21/12/25

Όνειρα

 

Τι περιμένεις;


Τίποτα.


Τι νοσταλγείς;


Τίποτα.


Τι ονειρεύεσαι;


Δεν θα σου πω.


 

Έχει αίμα;


Όχι.


Έχει αμαρτία;


Έχει.


Ταπείνωση έχει,


Στέρηση,


Πόνο;


 

Έχει απ’ όλα.

 

Α, πόση γοητεία!


Πες μου γι’ αυτά σου τα όνειρα,


Μίλησέ μου.


 

Τα όνειρά μου να τα αφήσεις ήσυχα.


Είναι ο κρυφός μου θησαυρός.


Κανέναν δεν πειράζουν.


Μόνο εμένα.

 

20/12/25

"Wish You Were Here"

 

 



Πολλοί από μας έχουν εκλάβει αυτό το τραγούδι ως ερωτικό, επειδή δεν γνωρίζουν την προϊστορία του.

 

Η αλήθεια είναι ότι οι Pink Floyd το έγραψαν για τον Syd Barret, παλιότερο μέλος του συγκροτήματος.

 

Μέχρι το 1975, ο Syd Barrett είχε γίνει μια χλωμή σκιά του παλιού του εαυτού.

 

Όταν έκανε μια απροσδόκητη επίσκεψη στο Abbey Road στις 5 Ιουνίου, μπαίνοντας και σκοντάφτοντας στο στούντιο, ενώ ο μηχανικός ήχου Brian Humphries τροποποιούσε το τελικό μιξάζ του "Shine On You Crazy Diamond", είχε πάρει τόσο πολύ βάρος που οι άλλοι δεν τον αναγνώρισαν για αρκετά λεπτά. Είχε ξυρίσει και το κεφάλι του, μαζί με τα φρύδια του.

 

Ο Waters πονούσε να βλέπει τον φίλο του τόσο χαμένο, τόσο αποστασιοποιημένο, τόσο αποσυνδεδεμένο από τον κόσμο γύρω του. Το "Wish You Were Here" ασχολείται με αυτή την ψυχική αδυναμία - την άρνηση, ακόμη και - να έρθει σε επαφή με την πραγματικότητα, και χρησίμευσε τόσο ως μια συσπείρωση για τον Waters όσο και ως ένας θλιβερός φόρος τιμής στις καλύτερες μέρες του Barrett. (Από το διαδίκτυο).

 

Από τα ωραιότερα τραγούδια των Pink Floyd.

 

Προσέξτε στο τέλος τον άνεμο που σηκώνεται και τα παρασύρει όλα, ώσπου δεν μένει τίποτα στα μάτια μας, στη μνήμη μας, στον κόσμο.

 

Λοιπόν, νομίζεις ότι μπορείς να ξεχωρίσεις

τον Παράδεισο από την Κόλαση;

Τους γαλάζιους ουρανούς από τον πόνο;

Μπορείς να ξεχωρίσεις ένα πράσινο χωράφι

από ένα κρύο ατσάλινο κιγκλίδωμα;

Ένα χαμόγελο από ένα πέπλο;

Νομίζεις ότι μπορείς να το καταλάβεις;

 

Σε έπεισαν να ανταλλάξεις

τους ήρωές σου με φαντάσματα;

Ζεστές στάχτες με δέντρα;

Ζεστό αέρα με ένα δροσερό αεράκι;

Κρύα άνεση με αλλαγή;

Και αντάλλαξες

μια συμμετοχή στον πόλεμο

με έναν πρωταγωνιστικό ρόλο σε ένα κλουβί;

 

Πόσο μακάρι, πόσο μακάρι να ήσουν εδώ.

Είμαστε απλώς δύο χαμένες ψυχές

που κολυμπούν σε μια γυάλα,

χρόνο με τον χρόνο

τρέχουν στο ίδιο παλιό έδαφος.

Τι έχουμε βρει;

Τους ίδιους παλιούς φόβους.

Μακάρι να ήσουν εδώ.

 

https://americansongwriter.com/wish-you-were-here-pink-floyd-behind-the-song/

*

Εδώ το τραγούδι:


https://www.youtube.com/watch?v=ZVcU9m488e4&list=RDZVcU9m488e4&start_radio=1



19/12/25

Να βγάζεις το φουστάνι σου

 

Να βγάζεις το φουστάνι σου


και να το κρεμάς ανάποδα


με τις ραφές προς τα έξω


και να μη σε νοιάζει...





