16/1/19

Φίλοι δεξιοί, φίλοι αριστεροί








Δεκαετία του ’50.
Ο πατέρας μου, δημόσιος υπάλληλος, ψήφιζε ΕΡΕ και Κωνσταντίνο Καραμανλή, όχι επειδή φοβόταν μη χάσει τη θέση του, αλλά επειδή ήταν δεξιός. Και η μητέρα μου ψήφιζε κι εκείνη ΕΡΕ, μια και αυτή ήταν η ιδεολογία του πατέρα μου. Αυτό ήταν το μόνο σημείο, στο οποίο τον υπάκουε. Κατά τα άλλα ήταν μια γυναίκα αυταρχική που έκανε ό,τι ήθελε. Είχε μάλιστα μερικές φορές κάτι ιδέες που σήμερα θα θεωρούνταν αναρχικές, τότε ήταν απλώς περίεργες. Ο πατέρας μου όμως την ανεχόταν, επειδή την αγαπούσε υποθέτω.

Ακούει ο άλλος «δεξιός» και φαντάζεται ακραίες και φανατισμένες καταστάσεις. Δεν ξέρω, μπορεί σε άλλα δεξιά σπίτια να συνέβαιναν ακρότητες, στο δικό μας πάντως δεν συνέβαινε τίποτα.

Ζούσαμε τότε στα Χανιά. Η πόλη αλλά και ολόκληρο το νησί λόγω του Ελευθερίου Βενιζέλου ψήφιζε κεντρώα κόμματα, η δεξιά δεν είχε πολλή πέραση εκεί. Κάποιοι μακρινοί συγγενείς της μητέρας μου ήταν «κουκουέδες». Τι ακριβώς σήμαινε αυτό, δεν ήξερα, το μόνο που καταλάβαινα ήταν ότι οι κουκουέδες αγαπούσαν τη Ρωσία και δεν έπρεπε. Αλλά ποτέ δεν άκουσα από τον πατέρα μου ή τη μητέρα μου κάτι εναντίον τους. Εθνικιστικές κορώνες ποτέ δεν ακούστηκαν στο σπίτι μου, ούτε καν πατριωτικές, τίποτα. Με τη θρησκεία πολλά -πολλά δεν είχαμε, πηγαίναμε καμιά φορά την Κυριακή στην εκκλησία, πιο πολύ από κοινωνικό καθήκον και αυτό ήταν.

Σε ένα τέτοιο δεξιό σπίτι που μεγάλωσα, με ένα πατέρα δεξιό και μια μητέρα με αναρχικές ιδέες που δεν τις είχε συνειδητοποιήσει, όλα επιτρέπονταν εκτός από το μίσος προς τους άλλους ανθρώπους, όποιοι κι αν ήταν αυτοί.

Οι δε καλύτεροι φίλοι των γονιών μου ήταν η οικογένεια Μ., γείτονες και δηλωμένοι κομμουνιστές. Και αρκετά κατατρεγμένοι. Ο κ. Μ. μαθηματικός, στα δύσκολα χρόνια μετά τον εμφύλιο βρέθηκε στην εξορία και, όταν επέστρεψε, δεν είχε το δικαίωμα να εργαστεί ως καθηγητής σε σχολείο. Άνοιξε ένα φροντιστήριο, αλλά του το έκλεισαν κι αυτό. Ευτυχώς η γυναίκα του είχε προίκα δυο κεντρικά μαγαζιά στην πόλη και μπορούσαν με αυτά να ζουν με αξιοπρέπεια.

Αυτοί λοιπόν ήταν οι καλύτεροι φίλοι των δεξιών γονέων μου. Σχεδόν κάθε βράδυ μαζεύονταν πότε στο δικό μας σπίτι πότε στο δικό τους και έπαιζαν κουμ καν. Όποιος έχανε, έβαζε τα χρήματα σε ένα κουμπαρά και, όταν ο κουμπαράς γέμιζε, τον έσπαγαν, έπαιρναν τα χρήματα και πηγαίναμε όλοι μαζί σε μια ταβέρνα και τρώγαμε.

Θυμάμαι γιορτές που κάναμε μαζί, κάτι Απόκριες, κάτι Καθαρές Δευτέρες, κάτι ονομαστικές γιορτές, πότε στα σπίτια μας, πότε σε κανένα εξοχικό κέντρο στα περίχωρα της πόλης. Έχω μάλιστα μια φωτογραφία από κάποιες Απόκριες στη Νεράιδα, ένα κέντρο έξω από την πόλη, όπου ο κ. Μ. όλος κέφι με έχει σηκώσει και χορεύουμε τανγκό, πιτσιρίκα εγώ 8-10 χρονών και πολύ περήφανη που χορεύω μαζί με τους μεγάλους.

Καμιά αντιπαράθεση και κανένας καβγάς δεν ξεκίνησε ποτέ ανάμεσα στους γονείς μου και στους Μ., γιατί απλώς δεν μιλούσαν για πολιτικά. Ήξερε ο καθένας τις θέσεις του άλλου, τις σεβόταν και δεν προκαλούσε. Μόνο εγώ και ο γιος των Μ., όταν παίζαμε στο δωμάτιό του, θυμόμασταν πότε πότε ότι οι γονείς μας είχαν διαφορετικές πολιτικές θέσεις και αρχίζαμε:
-Ρωσία!
-Αμερική!
-Ρωσία!
-Αμερική!
-Ρωσία!
-Αμερική!
Κράταγε αυτό ένα δυο λεπτά και μετά το γυρίζαμε πάλι στο παιχνίδι.

Κάποια μέρα κάλεσαν τον πατέρα μου στην Αστυνομία.

-Τι δουλειά έχετε εσείς, δημόσιος υπάλληλος, με σεσημασμένους κομμουνιστές; 

Μην ξεχνάμε ότι τότε οι καιροί ήταν πονηροί και το τραύμα του εμφυλίου ακόμα ανοιχτό.

-Είμαστε φίλοι, είπε ο πατέρας μου.
-Φίλοι με κομμουνιστές; Είστε κι εσείς κομμουνιστής;
-Όχι, εγώ δεν είμαι κομμουνιστής.
-Και γιατί τότε κάνετε παρέα μ’ αυτούς;
-Επειδή είμαστε φίλοι.
-Να προσέχετε, σας παρακολουθούμε.

Και πράγματι τον παρακολουθούσαν. Και στις επόμενες εκλογές, όταν πήγε να ψηφίσει, άνοιξαν μπροστά του τον φάκελο για να δουν τι ψήφισε. Είδαν ότι είχε ψηφίσει ΕΡΕ  και ηρέμησαν. Έκτοτε δεν τον ενόχλησαν πια. Οι γονείς μου συνέχισαν να κάνουν παρέα με τους κομμουνιστές φίλους τους, στενή παρέα, καθημερινή και να περνούν ωραία.

Αυτή η φιλική, ειρηνική συνύπαρξη μιας δεξιάς οικογένειας με μια κομμουνιστική με έμαθε να μην ξεχωρίζω τους ανθρώπους ανάλογα με τις ιδεολογικές τους θέσεις. Έτσι, στη ζωή μου, αν και απαρνήθηκα κάποια στιγμή - ως νέα κι εγώ - την ιδεολογία του πατέρα μου, συνέχισα να κάνω φίλους ανεξάρτητα από τις πολιτικές τους πεποιθήσεις.

Σήμερα, στο διαδίκτυο έχω φίλους όλων σχεδόν των αποχρώσεων, άλλους τους ανέχομαι σιωπηλά, με άλλους επικοινωνώ - κάποιους τους αποκλείω, γιατί είναι απαράδεκτοι, εντάξει – πάντως σε γενικές γραμμές ανέχομαι τον άλλον που έχει διαφορετική πολιτική άποψη από τη δική μου.

Αυτός λοιπόν ο διχασμός, αυτή η εχθρότητα απέναντι στον άλλον, αυτές οι προκηρύξεις μίσους που υποκρύπτουν επιθυμία και για τη βιολογική του εξόντωση μού προκαλούν αηδία και περιφρόνηση.

Όσο για τα κείμενά μου, το ξέρω ότι είναι μια κρύα, μια ζεστή για τους ιδεολόγους της μιας ή της άλλης πλευράς. Αλλά η πραγματικότητα δεν είναι άσπρη-μαύρη.




4 σχόλια:

Ρουλα Χρηστεα είπε...

Μπράβο σας !!!!!!
Ποσο δυσέυρετα πλεον εγιναν τα αυτονόητα της ανθρώπινης ψυχής......

Ρουλα Χρηστεα είπε...

Μπράβο σας !!!!!!
Ποσο δυσέυρετα πλεον εγιναν τα αυτονόητα της ανθρώπινης ψυχής......

Καίτη Βασιλάκου είπε...

Γεια σου, Ρούλα.

elias monarchist είπε...

1982
έτσι ήταν η ζωή του παππού στη Λακωνία
έσωσε κομουνιστές
και μπόρεσαν να πάνε Αυστραλία
με κάτι χαρτιά δε καταλαβαίνω

τα αντίθετα έλκονται όπως οι μαγνήτες
έχει πλάκα να μιλάς με αντίθετο

η φύση λειτουργεί με τα 2 αντίθετα
όπως το βαρομετρικό υψηλό και χαμηλό
����������������������������������������������������������������������������������