17/3/18

Νέλλας Συναδινού, φιλολόγου-κριτικού: "Καίτη Βασιλάκου: μία δημιουργός, τρεις πτυχές δημιουργίας "







Η ομιλία της Νέλλας Συναδινού σχετικά με το συγγραφικό μου έργο στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Παιανίας.



ΠΡΟΛΟΓΟΣ                               

Προσήλθα στη φιλόξενη σύναξή σας, για να παρουσιάσω το δημιουργικό τρίπτυχο της συγγραφέως Καίτης Βασιλάκου, ως ποιήτριας, πεζογράφου και αρθρογράφου σε διαδικτυακό ιστότοπο. Και αν προστεθεί η ιδιότητά της ως θεατρικής συγγραφέως, θα μπορούσε να εκταθεί το φάσμα σε τέσσερις πτυχές. Ξεδιπλώνοντας τις πτυχές μέσα από το έργο της, η συγγραφέας επισφραγίζει μια γνησιότητα, με την έννοια της συνέπειας σε σχέση με την αλήθεια της. Δεν κραυγάζει, δεν πλεονάζει, αλλά με το τάλαντο της γραφίδας της εκφράζει· μιαν έποψη του κόσμου που είναι…

 Α. ΠΟΙΗΣΗ

  Τα παραπάνω χαρακτηριστικά απηχούνται συμπυκνωμένα στην ποίησή της. Θα χαρακτήριζα την ποίησή της συνισταμένη του πεζογραφικού της έργου και της αρθρογραφίας της. Πάνω στην κόψη μιας βαθιάς αίσθησης συλλογικότητας, δηλαδή πολιτικότητας στην ουσιαστικότερη σύλληψη του όρου, και μιας λυρικής απεικόνισης της ατομικότητας, διαμορφώνει τους στίχους της. Έτσι η ποίησή της ξεδιπλώνεται σαν κύμα, σε μια κλιμάκωση από κόμβο σε κόμβο: η δίνη του ερωτικού πόθου πριν καταλαγιάσει, η ήρεμη αναπόληση της παιδικότητας, των οικείων προσώπων και των ερώτων, το καταστάλαγμα της αρτιωμένης ωρίμασης, έως την ησυχασμένη θέαση του παρόντος περιβάλλοντος με αμφίδρομη κίνηση από και προς τα έξω, από και προς τα έσω. Η ψυχική αναστάτωση στους στίχους της είναι μύχια και διευθετημένη στην κοίτη μιας βαθιάς εσωτερικότητας. Ακόμη και στα ποιήματά της που δονούνται από ορμητικό συναίσθημα, δε χάνεται η ικανότητα της ψύχραιμης αυτό-παρατήρησης- ένα βήμα αποστασιοποίησης από την εγωκεντρική απολυτότητα του ατομικού:

  -Η γη γυρίζει αιώνια,
  Ο κόσμος μένει ακίνητος.

 -Πώς μπερδεύτηκαν οι ηδονές μου
 Με τα ευγενή αισθήματα…

● Οι παραπάνω στίχοι από την ποιητική συλλογή  «Αγαπημένε μου ψυχίατρε, πες μου…»  (εκδ. Μανδραγόρας) αντανακλούν την τέχνη της αυτό-παρατήρησης μέσα στην παραφορά, και της τήρησης του μέτρου μέσα στον κατακλυσμιαίο συναισθηματισμό. Έτσι ενίοτε οπισθοχωρώντας ένα βήμα πίσω από το πάθος,  μπορεί να σαρκάζεται:

         -Πλατωνικές αγάπες
         ταιριαστές
         για κυρίες κάποιας ηλικίας,
         βαριές κυρίες,
         ιδιόρρυθμες, μοναχικές.

Με πλήρη συναίσθηση της παρεκτροπής, που αποτελεί η έμμονη ερωτική φαντασίωση, φτιάχνει στίχους που δονούνται από συναίσθημα και συγχρόνως  ρεαλισμό:

 -  Μου φτάνει που υπάρχεις.
     Που μου δίνεις υλικό.


