24/3/18

Επιμόρφωση με το ζόρι








Πρώτη Γυμνασίου:

-Μπαμπά, θέλω να μάθω αγγλικά.

Ο μπαμπάς μού ρίχνει μια λοξή ματιά:

-Καλά, μάθε πρώτα τα ελληνικά και βλέπουμε.

Θυμάμαι πολύ καλά αυτή τη σκηνή. Ήμασταν μέσα στην κεντρική αγορά των Χανίων, κόσμος περνούσε από δίπλα μας, κόσμος ψώνιζε, μύριζαν τα τυριά από τα τυράδικα και κάπου εκεί κοντά η μαμά έριχνε στο διχτάκι τα τελευταία της ψώνια.

Λίγες μέρες αργότερα οι γονείς μου με έγραψαν σε μια σχολή αγγλικών για να μάθω αγγλικά. Έπρεπε να πηγαίνω εκεί τρεις φορές την εβδομάδα. Αυτό σήμαινε ότι τρεις φορές την εβδομάδα έπρεπε να κατεβαίνω με τα πόδια από τη Χαλέπα στο κέντρο της πόλης και μετά να ξαναγυρίζω με τα πόδια. Αν έβρεχε, τότε είχα την πολυτέλεια να πάρω το λεωφορείο. Αυτό δεν είχε σχέση με τη φτώχεια ή με την τσιγκουνιά. Τα παιδιά περπατούσαν τότε. Εξάλλου κάθε μέρα το ίδιο έκανα, όταν πήγαινα στο Γυμνάσιο που ήταν κι αυτό στο κέντρο της πόλης.

Το να μαθαίνω αγγλικά ήταν για μένα απόλαυση. Κυρίως, επειδή έβγαινα από το σπίτι και βόλταρα στην πόλη.

Ένα χρόνο αργότερα δήλωσα στους γονείς μου ότι ήθελα να μάθω ακορντεόν, γιατί έβλεπα κάποια κορίτσια στο σχολείο να παίζουν και μου άρεσε. Οι γονείς μου με έγραψαν στο Ωδείο της πόλης και μου αγόρασαν και ένα ακορντεόν. Μια νέα απόλαυση προστέθηκε στη ζωή μου, καθώς οι βόλτες μου στην πόλη αυξήθηκαν.

Ένα χρόνο αργότερα τούς δήλωσα ότι ήθελα να κάνω ρυθμικό μπαλέτο, γιατί κάποια κορίτσια έκαναν και ήθελα κι εγώ. Με έγραψαν κι εκεί και οι βόλτες μου έγιναν τώρα περισσότερες.

Επί πλέον έκανα και φροντιστήριο στα μαθηματικά, διότι δεν καταλάβαινα γρυ από τέτοια πράγματα, άρα έκανα κι άλλες βόλτες.

Με άλλα λόγια, όλη την ημέρα ήμουν έξω, πότε στο σχολείο, πότε στα αγγλικά, πότε στο Ωδείο, πότε στη ρυθμική και πότε στο φροντιστήριο. Η ζωή μου ήταν γεμάτη δραστηριότητες και εγώ ήμουν πολύ ευχαριστημένη.

Τελειώνοντας την Τρίτη Γυμνασίου με έπιασε ξαφνικά η μελαγχολία. Πώς θα περνούσε ένα ολόκληρο καλοκαίρι χωρίς βόλτες; Τι θα έκανα όλη μέρα μέσα στο σπίτι;

-Θέλω να μάθω γερμανικά, δήλωσα τότε στους γονείς μου.

Και τους εξήγησα ότι στην πόλη ένας δάσκαλος γερμανικών είχε θερινά γκρουπ και μπορούσα να πάω εκεί. Οι γονείς μου με έστειλαν να μάθω γερμανικά κι έτσι συνέχισα τις βόλτες μου το καλοκαίρι.

Είναι βέβαια λίγο περίεργο να ζητά τέτοια πράγματα ένα παιδί από τους γονείς του, αντί να τα ζητούν αυτοί από αυτό. Αλλά τότε ήταν άλλες οι εποχές και οι γονείς δεν είχαν το άγχος των σημερινών που σέρνουν με το ζόρι τα παιδιά τους από τη μια δραστηριότητα στην άλλη. Το καλό στην περίπτωσή μου ήταν ότι δεν μου αρνήθηκαν ποτέ τίποτα, εφόσον επρόκειτο για μάθηση.

Ποτέ δεν ένιωσα κουρασμένη με τις εξωσχολικές δραστηριότητές μου. Ποτέ δεν ένιωσα ότι δεν μου έφτανε ο χρόνος. Ποτέ δεν πήγα απροετοίμαστη, επειδή βαριόμουν, δεν ήθελα, είχα κουραστεί, δεν προλάβαινα. Και πάντα με τα πόδια πάνω κάτω, Χαλέπα-Χανιά, Χανιά- Χαλέπα. Και με το μάτι άγρυπνο να κοιτάζει γύρω τριγύρω, μήπως φανεί και ο όμορφος που είχα ερωτευτεί για να γυρίσω μετά σπίτι μου ευτυχισμένη. Οι όμορφοι εναλλάσσονταν κάθε δυο τρεις μήνες, αλλά αυτό δεν είχε σημασία. Σημασία είχε ότι είχα δει το αντικείμενο του έρωτός μου και ήμουν ευτυχής.

Μετά στο σπίτι, κλεισμένη στο δωμάτιό μου, διάβαζα τα μαθήματα του σχολείου, διάβαζα αγγλικά, διάβαζα γερμανικά και έπαιζα ακορντεόν. Κι αν καμιά φορά με έπιανε η πλήξη, σκάρωνα ποιηματάκια και προσπαθούσα να τα ντύσω με μουσική. Τα βράδια είχα το ραδιόφωνο δίπλα στο κρεβάτι μου και άκουγα τραγούδια, το θέατρο της Τετάρτης (ή Κυριακής ή Δευτέρας, δεν θυμάμαι πια), τη ραδιοφωνική βιβλιοθήκη από το δεύτερο πρόγραμμα και κατά τις δώδεκα κοιμόμουν.

Πάρτι και τέτοια δεν είχαμε ή αν είχαν τα άλλα κορίτσια, δεν ξέρω. Τηλεόραση δεν είχαμε. Βιβλία εξωσχολικά δεν είχα, διότι οι γονείς μου έκριναν ότι ήταν περιττά. Είχα όμως κάτω από το σπίτι μου την απέραντη θάλασσα και τους δρόμους της πόλης μου, όπου τριγύριζα όλη μέρα. Είχα τις ασχολίες μου που γέμιζαν τη μέρα μου. Τους έρωτές μου. Τις φίλες που συναντούσα, όταν ήμουν στην πόλη ή στο σχολείο.

Νομίζω, αν και μπορεί να κάνω λάθος, ότι εκείνη η εποχή ήταν η πιο υγιής και η πιο δραστήρια στη ζωή μου.

Όλα αυτά τα θυμήθηκα διαβάζοντας ένα άρθρο που αναφέρεται στους σύγχρονους γονείς και πόσο μπαϊλντισμένοι είναι να τραβολογούν τα τέκνα τους από τη μια δραστηριότητα στην άλλη, κουρασμένοι, εκνευρισμένοι, νευρωτικοί, ενώ τα παιδιά ακολουθούν άνευρα και δυσαρεστημένα και ούτε καν έχουν ερωτηθεί, αν θέλουν να κάνουν αυτά που αποφάσισαν οι γονείς τους να κάνουν.

Το θέμα είναι περίπλοκο, μια και η ζωή σήμερα είναι διαφορετική. Σκέφτομαι ωστόσο ότι θα ήταν καλό οι γονείς, πριν αποφασίσουν για την επιμόρφωση των παιδιών τους, να τα ρωτήσουν, αν θα ήθελαν να μάθουν μια ξένη γλώσσα ή ένα μουσικό όργανο ή κάτι άλλο και κυρίως να διαβλέψουν ποια είναι τα ταλέντα τους για να τα ωθήσουν προς τα εκεί. Με το ζόρι επιμόρφωση δεν γίνεται.

Ας μάθουν τουλάχιστον καλά τα ελληνικά, όπως μου είχε πει τότε ο πατέρας μου.

Δεν υπάρχουν σχόλια: