3/6/16

Πρέπει να διδάσκονται στο σχολείο τα αρχαία ελληνικά;




Αντί προλόγου που κρίνω αυτή τη στιγμή ότι είναι περιττός, η απάντηση είναι: Ναι, πρέπει να διδάσκονται.

Όχι, γιατί έτσι θα μάθουμε να μιλάμε καλύτερα τη σύγχρονη ελληνική γλώσσα. Μια τέτοια αιτιολογία είναι προσβλητική και εξευτελιστική για τα αρχαία ελληνικά κείμενα. Και είναι και αστήριχτη. Μπορούμε κάλλιστα να μάθουμε να μιλάμε και να γράφουμε σωστά τη νεοελληνική γλώσσα, αν τη διδαχτούμε από τους σωστούς δασκάλους και με τα σωστά βιβλία. 

Επίσης, όχι, γιατί πάσχουμε από προγονοπληξία και θεωρούμε μέγα εθνικό αμάρτημα να μη μαθαίνουμε αρχαία ελληνικά. Οι προγονόπληκτοι εξάλλου έχουμε διαπιστώσει ότι είναι ημιμαθείς. Όσο καλά κι αν μελετήσουν την αρχαία ελληνική γλώσσα, ημιμαθείς θα παραμείνουν, γιατί είναι στενοκέφαλοι και δεν χωρούν στο μυαλό τους όλα εκείνα τα ελεύθερα και μερικές φορές και βλάσφημα που έγραψαν οι αρχαίοι έλληνες συγγραφείς.

Τέλος, όχι, επειδή σπουδάσαμε την αρχαία ελληνική γραμματεία και θεωρούμε χρέος μας τώρα να την υπερασπιστούμε. Αν ήταν έτσι, έπρεπε οι αρχιτέκτονες να απαιτούν να μαθαίνουν τα παιδιά αρχιτεκτονική,  οι οδοντίατροι οδοντιατρική και οι μαμές μαιευτική.

Όμως, πρέπει να διδάσκονται τα αρχαία ελληνικά στα σχολεία, επειδή εμείς είμαστε ο μόνος λαός που κληρονόμησε αυτή την ιστορική γλώσσα. Δεν την κληρονόμησαν οι Άγγλοι, δεν την κληρονόμησαν οι Γερμανοί, δεν τη κληρονόμησαν οι Κινέζοι ή οι Ινδονήσιοι.

Είναι δική μας κληρονομιά, όπως είναι η Ακρόπολη, οι Δελφοί και η Ολυμπία.

Κακορίζικος λαός είμαστε βέβαια και όνειδος για τους αρχαίους μας προγόνους, αλλά τι να κάνουμε; Σε μας έλαχε αυτός ο κλήρος. Εδώ συνέβη να γεννηθούμε και ποιες ήταν οι πρώτες λέξεις που μάθαμε, όταν σταματήσαμε να λέμε μαμ, νάνι, νταντά, φτου κακά;

Ιδού μερικές στα πρόχειρα:

Παίζω, παιχνίδι, γελώ, γέλιο,  τραγουδώ, τραγούδι, χορεύω, χορός, ζωγραφίζω, ζωγράφος, πεινώ, πείνα, διψώ, δίψα, θέλω, θέληση, κλαίω, κλάμα, φωνάζω, φωνή, ονειρεύομαι, όνειρο, λυπάμαι, λύπη, λέω, λέξη, ζω, ζωή, πολεμώ, πόλεμος, πατέρας, πατρίδα, μητέρα, αδελφός, φίλος, εχθρός, πόλη, νησί, ποταμός, – σταματώ εδώ, γιατί ο κατάλογος δεν τελειώνει.

Όλες αυτές οι λέξεις που μαθαίνουμε να ψελλίζουμε από τα πρώτα χρόνια της ζωής μας είναι λέξεις που μας ήρθαν από τα βάθη της Ιστορίας.

Και δεν ανέφερα και κάτι άλλες ακόμα πιο αρχαίες λέξεις που τις μίλησαν σ’ αυτόν εδώ τον τόπο οι Προέλληνες και μετά τις πήραν οι Έλληνες και από στόμα σε στόμα, από γενιά σε γενιά έφτασαν σε μας: θάλασσα, λαβύρινθος, πλίνθος, υάκινθος, κισσός, τύραννος, Λυκαβηττός, Παρνασσός, Υμηττός, Κόρινθος, Ζάκυνθος.

Οι πρώτες έναρθρες φράσεις ενός παιδιού στην Ελλάδα αποτελούνται από αρχαιότατες λέξεις, λέξεις που ακούγονται σ’ αυτόν τον τόπο εδώ και μερικές χιλιάδες χρόνια.

Το χρυσό προσωπείο του Αγαμέμνονα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο έχει μικρότερη αξία από αυτές τις πανάρχαιες λέξεις που βάζουμε στο στόμα μας στην καθημερινή μας ομιλία. Δεν το καταλαβαίνουμε, δεν το συνειδητοποιούμε, αλλά μιλάμε μια γλώσσα πολύτιμη, στην οποία γράφτηκαν κάποτε μερικά από τα ωραιότερα κομμάτια της παγκόσμιας λογοτεχνίας,  της φιλοσοφίας, της ιστορίας, του θεάτρου.

Και όχι μόνο.

Στην αρχαία ελληνική γραμματεία μπορεί κανείς να βρει τα πάντα: παραμύθια, ανέκδοτα, συνταγές, ποιηματάκια, μαγικές επωδούς, κατάρες, εξομολογήσεις, παραγγελίες, πρόχειρες σημειώσεις από την καθημερινή ζωή, ακόμα και ιστορίες επιστημονικής φαντασίας.

Ισχυρίζονται κάποιοι (εξ ειδικής  ιδεολογίας ορμώμενοι) ότι η αρχαία ελληνική γλώσσα είναι μια ξένη γλώσσα και ότι εμείς μιλάμε σήμερα μια άλλη γλώσσα. Πόσο ξένη είναι η γλώσσα αυτού εδώ του κειμένου:

«Θουκυδίδης Αθηναίος ξυνέγραψε τον πόλεμον των Πελοποννησίων και Αθηναίων ως επολέμησαν προς αλλήλους, αρξάμενος ευθύς καθισταμένου και ελπίσας μέγαν τε έσεσθαι και αξιολογώτατον των προγεγενημένων».

Ή αυτό του Πολύβιου:

«Και κατά μεν την θάλατταν παραχρήμα πειρατάς εξέπεμψαν, οι (οι οποίοι) περιτυχόντες πλοίω βασιλικώ των εκ Μακεδονίας περί Κύθηρα, τούτο τε εις Αιτωλίαν καταγαγόντες αύτανδρον, τους τε ναυκλήρους και τους επιβάτας, συν τούτοις δε και την ναυν απέδοντο».

Δεν είναι ξένη γλώσσα η γλώσσα του Θουκυδίδη, του Πολύβιου και όλων των άλλων, η γλώσσα μας είναι. Απλώς είναι πολύ αρχαία. Πάρα πολύ αρχαία. Και μέσα στους αιώνες εξελίχθηκε. Έτσι συμβαίνει με τις γλώσσες. Εδώ μια εφημερίδα που περασμένου αιώνα να διαβάσουμε, θα δούμε ότι οι Έλληνες πριν εκατό χρόνια μιλούσαν λίγο διαφορετικά από ό,τι σήμερα εμείς. Πόσο μάλλον αν διαβάσουμε ένα ελληνικό κείμενο γραμμένο πριν 25 αιώνες.

Σε μας λοιπόν έλαχε αυτή η γλώσσα. Δεν τη διαλέξαμε, την κληρονομήσαμε, θέλαμε δεν θέλαμε. Αυτή είναι. Μας αρέσει, δεν μας αρέσει, εμείς είμαστε οι θεματοφύλακές της.

Πώς θα σας φαινόταν, αν οι φύλακες ενός μουσείου αποφάσιζαν να το εγκαταλείψουν με τη σκέψη ότι τους πέφτει βαριά η φύλαξή του; Να άφηναν τις πόρτες ανοιχτές και να έφευγαν, χωρίς να κοιτάξουν πίσω τους;

Όμως, επειδή είμαστε ένας αμόρφωτος λαός με κακό σύστημα εκπαίδευσης και με διάφορα αντιφατικά σύνδρομα έχουμε τόσο πολύ κακοποιήσει το μάθημα των αρχαίων ελληνικών στα σχολεία που το μισούν όχι μόνο οι μαθητές αλλά και οι δάσκαλοί τους. Και το γνωστό μότο «τι μας χρειάζονται τα αρχαία ελληνικά σήμερα» δεν το αναμασούν μόνο οι μαθητές, το αναμασούν και οι μεγάλοι.

Βεβαίως καθόλου δεν μας χρειάζονται οι στρυφνοί γραμματικοί και συντακτικοί κανόνες, με τους οποίους ταλαιπωρούμε τα παιδιά χωρίς λόγο. Αυτούς ας τους μάθουν εκείνα μόνο τα παιδιά που θα φοιτήσουν στις ανάλογες Σχολές αργότερα. Για όλα τα άλλα υπάρχουν θαυμάσια αρχαία ελληνικά κείμενα, σε στρωτή γλώσσα, με τα οποία θα έρθουν σε πρώτη ευχάριστη επαφή.

Παράδειγμα:

«Λύσανδρος δὲ τάς τε ναῦς καὶ τοὺς αἰχμαλώτους καὶ τἆλλα πάντα εἰς Λάμψακον ἀπήγαγεν, ἔλαβε δὲ καὶ τῶν στρατηγῶν ἄλλους τε καὶ Φιλοκλέα καὶ Ἀδείμαντον. ᾗ δ ̓ ἡμέρᾳ ταῦτα κατειργάσατο, ἔπεμψε Θεόπομπον τὸν Μιλήσιον λῃστὴν εἰς Λακεδαίμονα ἀπαγγελοῦντα τὰ γεγονότα, ὃς ἀφικόμενος
τριταῖος ἀπήγγειλε».
 (Ο Λύσανδρος τα πλοία και τους αιχμαλώτους και όλα τα άλλα τα μετέφερε στη Λάμψακο και συνέλαβε και άλλους από τους στρατηγούς και τον  Φιλοκλή και τον Αδείμαντο. Την   ίδια   ημέρα που τα έκανε αυτά έστειλε τον Θεόπομπο, τον Μιλήσιο   πειρατή, στη Σπάρτη, για να αναγγείλει τα γεγονότα, ο οποίος έφτασε εκεί μετά από τρεις μέρες και τα ανακοίνωσε).
(Ξενοφ. Ελληνικά)

Στην ουσία καμιά σχεδόν λέξη δεν είναι άγνωστη στον μικρό μαθητή. Απλώς μερικές έχουν μια άλλη μορφή, πιο αρχαία.

ναῦς: Πλοίο. Του θυμίζουμε τις συγγενείς λέξεις: ναυπηγός, ναυμαχία, Ναύπακτος, ναύτης, ναυτικό.
(τα) πάντα: Όλα. Παντογνώστης. Παντοδύναμος.
ἀπήγαγεν: Απάγω. Απαγωγή, απαγωγέας.
κατειργάσατο: Κατεργάζομαι, κάνω. Κατεργασία.
ἔπεμψε: Πέμπω ,στέλνω. Πομπός. Πομπή.
ἀπαγγελοῦντα: Απαγγέλλω, λέω. Απαγγελία. Παραγγελία.
ἀφικόμενος: Αφικνούμαι, φτάνω. Άφιξη.
τριταῖος: Την τρίτη ημέρα. Τρία, τρίτος.

Μοναδικές άγνωστες λέξεις:
τε: και
ὃς: ο οποίος
: θηλυκός τύπος του ὃς στη δοτική ενικού.

Εννοείται ότι δεν θα τυραννήσει ο δάσκαλος τους μαθητές του υποχρεώνοντάς τους να μάθουν ότι:
«τῶν στρατηγῶν» είναι γενική διαιρετική. Ας το αναφέρει απλώς, πράγμα που θα κάνει, όποτε συναντά γενική διαιρετική.
«ἀπαγγελοῦντα»: είναι μετοχή μέλλοντα και γι’ αυτό τελική μετοχή που δείχνει σκοπό.
«ἀφικόμενος»:  είναι χρονική μετοχή.
«τριταῖος»είναι επιρρηματικό κατηγορούμενο (τρέχα γύρευε...)

Δεν θα τους τυραννήσει επίσης υποχρεώνοντάς τους να αποστηθίσουν τους αρχικούς χρόνους των ρημάτων απάγω, πέμπω, απαγγέλλω, κατεργάζομαι, αφικνούμαι. Είναι αρκετό να βλέπουν αυτούς τους αρχικούς χρόνους και να εξοικειώνονται με τους διάφορους τύπους. Τι να τα κάνει ο μαθητής τα «πέπομφα»,  «κατείργασμαι»,  «αφίγμαι» (αφίξαι, αφίχθαι) – αν είναι δυνατόν δηλαδή. Αυτά θα τα μάθει στην τελευταία τάξη του Λυκείου όποιος θέλει να ακολουθήσει θεωρητικές σπουδές.

Τέτοια στρωτά κείμενα, όπως το παραπάνω, υπάρχουν άφθονα στην αρχαία ελληνική γραμματεία. Με αυτά ακόμα και το παιδί του δημοτικού μπορεί να έρθει σε επαφή χωρίς το φόβο ότι θα βυθιστεί στο χάος μιας τρομερής άγνωστης γλώσσας. Με την εξοικείωση θα μπορέσει στις επόμενες τάξεις να μελετήσει και άλλα κείμενα πιο δύσκολα.

Η εμπειρία που αποκόμισα διδάσκοντας στο Λύκειο και στο Γυμνάσιο επί τριάντα έτη δεν ήταν δυστυχώς καλή.

Από τη μια είχα να παλέψω με ένα σχολαστικό και άκαμπτο αναλυτικό πρόγραμμα που με υποχρέωνε να περάσω στα παιδιά άχρηστες γνώσεις, όπως πχ τον υποθετικό λόγο των αρχαίων προγόνων, πώς εισάγονταν και πώς εκφέρονταν οι δευτερεύουσες προτάσεις τους, τι είναι η ευκτική του πλαγίου λόγου, τι είναι το προληπτικό κατηγορούμενο και άλλα παρόμοια που μόνο οι φιλόλογοι χρειάζεται να ξέρουν.

Από την άλλη είχα να αντιμετωπίσω τους στενοκέφαλους συναδέλφους που κατανάλωναν τη διδακτική ώρα διδάσκοντας ακριβώς αυτά τα άχρηστα πράγματα, τα οποία θεωρούσαν ανώτερα του αυθεντικού κειμένου.

Έτσι το αρχαίο κείμενο είχε καταντήσει κάτι σαν σφηκοφωλιά, από την οποία ο έντρομος μαθητής έβλεπε να βγαίνουν και να του επιτίθενται φαρμακερές σφήκες. Για ποιο περιεχόμενο και ποιες ιδέες να μιλάμε τώρα...

Συμπέρασμα:
Και από το δημοτικό ακόμα καλό είναι τα παιδιά να έρχονται σε επαφή με τη γλώσσα μας στην αρχαία της μορφή, όχι με ολόκληρα κείμενα αλλά με φράσεις εύκολες και κατανοητές. Διδασκαλία: 1 ώρα την εβδομάδα.

Στο Γυμνάσιο να διδάσκονται αρχαία ελληνικά κείμενα βατά (είπαμε, υπάρχουν πάρα πολλά τέτοια). Ελάχιστες γραμματικές παρατηρήσεις και ακόμα λιγότερες συντακτικές, το βάρος να δίνεται στη γλώσσα και στο περιεχόμενο. 2 ώρες την εβδομάδα.

Στο Λύκειο οι μαθητές θα είναι έτοιμοι για πιο δύσκολα κείμενα, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι πρέπει να τους βασανίσουμε με τίποτα δημηγορίες του Θουκυδίδη που ούτε οι δάσκαλοί τους δεν μπορούν να καταλάβουν. Από Γραμματική μόνο οι πιο συχνά απαντώμενοι τύποι, από Συντακτικό τα στοιχειώδη για την κατανόηση του κειμένου. 2-3 ώρες την εβδομάδα.

Στην τελευταία τάξη όσοι ενδιαφέρονται για θεωρητικές σπουδές, ας μάθουν επιτέλους τι είναι αυτό το ρημάδι το προληπτικό κατηγορούμενο. Χρονικές και εγκλιτικές αντικαταστάσεις να μη μάθουν ποτέ τους.

3 σχόλια:

Unknown είπε...

Συγχαρητήρια!

Καίτη Βασιλάκου είπε...

Ευχαριστώ, Νίκο.

Ανώνυμος είπε...

-Ούτοι έφυν συνέχθειν,αλλά συμφιλείν(δεν γεννήθηκα για να μοιράζομαι μίση,αλλά την αγάπη,απο Σοφοκλέους Αντιγόνη).Δεν είναι κάπου αντίστοιχη με τη "Στέλλα" του Μ.Κακογιάννη;Και πιστεύω επίσης ότι η διάθεση των αρχαίων δεν φανερώνεται επακριβώς δια της μετάφρασης,το αριστοτελικό ήθος,όπως το εννοεί στην "Ποιητική" του.
-Ου συ μοι αιτία,τέκος,Δίας εστί μοι αίτιος και οι επίλοιποι θεοί(Ομήρου Ιλιάς Γ-Τειχοσκοπία-Πρίαμος προς Ελένη)
-Τίσειαν Αχαιοί εμά δάκρυα τοις σοις βέλεσσιν(Ομήρου Ιλιάς Α,Χρύσης προς Απόλλωνα)
-Ου νέμεσις Τρώεσιν και ευκνήμοις Αχαιοίς τοιαύτη αμφί γυναικί πολύν χρόνον άλγεα πάσχειν.Άγχιστα θεοίς τοις αθανάτοισι εις ώπα έοικεν(Ιλιάδος Γ)(Δεν είναι άτοπο για
μια τέτοια γυναίκα να παλεύουν Τρώες και Αχαιοί καλόκνημοι τόσα χρόνια και να αιματοκυλίονται.Γιατί απίστευτα ομοιάζει στις αθάνατες θεές).