Το έτος 1901, πριν εκατόν δέκα χρόνια δηλαδή ( και μη σας φαίνονται πολλά), η Αθήνα συγκλονιζόταν από ογκώδεις διαδηλώσεις, όπως καλή ώρα στις μέρες μας, στις οποίες πρωτοστατούσαν οι φοιτητές και οι καθηγητές τους και μαζί μ’ αυτούς και άλλοι πολλοί πολίτες, επαγγελματίες, δάσκαλοι, παπάδες, βουλευτές και χωρικοί. Οι Έλληνες τότε ήταν ακόμα πολύ φτωχοί, ωστόσο δεν διαδήλωναν για οικονομικά θέματα (ίσως γιατί θεωρούσαν τη φτώχια τους αυτονόητη), διαδήλωναν για ζητήματα πνευματικά και συγκεκριμένα για την ελληνική γλώσσα που την ήθελαν καθαρεύουσα και όχι δημοτική. Οι διαδηλώσεις δεν ήταν καθόλου ειρηνικές, έγιναν πολλά έκτροπα και κατέληξαν με το θάνατο οχτώ – κατ’ άλλους έντεκα – ατόμων και με πολλούς τραυματίες.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Οκτώβριος του 1901. Η εφημερίδα «Ακρόπολις» αρχίζει να δημοσιεύει σε συνέχειες τη μετάφραση του Ευαγγελίου στα νέα ελληνικά. Η μετάφραση είχε γίνει από τον Αλέξανδρο Πάλλη και είχε εκτυπωθεί στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου με έξοδα της βασίλισσας Όλγας.. Είχε κυκλοφορήσει σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων μεταξύ των Ελλήνων της Διασποράς και το πράγμα είχε περάσει απαρατήρητο, μέχρι τη στιγμή που ο Βλάσης Γαβριηλίδης, ο ιδρυτής και διευθυντής της εφημερίδας «Ακρόπολις», αποφάσισε να τη δημοσιεύσει σε συνέχειες με τον τίτλο: «Το έργον της Βασιλίσσης η Ακρόπολις το συνεχίζει». Εκ των υστέρων έγινε γνωστό ότι ο Γαβριηλίδης είχε τη συγκατάθεση του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Προκοπίου και του κοσμήτορα της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Εμμ. Ζολώτα.
Αλέξανδρος Πάλλης
Βρισκόμαστε σε μια εποχή που επικρατεί ο άκρατος εθνικισμός και η αρχαιολατρία. Όποιος δεν χρησιμοποιεί την καθαρεύουσα, διαπράττει εθνικό έγκλημα και θεωρείται προδότης. Οι δημοτικιστές αποκαλούνται άθεοι, προδότες και σλάβοι. Αυτό το τελευταίο σήμερα μπορεί να μας φαίνεται παράδοξο, τότε όμως δεν ήταν, καθώς το ελληνικό στοιχείο στη Μακεδονία αντιμετώπιζε σοβαρό κίνδυνο εκσλαβισμού από τους Βούλγαρους. Να σημειώσουμε επίσης ότι η βασίλισσα Όλγα ήταν ρωσικής καταγωγής και δεν ενέπνεε εμπιστοσύνη στο λαό.
Βασίλισσα Όλγα
Παράλληλα η ορθόδοξη ελληνική Εκκλησία ήδη από το 18ο αιώνα είχε απαγορεύσει με ποινή αφορισμού την αγορά, την κατοχή και την ανάγνωση μεταφράσεων της Αγίας Γραφής στην καθομιλούμενη και με την ποινή του αναθέματος τη μετάφρασή της σε απλούστερη γλώσσα. Το κοινωνικό περιβάλλον λοιπόν του 1901 δεν είναι δυνατόν να ανεχθεί τέτοιες πρωτοβουλίες που υπονομεύουν το κύρος του ελληνικού πολιτισμού, την ιστορία, τη θρησκεία και τις παραδόσεις του έθνους.
Πρωτοστάτες σ’ αυτόν τον αγώνα είναι οι φοιτητές της εποχής μαζί με τους καθηγητές τους. Πεντακόσια άτομα εισβάλλουν στα γραφεία της εφημερίδας «Ακρόπολις» και απειλούν όσους βρίσκουν εκεί ότι θα βάλουν φωτιά και θα κάψουν το κτήριο, κάνουν βανδαλισμούς και κρέμονται από τα παράθυρα και τους εξώστες εκτοξεύοντας ύβρεις κατά του Γαβριηλίδη που απουσιάζει εκείνη την ώρα. Η εφημερίδα συνεχίζει ωστόσο να δημοσιεύει τη μετάφραση των Ευαγγελίων για λίγες ακόμα μέρες, αλλά στις 20 Οκτωβρίου αναγκάζεται να διακόψει. .
Στις 3 και 4 Νοεμβρίου το κέντρο της Αθήνας βράζει. Εκατοντάδες διαδηλωτές απειλούν την εφημερίδα, κάνουν έκκληση στον Πατριάρχη να αφορίσει τον Αλέξανδρο Πάλλη και ζητούν να συγκληθεί η Ιερά Σύνοδος για να αποπέμψει τον Αρχιεπίσκοπο. Φοιτητές, δάσκαλοι, παπάδες, βουλευτές, χωρικοί με εικόνες και εξαπτέρυγα είναι έτοιμοι να λιντσάρουν τους εχθρούς της γλώσσας των προγόνων. Οι εφημερίδες Εμπρός, Σκριπ και Καιροί σιγοντάρουν τις διαδηλώσεις μιλώντας για κινδύνους που απειλούν το έθνος λόγω της παράφρασης των Ευαγγελίων. Το θέμα δεν είναι πια γλωσσικό και θρησκευτικό μόνο, είναι και πολιτικό. Η μετάφραση είναι έργο των εχθρών της πατρίδας και υπάρχει σαφής σλαβικός κίνδυνος εδώ. Η βασίλισσα Όλγα δεν θεωρείται αμέτοχη αυτών των ύπουλων σχεδίων του πανσλαβισμού.
Γ. Θεοτόκης
Κάποιοι επιχειρούν να παραβιάσουν την πύλη της Βουλής και να ζητήσουν την παραίτηση της κυβέρνησης Γ. Θεοτόκη, άλλοι θέλουν να καταλάβουν το κτήριο της Αρχιεπισκοπής. Γράφουν οι εφημερίδες της εποχής: « Η Χωροφυλακή εδοκίμασε επί κεφαλών (των διαδηλωτών) άμετρον βίαν». Τα επεισόδια παίρνουν μεγάλες διαστάσεις. Στις 8 Νοεμβρίου ογκώδης οχλοκρατική διαδήλωση 50.000 περίπου ατόμων στους Στύλους του Ολυμπίου Διός που συγκάλεσαν γλωσσαμύντορες και πολιτικάντηδες της ομάδας Δηλιγιάννη καταλήγει σε φονικό. Ένα μέρος των διαδηλωτών παρακινούμενο από το υβρεολόγιο κατά του Αρχιεπισκόπου κατευθύνεται προς την οδό Κοραή με σκοπό να καταλάβει το κτήριο της Αρχιεπισκοπής. Η Χωροφυλακή και ένα ναυτικό άγημα προσπαθεί να τους εμποδίσει. Κάποιος από το πλήθος βγάζει ένα περίστροφο και πυροβολεί. Μέσα σε λίγη ώρα η περιοχή γίνεται πεδίο κανονικής μάχης με διαδηλωτές να πυροβολούν τους χωροφύλακες κι εκείνοι να ανταποδίδουν. Ο τραγικός απολογισμός: οχτώ – κατ’ άλλους έντεκα – νεκροί και εβδομήντα τραυματίες.
Κάποιοι διαδηλωτές επιτίθενται με πέτρες κατά της φρουράς του πρωθυπουργού Γ. Θεοτόκη, ο οποίος φεύγει με την άμαξά του από το ξενοδοχείο της Μεγάλης Βρετανίας. Ανταλλάσσονται πυροβολισμοί και οι διαδηλωτές φωνάζουν: «Κάτω ο δολοφόνος! Κάτω ο φονιάς!».
Εφημερίδα της εποχής γράφει την επομένη:
«ΗΜΕΡΑ ΠΕΝΘΟΥΣ
Οι ελεεινοί πρωταγωνισταί της βεβήλωσης των Ευαγγελίων θα τρίβουν αναμφιβόλως εξ ευχαριστήσεως τας χείρας, διότι εγένοντο παραίτιοι του αγριωτέρου θεάματος, το οποίον παρέστησαν αι Αθήναι από της αλώσεως υπό του Σύλλα. Πόλεως αλισκομένης, πόλεως σφαζομένης, πόλεως δολοφονουμένης. Αι σφαίραι του ναυτικού και του πυροβολικού, σφαίραι αδελφών οπλισθέντων εναντίον αδελφών, διέρρηξαν κρανία, συνέτριψαν στήθη, εξώρυξαν οφθαλμούς, έθραυσαν κνήμας και κατέστησαν την οδόν Κοραή και τα πέριξ ερυθράς εκ του αίματος. Η μωρά Κυβέρνησις, ήτις αφήκεν επί τόσους μήνας αδιάφορος ν’ αυξήση και να γιγαντοποιηθή το σκάνδαλον, προσεπάθησε κατά την τελευταίαν στιγμήν να το καταπνίξει διά της βίας. Ως να μη ήρκουν δε αι σφαίραι του στρατού, προσετέθησαν εις αυτάς και τα ρεβόλβερ των μετημφιεσμένων και μη αστυφυλάκων και των άλλων αφωσιωμένων δολοφόνων, οίτινες επυροβόλουν κατά του λαού από των παραθύρων του Υπουργείου Οικονομικών».
Βλ. Γαβριηλίδης
Η εφημερίδα «Ακρόπολις» ζήτησε συγγνώμη και δήλωσε ότι «παραμένει αμείλικτος πολέμιος παντός φρονούντος αντεθνικώς και ατίμως και ότι το Ευαγγέλιον δεν πρέπει να αναγιγνώσκεται εν ταις εκκλησίαις εις άλλην τινά γλώσσαν πλην εκείνης, εις την οποίαν εγράφη υπό των θεοπνεύστων ανδρών». Ο Αρχιεπίσκοπος Προκόπιος αναγκάστηκε να παραιτηθεί, το ίδιο και η κυβέρνηση Γ. Θεοτόκη.
Αυτή είναι συνοπτικά η ιστορία των «Ευαγγελικών» που έλαβαν χώρα στην Αθήνα πριν εκατόν δέκα ακριβώς χρόνια. Ποιος τα θυμάται σήμερα αυτά; Και γιατί να τα θυμάται; Η διαμάχη καθαρεύουσας – δημοτικής είναι πια παρελθόν, κρίμα οι ζωές που χάθηκαν γι αυτό το λόγο, οι υπολήψεις που σπιλώθηκαν, η κοινωνική αναταραχή και η αναστάτωση και οι πύρινοι λόγοι χωρίς αντίκρισμα.
Δεν είναι όμως παρελθόν μερικά άλλα πράγματα. Όπως πχ οι θεωρίες συνωμοσίας που μας ταλαιπωρούν ακόμα και βλέπουμε παντού εχθρούς που θέλουν να εξαφανίσουν το έθνος μας. Ή όπως ο φανατισμός που χωρίζει κάθε τόσο τους Έλληνες στα δυο και προκαλεί μίση και διχόνοιες. Όπως οι αντιδράσεις του πλήθους και των δυνάμεων καταστολής που είναι παντού και πάντα οι ίδιες. Όπως η υποψία ότι αστυνομικοί μεταμφιεσμένοι σε διαδηλωτές είναι εκείνοι που προκαλούν τα επεισόδια. Όπως οι επιθέσεις των διαδηλωτών στους πολιτικούς και οι ύβρεις εναντίον τους. Όπως ο ρόλος του Τύπου που εξάπτει το αναγνωστικό κοινό αντί να το διαφωτίζει με ψυχραιμία. Όπως οι φοιτητές που είναι πάντα το πιο ζωηρό στοιχείο του πληθυσμού και αγωνίζονται με πάθος για τις ιδέες τους.
Και η έκπληξη: στα «Ευαγγελικά» οι φοιτητές αποδεικνύονται ως το συντηρητικότερο τμήμα της κοινωνίας που απεχθάνεται τη δημοτική και υπερασπίζεται την καθαρεύουσα. Οι εποχές είναι δύσκολες και κάθε νεοτερισμός μπορεί να απειλήσει την ελεύθερη Ελλάδα που τα σύνορά της φτάνουν ως τη Θεσσαλία. Εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες ζουν ακόμα έξω από το ελληνικό κράτος. Η ιστορία και η γλώσσα είναι αυτά που θα τους κρατήσουν ενωμένους εντός και εκτός της χώρας.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος δεν έχει ακόμα φανεί στον ορίζοντα.
(Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην Ελεύθερη Ζώνη:
http://www.elzoni.gr/html/ent/645/ent.13645.asp)
(Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην Ελεύθερη Ζώνη:
http://www.elzoni.gr/html/ent/645/ent.13645.asp)
4 σχόλια:
Καίτη πολύ ενδιαφέρον το θέμα σου για να μας θυμίζει τα μάταια, αδιέξοδα και γελοία εθνικά νταηλίκια μας. Η Ελληνική γλώσσα, είναι σαν ένας άνθρωπος που μεγαλώνει και αλλάζει. Αλλά πάντα είναι ο ίδιος άνθρωπος, με όλες τις φάσεις της ηλικίας του να περιλαμβάνονται εντός του. Έτσι και η γλώσσα, δεν είναι πολλές, είναι ΜΙΑ σε διαφορετικές φάσεις εξέλιξης. Δεν είναι απαραίτητο λοιπόν, να βιάζουμε τις φάσεις αυτές της γλώσσας, στο όνομα είτε μιας γελοίας αρχαιολαγνείας είτε στο όνομα ενός κούφιου προοδευτισμού. Η γλώσσα εξελίσσεται σύμφωνα με τις ανάγκες του λαού που την μιλάει, με τη σοφία και τη ροή της εξέλιξης της ζωής. Συνεπώς ούτε την αυθεντικότητα της γλώσσας του ευαγγελίου χρειάζεται να καταργήσουμε, (που με την τριβή καταλαβαίνουν και οι αγράμματες γριούλες) ούτε και την γοητευτικότατη γλώσσα του Παπαδιαμάντη χρειάζεται να.....μεταφράσουμε στη δημοτικιά, όπως δυστυχώς έγινε ήδη!!!!!! Ας αφήσουμε το κάθε πράγμα να κουβαλά τη δική του μαγεία και την ιστορία του, σεβόμενοι ό,τι προηγήθηκε, όπως κάνουν όλοι οι πολιτισμένοι λαοί.Ακόμα: Προσωπικά απολαμβάνω τη δυνατότητα που έχω , να αντλώ από την τεράστια δεξαμενή της γλώσσας μας, τη λέξη που ταιριάζει στη σκέψη ή διατύπωσή μου, δίχως να σκέπτομαι δημοτικιές και καθαρεύουσες, τεχνητά προϊόντα ένος εμμονικού φανατισμού, αλλά την ευτυχέστερη δυνατή διατύπωση της σκέψης μου. Όσο για τις επιστημονικές αποδείξεις του DNA μας, δεν έχω λόγους να διαφωνώ, ούτε και με ενδιαφέρει αν είμαι απόγονος του.... Περικλή. Με νοιάζει και με κόφτει να επωφεληθώ από τον θησαυρό της αρχιοελληνικής γραμματείας και πολιτισμού, που είναι παγκόσμια κληρονομιά αλλά εκείνο που με απασχολεί, είναι ως Νεοέλληνας να δημιουργήσω το δικό μου πολιτισμό, αντί να πασαλείβομαι πολιτισμούς που δεν μου ανήκουν για να πάρω αξία, αναδεικνυόμενος σε τζάμπα μάγκα, όπως είναι του συρμού τις τελευταίες δεκαετίες στη χώρα μας.
Φαίδων, συμφωνώ μαζί σου σε όλα τα σημεία.
Πάσχουμε από εθνικό νταηλίκι, αυτό είναι βέβαιο. Τη γλώσσα μας, το μεγάλο μας κεφάλαιο, αντί να τη μελετήσουμε σε βάθος, τη χρησιμοποιήσαμε για να διχονοήσουμε. Σήμερα έχουμε ξεπεράσει αυτό το πρόβλημα, αλλά βρίσκουμε άλλες αφορμές για να παραμείνουμε διχασμένοι.
Εξαιρετικά ενδιαφέρον, και παραδόξως επίκαιρο άρθρο, Καίτη! Ένα μόνο μού έρχεται στο μυαλό, για τους πολιτικούς και τους δημοσιογράφους της εποχής εκείνης, αλλά καιτης σημερινής: «Των οικιών ημών εμπιμπραμένων, υμείς άδατε και εξακολουθείτε να άδετε»
Μαύρε Γάτε, δεν παίζουμε με τις εθνικές γλώσσες. Θεωρούνται ιερές.
Δημοσίευση σχολίου