10/5/12

Γ. Σκαρίμπα: "Σπασμένο καράβι". Η ψυχανάλυση ενός ποιήματος.



Ο ψυχισμός του καθενός από μας είναι αυτός που μας προσδιορίζει, που διαμορφώνει το συγκεκριμένο χαρακτήρα μας και που μας οδηγεί στις επιλογές μας, αυτές που θα καθορίσουν τη ζωή μας και θα της δώσουν τη μορφή που έχει. Είναι όπως τα δακτυλικά μας αποτυπώματα: μοναδικός. Μπορούμε να είμαστε περήφανοι γι αυτόν ή να ντρεπόμαστε. Αυτό που δεν μπορούμε να κάνουμε είναι να τον αλλάξουμε. Η προσωπικότητά μας εξαρτάται απολύτως από αυτόν.

Στην καθημερινή μας ζωή ο ψυχισμός μας αποτυπώνεται στις ιδέες και στις πράξεις μας, στον τρόπο που μιλάμε, στον τρόπο που ντυνόμαστε, στις συνήθειες που έχουμε, στις προτιμήσεις και στις αντιπάθειές μας. Με άλλα λόγια, όλα όσα εκπέμπουμε προς τα έξω έχουν την υπογραφή του ψυχισμού μας. Αν μάλιστα είμαστε καλλιτέχνες, τότε αυτός θα βγει στο έργο μας. Ένα διεισδυτικό μάτι μπορεί να ανακαλύψει πολλά πράγματα για την εσωτερική ζωή του δημιουργού μελετώντας την καλλιτεχνική παραγωγή του.

Ο Γιάννης Σκαρίμπας ξέρουμε ότι υπήρξε ένας ιδιόρρυθμος λογοτέχνης και αυτό δεν μπορεί να είναι ανεξάρτητο από τον ψυχισμό του. Αλλά κι αν δεν γνωρίζαμε τίποτα γι αυτόν, αν είχαμε στα χέρια μας μόνο το ποίημά του «Σπασμένο καράβι», αυτό θα ήταν αρκετό για να καταλάβουμε πολλά πράγματα για τον εσωτερικό του κόσμο.

Ο Σκαρίμπας ήταν ένας άνθρωπος που έζησε σχεδόν όλη του τη ζωή στη Χαλκίδα. Τα ταξίδια δεν τα αγαπούσε. Από την άλλη είχε μια πλούσια φαντασία που λειτουργούσε ως υποκατάστατο των λίγων  εμπειριών που του έδινε η καθημερινότητά του. Ήταν  ιδιόρρυθμος, αδέσμευτος, ανένταχτος, έξω από σχολές και ρεύματα, μακριά από τα λογοτεχνικά κυκλώματα και τα αντίστοιχα μικροσυμφέροντα και σταθερά εχθρικός απέναντι σε κάθε συμβατικότητα. Ένας εκκεντρικός χαρακτήρας.
Τέτοιοι πάνω κάτω είναι και οι ήρωες των έργων του. Άνθρωποι αντικοινωνικοί και περιθωριακοί που ζουν μακριά από την οικογένεια και την κοινωνία και συχνά τρελαίνονται ή αυτοκτονούν. Είναι άτομα με σχιζοειδή διαταραχή προσωπικότητας, για να χρησιμοποιήσουμε έναν όρο της ψυχιατρικής.


Οι σχιζοειδείς είναι χαρακτήρες ανεξάρτητοι και αυτάρκεις. Δεν χρειάζονται τη συντροφιά κανενός και δεν θέλουν να υποχρεώνονται σε κανέναν. Τους αρέσει η απομόνωση και η απόσυρση στη φαντασία τους. Ένα σχιζοειδές άτομο μπορεί να είναι ελαφρά συνεσταλμένο, υπερευαίσθητο, μοναχικό, ιδιόρρυθμο, μπορεί όμως σε πιο βαριές περιπτώσεις να είναι παράξενο, αλλόκοτο, περιθωριακό, παρανοϊκό, ακόμα και ψυχωσικό. Μεταξύ των σχιζοειδών μπορεί κανείς να βρει άτομα με δημιουργική ιδιοφυία, με εξαιρετικά ταλέντα, ακόμα και μεγαλοφυΐες.. Απέναντι στη θρησκεία οι σχιζοειδείς είναι κατά κανόνα σκεπτικιστές και είρωνες, απορρίπτουν έθιμα και παραδόσεις και καθετί τυπικό. Στα θέματα της πολιτικής μπορεί να είναι αδιάφοροι, αλλά μπορεί να είναι και επαναστατικοί, με αναρχικές ιδέες και ακραίες, ριζοσπαστικές τάσεις. Στην τέχνη προτιμούν τον αφηρημένο τρόπο έκφρασης και εξωτερικεύουν τα πολύπλοκα βιώματά τους  με κρυπτοποιημένο τρόπο και συμβολικό. Μπορεί επίσης να είναι οξείς κριτικοί και σατιρικοί συγγραφείς. Σε τέτοιους προικισμένους ανθρώπους η μοναξιά και η ανεξαρτησία επιδρούν θετικά.

Τα περισσότερα από αυτά τα γνωρίσματα τα διέθετε ο Γιάννης Σκαρίμπας.

Το ποίημά του «Σπασμένο καράβι» είναι φανερό ότι το έγραψε έχοντας στο μυαλό του το όραμα ενός κόσμου, όπου ο μόνος ζωντανός άνθρωπος είναι αυτός μέσα σε ένα άψυχο φυσικό τοπίο. Πρόκειται για μια θαυμάσια εξωτερίκευση των ψυχικών εικόνων του ποιητή, για μια «φανταστική πραγματικότητα» ενός ακίνητου, νεκρού κόσμου που ο Σκαρίμπας την ονειρεύεται και τη μεταστοιχειώνει σε ποίηση. Ένα τέτοιο όραμα γοητεύει ιδιαίτερα τους σχιζοειδείς χαρακτήρες που  επιθυμούν να ζουν μακριά από τους άλλους.
Ας επιχειρήσουμε τώρα μια ψυχανάλυση του συγκεκριμένου ποιήματος. 


Σπασμένο καράβι να 'μαι πέρα βαθιά
έτσι να 'μαι
με δίχως κατάρτια με δίχως πανιά
να κοιμάμαι

Να 'ν' αφράτος ο τόπος κι η ακτή νεκρική
γύρω γύρω
με κουφάρι γειρτό και με πλώρη εκεί
που θα γείρω

Να 'ν' η θάλασσα άψυχη και τα ψάρια νεκρά
έτσι να 'ναι
και τα βράχια κατάπληκτα και τ' αστέρια μακριά
να κοιτάνε

Δίχως χτύπο οι ώρες και οι μέρες θλιβές
δίχως χάρη
κι έτσι κούφιο κι ακίνητο μες σε νύχτες βουβές
το φεγγάρι

Έτσι να 'μαι καράβι γκρεμισμένο νεκρό
έτσι να 'μαι
σ' αμμουδιά πεθαμένη και κούφιο νερό
να κοιμάμαι.

Δύο είναι οι πόλοι ανάμεσα στους οποίους κινείται το ποίημα. Το Υποκείμενο, ο ποιητής δηλαδή, και το Τοπίο, ο εξωτερικός κόσμος.

Το Τοπίο, μια ερημική ακτή, είναι ρητά προσδιορισμένο. Το κύριο χαρακτηριστικό του είναι η παντελής απουσία ζωής. Είναι ένα τοπίο ακίνητο, άψυχο. Μια νεκρή φύση στην κυριολεξία. Τα στοιχεία που το αποτελούν στέκονται βουβά, υπάρχουν σε κατάσταση ουδετερότητας, δεν είναι εχθρικά, δεν είναι φιλικά, απλά υπάρχουν και περιβάλλουν το Υποκείμενο με τη σιωπηλή παρουσία τους. Είναι παράλληλα καθησυχαστικά. Επειδή η ζωή απουσιάζει, τα άψυχα αυτά φυσικά στοιχεία δεν περιέχουν κανένα κίνδυνο και καμιά ταραχή ή ενόχληση. Συντροφεύουν το Υποκείμενο, χωρίς να το ακουμπούν. 

Μέσα σ’ αυτό το Τοπίο το Υποκείμενο είναι η μόνη ζωντανή παρουσία. Είναι αυτό και ο εαυτός του και όλα τα υπόλοιπα γύρω του είναι ένα σκηνικό, μια απαραίτητη σκηνοθεσία δηλαδή για να μπορέσει το Υποκείμενο να βιώσει την ύπαρξή του όσο γίνεται πιο ανώδυνα, σε μια αναπαράσταση του κόσμου με τους όρους που θέτει αυτό, δηλαδή ενός κόσμου υπαρκτού μεν αλλά χωρίς ζωή και χωρίς εξέλιξη.


Γιατί το δεύτερο ουσιαστικό γνώρισμα του Τοπίου είναι η απουσία του χρόνου. Οι ώρες περνούν, όχι όμως ο χρόνος ( ώρες δίχως χτύπο). Η κάθε στιγμή είναι ίδια με την προηγούμενη, η κάθε μέρα είναι η επανάληψη της προηγούμενης και η κάθε νύχτα αναπαράγει την ίδια νύχτα. Οι μέρες και οι νύχτες είναι εδώ άχρονες. Το Τοπίο βρίσκεται σταθερά στην ίδια χρονική θέση, υπάρχει σ’ ένα ατελείωτο παρόν που δεν περιέχει παρελθόν, δεν προοιωνίζεται το μέλλον. Η ύπαρξη είναι στο τώρα και το τώρα αυτό δεν έχει αρχή και τέλος.

Τα επί μέρους στοιχεία του Τοπίου: Ακτή νεκρική, αμμουδιά πεθαμένη, αφράτος τόπος, θάλασσα άψυχη, κούφιο νερό, νεκρά ψάρια, βράχια κατάπληκτα, κούφιο και ακίνητο φεγγάρι, αστέρια που κοιτάνε από μακριά.

Ο αφράτος τόπος δεν μπορεί να σημαίνει άλλο από τον αφρό των κυμάτων. Αυτή είναι η μόνη αναφορά σε κίνηση που γίνεται. Είναι όμως μια φυσική, αυτόματη κίνηση που δεν έχει σχέση με τη ζωή. Η θάλασσα πρέπει να είναι αφρισμένη και όχι γαλήνια, γιατί κάτι τέτοιο θα προκαλούσε ίσως μια συγκεκριμένη λυρική διάθεση στο Υποκείμενο,  η οποία θα ήταν άσχετη με τον ψυχισμό του. Παράλληλα η θάλασσα αυτή είναι  μια άψυχη θάλασσα. Τα ψάρια είναι νεκρά (άφαντα) και το νερό κούφιο, σκέτο νερό, άδειο από ζωή.

Η ακτή είναι κι αυτή νεκρική, η αμμουδιά πεθαμένη, τα βράχια «κατάπληκτα» (απολιθωμένα, βουβά). Δεν υπάρχει ζωή στην ακτή, ούτε στην αμμουδιά, ούτε στα βράχια. Κανείς υπαινιγμός δεν γίνεται για ύπαρξη φυτών (ζωής). Το Τοπίο αποτελείται από τρία μόνο υλικά, νερό, άμμο και πέτρα. Είναι ένα Τοπίο λιτό και στέρεο και  παράλληλα στείρο. Μοιάζει πολύ με μακέτα.


Στον ουρανό είναι καρφωμένο ένα παράξενο φεγγάρι. Κούφιο κι αυτό όπως το κούφιο νερό, αδειασμένο από ύπαρξη δηλαδή, και ακίνητο, άρα έξω από τους φυσικούς νόμους, ένα ψεύτικο φεγγάρι, μέρος της όλης σκηνοθεσίας. Μια μικρή απάτη για να νιώσει το Υποκείμενο ότι βρίσκεται στο γνωστό κόσμο - αλλά με τις αναγκαίες αφαιρέσεις του.

Ο χρόνος απουσιάζει, η ζωή απουσιάζει και τα στοιχεία της φύσης είναι μεν παρόντα αλλά νεκρά. Η ζωή, η έννοια της ύπαρξης (όχι η ύπαρξη καθεαυτή) έχει αφαιρεθεί από μέσα τους. Ωστόσο τα επίθετα «νεκρικός», «πεθαμένος», «άψυχος» δεν υπονοούν ακριβώς  το θάνατο, υπονοούν την απουσία της ζωής.

Το Τοπίο λοιπόν  είναι «νεκρό», αλλά η ζωή δεν είναι εντελώς απούσα. Βρίσκεται όμως πολύ μακριά, στα αστέρια που το Υποκείμενο τούς επιτρέπει να τον κοιτάζουν από έτη φωτός απόσταση. Η ζωή επομένως δεν απορρίπτεται, απλώς απομακρύνεται. Το Υποκείμενο τη θέλει μακριά του, να υπάρχει μεν, αλλά να είναι σε τόσο μεγάλη απόσταση, ώστε να μην τον αγγίζει. Το Υποκείμενο οριοθετεί μια (τεράστια) ζώνη ασφαλείας γύρω του.


Μέρες θλιβές, δίχως χάρη. Νύχτες βουβές. Ο ανακυκλούμενος χρόνος δίνει σε καρμπόν μέρες άχαρες και θλιβές. Δεν είναι μαύρες, βουτηγμένες στην απόγνωση και την απελπισία, είναι μάλλον επίπεδες, δεν έχουν καμιά χάρη. Έχουν όμως μια ήσυχη μελαγχολία, αντίστοιχη του Τοπίου. Το ίδιο και οι νύχτες που περνούν βουβές και αθόρυβες μέσα στην απόλυτη ησυχία του τίποτα.

Μέσα σ’ αυτό το παράδοξο, ονειρικό Τοπίο τοποθετεί το Υποκείμενο τον εαυτό του.
«Να’ μαι». Εδώ θα ήθελα να είμαι, έτσι θα ήθελα να είμαι. Όλες οι προτάσεις στο ποίημα, εκτός από μία, βρίσκονται στην Υποτακτική και υπονοούν το ρήμα «θα ήθελα». Θα ήθελα να είμαι (σαν) σπασμένο καράβι, γκρεμισμένο, νεκρό, χωρίς πανιά, χωρίς κατάρτια και να κοιμάμαι πέρα στα βαθιά νερά. Θα ήθελα γύρω μου να είναι αφρισμένη η θάλασσα και άδεια. Θα ήθελα να είναι η ακτή άψυχη και το φεγγάρι ακίνητο. Θα ήθελα ο χρόνος να μην υπάρχει και τα μερόνυχτα να περνούν χωρίς να αφήνουν ίχνη. Θα ήθελα η ζωή να σταθεί τόσο μακριά μου, όσο μακριά είναι τα αστέρια από τη Γη.

Νεκρό καράβι που κοιμάται. Δεν είναι στ’ αλήθεια νεκρό, μοιάζει να είναι έτσι, όμως μόνο κοιμάται. Το Υποκείμενο θέλει να υπάρχει πέρα και μακριά από τους άλλους, έξω από τον αγώνα της ζωής, εκτός παιχνιδιού, σε μια ηθελημένη ερημία, σαν ένα γκρεμισμένο, νεκρό  καράβι, παροπλισμένο. Να μη νοιάζεται, να μην ενδιαφέρεται για τίποτα. Να είναι μια ύπαρξη αφημένη, παρατημένη, παραδομένη στο βύθος της απραξίας, σε μια ατέλειωτη αδράνεια. Αδιάφορη για την τρέχουσα ζωή που κάπου αλλού, σε μιαν άλλη διάσταση συνεχίζει να εξελίσσεται με το γνωστό ενοχλητικό της θόρυβο. Ένας τέτοιος κόσμος χωρίς ζωή δεν  κουράζει, δεν βαραίνει, είναι ένας κόσμος νεκρός.

Το Υποκείμενο είναι ήδη «νεκρό» από καιρό. Τώρα θέλει να γείρει και να κοιμηθεί μέσα σε μια φύση ακίνητη, από όπου έχει αφαιρεθεί κάθε ίχνος άλλης ζωής. Το ίδιο όμως το Υποκείμενο θα υπάρχει. Θα υπάρχει σε κατάσταση κενού, αδράνειας. Θα βιώνει την ύπαρξη με τον πιο απλό τρόπο.

Αυτή η στατική, έξω από το χρόνο εικόνα, αυτό το μυστικό όραμα είναι που ξεκουράζει τον ποιητή.



32 σχόλια:

Δάφνη Χρονοπούλου/ Daphne Chronopoulou είπε...

Ωραιότατη ανάλυση.

Καίτη Βασιλάκου είπε...

Ευχαριστώ, Δάφνη.

konstantinos alexiou είπε...

Καίτη η ανάλυση σου είναι σπουδή. Επομένως ο αναγνώστης είναι αυτός που πρέπει να σε ευχαριστήσει.

Ανώνυμος είπε...

Έξοχη κριτική , Καίτη .Αναδεικνύει τη βαθιά σχέση ανάμεσα στην ταραγμένη προσωπικότητα του δημιουργού και στο έργο του . Τσιαχρής Κώστας

Καίτη Βασιλάκου είπε...

Κωνσταντίνε Αλεξίου, χαίρομαι, όταν βλέπω ότι αρέσουν αυτά που γράφω.

Καίτη Βασιλάκου είπε...

Κώστα Τσιαχρή, σε ευχαριστώ. Είσαι κριτικός και έχει σημασία για μένα η άποψή σου.

Velvet είπε...

Γνωριζω έναν τυπο με αυτα τα χαρακτηριστικα
Δεν ξερω να ειναι σχιζοειδης
Αλλα ειναι αρκετα αντιπαθητικος

Εγω δεν θαθελα να ημουν ενα τετοιο καραβι
γκρεμισμενο και νεκρο
Μαλλον δεν θαθελα ναμουν καθολου
ένα καραβι, καταδικασμενο στη μοναξια
της ανοιχτης θαλασσας και της ερημιας

Μ΄αρεσουν πιοτερο οι ανθρωποι
και η συντροφια τους
Θα προτιμουσα να ημουνα μια μικρη βαρκουλα
καθισμενη στη σιγουρια του λιμανιου
σαν εκεινες που ξαπλωμενες νωχελικά
πανω στο νερο
βρισκονται πλαι-πλαι κι αγγιζουν η μια την άλλη

ΥΓ.
Πολυ καλη η αναλυση του ποιηματος
ηταν ένα κερδος για μενα
-

Καίτη Βασιλάκου είπε...

Velvet, φοβάμαι πως κανείς μας δεν επιλέγει να είναι γκρεμισμένο καράβι ή μικρή βαρκούλα στο λιμάνι ή, για να πάμε και παραπέρα, πολεμικό πλοίο, πειρατικό, πιρόγα ή κότερο. Άλλοι παράγοντες αποφασίζουν για μας.

Ανώνυμος είπε...

Ευχαριστούμε, Καίτη, για την εξαιρετική ανάλυση. Είναι εντυπωσιακό πώς, μέσα από μια πολύ αυστηρά δομημένη συγγραφή, μας χαρίζεται ένα τόσο παραστατικά όμορφο κείμενο. Παρά το λυπηρό του περιεχομένου της, η ανάλυση εισπράττεται ευχάριστα από τον αναγνώστη, χάρη στην κοσμητικά περιγραμμένη έκφραση, με την οποία την συνοδεύεις. Πολύτιμο το δώρο σου!

Καίτη Βασιλάκου είπε...

Ευχαριστώ, Ανώνυμε. Θα ήθελα πολύ να ήξερα ποιος είσαι.

Μαριλενα είπε...

Πάρα πολύ ωραία ανάλυση. Σε ευχαριστώ πολύ

Καίτη Βασιλάκου είπε...

Καλημέρα, Μαριλένα.

Γιούλη Μαραβελη είπε...

Πολύ καλή η παρουσίαση σου για το ποίημα του Σκαρίμπα. Άλλωστε πρέπει να παραδεχτούμε πως όλοι αυτοί οι ''τρελοί κι αλλοπαρμένοι'' μας έδωσαν τέχνη.Ζώ στην Χαλκίδα και μπορώ να ''νοιώσω'' πιο κοντά στα γραφόμενα του.Ευχαριστώ.

Καίτη Βασιλάκου είπε...

Γιούλη, όσοι είναι "κανονικοί" άνθρωποι, κάνουν "κανονικά" πράγματα, δεν κάνουν όμως τέχνη.

ΝΙΚΟΣ ΑΝΔΡΕΟΠΟΥΛΟΣ είπε...

Ευτυχώς που στην Ελλάδα δεν έχουν πολύ πέραση οι ψυχαναλυτές και έτσι βρίσκουν έδαφος και ανθούν οι ποιητές.
ευχαριστώ για το βήμα
(Σας θυμίζω μόνο ότι πρόκειται για ποίημα με ενσωματωμένη μουσικότητα και "συναισθηματικότητα" και όχιπεζός και αποδεικτικός λόγος γαι να τον αναλύσετε μόνο με τη λογική)
ΝΙΚΟΣ ΑΝΔΡΕΟΠΟΥΛΟΣ

Καίτη Βασιλάκου είπε...

κ. Ανδρεόπουλε, ο τίτλος του άρθρου μου προϊδεάζει για το τι είδους προσέγγιση επιχειρείται στο ποίημα. Δεν πρόκειται για λογοτεχνική ανάλυση, όπου βεβαίως εκεί πολλά άλλα πράγματα μπορούν να ειπωθούν.

Ανώνυμος είπε...

ΩΡΑΙΑ ΑΝΑΛΥΣΗ!!(ΛΕΝΕ ΟΛΟΙ!!!), ΑΛΛΑ... ΙΣΩΣ ΝΑ"ΝΑΙ ΕΚΤΟΣ ΘΕΜΑΤΟΣ!!... ΙΣΩΣ.... ΑΠΛΑ... ΟΝΕΙΡΕΥΕΤΑΙ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ!!!, ΓΙΑ ΦΑΝΤΑΣΟΥ!!!!!!!!!!!!! (ΕΓΩ ΠΑΝΤΩΣ ΕΤΣΙ ΤΟ ΒΛΕΠΩ, ΚΙ ΕΤΣΙ ΘΑ¨ΘΕΛΑ ΝΑ ΠΕΘΑΝΩ!!!) ΔΗΛΑΔΗ, ΑΣ ΜΗΝ ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΜΕ ΝΑ ΕΞΗΓΗΣΟΥΜΕ ΤΑ ΠΑΝΤΑ... ΑΣ, ΝΟΙΩΣΟΥΜΕ ΚΑΙ ΚΑΤΙ!!!.. ΕΛΕΟΣ ΠΙΑ!!!

Ανώνυμος είπε...

http://www.youtube.com/watch?feature=player_detailpage&v=O6nLChp_lfI ΧΩΡΙΣ ΛΟΓΙΑ!!!!!!!!!!!!

Καίτη Βασιλάκου είπε...

Ευχαριστώ για το τραγούδι, Ανώνυμε.

Ανώνυμος είπε...

ΑΣ ΑΦΗΣΟΥΜΕ ΤΟ ΘΕΟ ΝΑ ΕΝΕΡΓΗΣΕΙ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ.....ΔΙΟΤΙ Η ΝΕΚΡΩΣΙΣ ΠΟΥ ΠΛΑΙΣΙΩΝΕΙ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΙ ΤΟ ΠΟΛΥ ΤΡΑΓΙΚΟ!!!ΥΠΑΡΧΕΙ ΞΕΚΑΘΑΡΑ Η ΑΠΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ...ΑΝΩΝΥΜΗ.

Ανώνυμος είπε...

το νοημα του ποιηματος περιγραφεται με λιγες λεκσεις δεν χρειαζεται ψυχικη αναλυση του ποιητη ... σιχαθικε να ονειρευετε ..δεν θελει να κανει ονειρα και να φθειρει την ψυχη του... θελει μονο γαληνη..

Unknown είπε...

Συγγνώμη κυρία Βασιλάκου, αλλά θα σας στενοχωρήσω. Η ανάλυσή σας "αρτιοτάτη ως προς την ψυχιατρικήν", αλλά καμμία σχέση με το συγκεκριμένο ποίημα.
Ο Γιάννης Σκαρίμπας, εκείνη την εποχή "έχασε" τον 8χρονο γιο του και ως πραγματικός ποιητής και όχι ψυχοπαθής, ακούμπησε στο χαρτί όλο τον πόνο που ένιωθε, με έναν τρόπο που μόνο οι ποιητές μπορούν να το κάνουν.

Σε μας μένει μόνον η μικρότητα.


ΥΓ Έλεος, κυρία μου.
Πριν κάνετε "ψυχανάλυση" σε έναν από τους μεγαλύτερους Έλληνες ποιητές, δεν κάνατε μια στοιχειώδη έρευνα?

Καίτη Βασιλάκου είπε...

Dim Mal, η απώλεια, ο θάνατος, το πένθος βιώνονται και εκφράζονται διαφορετικά στον καθένα από μας ανάλογα τον ψυχισμό μας. Το ίδιο θλιβερό γεγονός μάς δίνει στον Παλαμά τον "Τάφο" και στον Σκαρίμπα το "Σπασμένο Καράβι".

Unknown είπε...

ΚΥΡΙΑ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ ΟΜΟΡΦΗ Η ΑΝΑΛΥΣΗ ΣΑΣ ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ

Καίτη Βασιλάκου είπε...

Ευχαριστώ.

Γιώτα είπε...

Μου άρεσε η ανάλυσή σας και πιστεύω ότι όλα συνδέονται, ακόμα και το γεγονός της απώλειας του παιδίου του με το πως αισθάνεται ο ποιητής. Λογικό είναι να θέλει να παραιτηθεί από το να ζήσει τη ζωή του και να θέλει απλά κυλά ο χρόνος, χωρίς να αλλάζει τίποτα. Να βιώνει αυτή τη θλίψη ξανά και ξανά και απλά να βρίσκεται σε νάρκη ο ίδιος και όλα γύρω να μένουν ίδια... Κάθε φορά που το ακούω, με κάνει να δακρύζω, αλλά ταυτόχρονα να αισθάνομαι και κάποιου είδους λύτρωση, ίσως γιατί κάπου - κάπου θα ήθελα να είμαι σε ένα τέτοιο μέρος... Σας ευχαριστώ που με κάνατε να το καταλάβω περισσότερο!

Καίτη Βασιλάκου είπε...

Γιώτα, ευχαριστώ για το σχόλιο.

trolomenos είπε...

Συγγνώμη αλλά από κι ως που πέρνετε θέση ψυχαναλυτή του Σκαρίμπα???
Ηρθε ο άνθρωπος να σας μιλήσει και να σας βάλει σε αυτή τη θέση?
ΟΧΙ!
Τότε ποιος σας εξιοσιοδότεισε να γράφετε τέτοια πράματα???

Αν είχατε ασχοληθεί με τη ψυχανάλυση έστω και λίγο θα ξέρατε ότι είναι εντελώς άτοπος ο τίτλος σας. Απλά δεν υπάρχη ψυχανάλυση ποιήματος. Δεν υπάρχει ψυχανάλυση δίχως σώμα. Την καλλιτεχνική δημιουργία δεν την ψυχαναλύουμε για τ όνομα του θεού!!!

Από το άρθρο του Λακάν για τη Ντυράς το 65 ήταν πλέον ξεκάθαρη η θέση του για το απλούστατο γεγονός ότι ο καλλιτέχνης προηγείται του αναλυτή!!!
Την τέχνη την αισθανόμαστε....

Δηλαδή εσείς διαβάσατε αυτό το ποίημα και ακούσατε το τραγούδι και είπατε αα
τι ωραία..ας το ψυχαναλύσω..????

Για να το εμπεδώνουμε πάμε πάλι
ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ
πρόκειται περί ιστορικής παρεξήγησης γιατί οι μεταφρουδικοί και οι αναλυτές κειμένων της εποχής του φρόυντ δεν κατάλαβαν καν τον Φρόυντ...όλο το κύμα της λεγόμενης εφαρμοσμένης ψυχανάλυσης ήταν μια μπούρδα και μισή. Σελίδες σελιδών παραληρήματος του κάθε επίδοξου αναλυτή κειμένου. Ευτυχώς έχει περάσει προ πολλού αυτή η εποχή. Γιατί τώρα σας ήρθε να κάνετε μια τέτοια διανοητική άσκηση που δεν οδηγεί πουθενά μόνο εσείς το ξέρετε.
Γιατί γι αυτό μόνο πρόκειται. Για μια στείρα διανοητική άσκηση που αφορά μόνο εσάς και τον εαυτό σας. Αφήστε τον κακομοίρη τον Σκαρίμπα στην ησυχία του σας παρακαλώ πολύ.

Αυτά . Συγγνώμη αν βρίσκετε τον τόνο έντονο.
Θα έπρεπε να ήταν βιαιότερος γιατί το κείμενο σας είναι όντως πολύ βίαιο.
Και έρχεται να μιλήσει από μια θέση που είναι πολύ βίαια.

Ευχαριστώ για την όποια προσοχή.
Αντρέας μ.

Ανώνυμος είπε...

Ο σκαριμπας εχασε το παιδι του, και αποτυπωσε ολο τον πονο του σε αυτο το εργο. Αισθανοταν σαν ενα σπασμενο καραβι τσακισμενο.

simos είπε...

Υπάρχει μια φήμη ένα θρύλος πίσω από αυτό το ποίημα που λέει ότι ο σκαρίμπας είχε μπει από μόνος του? Τον είχα βάλει για κάποιο λόγο υγείας? Σε κάποια μορφή καραντίνας.. Αυτή η μοναξιά της καραντίνας του άρεσε ήταν η ζωή του.. Επιζητούζε την μοναξιά.. Όταν έληξε λοιπόν η μορφή αυτή της καραντίνας.. Του έλειψε και έγραψε αυτό το έπος..

Ανώνυμος είπε...

Αν και πολλά χρόνια μετά από την ανάλυση αυτή, θα ήθελα να πω την γνώμη μου. Πιστεύω ότι το καράβι δεν ζει αλλά είναι νεκρό και το ποίημα περιγράφει την ηρεμία που έρχεται με τον θάνατο. Το σκηνικό είναι αυτό του θανάτου, με φοβερή αναπαράσταση από τον Σκαρίμπα και το καράβι που είναι μέσα σε αυτό το σκηνικό περιγράφει, στεγνά όπως γράψατε και εσείς, την κατάσταση του η οποία δεν είναι οδυνηρή αλλά περιέχει μια προσμονη με το θέλω που λέει. Ελπίζω να είστε καλά.

Καίτη Βασιλάκου είπε...

Ανώνυμε, ευχαριστώ για το σχόλιο.