Πρέπει τώρα

 

Πρέπει τώρα


μέσα από σωλήνες,


καλώδια,


ηλεκτροφόρα σύρματα,


μέσα από φλέβες,


και αυλακώσεις του μυαλού


και ίνες της καρδιάς


και της ψυχής πληγές αιμορραγούσες


να χυθεί στην απέραντη θάλασσα


που όλα τα  καταπίνει,


πρέπει να χυθεί


παχύρευστη σαν μέλι


αργά, 


με θλίψη,


κάπως σαν πένθος,


σαν αποχαιρετισμός,


όλη εκείνη η ηδυπάθεια


που έψαχνε διέξοδο


και δεν έβρισκε.


Δεν πρέπει τίποτα


να αφήσει πίσω της.


 

Δεκέμβριος του 2025 ή του ΄26 ή του ΄30 


ή του 2100.





18/12/25

Πώς τόλμησες

 





Πώς τόλμησες αλήθεια,


πώς το τόλμησες,


πώς σκέφτηκες


ότι είναι δυνατό


να βγάλεις από τον κόσμο των ονείρων


αυτό που λένε ευτυχία


και να το στήσεις


εδώ, σ’ αυτό τον κόσμο


με τα κυκλώπεια τείχη,


πώς πέρασε από το νου σου κάτι τέτοιο;


 

Εδώ, αγαπητή μου,


δεν είναι ονειροχώρα.


Εδώ είναι τα πράγματα


κάθετα και ακάθεκτα


και όποιο όνειρο τολμήσει


να ξεφύγει


και να’ ρθει κατά δω


πεθαίνει από ασφυξία.


Στραγγαλίζεται.


 

Μην κλαις.



 

16/12/25

Πυρετός

 

Και τώρα τι έγινε;


Χωρίς τον πυρετό μου


δεν μπορώ να γράψω.


 

Δεν έχω πυρετό,


κάτι δέκατα ασήμαντα.


 

Σε κατηγορώ,


σε κατηγορώ,


μου στέρησες τον πυρετό μου!


Ποιήματα χωρίς φωτιά


δεν βγαίνουν.

 


Δώσε μου πίσω


τον πυρετό μου!


 

Πώς στέκεις έτσι


αναποφάσιστος…



Ραγδαιότης

 

 



 

Θα βρέχει όλη τη νύχτα,


είπαν οι μετεωρολόγοι,


θα έχει καταστάσεις ραγδαιώδεις


(τι λέξη πάλι κι αυτή,


μ’ αρέσει όμως).


 

Ραγδαιώδης,


ραγδαίος,


ραγδαιότητα.


Πώς να την συνταιριάξω


μ’ αυτό που νιώθω τώρα;


 

Ραγδαία επιθυμία,


ναι, καλό είναι αυτό,


ταιριάζει.


 

Είμαι σε ραγδαιότητα.


Βρέχει ασταμάτητα,


γέμισαν δάκρυα οι δρόμοι,


φούσκωσαν τα ποτάμια,


πέσαν γέφυρες,


άνοιξαν στα δύο οι πλατείες,


η θάλασσα ανακατεύτηκε


με τόσα ραγδαία δάκρυα,


θόλωσε


κι οι βάρκες αναποδογύρισαν.


Όλη τη νύχτα απόψε


θα κυριαρχεί


αυτή η ραγδαιότης των δακρύων.


 

Κι έπειτα πάλι


το πρωί


θα ανοίξει ξάστερος ο ουρανός


και θα αποκαλύψει τα συντρίμμια.


Θα στέκονται όλα τσακισμένα και ήσυχα.


Λες και πριν λίγο


ο κόσμος δεν πνιγόταν,


λες και η ψυχή δεν σπαρταρούσε


μέσα σε λασπωμένο χείμαρρο ονείρων.


 

Ηρεμία.


Όλα είναι τώρα παρελθόν.


Μάτια στεγνά.


Ας το ξεχάσουμε.


 

Μέχρι την επομένη


ραγδαιότητα


που δεν θα αργήσει,


όπως υποπτεύομαι.



15/12/25

Πριν ένα χρόνο

 

Σήμερα, 15/12/2025

 

Σε δέκα μέρες κλείνει ένας χρόνος από το ατύχημά μου.

Νομίζω πως συνέβη χθες.

Βέβαια τώρα είμαι καλά.

Έχω κάτι σημάδια στα γόνατα. Στην αρχή ήταν μεγάλες πληγές. Τώρα είναι μεγάλα σημάδια. Θα σβήσουν ελπίζω κάποτε. Αυτά τα σημάδια είναι τα μόνα που μου έμειναν από εκείνο το ατύχημα.

 

Δεν το θυμάμαι με τρόμο, το θυμάμαι εντυπωσιασμένη. Γι’ αυτό το φέρνω συχνά στο μυαλό μου. Οι γιατροί απορούσαν πώς έμεινα ζωντανή – είμαι και μεγάλη στην ηλικία, μια άλλη στη θέση μου δεν θα είχε επιζήσει, η δοκιμασία ήταν πολύ ζόρικη.

 

Μετά από ώρες ατέλειωτες παλεύοντας με τα νερά - είχε πια νυχτώσει και είχα ανάψει το φως - ήρθε και ένα νέο χτύπημα, αυτή τη φορά από την Κόλαση: τα νερά είχαν διαποτίσει τον πίνακα του ηλεκτρικού και τα φώτα έσβησαν. Είχα μείνει στο σκοτάδι.

 

Θυμάμαι πως άναψα ένα κερί και συνέχισα τον αγώνα. Λίγο αργότερα γλίστρησα πάνω στα νερά κι έπεσα κάτω. Προσπάθησα να σηκωθώ, αλλά γλιστρούσα συνέχεια στα νερά. Προσπάθησα πολύ. Πάντα γλιστρούσα. Άρχισα τότε να σέρνομαι. Για ώρες. Δεν ήταν εύκολο το σούρσιμο. Είχα χάσει τις δυνάμεις μου.

 

Πολλές ώρες. Πόντο πόντο. Κάποια στιγμή θυμήθηκα το κερί που άναβε στην κουζίνα.  Μην πάρω και φωτιά, σκέφτηκα, μετά το ξέχασα.

 

Πόσες ώρες σερνόμουν; Από το παράθυρο θυμάμαι ότι είδα τη μέρα να σβήνει κι εγώ είχα διανύσει τη μισή απόσταση για να φτάσω ως την πόρτα. Πολλές ώρες επομένως.

 

Μετά σκέφτηκα ότι κι αν ποτέ έφτανα ως την πόρτα, δεν θα μπορούσα να σηκωθώ για να την ανοίξω. Επομένως:

 

«Θα πεθάνω», σκέφτηκα.

«Πεθαίνω», σκέφτηκα.

 

Σταμάτησα κάθε προσπάθεια. Ήταν μάταιο.

Ήμουν ήρεμη, καμιά αγωνία.

 

Έχασα τις αισθήσεις μου κι έμεινα έτσι δυο μέρες.

 

Συνολικά είχα μείνει τέσσερις μέρες χωρίς τροφή και νερό, τις δύο πρώτες με συνείδηση, τις άλλες δύο αναίσθητη.

 

Όταν με βρήκαν και με σήκωσαν και με τύλιξαν σε μια κουβέρτα, είχα απλανές βλέμμα και ψιθύριζα λόγια που κανείς δεν μπορούσε να ακούσει.

 

Μετά πάλι αναίσθητη.

 

Ξύπνησα – δεν ξέρω πότε, δεν το έμαθα ποτέ – σε ένα κρεβάτι νοσοκομείου δεμένη χεροπόδαρα. Είχα πάθει ντελίριο.

 

Ξανά κενό.

 

Μετά ήρθε ο εαυτός μου και με βρήκε.

Επανήλθα σ’ αυτό που λέμε ζωή.

 

Πριν ένα χρόνο όλα αυτά και είναι σαν να έγιναν χθες.



Τα βράδια που φεύγεις

 




Τα βράδια που φεύγεις


νιώθω μόνη,


ένα κουρελάκι


στον απέραντο κόσμο.


Παγώνει η καρδιά μου


κι η μοναξιά μου


στέκεται ασάλευτη από πάνω μου.


Με κοιτάζει με μάτια ψυχρά,


περιμένει αμίλητη


να σηκωθώ,


να κλείσω όλους τους δρόμους


που οδηγούν σε σένα


κι ύστερα βουβή


και πάντα ψυχρή


με οδηγεί στο κρεβάτι μου.


 

Είμαι υπάκουη όμως.


Και ήσυχη.


Πρώτα αποκοιμιούνται


τα οράματά μου,


έπειτα κι εγώ.