Όλοι έχουμε ακούσει ιστορίες, όπου κάποιος μαράζωσε και
πέθανε από τον καημό του για κάτι πολύ τραυματικό που συνέβη στη ζωή του.
Ο κόσμος από πείρα ήξερε πάντα ότι αυτό μπορεί να συμβεί.
Σήμερα η επιστήμη το αναγνωρίζει και του έχει δώσει και όνομα: ψυχογενής
θάνατος, ο θάνατος που επέρχεται, όταν κάποιος για κάποιο σοβαρό λόγο έχει χάσει
την επιθυμία του να συνεχίσει να ζει.
Γιατί η ζωή, ως απαιτητική ερωμένη, θέλει να την επιθυμείς.
Αν πάψεις να την επιθυμείς, σου γυρίζει την πλάτη και σε αφήνει να πεθάνεις.
Πρέπει λοιπόν να την επιθυμείς και να
μάχεσαι γι’ αυτήν. Δηλαδή να προσπαθείς να αποχτήσεις αυτά που σου υπόσχεται
ότι μπορούν να γίνουν δικά σου και, όταν τα αποχτήσεις, να τα χαίρεσαι. Αλλά κι
αν δεν τα αποχτήσεις, δεν πειράζει. Σημασία έχει να μάχεσαι γι’ αυτά και να τα
ποθείς.
Η ζωή είναι επιθυμία και αγώνας να εκπληρώσεις αυτό που
επιθυμείς. Αν παραιτηθείς από αυτό, η ζωή χλομιάζει, χάνει τη δύναμή της πάνω
σου, εξαχνώνεται. Την εγκαταλείπεις και αυτή με τη σειρά της σε εγκαταλείπει.
Δεν έχετε πια συνάφεια εσείς οι δυο, επομένως η σχέση είναι περιττή και παύει
να υφίσταται.
Είναι ωστόσο τόσο εξουσιαστική η ζωή που δύσκολα αφήνει
κάποιον να φτάσει σε τέτοιο σημείο παραίτησης. Πολλές συμφορές και δυστυχίες
συμβαίνουν στους ανθρώπους που τους ρίχνουν στην απελπισία, όμως κάτω από τον
θρήνο τους υποφώσκει η ζωή με τις απαιτήσεις της. Και, αφού περάσουν μια
περίοδο πένθους, οι άνθρωποι επανέρχονται σιγά σιγά και ξαναμπαίνουν στο παιχνίδι.
Η ζωή τούς έχει κερδίσει. Σημαδεμένοι ίσως για πάντα από ένα τραύμα που δεν
πρόκειται να επουλωθεί πλήρως, όμως υπάκουοι στις επιταγές της ζωής συνεχίζουν
την καθημερινότητά τους, νιώθουν πείνα, δίψα, νύστα, έχουν συναισθήματα, κάνουν
σχέδια. Μπορεί να ζουν με κομμένα φτερά, όμως ζουν. Είναι σαν να δέχονται τη
σύμβαση που έχουν κάνει με τη ζωή: για να ζεις, πρέπει να κάνεις κάποια
πράγματα.
Μερικοί, ελάχιστοι πάντως, ακυρώνουν αυτή τη σύμβαση. Η ζωή,
μετά από αυτό που τους έχει συμβεί, δεν έχει καμιά σημασία. Παραιτούνται. Ο
ψυχογενής θάνατος είναι πολύ κοντά. Θα πεθάνουν μέσα σε λίγες μέρες.
Το πρώτο σύμπτωμα που εμφανίζεται είναι η κοινωνική
απόσυρση. Δεν τους ενδιαφέρει η κοινωνική αλληλεπίδραση, μένουν αδιάφοροι και
αποσύρονται στον εαυτό τους.
Ακολουθεί η απάθεια και η απουσία κάθε δραστηριότητας. Αδιαφορούν
για τα πάντα, ακόμα και για την ατομική υγιεινή τους.
Μαζί με την απάθεια εμφανίζεται η αβουλία. Έχουν αποσυρθεί
τελείως στον εαυτό τους και δεν έχουν καμιά επιθυμία. Δεν εκδηλώνουν
συναισθήματα, γιατί δεν έχουν. Μπορεί ακόμα και να σταματήσουν να μιλούν. Κάθε
κίνητρο για ζωή είναι απόν.
Τέλος εμφανίζεται και η ψυχική ακινησία. Αν και η συνείδηση
λειτουργεί, όμως η απάθεια είναι τόσο βαθιά που ακόμα και ο σωματικός πόνος δεν
προκαλεί καμιά αντίδραση. Τίποτα δεν είναι ικανό να διεγείρει το άτομο ούτε οι
φωνές ούτε το ξύλο ούτε τα παρακάλια. Η άρνηση της ζωής είναι πλήρης.
Ακολουθεί ο θάνατος.
Αν και δεν διευκρινίζεται με ποιον τρόπο πεθαίνει ο πάσχων,
υποθέτω ότι απλώς σταματά να χτυπά η καρδιά του.
«Πέθανε από τον καημό του» είναι μια φράση που έχουμε όλοι
ακούσει. Και ο Μάρκες στα «Εκατό χρόνια μοναξιά», αν δεν κάνω λάθος,
παρουσιάζει κάποια ηλικιωμένη γυναίκα που αποφάσισε να πεθάνει μια συγκεκριμένη
μέρα, έκανε τις ετοιμασίες της και πέθανε, όπως είχε αποφασίσει.
Η ζωή λοιπόν δεν ηττάται από τον θάνατο, μόνο όταν το σώμα
έχει υποστεί ανεπανόρθωτη φθορά ή έχει προσβληθεί από ανίατη αρρώστια. Ηττάται
και από μια βαριά τραυματισμένη συνείδηση που εγκαταλείπει το σώμα στην τύχη
του. Ένα σώμα αφημένο χωρίς την προστασία της συνείδησης είναι ένα σώμα άδειο,
χωρίς την εσωτερική φλόγα για ζωή. Και η μοίρα του είναι ο θάνατος.
Ο ψυχογενής θάνατος δεν είναι αυτοκτονία. Ο πάσχων έχει
περιπέσει σε τόσο βαθιά απάθεια που αδιαφορεί ακόμα και γι΄αυτήν.
Αδιαφορεί για τα πάντα. Ούτε κατάθλιψη είναι, γιατί ο πάσχων έχει αδειάσει από
συναισθήματα. Δεν νιώθει τίποτα. Είναι ένας ζωντανός νεκρός. Ο βιολογικός του
θάνατος θα τον απαλλάξει από την πρώτη ιδιότητά του, αυτήν του ζωντανού, και θα
τον κρατήσει με τη δεύτερη ιδιότητα, αυτήν του νεκρού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου