Θα
υπέθετε κανείς ότι εφόσον ο ναζισμός και ο κομμουνισμός ήταν δυο εκ διαμέτρου
αντίθετες ιδεολογίες και μάλιστα εχθρικές η μία προς την άλλη, η τέχνη που τις
εξέφρασε θα πρέπει να ήταν τελείως διαφορετική, με άλλα πρότυπα, άλλες αρχές
και κανόνες, άλλη τεχνοτροπία και άλλη φιλοσοφία.
Αλλά, όπως παρατηρούμε, η τέχνη που άνθισε στα δύο αυτά διαφορετικά ολοκληρωτικά καθεστώτα είναι παρόμοια και αυτό οφείλεται στο απλό γεγονός ότι εκπορεύτηκε με τη μορφή προπαγάνδας από τους διορισμένους γι αυτό το σκοπό υπαλλήλους του Κράτους και είχε στόχο τις λαϊκές μάζες, οι οποίες έπρεπε να χειραγωγηθούν προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση. Η κατεύθυνση αυτή είναι η ίδια και στις δύο περιπτώσεις: το μεγαλείο του Λαού, είτε αυτός είναι ένας καθαρόαιμος λαός αρίων με ανώτερα φυσικά χαρίσματα είτε ένας λαός εργατών και αγροτών που δοξάζει την ισότητα και την κοινοκτημοσύνη.
Ο διακεκριμένος λαός έχει απέναντί του τον εχθρό και τον μάχεται με όλους τους τρόπους. Ο εχθρός, μολονότι είναι άλλος για τους εθνικοσοσιαλιστές και άλλος για τους κομμουνιστές, έχει ένα πολύ χτυπητό κοινό γνώρισμα: είναι εκφυλισμένος, παρακμιακός και σάπιος και η τέχνη του είναι η καλύτερη απόδειξη.
Στη
ναζιστική Γερμανία ο Γιόζεφ Γκέμπελς ιδρύει το 1933 το Πολιτιστικό Επιμελητήριο
του Ράιχ (Reichskulturkammer) με σκοπό να κρίνει κατά πόσο τα πολιτιστικά
προϊόντα που ήδη υπάρχουν αλλά και αυτά που θα παραχθούν θα έχουν ως αποτέλεσμα
την πρόοδο του γερμανικού λαού. Το Πολιτιστικό αυτό Επιμελητήριο αποτελείται
από τα επί μέρους Επιμελητήρια για τις καλές τέχνες, τον κινηματογράφο, τη
μουσική, τον Τύπο, το ραδιόφωνο, τη λογοτεχνία, το θέατρο. Αν κάποιος
δημιουργός δεν είναι μέλος του αντίστοιχου Επιμελητηρίου, δεν μπορεί να
δημοσιοποιήσει το έργο του, το οποίο απλώς αποσιωπάται, σαν να μην είχε ποτέ
δημιουργηθεί.
Αντιστοίχως στη Σοβιετική Ένωση έχουμε τον Οργανισμό Προλεταριακής Κουλτούρας και Διαμόρφωσης στην υπηρεσία της δικτατορίας του προλεταριάτου (Proletkult) που έχει στόχο να απαλλάξει τη σοβιετική τέχνη από τις συμβάσεις της παρηκμασμένης αστικής τέχνης. Στόχος τελεολογικά καθορισμένος είναι η καλλιέργεια των προτύπων που προβάλλει ο κομμουνισμός: η τέχνη πρέπει κυρίως να δοξάσει το ρόλο του φτωχού. Όμως από το 1932 και μετά ο μικρός άνθρωπος και οι ανώνυμες εργατικές μάζες δίνουν τη θέση τους στον ήρωα του μόχθου που προέρχεται μεν από το λαό, αλλά διακρίνεται για τις πράξεις του (ηρωοποίηση). Απαγορεύονται οι πειραματισμοί με εσωτερικούς μονολόγους, απαγορεύεται η αφηρημένη, η σουρεαλιστική και η εξπρεσιονιστική τέχνη, καθώς επίσης οι ερωτικές και οι θρησκευτικές αναφορές.
Και οι δύο αυτές κρατικές υπηρεσίες, η ναζιστική και η κομμουνιστική, επιβάλλουν μια «υγιή» τέχνη, αισιόδοξη, χαρούμενη και ελπιδοφόρα. Περισσότερο φαίνεται αυτό στη ζωγραφική και τη γλυπτική. Θα κάνουμε όμως και μια μικρή αναφορά στην αρχιτεκτονική και τη μουσική, γιατί και εδώ παρατηρούμε ομοιότητες.
Ζωγραφική
Στο Τρίτο Ράιχ τα καλλιτεχνικά ρεύματα του κυβισμού, ντανταϊσμού, φουτουρισμού, ιμπρεσιονισμού θεωρούνται εκφυλισμένα και απορρίπτονται. Το ιδεώδες πρότυπο απορρέει από το αξίωμα Blut und Boden (Αίμα και Γη) και αναφέρεται στην ιδεολογία που εστιάζεται στην καταγωγή (αίμα, ένας λαός) και στην πατρίδα (γη). Το Blut und Boden υμνεί τη σχέση του λαού με τη χώρα που κατέχει και καλλιεργεί και θεωρεί ως ύψιστες αξίες αυτές της αγροτικής ζωής. Άλλες αξίες που προβάλλονται είναι η φυλετική καθαρότητα, η υπακοή, ο μιλιταρισμός, η αγάπη για την πατρίδα.
Τα αναρίθμητα τοπία που παράγονται αυτή την εποχή αναπαριστούν την απλή ζωή των αγροτών στη φύση και την καθημερινή τους χειρωνακτική εργασία - αγροτικά μηχανήματα δεν αναπαριστώνται και όλα γίνονται με τα χέρια. Έχουμε λοιπόν ειδυλλιακά βουκολικά τοπία, αγροτικές σκηνές, χωρικούς, αγαπημένες οικογένειες, απλές γυναίκες σε καθαρά γυναικείες δραστηριότητες, όπως ανατροφή παιδιών και μαγειρική. Οι τίτλοι των έργων είναι χαρακτηριστικοί: γόνιμη γη, απελευθερωμένη γη, ευλογία της γης.
Η ναζιστική ζωγραφική παίρνει επίσης τα θέματά της από τη μυθολογία (γυμνόστηθες Αμαζόνες, ηρωικές σκηνές μάχης). Επίσης της αρέσουν οι σκηνές πολέμου, οι ηρωικές θυσίες, οι νίκες. Ένα άλλο αγαπημένο θέμα της είναι τα πορτραίτα των πολιτικών και οι φιγούρες του εργάτη και του στρατιώτη. Οι ανδρικές και γυναικείες μορφές είναι στερεότυπες και στα γυμνά παρατηρούμε φυσική τελειότητα.
Ο όρος που χρησιμοποιήθηκε για τη μορφή αυτής της τέχνης ήταν «ρομαντικός ρεαλισμός» που βασίζεται στα κλασικά μοντέλα. Ο όρος «υλισμός» απορρίφθηκε, αλλά και ο όρος «ρεαλισμός» σπάνια ακουγόταν. Σύμφωνα με το ρομαντικό ρεαλισμό ο ζωγράφος έπρεπε να δημιουργεί μια ιδανική εικόνα για την αιωνιότητα.
Εδώ δεν έχουμε «ρομαντικό ρεαλισμό» αλλά «σοσιαλιστικό ρεαλισμό» (άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε), ο οποίος εξελίσσεται σε «ηρωικό ρεαλισμό» που αντικατοπτρίζει περισσότερο το ηρωικό παρά το ρεαλιστικό. Συχνά πάντως ο όρος «ηρωικός ρεαλισμός» χρησιμοποιείται για να περιγράψει και τα δύο αυτά είδη τέχνης που άνθισαν στη ναζιστική Γερμανία και στη Σοβιετική Ένωση.
Το καλλιτεχνικό έργο σύμφωνα με τις τέσσερις βασικές αρχές του σοσιαλιστικού ρεαλισμού πρέπει να είναι:
1.Προλεταριακό, ταιριαστό
δηλαδή στην εργατική τάξη και κατανοητό από αυτήν.
2.Τυπικό, να δείχνει
σκηνές της καθημερινής ζωής του λαού.
3. Ρεαλιστικό.
4.Υποστηρικτικό των
στόχων του Κράτους και του Κόμματος.
Στόχος της τέχνης είναι να εξυψώσει τον κοινό βιομηχανικό εργάτη και αγρότη παρουσιάζοντας την εργασία του ως θαυμαστή αναδημιουργία. Ο καλλιτέχνης είναι ένας μηχανικός ψυχών, έλεγε ο Στάλιν.
Η τέχνη είναι γεμάτη υγεία και ευτυχία: σκηνές από την πολυάσχολη βιομηχανική και αγροτική ζωή, ευτυχισμένοι χεροδύναμοι εργάτες και χωρικοί που δουλεύουν στα εργοστάσια και τα κολχόζ, πληθώρα βιομηχανικών και αγροτικών τοπίων που δοξάζουν τα κατορθώματα της σοβιετικής οικονομίας και, επί Στάλιν, αμέτρητα ηρωικά πορτραίτα του δικτάτορα.
Ο σοσιαλιστικός
ρεαλισμός αναπαριστάνει νέους, φοιτητές,
πόλεις και χωριά που αλλάζουν ραγδαία, παρθένα εδάφη που δίνονται για
καλλιέργεια, μεγαλειώδη κατασκευαστικά σχέδια που υλοποιούνται στη Σιβηρία και
την περιοχή του Βόλγα, μεγάλα κατορθώματα της σοβιετικής επιστήμης και
τεχνολογίας. Ινδάλματα της εποχής είναι οι νέοι επιστήμονες, οι εργάτες, οι
πολιτικοί μηχανικοί, οι φυσικοί. Αυτοί γίνονται οι δημοφιλείς ήρωες της
σοβιετικής ζωγραφικής.
Γλυπτική
Το πιο συνηθισμένο θέμα στη γλυπτική του Τρίτου Ράιχ είναι ο γυμνός άνδρας σε μνημειώδεις κατά κανόνα κατασκευές που εκφράζει το ιδεώδες της αρίας φυλής. Έχουμε και γυμνές γυναικείες φιγούρες, αλλά όχι σε μνημειώδη μεγέθη. Τα σώματα είναι τέλεια, δεν υπάρχει το παραμικρό ψεγάδι. Προβάλλονται η δύναμη, η ομορφιά, η αγνότητα και υμνείται το θεϊκό πεπρωμένο του γερμανικού πνεύματος. Η γλυπτική του Τρίτου Ράιχ μιμείται την ελληνορωμαϊκή γλυπτική, αλλά είναι παγερή, εκφοβιστική με το τεράστιο μέγεθός της και αποκρουστική.
Στη Σοβιετική Ένωση έχουμε μνημειώδεις κατασκευές από πέτρα και
μέταλλο που προβάλλουν πάλι γεροδεμένους άνδρες, αυτή τη φορά πρόκειται για
εργάτες κυρίως. Τεράστιοι ανδριάντες του Στάλιν, του Λένιν και άλλων διακριτών
ανδρών του καθεστώτος στολίζουν τα πάρκα και τις πλατείες (λατρεία της
προσωπικότητας). Επίσης νεαρά ζευγάρια όλο υγεία και ορμή για τη ζωή (μοτίβο
μονότονα επαναλαμβανόμενο), εργάτες βασικά και κορίτσια από τις κολεκτίβες και
γενναίοι στρατιώτες. Πρέπει να αναγνωρίσουμε
ωστόσο ότι η σοβιετική γλυπτική είναι λιγότερο παγερή και αποκρουστική από
τη ναζιστική.
Αρχιτεκτονική
Πεδίο δόξης λαμπρό βρίσκει η ναζιστική ιδεολογία στην αρχιτεκτονική που τη θέλει μεγαλειώδη, ογκώδη, επιβλητική, τέτοια που να προκαλεί συναισθήματα φόβου, θαυμασμού και κατάπληξης. Στο Τρίτο Ράιχ η αρχιτεκτονική είναι ένα κράμα ρωμαϊκής και γοτθικής μεγαλοπρέπειας με χαρακτηριστικό δείγμα το κτήριο της Νέας Καγκελαρίας, σχεδιασμένο από τον Άλμπερτ Σπέερ, αγαπημένο αρχιτέκτονα του Χίτλερ. Είναι ένα κτήριο δωρικού-ρωμαϊκού ρυθμού που λόγω του μεγέθους του προκαλούσε το δέος στον κόσμο.
Marble gallery, Νέα καγκελαρία του Γ΄Ράιχ
Στη Σοβιετική Ένωση, συγκεκριμένα στη Μόσχα, ανάλογη προπέτεια συναντούμε στις λεγόμενες «επτά αδελφές» (που τελικά είναι πέντε, οι άλλες δύο έμειναν στα σχέδια), κτήρια που φιλοδόξησαν να γίνουν τα ψηλότερα στον κόσμο. Εδώ το αρχιτεκτονικό στιλ πήρε το όνομα Stalinist Gothic και είναι συνδυασμός μνημειώδους γιγαντισμού και νεοκλασικού στυλιζαρίσματος με κίονες, τόξα και διακοσμητικές προσόψεις σε τεράστια κλίμακα. Τα κτήρια υψώνονται σαν πύργοι στον ουρανό και θυμίζουν γιγάντιες γαμήλιες τούρτες.
Σχέδιο
Και εδώ παρατηρούμε και στις δύο περιπτώσεις τη λατρεία του γιγάντιου που ζαλίζει το θεατή με το μέγεθος και το μεγάλο ύψος του.
Μουσική
Στα γερμανικά αστικά κέντρα του 1920-30, στα καμπαρέ και τα νάιτ κλαμπ, ακουγόταν πολλή τζαζ και γενικά μουσική αβάν γκαρντ. Η μουσική αυτή θεωρήθηκε από τους Ναζί εκφυλισμένη. Οι Ναζί αγκάλιασαν την κλασική «γερμανική» μουσική που αναφερόταν σε ένα μυθικό ηρωικό γερμανικό παρελθόν: Μπαχ, Μπετόβεν, Βάγκνερ. Άκουγαν επίσης Λιστ και Σοπέν, διότι τους θεωρούσαν συνθέτες γερμανικής καταγωγής. Άκουγαν όμως και μη γερμανική μουσική, αν ήταν εμπνευσμένη και αν ο συνθέτης δεν ήταν εχθρικός προς το καθεστώς. Συχνά επίσης παρακολουθούσαν όπερες των Βέρντι, Ροσσίνι, Πουτσίνι.
Στη Σοβιετική Ένωση η μουσική έπρεπε να είναι ζωηρή, χαρούμενη, να εξεγείρει τις ψυχές και να καθρεφτίζει τη ζωή και τους αγώνες του προλεταριάτου. Η ροκ μουσική της Δύσης κρίθηκε παρακμιακή και πολλά συγκροτήματα απαγορεύτηκαν, επειδή, κατά την επίσημη άποψη του κόμματος, πρόβαλλαν βία, θρησκευτικές ή νεοφασιστικές ιδέες, ερωτισμό, αντιδραστικότητα. Και η τζαζ έπεσε σε δυσμένεια, ως μουσική της μπουρζουαζίας μεταξύ 1940 και 1950.
Αν η ροκ μουσική υπήρχε επί Χίτλερ, είναι βέβαιο ότι θα είχε απαγορευτεί ως εκφυλισμένη μουσική, όπως είχε απαγορευτεί και η τζαζ.
Κλείνοντας θα αναφέρω δύο γεγονότα που έλαβαν χώρα το ένα στο Μόναχο το 1937 και το άλλο στη Μόσχα το 1974. Και τα δύο καταδεικνύουν το ίδιο πράγμα: την εχθρότητα των δύο αυτών ολοκληρωτικών καθεστώτων απέναντι στη σύγχρονη τέχνη.
Το 1937 εγκαινιάστηκε στο Μόναχο η Entartete Kunst (έκθεση της εκφυλισμένης τέχνης). 650 έργα δημιουργών ( μεταξύ αυτών και οι Κλέε, Καντίνσκι, Κοκόσκα, Σαγκάλ, Κίρχνερ) τοποθετήθηκαν εκεί με σκόπιμα ακατάστατο τρόπο, πολλά χωρίς κορνίζα, κρεμασμένα από σπάγκους και συνοδευόμενα από κοροϊδευτικά σχόλια, με στόχο να δείξουν στο κοινό ότι πρόκειται για έργα ατάλαντων δημιουργών που θέλουν να υποβιβάσουν το γερμανικό έθνος. Η έκθεση ταξίδεψε αργότερα και σε άλλες πόλεις της Γερμανίας και της Αυστρίας.
Εδώ ένα φιλμάκι από την
έκθεση στο Μόναχο.
Τριάντα εφτά χρόνια αργότερα, το 1974, κάποιοι underground καλλιτέχνες στη Μόσχα οργάνωσαν μια έκθεση ζωγραφικής με έργα που το στιλ τους δεν συμφωνούσε με την επίσημη γραμμή του κόμματος. Το αποτέλεσμα ήταν να εισβάλλουν στην έκθεση μπουλντόζες και απορριμματοφόρα και να τα κάνουν όλα γης μαδιάμ με τη βοήθεια πυροσβεστικών αντλιών. Τα έργα καταστράφηκαν και πολλοί καλλιτέχνες και θεατές ξυλοκοπήθηκαν και συνελήφθησαν.
Το άρθρο δημοσιεύεται
στην Ελεύθερη Ζώνη και στην bibliotheque:
9 σχόλια:
Το 'φασιστικό ρεαλισμό' στη ζωγραφική τον βρίσκω παιδαριώδη μα παραδέχομαι πως τα αγάλματα κι η Αρχιτεκτονική είχαν ένα μεγαλείο, όπως κι ο Βάγκνερ (που ιδιοποιήθηκαν οι Ναζί) & η κινηματογραφική σκοπιά της Λένι Ρίφεσταφλ.
Γελούσαμε παλιότερα με τις ομοιότητες, την υπεραπλούστευση για λαϊκή προπαγάνδα, την κατηγορία για 'παρασιτισμό' από τους μεν για 'παρακμή' από τους δε.
Δεν το περίμενα πως θα ξανάρχονταν τόσο κοντά όλα αυτά.
Απεταξάμην!
Δάφνη, απεταξάμεθα όλοι, όσοι τουλάχιστον έχουμε κάποια καλλιτεχνική ευαισθησία.
Οταν οι ομοιοτητες γεννουν τερατογενεσεις
Οσο αφορα την γλυπτικη και ζωγραφικη
κερδιζουν αμφοτεροι
το βραβειο της ασχημιας
Εξαιρετικο αρθρο κυρια Βασιλακου
-
Καλημέρα, Velvet. Οι τερατογενέσεις είναι αναπόφευκτες, όταν η τέχνη ποδηγετείται.
Πολύ καλό άρθρο κ.Βασιλάκου και διανθείται από πολύ παραστατικές εικόνες. Καταλαβαίνω καλύτερα τώρα την αντίδραση των Ντανταϊστών και των Λετριστών ενάντια στην τέχνη.
Τάκης Αθανασόπουλος
κ. Αθανασόπουλε, ευχαριστώ.
Κατευθυνόμενη «τέχνη» κατευθυνόμενων ανθρώπων, μια «τέχνη» που φράζει αλλά δεν εκφράζει, πόσο τέχνη μπορεί να λογάται, όταν είναι, θα έλεγεν ο Καντ, «ετερονομική», υπηρετώντας σκοπούς και χρήσεις έξω από τον εαυτό της;
Τίτος Χριστοδούλου
Τίτο, είναι ψευδοτέχνη, τεχνική που μιμείται την Τέχνη.
Δημοσίευση σχολίου