; Όταν για πρώτη φορά ως έφηβη
αντάλλαξα τα σοσόνια με τις γυναικείες κάλτσες, είχαν ακόμα τη ραφή και
πανάθεμά την ποτέ δεν ήταν στη θέση της, στο πίσω μέρος της γάμπας δηλαδή και
ίσια, κατακόρυφη από πάνω ως κάτω. Θεόστραβη ήταν και κάθε τόσο έσκυβα να την
ισιώσω. Ευτυχώς μετά από λίγους μήνες εμφανίστηκαν οι νέες κάλτσες χωρίς ραφή
και το πρόβλημά μου λύθηκε.
Υπήρχαν όμως ακόμα οι
καλτσοδέτες.
Άλλο βάσανο αυτό. Να
πρέπει να συγκρατείς την κάλτσα με ένα πλατύ λάστιχο λίγο πιο πάνω από το
γόνατο. Σύντομα όμως γενικεύτηκαν οι ζαρτιέρες που ήταν πιο πρακτικές. Και
μπορεί σήμερα οι ζαρτιέρες να αποτελούν σεξουαλικό αξεσουάρ για τις πορνοστάρ, τότε
όμως όλες οι γυναίκες τις χρησιμοποιούσαμε και ήταν ένα επιπλέον εσώρουχο, άρα
μια επιπλέον φασαρία. Ύστερα βγήκε το καλσόν και ησυχάσαμε.
Υπήρχε ξέρετε μια
εποχή που ο κόσμος δεν γνώριζε τι είναι τα πατατάκια, τα τσιπς. Μόνο τις
τηγανητές πατάτες γνώριζε. Κάποια στιγμή εμφανίστηκαν κι αυτά και μπήκαν για
πάντα στη ζωή μας.
Το ίδιο ισχύει και για
το παγωτό χωνάκι. Παγωτό τρώγαμε στο ζαχαροπλαστείο ή το αγοράζαμε από τον
παγωτατζή που περνούσε από τη γειτονιά, το γνωστό παγωτό ξυλάκι. Και ξαφνικά
εμφανίστηκε το παγωτό χωνάκι. Ουρές έκανε ο κόσμος για να πάρει ένα. Θυμάμαι
ακόμα την υφή του, ήταν μαλακή και αφρώδης, σε αντίθεση με το παγωτό ξυλάκι που
ήταν σκληρό κι έπρεπε να το δαγκώσεις για να το φας.
Κατεψυγμένα προϊόντα -
από όσο θυμάμαι - δεν υπήρχαν. Και ξάφνου γέμισε η αγορά με κατεψυγμένα ψάρια,
πολύ πιο φτηνά από τα φρέσκα.
Εμείς ζούσαμε δίπλα
στη θάλασσα και οι ψαράδες περνούσαν τα πρωινά και πουλούσαν στις νοικοκυρές
την ψαριά τους. Η μητέρα μου όμως βρήκε ότι άξιζε τον κόπο να τρώμε κατεψυγμένο
ψάρι που ήταν φτηνότερο και, όπως ισχυριζόταν, το ίδιο νόστιμο. Ο πατέρας μου
δεν το ήθελε. Δίκιο είχε, εφόσον είχαμε τη δυνατότητα να φάμε φρέσκο ψάρι και
σπαρταριστό. Αλλά ποιος τον άκουγε. Νομίζω ότι τελικά έκαναν κι οι δυο αμοιβαίες
υποχωρήσεις.
Έπειτα εμφανίστηκαν τα
τρανζίστορ. Τα έχετε δει στις ελληνικές ταινίες του ’60 που τα περιφέρουν οι
νεαροί και χορεύουν σαν τρελοί. Ως τότε γνωρίζαμε μόνο την κλασική συσκευή
ραδιοφώνου, βαριά, επιβλητική και με σημαίνουσα θέση μέσα στο σπίτι.
Στα χρόνια της χούντας
έφτασε επιτέλους και στην Ελλάδα η περίφημη κόκα κόλα που την ακούγαμε και τη
διαβάζαμε, αλλά δεν είχαμε ιδέα πώς ήταν. Δεν ξέρω γιατί, είχα την εντύπωση ότι
ήταν ένα χρωματιστό υγρό και κάπως παχύρρευστο.
Τέλος πάντων, όταν
ήρθε στην Ελλάδα, ο Μιχάλης, η Σοφία κι εγώ με πολλή επισημότητα αγοράσαμε
τρεις κόκα κόλες και πήγαμε να τις δοκιμάσουμε στο σπίτι του Μιχάλη. Ανοίξαμε
τα μπουκάλια, ρίξαμε το αναψυκτικό στα ποτήρια και το δοκιμάσαμε προσεχτικά.
Απογοήτευση! Δεν έλεγε
τίποτα! Ειδικά εγώ που περίμενα ένα πολύχρωμο, πυκνό υγρό απογοητεύτηκα
τελείως. Αυτό που δεν ξέραμε όμως ήταν ότι η κόκα κόλα είχε εθιστικές ιδιότητες
και ότι όντως πήγαινε με όλες τις τροφές. Το μάθαμε στη συνέχεια.
Τέλος, πρέπει να
ξέρετε οι νεότεροι ότι ο κόσμος κάποτε ζούσε χωρίς τηλεόραση και ότι αυτός ο
κόσμος είναι ακόμα εδώ μαζί σας.
Μπορώ άνετα να
διαχωρίσω τη ζωή μου σε πΤ, προ τηλεόρασης, και σε μΤ, μετά τηλεόραση.
Στο σπίτι άργησε
σχετικά να μπει η τηλεοπτική συσκευή, διότι η μητέρα μου τη βαριόταν. Εγώ καιγόμουν
όμως. Όταν ήμουν παιδί, ο πατέρας μου μού είχε μιλήσει σχετικά κι εγώ είχα
μείνει με το στόμα ανοιχτό. Κινηματογράφος μέσα στο σπίτι μας; Μα αυτό είναι
ένα όνειρο!
Ήρθε τελικά κάποια
καθυστερημένη μέρα η ασπρόμαυρη τηλεόραση στο σπίτι και αυτό ήταν, κόλλησα. Τι
θυμάμαι από αυτήν; Μα ασφαλώς το «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» που με είχε
μαγέψει. (Άγνωστο πόλεμο και άλλες δημοφιλείς σειρές δεν είδα ποτέ). Την κωμική
σειρά «Εκείνες κι εγώ» με τον Λάμπρο Κωνσταντάρα. Ελληνικές κινηματογραφικές
ταινίες. Και άλλες εκπομπές που τώρα δεν μου έρχονται στο νου.
Το 1972 βρέθηκα στο Λονδίνο και θυμάμαι που στάθηκα εκστατική μπροστά σε ένα παράθυρο, μέσα από το οποίο έβλεπα να παίζει μια έγχρωμη τηλεόραση. Τι μαγεία ήταν αυτή! Καθηλώθηκα εκεί στο πεζοδρόμιο για λίγα λεπτά και χάζευα σαν παιδί. Όταν η έγχρωμη τηλεόραση ήρθε στην Ελλάδα, ήμουν όμως πια οικονομικά ανεξάρτητη και νομίζω ότι ανήκω στους πρώτους Έλληνες που έβαλαν στα σπίτια τους τη νέα αυτή τηλεοπτική συσκευή.
Με
λίγα λόγια μπορώ να πω ότι ο κόσμος μου χωρίζεται στα δυο: στην εποχή κάλτσας
με ραφή και στην εποχή κάλτσας χωρίς ραφή, στην προ ζαρτιέρας και στη μετά
ζαρτιέρα εποχή, στην προ καλσόν και στη μετά καλσόν, στην προ τσιπς και μετά
τσιπς, προ παγωτού χωνάκι και μετά παγωτό χωνάκι, προ κατεψυγμένων ψαριών και
μετά τα κατεψυγμένα ψάρια, προ τρανζίστορ και μετά τρανζίστορ, προ κόκα κόλας
και μετά κόκα κόλα, προ ασπρόμαυρης και μετά την ασπρόμαυρη τηλεόραση, προ
έγχρωμης και μετά την έγχρωμη τηλεόραση.
Το κομπιούτερ ήρθε
σχετικά αργά στη ζωή μου. Ήμουν πια σε ηλικία που τίποτε δεν μου έκανε εντύπωση.
Όσο για τους νεότερους
από μένα, είμαι σίγουρη ότι η ζωή τους θα διακρίνεται σε προ ευρώ και σε μετά
ευρώ εποχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου