Ό,τι
θυμάται είναι πως άνοιγε πόρτες.
Μια
ακατάσχετη περιέργεια που την αποδεχόταν
ως ιδιαίτερο γνώρισμα του χαρακτήρα του, τον έσπρωχνε να ανοίγει τις πόρτες, τη
μια μετά την άλλη, και να περνά κάθε φορά σε ένα νέο χώρο, όπου περιπλανιόταν
με ευχαρίστηση μελετώντας τα σχήματα και τα μεγέθη που περιέχονταν σ’ αυτόν,
συγκρίνοντάς τα μεταξύ τους και κάνοντας διάφορους συσχετισμούς, αφαιρέσεις,
γενικεύσεις, βγάζοντας συμπεράσματα και μετά αποφθέγματα, δόγματα, αξιώματα.
Ό,τι
θυμάται είναι αυτό.
Μια
διασκεδαστική περιπλάνηση μέσα στον νέο χώρο των σχημάτων και των μεγεθών κι
έπειτα η επόμενη πόρτα που έπρεπε να ανοιχτεί και ο καινούργιος χώρος που
έπρεπε να εξετασθεί με την ίδια πάντα ατμόσφαιρα της σιωπής να αιωρείται
ανάμεσα στα σχήματα και τα μεγέθη που περιείχε.