Πολλά θα μπορούσε κανείς να γράψει γι’ αυτό τον μικρόσωμο, μελαχρινό λαό που ήρθε γύρω στα 4.500 πΧ από τα απέναντι μικρασιατικά παράλια και κατοίκησε στη Θήρα.
Οι Έλληνες
ακόμα δεν έχουν κατέβει στην Ελλάδα, όμως εμείς σήμερα θεωρούμε τους προϊστορικούς
κατοίκους της Θήρας προγόνους μας, εφόσον, όσοι δεν χάθηκαν στην έκρηξη του
ηφαιστείου το 1613 πΧ, αναμίχθηκαν με τους Έλληνες που ήρθαν αργότερα, όπως ακριβώς
έγινε και στη μινωική Κρήτη.
Τον 17ο
αιώνα πΧ οι κάτοικοι του νησιού βρίσκονται στην ακμή τους. Η πόλη τους διαθέτει
διώροφα και τριώροφα σπίτια, το ένα δίπλα στο άλλο, πλατείες, λιθόστρωτους δρόμους
και ένα αποχετευτικό σύστημα που περνά κάτω από το λιθόστρωτο και συνδέεται με όλα
τα σπίτια.
Θα πούμε
μερικά πράγματα γι’ αυτούς τους προϊστορικούς κατοίκους του νησιού, όμως ας δούμε
πρώτα μερικές από τις εκπληκτικές τοιχογραφίες τους που έφεραν στο φως οι
ανασκαφές:
Η Έρση, η Μυρτώ, η Μαρίνα
η Ελένη, η Ρωξάνη, η Φωτεινή
η Άννα, η Αλεξάνδρα, η Κύνθια...Λυγερόκορμες, με πλούσια μαύρα μαλλιά, με τα κοσμήματά τους, σκουλαρίκια, περιδέραια, βραχιόλια, με τα φανταχτερά τους φορέματα κατά τη μινωική μόδα, κομψές και ερωτικές, χάρμα οφθαλμών.
Χελιδόνια πετούν και παίζουν ανταλλάσσοντας φιλιά.
Αντιλόπες.
Νεαρός αφιερώνει στη θεότητα τα ψάρια του σε κάποιου είδους θρησκευτική τελετή. Το κεφάλι του είναι ξυρισμένο στο μεγαλύτερο μέρος. Η γυμνότητα είναι φυσική κατάσταση. Και ενώ οι γυναικείες μορφές παριστάνονται με λευκό δέρμα, οι ανδρικές μορφές παριστάνονται με κοκκινωπό. Οι άνδρες είναι ηλιοκαμένοι, μια και κυκλοφορούν έξω πολλές ώρες.
Νηοπομπή. Η τοιχογραφία περιτρέχει και τους τέσσερις τοίχους του δωματίου.
Κρίνα.
Άνθη παπύρου.
Έφηβοι σε αγώνα πυγμαχίας. Προφανώς παίζουν μιμούμενοι τους μεγάλους. Το κεφάλι τους είναι ξυρισμένο σε κάποια σημεία. Το αγόρι αριστερά φορά περιδέραιο, σκουλαρίκια, βραχιόλι και κόσμημα στον αστράγαλο.
Τι άνθρωποι λοιπόν ήταν αυτοί που ζούσαν σε μια ατείχιστη πόλη και ζωγράφιζαν τα σπίτια τους με τόσο όμορφες εικόνες που δείχνουν τη χαρά της ζωής;
Σκέφτομαι τώρα αντίστοιχες παραστάσεις άλλων λαών της ίδιας εποχής που δείχνουν τεράστιους βασιλιάδες να συντρίβουν με ωμότητα τους μικροκαμωμένους εχθρούς τους, εικόνες βίας και σκληρότητας με κομμένα κεφάλια να κοσμούν τα παλάτια τους, με υπηκόους να προσκυνούν τους ηγεμόνες τους. Τι φοβερή αντίθεση με αυτούς εδώ τους ανέμελους νησιώτες που ζωγραφίζουν χελιδόνια να ερωτοτροπούν και κορίτσια να μαζεύουν κρόκο και σαφράνι.
Από ό,τι εικάζουν οι ειδικοί, εδώ στην προϊστορική Θήρα δεν υπήρχε βασιλιάς. Κυβερνούσε μια ελίτ εμπόρων και βιοτεχνών, κάτι σαν ολιγαρχία δηλαδή.
Ο πλούτος του νησιού προερχόταν από το θαλάσσιο εμπόριο και τη βιοτεχνία και το λιμάνι του ήταν ένα από τα μεγαλύτερα της περιοχής. Είχαν εμπορικές σχέσεις με τα άλλα νησιά του Αιγαίου, την κυρίως Ελλάδα, την Κρήτη, την Κύπρο, την Αίγυπτο, τη Συρία.
Τι άνθρωποι λοιπόν ήταν αυτοί που ζούσαν σε μια ατείχιστη πόλη και ζωγράφιζαν τα σπίτια τους με τόσο όμορφες εικόνες που δείχνουν τη χαρά της ζωής;
Σκέφτομαι τώρα αντίστοιχες παραστάσεις άλλων λαών της ίδιας εποχής που δείχνουν τεράστιους βασιλιάδες να συντρίβουν με ωμότητα τους μικροκαμωμένους εχθρούς τους, εικόνες βίας και σκληρότητας με κομμένα κεφάλια να κοσμούν τα παλάτια τους, με υπηκόους να προσκυνούν τους ηγεμόνες τους. Τι φοβερή αντίθεση με αυτούς εδώ τους ανέμελους νησιώτες που ζωγραφίζουν χελιδόνια να ερωτοτροπούν και κορίτσια να μαζεύουν κρόκο και σαφράνι.
Από ό,τι εικάζουν οι ειδικοί, εδώ στην προϊστορική Θήρα δεν υπήρχε βασιλιάς. Κυβερνούσε μια ελίτ εμπόρων και βιοτεχνών, κάτι σαν ολιγαρχία δηλαδή.
Ο πλούτος του νησιού προερχόταν από το θαλάσσιο εμπόριο και τη βιοτεχνία και το λιμάνι του ήταν ένα από τα μεγαλύτερα της περιοχής. Είχαν εμπορικές σχέσεις με τα άλλα νησιά του Αιγαίου, την κυρίως Ελλάδα, την Κρήτη, την Κύπρο, την Αίγυπτο, τη Συρία.
Έχτιζαν διώροφα και τριώροφα σπίτια, το ένα
δίπλα στο άλλο, διακοσμημένα όλα με αυτές τις υπέροχες τοιχογραφίες που βρίσκονταν στον πρώτο και στο δεύτερο
όροφο. Σ’ αυτούς τους επάνω ορόφους έμεναν για να έχουν άφθονο ήλιο και φως από
τα μεγάλα παράθυρά τους. Εκεί είχαν και τον αργαλειό τους, όπου ύφαιναν τα ρούχα
της οικογένειας.
Στο
ισόγειο είχαν τις αποθήκες και τα εργαστήριά τους, καθώς σχεδόν κάθε σπίτι είχε
τη δική του βιοτεχνία. Εδώ αποθήκευαν τον καρπό τους σε μεγάλα πιθάρια και εδώ
επίσης γινόταν το άλεσμα των σιτηρών και η επεξεργασία των οσπρίων τους.
Η πόλη
είχε τις πλατείες της και τους λιθόστρωτους δρόμους της. Κάτω από το λιθόστρωτο
περνούσε το αποχετευτικό τους σύστημα που συνδεόταν με όλα τα σπίτια.
Θα
υπήρχαν ασφαλώς και οι λαϊκές συνοικίες, όπου ζούσαν οι λιγότερο προνομιούχοι,
οι μεταλλουργοί, οι αγγειοπλάστες, οι τσαγκάρηδες.
Η
γυναίκα στην κοινωνία τους, όπως μας δείχνουν οι τοιχογραφίες, είχε ισότιμη
θέση με τον άνδρα.
Οι
κάτοικοι, όπως είπαμε, ήταν έμποροι και ναυτικοί, αλλά ήταν και βιοτέχνες, τεχνίτες, κτηνοτρόφοι που έτρεφαν
κοπάδια με αιγοπρόβατα και γεωργοί. Καλλιεργούσαν κυρίως κριθάρι αλλά και
σιτάρι που θέριζαν με λίθινα ή μπρούτζινα δρεπάνια και το φύλαγαν σε μεγάλα
πιθάρια. Καλλιεργούσαν επίσης ελιές και φαίνεται ότι το λάδι ήταν αρκετό, ώστε
να κάνουν και εξαγωγή του. Κι ακόμα είχαν αμπέλια και έφτιαχναν κρασί.
Τους
άρεσαν πολύ τα θαλασσινά, κυδώνια, αχινοί, πεταλίδες, τρίτωνες, χτένια. Τα
ψάρια επίσης. Όχι μόνο τα φρέσκα αλλά και τα παστά και τα αποξηραμένα στον ήλιο. Τα
σαλιγκάρια. Τα όσπρια, φάβα, λαθούρι, μπιζέλια, φακές. Κατανάλωναν κρέας κυρίως
αιγοπροβάτων αλλά και χοιρινό. Ελάχιστο βοδινό. Συμπλήρωναν τη διατροφή τους με
ρόδια, σύκα και αμύγδαλα. Κι ακόμα είχαν τα αρωματικά φυτά τους, ζαφορά,
χαμομήλι, αψιθιά, φασκόμηλο, ρίγανη, θυμάρι και άλλα, που τα χρησιμοποιούσαν ως
καρυκεύματα στα φαγητά τους ή ως αφεψήματα.
Αυτός
λοιπόν ο μικρός κόσμος της προϊστορικής Θήρας ζούσε σε μια πόλη ατείχιστη, πράγμα
που σημαίνει ότι ζούσε χωρίς φόβο, χαιρόταν τη φύση, τη νιότη και την ομορφιά
και τη ζωγράφιζε με άνεση και χάρη στους τοίχους των σπιτιών του. Ζούσε καλά.
Μέχρι
το 1613 πΧ που ήρθε η καταστροφή.
Πρώτα
ένας δυνατός σεισμός κατέστρεψε τον οικισμό. Ο κόσμος φοβισμένος εγκατέλειψε
την πόλη του, όπως έκανε κάθε φορά που γινόταν σεισμός, και κατασκήνωσε κάπου
εκεί κοντά. Φαίνεται ότι αργότερα επέστρεψαν κάποιοι και πήραν αντικείμενα από
τα σπίτια τους. Μεσολάβησαν
λίγα εικοσιτετράωρα και πάνω εκεί που πήγαν να ηρεμήσουν τα πράγματα, έγινε η
φοβερή έκρηξη του ηφαιστείου.
Η
στάχτη και τα αέρια σκέπασαν τον τρομαγμένο πληθυσμό που είχε μαζευτεί
σε μια γωνιά του νησιού και όλα χάθηκαν. Η χαριτωμένη πολιτεία καλύφθηκε από
την τέφρα του ηφαιστείου και κοιμήθηκε για πολλούς αιώνες έναν ύπνο χωρίς
όνειρα. Ένας θρύλος για μια χαμένη Ατλαντίδα πέρασε στη μνήμη των Ελλήνων που
ήρθαν ύστερα να κατοικήσουν τον τόπο.
3.580
χρόνια αργότερα, το 1967 μΧ ο Σπύρος Μαρινάτος ξεκίνησε τις ανασκαφές στο νησί
που σήμερα συνεχίζει ο Χρήστος Ντούμας.
Η
χαριτωμένη πολιτεία αρχίζει σιγά σιγά να ανεβαίνει πάλι στο φως κι εμείς
βλέπουμε έκπληκτοι έναν κόσμο υψηλού πολιτισμικού επιπέδου να μας νεύει από τα
βάθη του παρελθόντος.
Τριάντα
εφτά αιώνες μετά την καταστροφή, ένας ποιητής των νησιών του Αιγαίου με τη
βαθιά ενόραση που έχουν οι ποιητές, γράφει στίχους που μας στέλνουν πίσω, σε
μια εποχή που κανείς δεν είδε και κανείς δεν έζησε.
Επειδή
η ζωή ξαναγύρισε και κατοίκησε πάλι στα ίδια μέρη με την ίδια αγάπη για το φως
και τον ήλιο, με την ίδια μαγεία που αναπέμπουν η θάλασσα του Αιγαίου και τα
κατάσπαρτα νησιά της.
ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ το φως και η πρώτη
χαραγμένη στην πέτρα ευχή του ανθρώπου
η αλκή μες στο ζώο που οδηγεί τον ήλιο
το φυτό που κελάηδησε και βγήκε η μέρα
ΟΙ ΣΗΜΑΝΤΟΡΕΣ ΑΝΕΜΟΙ που ιερουργούνε
που σηκώνουν το πέλαγος σαν Θεοτόκο
που φυσούν και ανάβουνε τα πορτοκάλια
που σφυρίζουν στα όρη κι έρχονται
Οι αγένειοι δόκιμοι της τρικυμίας
οι δρομείς που διάνυσαν τα ουράνια μίλια
οι Ερμήδες με το μυτερό σκιάδι
και του μαύρου καπνού το κηρύκειο
Οι λιθιές και τα κύματα χέρι με χέρι
μια πατούσα που σύναξε σοφία στην άμμο
ένας τζίτζικας που έπεισε χιλιάδες άλλους
η συνείδηση πάμφωτη σαν καλοκαίρι.
ΤΑ ΝΗΣΙΑ με το μίνιο και με το φούμο
τα νησιά με το σπόνδυλο καποιανού Δία
τα νησιά με τους έρημους ταρσανάδες
τα νησιά με τα πόσιμα γαλάζια ηφαίστεια
Άξιον εστί στο πέτρινο πεζούλι
αντίκρυ του πελάγους η Μυρτώ να στέκει
σαν ωραίο οκτώ ή σαν κανάτι
με την ψάθα του ήλιου στο ένα χέρι
ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ το χώμα που ανεβάζει
μιαν οσμή κεραυνού σαν από θειάφι
του βουνού ο πυθμένας όπου θάλλουν
οι νεκροί άνθη της αύριον
ΤΑ ΚΟΡΊΤΣΙΑ η πόα της ουτοπίας
τα κορίτσια οι παραπλανημένες Πλειάδες
τα κορίτσια τ’ Αγγεία των Μυστηρίων
τα γεμάτα ως πάνω και τ’ απύθμενα
Τα στυφά στο σκοτάδι και όμως θαύμα
τα γραμμένα στο φως και όμως μαυρίλα
τα στραμμένα επάνω τους όπως οι φάροι
τα ηλιόβόρα και τα σεληνοβάμονα
Η Έρση, η Μυρτώ, η Μαρίνα
η Ελένη, η Ρωξάνη, η Φωτεινή
η Άννα, η Αλεξάνδρα, η Κύνθια
Αιέν
ο κόσμος ο μικρός, ο Μέγας!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου