2/10/25

Ίλαμ 8: Και τώρα σεξ

 

 


 

Ένας άντρας κοντά δυο μέτρα σχεδόν γυμνός μπροστά μου. Το κορμί του δεν αντιστοιχούσε στους ηρωικούς ρόλους που υποδυόταν. Ήταν ένα αρμονικό κορμί αλλά όχι πια νεανικό.

 

-Τώρα ξέρεις τι θα κάνεις, μου είπε αυτός.

-Θέλεις να σου βγάλω και το εσώρουχο.

-Ναι. Και μετά θα βγάλεις κι εσύ το δικό σου και θα καθίσεις πάνω μου. Θα κάνεις εσύ όλη τη δουλειά. Δεν πρέπει να καταπονήσω τη μέση μου. Καταλαβαίνεις, έτσι δεν είναι, Κάτυ;

-Κάθυ.

-Κάθυ, ναι. Και δεν χρειάζεται να βγάλεις το φόρεμά σου.

-Ούτε φιλιά και τέτοια δηλαδή…

-Όχι.

-Έτσι το κάνεις και με τις κούκλες που γλείφουν τα πόδια σου;

- Άναψέ μου ένα τσιγάρο.

 

Πήρα ένα τσιγάρο από τα δικά μου, το άναψα και το έβαλα στα χείλη του. Τράβηξε μια βαθιά ρουφηξιά και μετά είπε:

 

-Δείχνεις ταπεινή, αλλά δεν είσαι. Έχει μια υπεροψία η έκφρασή σου. Πού τη στηρίζεις; Είσαι κάτι σπουδαίο και δεν το ξέρω;

 

Δεν απάντησα. Έβγαλα το εσώρουχό του και μετά έβγαλα και το δικό μου. Έπειτα ανέβηκα στο κρεβάτι και κάθισα πάνω του.

 

-Για να κάνουμε σεξ, πρέπει να είσαι σε διέγερση,  είπα.

-Δεν φρόντισες γι’ αυτό.

 

Κάπνιζε και με κοίταζε και είδα πως χαμογέλασε αχνά.

 

-Δεν μου έδωσες τέτοια εντολή, είπα.

 

Έσβησε το τσιγάρο και σταύρωσε τα χέρια κάτω από το κεφάλι του.

 

-Εντάξει, αρκετά παίξαμε. Κάνε τώρα αυτό που πρέπει να κάνεις.

 

 

Σηκώθηκε έπειτα, έκανε ένα γρήγορο ντους και ντύθηκε.

 

-Με περιμένουν κάτω, μου εξήγησε. Καλύτερα να φύγεις εσύ πρώτη, μη μας δουν μαζί.

 

Φόρεσα το εσώρουχό μου και μάζεψα την τσάντα μου από την πολυθρόνα.

 

-Ευχαριστώ για την εμπειρία, είπα.

 

Άνοιξα την πόρτα και βρέθηκα μπροστά στους δυο μπράβους του. Με κοίταξαν με αδιαφορία.

 

-Ένα λεπτό! Τον άκουσα να λέει από μέσα.

 

Γύρισα και τον κοίταξα. Φορούσε ένα μπλε κοστούμι, ένα λευκό πουκάμισο χωρίς γραβάτα και ήταν ένας πανέμορφος δίμετρος Ίλαμ, ένας κακομαθημένος Ίλαμ που με είχε χρησιμοποιήσει σαν σκουπίδι.

 

-Δώσε μου το e mail σου.

-Να το κάνεις τι;

-Δεν θέλεις να το ξαναζήσουμε αυτό;

-Εσύ θέλεις;

-Ναι, γιατί όχι;

 

Χωρίς να το ελέγξω, μου ξέφυγε:

-Την άλλη φορά θα σου γλείψω τα πόδια.

 

Χαμογέλασε.

 

Του έδωσα το e mail μου κι έφυγα σαν κυνηγημένη. Βγήκα από το ξενοδοχείο, περπάτησα στους δρόμους, δεν ήξερα τι μου γινόταν.


(Συνεχίζεται)



1/10/25

Ίλαμ 7: Στη σουίτα του Ίλαμ

 




Έβγαλε το σακάκι του, έβγαλε το πουκάμισό του και ξάπλωσε μπρούμυτα στο κρεβάτι.

 

-Τρίψε μου τη μέση, Κάθυ.

 

Άγγιξα δισταχτικά τη γυμνή του σάρκα, λευκή, τρυφερή σάρκα, μαλακή. Εβδομήντα χρονών. Το ήξερα από το διαδίκτυο.

 

Άρχισα να τον τρίβω απαλά. Έβλεπα το κορμί του, ψηλό, μακρύ κορμί, αδύνατο και δεν μπορούσα να πιστέψω αυτό που μου συνέβαινε. Πριν λίγη ώρα ήμουν ακόμα ένας κανονικός άνθρωπος, ένας ανύποπτος άνθρωπος που ζούσε την καθημερινή ζωή του. Τώρα έκανα μασάζ σε έναν από τους πιο γοητευτικούς άνδρες στον κόσμο του θεάματος.

 

-Πιο δυνατά!

 

Πιο δυνατά, εντάξει.

 

-Κι άλλο!

 

Κι άλλο, εντάξει.

 

Πόσο κράτησε αυτό; Μπορεί ένα τέταρτο, μπορεί μισή ώρα, μπορεί και παραπάνω.

 

Γύρισε ανάσκελα και μου χαμογέλασε:

-Είσαι καλή νοσοκόμα.

-Νιώθεις καλύτερα;

-Ναι. Και τώρα πρέπει να σε σκοτώσω.

 

Κάθισα στο πλάι του κρεβατιού.

-Γιατί να με σκοτώσεις;

-Γιατί ξέρεις ένα μυστικό μου που το κρύβω από όλους.

-Ναι, σωστά. Οι ήρωες είναι άτρωτοι.

-Βάλε μου λίγο ουίσκι. Και δώσε μου τα χάπια μου, είναι στο συρτάρι του κομοδίνου.

 

Κατάπιε ένα παυσίπονο μαζί με το ουίσκι.

 

-Σε λίγο θα είμαι σε φόρμα, είπε. Βγάλε μου τα παπούτσια.

 

Κοντοστάθηκα αναποφάσιστη.

 

Ναι, εντάξει, σκοπεύει να με πηδήξει τώρα ο διάσημος Ίλαμ, αυτό ούτε στο πιο τρελό όνειρό μου δεν το είχα φανταστεί, one night stand το λένε, αύριο θα μ’ έχει ξεχάσει. Εντάξει, αλλά οι πολλές διαταγές με είχαν εκνευρίσει.

 

-Μήπως θέλεις να σου βγάλω και το παντελόνι;

-Φυσικά.

 

Θα με πηδήξει λοιπόν. Είναι βέβαιο τώρα.

 

Ήπιε μια γουλιά ουίσκι κι έκλεισε τα μάτια.

 

-Μην καθυστερείς. Κάτω περιμένουν κάτι κούκλες που είναι έτοιμες να γλείψουν  τα πόδια μου, είπε αυτός ήσυχα. Βγάλε μου τώρα τα παπούτσια.

 

Κοίταξα στον καθρέφτη απέναντι το είδωλό μου. Ήμουν ασήμαντη, το ήξερα. Ήμουν μια ασήμαντη γυναίκα σαράντα χρονών. Κι αυτός ο εξωτικός άνδρας μού έδινε διαταγές. Λοιπόν, θα το προχωρήσω, θα είναι αυτή μια μοναδική εμπειρία.

 

Του έβγαλα τα πανάκριβα παπούτσια και τα ακούμπησα κάτω.

 

-Και τις κάλτσες.

 

Ναι, ασφαλώς κι αυτές.

 

Τα πόδια του ήταν μεγάλα και αρμονικά. Αντρικά, ερεθιστικά πόδια. Πραγματικά θα ήθελα να τα γλείψω.

 

Μισάνοιξε τα μάτια:

-Δεν θα τα γλείψεις;

 

Ξανακοίταξα το είδωλό μου στον καθρέφτη.


-Είσαι πολύ κακομαθημένος, είπα. Έτσι είστε όλοι εσείς οι διάσημοι;

-Καλά, μην τα γλείψεις. Και τώρα βγάλε μου το παντελόνι.

 

Το ξεκούμπωσα και το τράβηξα απαλά προσέχοντας να μην τον πονέσω.


(Συνεχίζεται)

 

30/9/25

Ίλαμ 6: Γιατί εμένα;



Πίνεις το ουίσκι σου γουλιά γουλιά και λούζεσαι κάτω από ένα μπλε αστραφτερό φως. Έχεις περάσει στον χώρο της μαγείας και όλος ο υπόλοιπος κόσμος έχει βυθιστεί στα Τάρταρα.

 

Σου μιλά αυτός που είναι απέναντί σου κι εσύ απαντάς μηχανικά, έχεις χάσει τον εαυτό σου. Κι αυτός που είναι απέναντί σου το ξέρει: μια βραδιά ακόμα που θα περάσει με μια άγνωστη τρελή και που δεν πρόκειται να ξαναδεί ποτέ. Και η άγνωστη τρελή το ξέρει κι αυτή. Και δεν τη νοιάζει καθόλου.

 

Το μπλε του κοβάλτιου. Δεν υπάρχει πιο ωραία απόχρωση του μπλε από αυτήν. Είναι μαγική, είναι σαγηνευτική. Φαντάσου να σε κοιτάζουν δυο μάτια που οι ίριδές τους είναι δυο πολύτιμες πέτρες από ζαφείρι στο χρώμα του κοβάλτιου.

               

Γύρω ο κόσμος συζητούσε εύθυμα, έπιναν, γελούσαν, κάποιοι μας κοίταξαν, μετά ασχολήθηκαν με την παρέα τους, η σάλα του ξενοδοχείου ήταν γεμάτη από παράγοντες, από σημαίνοντες, από ανθρώπους ξένους που μιλούσαν αγγλικά, δεν καταλάβαινα τι έλεγαν.

 

Αυτός με κοίταζε ίσια στα μάτια. Ένιωσα μέσα μου να γκρεμίζονται βουνά, μου μιλούσε κι εγώ κοίταζα τα μπλε του μάτια. Κάτι μου έλεγε, αλλά δεν καταλάβαινα τι.

 

Είπα από μέσα μου «θέλω να πεθάνω τώρα». Με πήρε από το χέρι και μ’ έβαλε να καθίσω σε μια πολυθρόνα. Έσκυψε από πάνω μου. «Δεν αισθάνεσαι καλά;» με ρώτησε και το βλέμμα του βάθαινε συνέχεια μέσα μου, έφτασε ως τα σπλάχνα μου. Είπα ξέψυχα: «Ναι», μετά είπα «όχι», μετά αυθόρμητα ρώτησα: «Γιατί εμένα;»

 

Κούνησε το κεφάλι σαν να μην καταλάβαινε.

 

-Θέλεις να ξαπλώσεις;

-Γιατί εμένα; ψιθύρισα.

-Δεν αντέχεις το ποτό, αυτό είναι. Πάμε στη σουίτα μου, θα σε βάλω να ξαπλώσεις και θα παραγγείλω ένα δυνατό καφέ.

 

Γιατί εμένα; Σκεφτόμουν, καθώς ανεβαίναμε με το ασανσέρ και ήξερα τι θα επακολουθούσε και δεν μ’ ένοιαζε και το ήθελα και δεν έδινα δεκάρα για οτιδήποτε άλλο.


(Συνεχίζεται)



 

 

 

29/9/25

Ίλαμ 5: Αναδρομή

 



Με τον φίλο μου τον Μάνο είχαμε συναντηθεί τυχαία έξω από το πολυτελές ξενοδοχείο, εκεί που έμενε ο Ίλαμ. Τον είχε στείλει το περιοδικό όπου δούλευε τότε να του πάρει μερικές φωτογραφίες. Ο Ίλαμ θα παρουσίαζε την Ακρόπολη σε ένα ντοκιμαντέρ για λογαριασμό ενός μεγάλου αμερικάνικου τηλεοπτικού καναλιού.

 

-Να έρθω μαζί σου; τον ρώτησα. Θέλω πολύ να τον δω από κοντά.

 

Ο Μάνος δίστασε προς στιγμήν, μετά δέχτηκε.

-Θα σε παρουσιάσω ως βοηθό μου, είπε.

 

Μέσα στη σάλα του ξενοδοχείου κόσμος πολύς, δημοσιογράφοι, φωτογράφοι, διάφοροι παράγοντες Αμερικάνοι, κάποιοι Έλληνες, ωραίες γυναίκες, σερβιτόροι που πηγαινοέρχονταν.

 

-Πού είναι; ρώτησα τον Μάνο.

-Δεν έχει έρθει ακόμα.

 

Σταθήκαμε σε μιαν άκρη και περιμέναμε. Εγώ περίμενα το πεπρωμένο μου, αλλά δεν το ήξερα ακόμα. Ο Μάνος έπιασε κουβέντα με τους συναδέλφους του, εγώ στεκόμουν στην άκρη, μόνη.

 

Μετά, κάποια στιγμή, άνοιξε η πόρτα δίπλα μου και ο Ίλαμ μπήκε στην αίθουσα. Μου έριξε μια αδιάφορη ματιά και προχώρησε. Από πίσω ακολουθούσαν οι δυο μπράβοι του.

 

Αυτός λοιπόν είναι ο διάσημος Ίλαμ, σκέφτηκα. Ναι, είναι εντυπωσιακός. Πανύψηλος. Αδύνατος. Άνετος. Χαμογελαστός.

 

Κάθισε σ’ ένα καναπέ, σταύρωσε τα μακριά του πόδια και οι δημοσιογράφοι τον περικύκλωσαν. Αναβόσβηναν τα φλας, ερωτήσεις απανωτές, ο Ίλαμ απαντούσε, άκουγα τη φωνή του, αλλά δεν τον έβλεπα με τόσο πλήθος μπροστά μου, τέλος πάντων, ωραία ήταν αυτή η εμπειρία.

 

Έπειτα οι δημοσιογράφοι αποχώρησαν, εγώ όμως όχι.  


Θα μείνω ακόμα λίγο, είπα στον Μάνο. Θα σε διώξουν, μου είπε αυτός. Θα φύγω, όταν με διώξουν, του απάντησα..

 

 

Ο Ίλαμ σηκώθηκε από τον καναπέ με έναν ελαφρό μορφασμό που έδειχνε πόνο. Εγώ ακίνητη στη θέση μου με τα μάτια καρφωμένα πάνω του. Η μέση του, σκέφτηκα. Πονά η μέση του.

 

Οι άλλοι τον πλησίασαν, άρχισαν να συζητούν. Τώρα τον έβλεπα άνετα, ήταν ένα κεφάλι ψηλότερος από όλους. Οι σερβιτόροι πηγαινοέρχονταν, πρόσφεραν ποτά, κανείς δεν μου έδινε σημασία. Εκτός από τους μπράβους του.

 

Με πλησίασαν διακριτικά και με ρώτησαν ποια είμαι. Με τα μέτρια αγγλικά μου τους απάντησα ότι είχα έρθει με ένα φίλο μου φωτογράφο, αλλά ήθελα να δω τον Ίλαμ λίγο περισσότερο. Πρέπει να φύγετε, μου είπαν. Εντάξει, θα φύγω, είπα.

 

Το βλέμμα του Ίλαμ έπεσε τυχαία πάνω μας. Άφησε την παρέα του και μας πλησίασε.

 

-Συμβαίνει κάτι; ρώτησε.

-Όχι, τίποτα, η κυρία θα φύγει αμέσως.

-Φεύγω και συγγνώμη που σας αναστάτωσα, είπα ντροπιασμένη. Απλά ήθελα να σας δω από κοντά.

 

Ο Ίλαμ έκανε μια κίνηση εκνευρισμού και γύρισε να φύγει.

 

Αν τότε το είχα βουλώσει, αν δεν έλεγα την καίρια φράση, τη μοιραία εκείνη φράση, αν δεν έλεγα τίποτα και έφευγα σιωπηλά, η ζωή μου θα συνεχιζόταν, όπως την ήξερα. Άδεια δηλαδή. Όμως κάποιος διάβολος μ’ έβαλε να την πω:

 

-Πονά η μέση σας. Καλύτερα να καθίσετε.

 

Κοντοστάθηκε.

 

-Πώς το ξέρεις;

-Σας είδα, όταν σηκωθήκατε από τον καναπέ.

 

Με κοίταξε ερευνητικά από πάνω ως κάτω. Δεν έδειχνε καθόλου φιλικός κι εγώ ένιωσα πολύ αμήχανα.

 

-Ας πιούμε ένα ποτό, είπε μετά από σκέψη. Πώς σε λένε;

-Κάθυ.

-Ας πιούμε ένα ποτό, Κάθυ. 


(Συνεχίζεται)


 ---------------                                            

 Picasso and his admiration for Toulouse Lautrec