2/1/16

Αρχαία Μασσαλία, η ελληνική πόλη της Δύσης







Πολλές φορές σκέφτομαι πόσο παράτολμοι και πόσο απελπισμένοι ήταν ίσως εκείνοι οι πρωτοπόροι Έλληνες πρόγονοι που άφηναν πίσω τους για πάντα την αγαπημένη πατρίδα για να πάνε να εγκατασταθούν ως άποικοι σε ξένα, άγνωστα μέρη, ανάμεσα σε βάρβαρες και εχθρικές φυλές, με πόσο μόχθο αλλά και αποφασιστικότητα έριχναν τα θεμέλια της νέας πόλης που επρόκειτο να γίνει η δική τους πατρίδα, με τι όνειρα και προσδοκίες ξεκινούσαν τη ζωή τους από την αρχή.

Άνθρωποι φτωχοί και χωρίς ελπίδα προκοπής στον τόπο τους, χωρίς περιουσία, χωρίς στον ήλιο μοίρα έμπαιναν στα καράβια και ξενιτεύονταν. Άλλοι πάλι, έμποροι δραστήριοι που ήθελαν να επεκτείνουν τις επιχειρήσεις τους, δεν δίσταζαν να τα παίξουν όλα για όλα μέσα σε θάλασσες επικίνδυνες για να εγκαταστήσουν νέους εμπορικούς σταθμούς στην άκρη του τότε κόσμου.  Αν ήταν τυχεροί, η νέα πόλη, η αποικία, άκμαζε και οι γενιές που έρχονταν κατόπιν την αναγνώριζαν ως τη μοναδική τους πατρίδα.

Βέβαια σε κείνα τα ξένα μέρη που έχτιζαν τη νέα τους πόλη περιβάλλονταν από αλλόγλωσσους βάρβαρους που δεν ήταν πάντα φιλικοί. Άλλοτε ήταν σε πόλεμο μεταξύ τους, άλλοτε πάλι έκλειναν μαζί τους συμμαχίες και τότε άρχιζαν οι συναλλαγές, οι ανταλλαγές και οι επιμειξίες.

Μπορούμε να φανταστούμε να κυκλοφορούν στους δρόμους της αποικίας πολλοί αλλόγλωσσοι γείτονες που έδιναν νέες λέξεις στην ελληνική γλώσσα και νέες ίσως συνήθειες, αλλά έδιναν και γυναίκες στους Έλληνες για να τις παντρευτούν. Σε γενικές γραμμές όμως η αποικία παρέμενε ελληνική, με ελληνική γλώσσα, ελληνικά έθιμα, ελληνική θρησκεία και ελληνικό φρόνημα.

Η Μασσαλία ήταν μια τέτοια μακρινή αποικία που ίδρυσαν οι Φωκαείς της Μ. Ασίας γύρω στο 600 πΧ. Ένα δεύτερο κύμα αποίκων κατέφθασε το 545 πΧ, όταν η Φώκαια κατακτήθηκε από τους Πέρσες και πολλοί κάτοικοι τότε έφυγαν και πήγαν να εγκατασταθούν στη θυγατρική τους πόλη.

Το πολίτευμα της Μασσαλίας ήταν εξ αρχής ολιγαρχικό-τιμοκρατικό, μια μετριοπαθής ολιγαρχία, όπως μας λέει ο Αριστοτέλης. Εξακόσιοι πολίτες, οι πλουσιότεροι, αποτελούσαν τη βουλή και ονομάζονταν «τιμούχοι». Από αυτούς δεκαπέντε επιλέγονταν για το προεδρείο της βουλής και επικεφαλής του προεδρείου ήταν τρεις τιμούχοι. Οι εξακόσιοι αυτοί Μασσαλιώτες έπρεπε να είναι γνήσια τέκνα της πόλης από τρεις γενιές και πάνω και να είναι και «εύτεκνοι», να έχουν δηλαδή παιδιά. Το αξίωμά τους ήταν ισόβιο.

Η Μασσαλία πρόκοψε, πλούτισε και πλουτίζοντας έγινε κέντρο ελληνικής πολιτιστικής ακτινοβολίας στη δυτική Μεσόγειο. Αρκετοί Ρωμαίοι έστελναν εκεί τα παιδιά τους για να μορφωθούν.

Δεν παρέμεινε ωστόσο μια απομονωμένη ελληνική πόλη εν μέσω βάρβαρων φυλών. Φρόντισε να ιδρύσει κι εκείνη μια σειρά αποικιών κατά μήκος των γειτονικών ακτών και να δημιουργήσει ένα ελληνικό πλέγμα πόλεων που εξασφάλιζε την απρόσκοπτη εμπορική της δραστηριότητα. Δώδεκα πόλεις ίδρυσε στις ακτές της σημερινής Γαλλίας, της Ισπανίας, του Μονακό και της Κορσικής και μερικές από αυτές υπάρχουν ακόμα:

Νίκαια, Αντίπολις (Αντίμπ), Μόνοικον (Μονακό), Αγάθη (Agde), Αθηνόπολις, Αλαλία, Εμπόριον (Ampurias), Ημεροσκοπείον (Denia), Λευκή Άκρα, Μαίνεκα ή Μαινάκη (Βέλεθ Μάλαγα), Ολβία (Eoube), Ροδανουσία, Ρόδη (Rosas), Ταυροέντιον (Taurenti).

Ένας μικρός δηλαδή ελληνικός κόσμος με κέντρο τη Μασσαλία δρούσε στις ακτές της δυτικής Μεσογείου, μακριά πολύ από την παλιά ελληνική πατρίδα, αλλά όχι αποκομμένος από αυτήν. Έχουν βρεθεί κορινθιακά και αθηναϊκά αγγεία που φανερώνουν πυκνές εμπορικές σχέσεις με τη μητροπολιτική Ελλάδα. Και όχι μόνο με αυτήν. Οι Μασσαλιώτες είχαν πυκνές  εμπορικές σχέσεις και με τη Μικρά Ασία και με την Αίγυπτο.




Η Μασσαλία δεν επεκτάθηκε πολύ στην ενδοχώρα, όπου κυριαρχούσαν οι διάφορες γαλατικές φυλές. Οι σχέσεις τους μαζί τους ήταν εμπορικές, αλλά κατά καιρούς ήταν και εχθρικές. Οι Μασσαλιώτες διέσχιζαν τη Γαλατία και μετέφεραν τα εμπορεύματά τους βορειότερα. Έκαναν εξαγωγές κρασιού, λαδιού, παστών ψαριών και παστού χοιρινού, καθώς και εξαγωγές αρωματικών και ιαματικών φυτών, κεραμικών και αγγείων.

Λειτούργησαν επίσης ως ενδιάμεσοι έμποροι μεταξύ Γαλατών και Ρωμαίων. Οι μεν Γαλάτες ήθελαν ρωμαϊκά αγαθά και μασσαλιώτικο κρασί, οι δε Ρωμαίοι αναζητούσαν νέα προϊόντα και αγόραζαν δούλους.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι σημερινοί αμπελώνες της Γαλλίας που δίνουν τα περίφημα γαλλικά κρασιά έχουν για πρόγονό τους τους αμπελώνες των Μασσαλιωτών, των πρώτων που εισήγαγαν την καλλιέργεια της αμπέλου στη Γαλατία.


Η ανάπτυξη της Μασσαλίας και των αποικιών της ανησύχησε τους Καρχηδόνιους και τους Ετρούσκους που κυριαρχούσαν στους ναυτικούς εμπορικούς δρόμους της περιοχής. Οι Μασσαλιώτες στράφηκαν τότε στη Ρώμη και έγιναν σταθεροί της σύμμαχοι, εφόσον είχαν κοινούς εχθρούς. Ο Κικέρων μάλιστα έλεγε ότι ο πιο πιστός σύμμαχος της Ρώμης είναι η Μασσαλία.

Όταν η Καρχηδόνα καταστράφηκε, η Μασσαλία έγινε η μεγαλύτερη ναυτική δύναμη στη δυτική Μεσόγειο. Οι σχέσεις της με τη Ρώμη υπήρξαν φιλικές για αιώνες, αρχίζοντας από τον 5ο αι πΧ και φτάνοντας μέχρι το 49 πΧ, οπότε έχασαν ένα μέρος της αυτονομίας τους, επειδή μπλέχτηκαν στον εμφύλιο πόλεμο μεταξύ Καίσαρα και Πομπήιου.

Καθώς βρισκόταν πολύ μακριά από τον ελλαδικό χώρο, δεν ανακατεύτηκε στις εμφύλιες συγκρούσεις που ταλαιπωρούσαν τους Έλληνες εκείνα τα χρόνια της ακμής. Ούτε ασχολήθηκε αργότερα με τις εκστρατείες του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Οι Μασσαλιώτες είχαν άλλους εχθρούς: τους Κέλτες της Γαλατίας, τους Λίγυρες, τους Ετρούσκους και τους Καρχηδόνιους από την απέναντι ακτή της Αφρικής. Τους αντιμετώπισαν όλους με επιτυχία έχοντας ισχυρό σύμμαχο στο πλευρό τους τη Ρώμη.

Εδώ η ιδεατή αναπαράσταση της αρχαίας Μασσαλίας.

 
Ένα τείχος περιέβαλε μια έκταση πενήντα περίπου εκταρίων που περιλάμβανε και το λιμάνι Λακυδώνος, όπως το έλεγαν. Στην ακρόπολη δέσποζε ο ναός του Δελφίνιου Απόλλωνα. Υπήρχαν και άλλοι ναοί με σπουδαιότερο τον ναό τον αφιερωμένο στην Εφέσια Άρτεμη, καθώς και θέατρο, αγορά και όλα εκείνα τα οικοδομήματα που χαρακτηρίζουν μια ελληνική πόλη της εποχής.

Άλλη μία αναπαράσταση της Μασσαλίας (της ελληνιστικής περιόδου).

  
Στον χάρτη που ακολουθεί βλέπουμε τη Φώκαια και την απόσταση που τη χωρίζει από την αποικία της. Η Μασσαλία για τα μέτρα της εποχής βρισκόταν πολύ μακριά. Τυχερή όμως πόλη που ευημέρησε για αιώνες χάρη στο εμπόριό της.

   
Από τους Μασσαλιώτες που το όνομά τους έμεινε στην Ιστορία αναφέρουμε τον Ευθυμένη, ναυτικό και εξερευνητή του 5ου αιώνα, που ταξίδεψε έξω από τις Ηράκλειες Στήλες, παρέπλευσε τις ακτές της δυτικής Αφρικής και έφτασε μέχρι τις εκβολές του ποταμού Σενεγάλη.

Ο Πυθέας, έμπορος, εξερευνητής και γεωγράφος (380-310 πΧ περίπου) έκανε ένα ταξίδι ακόμα πιο τολμηρό. Έφτασε μέχρι τη σημερινή Αγγλία, τις Κασσιτερίδες Νήσους, όπως λέγονταν τότε, επειδή εκεί υπήρχε άφθονος κασσίτερος, πολύτιμο ορυκτό για την εποχή. Προχώρησε ακόμη πιο βόρεια, έφτασε μέχρι τον Αρκτικό Κύκλο.


Ο Πυθέας έκανε το ταξίδι αυτό το 325 πΧ σε συνεννόηση με τον δήμο της Μασσαλίας με στόχο να βρει πολύτιμα μέταλλα, όπως κασσίτερο και ήλεκτρο. Τις εντυπώσεις του τις κατέγραψε στα βιβλία του  «Περί Ωκεανού» και «Γης περίοδος», από τα οποία σώζονται μόνο αποσπάσματα σε έργα άλλων συγγραφέων. Ήταν τόσο καταπληκτικά αυτά που είδε και ανέφερε στα βιβλία του, ώστε ο Στράβων και ο Πολύβιος διατύπωσαν τις αμφιβολίες τους, αν πράγματι έκανε ένα τέτοιο ταξίδι.

Ο Πυθέας όμως το έκανε αυτό το ταξίδι. Την Αγγλία την περιέγραψε ως τριγωνική νήσο και μάλιστα προσδιόρισε το γεωγραφικό της πλάτος (υπήρξε ο πρώτος που ανακάλυψε τον τρόπο μέτρησης του γεωγραφικού πλάτους ενός τόπου) με ελάχιστη απόκλιση από το πραγματικό. Επισκέφθηκε την Κορνουάλη, τόπο εξόρυξης κασσίτερου.

Μετά από θαλάσσιο ταξίδι έξι ημερών προς βορρά έφτασε σε ένα μέρος που το ονομάζει Θούλη, όπου, όπως λέει, η μεγαλύτερη μέρα διαρκεί είκοσι (σημερινές) ώρες. Ίσως πρόκειται για την Ισλανδία ή τις ακτές της Νορβηγίας. Βόρεια της Θούλης σε απόσταση μιας ημέρας θαλασσινού ταξιδιού ξεκινούσε μια περιοχή, όπου η θάλασσα ανακατευόταν με τον πάγο, τη στεριά και τον αέρα. Ο Πυθέας πρέπει να έφτασε μέχρι τη Βαλτική. Δικαίως η σημερινή Μασσαλία τον τιμά ως επίλεκτο τέκνο της μαζί με τον Ευθυμένη.






Η επίδραση και η ακτινοβολία της ελληνικής Μασσαλίας αντικατοπτρίζεται και στα νομίσματα της εποχής.

Κέλτικα νομίσματα του 4ου αιώνα πΧ είναι επηρεασμένα από τους Έλληνες και τις εμπορικές σχέσεις μαζί τους. Ελληνικά σχέδια και γράμματα βρίσκονται σε ποικίλα κέλτικα νομίσματα ειδικά στη νότια Γαλλία. Κυρίως είναι επηρεασμένα από τα νομίσματα του Φιλίππου Β΄ και του Μ. Αλεξάνδρου με θέματα ελληνικά, όπως ο Απόλλων και το άρμα του.


Τον 1ο αιώνα πΧ τα νομίσματα της Μασσαλίας κυκλοφορούν ευρέως στη Γαλατία και επηρεάζουν τη νομισματοκοπία της περιοχής φτάνοντας μέχρι  τη Μεγάλη Βρετανία. Τα νομίσματα του θησαυρού του Sunbury που έχουν μάλλον κατασκευαστεί στο Kent δείχνουν σχέδια που έχουν αντιγραφεί από τα νομίσματα της Μασσαλίας με το στυλιζαρισμένο κεφάλι του Απόλλωνα και ένα ταύρο. 

Πρόσφατα έχουν ανακαλυφθεί σε διάφορες περιοχές του Kent και αυθεντικά χάλκινα νομίσματα της Μασσαλίας του 3-2ου  αιώνα πΧ.



Τέλος αξίζει να αναφέρουμε ότι στη νομοθεσία τους οι  Μασσαλιώτες είχαν μια περίεργη απαγόρευση: οι γυναίκες έπρεπε να πίνουν μόνο νερό, απαγορευόταν να πίνουν κρασί.

Και κάτι ακόμα πιο περίεργο: ο πολίτης που τεκμηρίωνε την απόφασή του να πεθάνει ενώπιον της Βουλής των Εξακοσίων έπαιρνε νόμιμα κώνειο που φυλασσόταν γι’ αυτό τον σκοπό στις κρατικές αποθήκες.
Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα άποψη των Μασσαλιωτών για τη ζωή και τον θάνατο, για την αυτοκτονία και την ευθανασία.

Ναυάγιο ελληνικού πλοίου. Εκτίθεται στο Ιστορικό Μουσείο Μασσαλίας.



Κρατήρας του Vix.




Γύρω στο 550-525 πΧ.
Βρέθηκε στη βόρεια Βουργουνδία , στον τάφο ενός τοπικού Κέλτη ηγεμόνα. Είναι το μεγαλύτερο αγγείο που έχει σωθεί από την Αρχαιότητα, πιθανότατα έργο Ελλήνων τεχνιτών από  αποικία της Κάτω Ιταλίας. Στη μεταφορά του ίσως να μην ανακατεύτηκαν οι Μασσαλιώτες έμποροι, δείχνει όμως την επίδραση των Ελλήνων αποίκων της Δύσης στη Γαλατία και ακόμη βορειότερα.

Στην εποχή του Χριστιανισμού η Μασσαλία έγινε μοναστικό κέντρο και καταφύγιο προσφύγων που ήθελαν να ξεφύγουν από τους βάρβαρους του Βορρά.

Όπως όλες οι ρωμαϊκές πόλεις και αποικίες και η Μασσαλία πέρασε στην κατοχή των Οστρογότθων και των Βησιγότθων και τέλος κατακτήθηκε από τους Φράγκους.

Σήμερα είναι μια γαλλική πόλη που όμως δεν έχει λησμονήσει την αρχική της καταγωγή. Οι σύγχρονοι Μασσαλιώτες σέβονται και τιμούν το μακρινό ελληνικό παρελθόν τους.




2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Πολύ ωραίο και πολύ ενδιαφέρον.Σίγουρα οι δρόμοι της θάλασσας ενέπνευσαν τις διηγήσεις
των ναυτικών που ενέπνευσαν τον Όμηρο.Η Ελλάδα μας έχει πολυαίωνη παράδοση ναυτική και
πολλά παιδιά της ταλαιπωρήθηκαν στις θαλάσσιες οδούς έχοντας αποσκευή τις ελπίδες και
είναι κρίμα να ξεχνάμε πολλές φορές ότι είμαστε ναυτικό έθνος,ότι όπως επισημαίνετε,
όστρακα απο αττικά και άλλα αγγεία ελληνικά βρίσκονται από τις ακτές της Κριμαίας μέχρι τα βάθη της Ανατολής,την Κυρήνη και τη σημερινή Λιβύη γενικά και τις Αγγλία και
Ισπανία'και,πέραν των τόσων αποικιών,τα τόσα προωθημένα ελληνικά εμπορικά κέντρα ("Εμπόριον").

Καίτη Βασιλάκου είπε...

Έτσι είναι. Στην Ανατολή έφτασε μέχρι την Ινδία ο ελληνικός πολιτισμός μετά τις εκστρατείες του Μ. Αλεξάνδρου.