● Στην ποιητική συλλογή «Νυχτώνει αργά», (εκδ. Μανδραγόρας) αισθητοποιείται της ζωής ο ώριμος χρόνος, όταν η αναπόληση δεν έχει την απόχρωση της πίκρας, όταν η ελαφρά απόσυρση δεν απαυγάζει απόγνωση. Αντίθετα, ο συνδυασμός τους φέρει  μιαν ευδαιμονία κερδισμένης αυτεπίγνωσης. Τότε, ο απολογισμός της ζωής με τις μορφές και τις ψυχές από το παρελθόν να ζωντανεύουν, γίνεται αρωγός στην ποιότητα του παρόντος. Δεν είναι απολογισμός τέρματος, είναι απολογισμός επανένταξης σε κύκλο ζωής με αναδιάρθρωση στην τάξη των πραγμάτων. Δεν είναι απολογισμός τέλματος, γιατί εμπεριέχει την υπόσχεση μιας άλλης όψης της ευτυχίας, με υπέρβαση. Κάποια σημεία κυνικής πρόσληψης του προϊόντος χρόνου ως σκοτεινής σήραγγας προς τη φθορά του γήρατος, είναι αναγκαία για τη βαθύτερη συνειδητοποίηση ενός τέλους εποχής ή για τη χάραξη μια νέας:

    - Τώρα
       εδώ στο ενδιάμεσο
       όπου το σώμα ακόμα
       ανυποψίαστο
       όπου ακόμα αθώο
       κι απονήρευτο
       επιθυμεί   

● Με αυτές τις πρώτες ύλες, της κατασταλαγμένης ωριμότητας, όμως ισχυρά δημιουργικής, συνεχίζει η Καίτη Βασιλάκου το ποιητικό της έργο. Έτσι ανακύπτει η έννοια της μοναχικότητας, ως επιλεγμένης και παραγωγικής κατάστασης του ζην.  Σταχυολογώντας ανάμεσα στα πιο πρόσφατα ποιήματά της, σταματώ στο «Μονάχος περπατώντας», όπου  αντιφάσκει το απρόσωπο πλήθος σε σχέση με το ξεχωριστό άτομο- η ιδιαιτερότητα του ενός αφενός και η ουδετερότητα των συνόλων, αφετέρου· το «Ευτυχισμένη γαλήνη», που περιγράφει την ομορφιά στη φάση ζωής, κατά την οποία σταματάς να είσαι «άλογο κούρσας»· όμως και το «Ζεις», όπου η δημιουργός αρνείται να παραδώσει το ζων, πριν να είναι ώρα του· και το «Ήμουν εκεί», για την αδιάκοπη ζωή που σπερματικά υπάρχει πριν από τη φυσική γέννηση· το «Ατελείωτος ο χρόνος», με το στοχασμό του για το αδιάκοπο τικ τακ του χρόνου: 

    -…………………….
       του ρολογιού το επίμονο τικ τακ
       που θα αντηχεί αέναα στους αιώνες,
       ενώ εσύ ακίνητος θα μείνεις
       σε ένα μοιραίο τακ
       με μια εικόνα τελευταία του κόσμου
       θολή, ανεξήγητη    
       στα σβησμένα μάτια σου.

● Υπόκωφη και διόλου κραυγαλέα, η ποίηση της Καίτης Βασιλάκου μας θέτει σε ομαλή ροή, δίχως τολμηρές μεταφορές και πολύπλοκα σχήματα λόγου, ενίοτε σε μια περαιτέρω διάσταση, όμως διατηρώντας και τη λογική αλληλουχία. Με αφηγηματική υφή, ήσυχα, μας φανερώνει συναισθήματα, προβληματισμούς, βιωμένες στάσεις ζωής και μας παρασύρει σε φιλοσοφικούς στοχασμούς. Βατή ποίηση, που δεν απαιτεί αναδίφηση σε πολλαπλά στρώματα σημαινομένων, όμως παρέχει τροφή στη σκέψη. Έτσι γίνεται η συνισταμένη του έργου της, καθώς, όπως στην πεζογραφία της, φέρνει τον αναγνώστη αντιμέτωπο με αλήθειες της ζωής και διαχρονικές αναζητήσεις και όπως στην αρθρογραφία της, ρίχνει φως στον κόσμο που υπάρχει, δίκην στοχαστικού σχολιασμού.



Β. ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

● Το πεζογραφικό έργο της Καίτης Βασιλάκου κατακλύζεται από μια μυθοπλαστική δύναμη, καθώς πλέκεται η ιστορία με φόντο εξωλογικό ή με φαινόμενα και δράσεις υπερβατικές, που σχοινοβατούν ανάμεσα στον υπερρεαλισμό και τον ρεαλισμό.

● Η υπερρεαλιστική χροιά ανακύπτει μέσα από την εκτύλιξη της πλοκής, που δε διαπνέεται από τον ασφυκτικό έλεγχο της λογικής και διαφεύγει της προκατάληψης, που υπαγορεύεται από το αυστηρό μέτρο του απτώς αληθινού· το αλλόκοτο και το παράλογο, δίκην πλαστικής ονειροφαντασίας, συνθέτουν το έδαφος, όπου βλασταίνουν σκεπτομορφές, οράματα, μυστικές φωνές, και όπου ευδοκιμούν οι αποδράσεις σε επάλληλες πραγματικότητες. Τα διηγήματα και οι νουβέλες της Καίτης Βασιλάκου αναπτύσσονται στον αφηρημένο χώρο, που δεν είναι χώρος και στον ασύλληπτο χρόνο που δεν είναι χρόνος. Έτσι οι ήρωες δεν ονοματίζονται πάντα ή τους αποδίδονται προσωνύμια με απόηχο πολυπολιτισμικό, σημείο της πανανθρώπινης εμβέλειας των θεμάτων προς διαπραγμάτευση ή διακύβευση, πέρα από το περίκλειστα εθνικό και πέρα από το μαθηματικά χρονικό. Άλλοτε, σημειώνεται μια ανατρεπτική μεταστροφή προς ένα μελλοντικό σκηνικό, με ιστορίες εμποτισμένες στο φαντασιακό, που αναστρέφουν άρδην ό,τι ρεαλιστικά θεωρούμε δεδομένο και ακατάλυτο· τότε διοχετεύεται η ενόραση σε απροσδιόριστο και άδηλο πεδίο με βάση τη χρονική βαθμίδα. Η πρωτοτυπία και η ευρηματικότητα της συγγραφέως λοιπόν βρίσκουν απρόσκοπτες εκτάσεις να ξεδιπλωθούν, κατεδαφίζοντας τα στεγανά του ορθολογισμού και δραπετεύοντας στο ονειρικό, που γίνεται εφιαλτικό, αλλά με αιτία. Οντότητες, όπως της Μορφής, της Φύσης, του Συνεργείου, του Κενού, της Ζωής, του Κριτή, του Διασκεδαστή, των Ισχυρών, της Εταιρείας, του Άγγελου που τον έλεγαν Ανάγκη, του Χάους, της Ύλης, του Σχεδιαστή, του Άλλου, του Άγνωστου, αλλά και της Πολιτείας, του Κράτους, του Νόμου, αποκτούν αρχικό με κεφαλαία και αναβαθμίζεται ο ρόλος τους. Αν αφουγκραστεί ο αναγνώστης τον συμβολισμό τους, υπερβαίνει τα σύνορα του μεταφυσικού αφηγήματος και αντιλαμβάνεται τον προσχηματικό τους ρόλο· εστιάζεται έτσι στην αιτία που υποφώσκει κάτω από τη μυθοπλασία και νιώθει τον ρεαλισμό του μηνύματος.

● Κατ’ αυτό τον τρόπο αποσοβείται η κατηγοριοποίηση των έργων της συγγραφέως στη χορεία της επιστημονικής φαντασίας ή της φαντασιακής λογοτεχνίας προς τέρψη. Η τέρψη βεβαίως βιώνεται, σε συνδυασμό όμως με το έναυσμα για βαθύ προβληματισμό σε ευρύ φάσμα πανανθρώπινων προβλημάτων, ατομικά διαχρονικών και συλλογικά διαχρονικών, έως και παγκόσμιων της οικουμένης σήμερα. Ναι μεν η θεματική των έργων φαντάζει εξωπραγματική και βρίθει μυθικών στοιχείων, όμως στο βάθος πάλλει η ζωή του ανθρώπου. Η φαντασίωση παρέχει τη δυνατότητα να θιγούν οι πιο ευαίσθητες πτυχές του ανθρώπινου δράματος, υπαινιχτικά και με την τεχνική του υπερρεαλιστικού μοτίβου. Το άγνωστο του κόσμου γύρω μας, η διάρθρωση της κοινωνίας και της πολιτείας, το αέναο βάσανο των υπαρξιακών ερωτημάτων, καθώς και τα όρια και οι επιπτώσεις της πολιτιστικής ανάπτυξης, αβίαστα ανακύπτουν πίσω από τον αγανό πέπλο του μύθου. Με τέτοιους όρους, κάπως αιρετικά, αναδύεται ρεαλισμός μέσα από άπλετη φαντασία υπερρεαλιστικής υφής. Γιατί το σκοτεινό ταξίδι στο ασύνειδο δεν είναι ο στόχος της συγγραφέως, αυτό είναι το μέσο. Στόχος της είναι ο στοχασμός και η φιλοσοφική αναδίφηση πάνω σε σπουδαία θέματα που φέρει στο φως. Άλλωστε, η διαφυγή στο παράλογο δεν πραγματοποιείται με τον απόλυτο αντί-κομφορμισμό του  αυτοματισμού της σκέψης ούτε με ιδιόρρυθμη σύνταξη ούτε με συνειρμικές συνθέσεις. Αντίθετα, η αλληλουχία διατηρείται, ωσάν λογική συνέπεια στη ροή των γεγονότων μέσα στο παράλογο. Δηκτικά, σαρκαστικά, νατουραλιστικά ιδωμένα, τα θέματα που επιθυμεί η συγγραφέας να θέσει, τίθενται ενώπιον του αναγνώστη ανελέητα. Στοχαστικά, φιλοσοφικά, υποδόρια, αδράχνει η γραφίδα της τον αναγνώστη. Και αίρει τον εφησυχασμό, προβάλλοντάς του γυμνό ρεαλισμό.

● Σε παραλλαγές και εκδοχές, τα παραπάνω χαρακτηριστικά προσιδιάζουν στο πεζογραφικό έργο της Καίτης Βασιλάκου, εκκινώντας από το πρώτο της βιβλίο, «Ο πειρασμός του ερημίτη Χάρτμουτ Λιμπέργκερ και άλλες ιστορίες» (εκδ. ΙΩΛΚΟΣ), με το φερώνυμο πρώτο, να ψηλαφεί τα  αδιέξοδα και τις αντιφάσεις της ανθρώπινης φύσης, καθώς και τη μοναδικότητα ενός εκάστου ως προς την ελευθερία της αυτό-διάθεσής του. Όμως και στα ακόλουθα, πάλι σημείο αναφοράς παραμένει το αίνιγμα πλάι και γύρω μας, ρηξικέλευθα μύθο-πλασμένο και πολυεδρικά ιδωμένο.

 ● Η επόμενη συναρπαστική συλλογή «Οι πόρτες» (εκδ. ΙΩΛΚΟΣ) περιέχει εικοσιτέσσερις ιστορίες σύντομες και προκλητικά διεγερτικές του νου, καθώς προβάλλουν αλληγορικά όλη την παλέτα αποχρώσεων του υπαρξιακού μόχθου να συλληφθεί το νόημα της ζωής. Η φερώνυμη ιστορία, τόσο αριστοτεχνικά αποδομένη, ως ματαιότητα ακατάπαυστων αποπειρών να ανοιχθούν πόρτες, παραπέμπει σε φόρμες ποίησης. Σε όλο το έργο, άνθρωποι -είδωλα ή καρικατούρες παρελαύνουν, για να αντικατοπτρίσουν το παράδοξο που είναι πραγματικότητα. Και παρεμβάλλονται ιστορίες υποθετικών αναδιατάξεων του υφιστάμενου κόσμου με τραγικά σενάρια απόληξής του. Τουτέστιν, η απειλή που σείεται, γίνεται το κέντρισμα του αναγνώστη προς βαθύτερη συναίσθηση και ενσυναίσθηση.

● Έπειτα έρχεται «Ο τέταρτος κλώνος» (εκδ. ΑΙΟΛΟΣ), του οποίου το πρώτο αφήγημα πλάθει τον μύθο έχοντας πρώτη ύλη την κλωνοποίηση, ως παραβίαση του ανθρωπολογικού κώδικα, ως μια διαστροφή με επίκεντρο τη θρυλική Μέριλιν Μονρόε, εν προκειμένω∙ τόσο ανθρώπινη ιστορία, όσο και το απροσδόκητο τέλος της. Ακολούθως, σε επάλληλες πραγματικότητες ταξιδεύει πάλι ο αναγνώστης μέσα από αντανακλάσεις του ενός και μοναδικού, του κόσμου που Είναι. Ταυτόχρονα, εγείροντας αμφισβήτηση, η δημιουργός ατενίζει ελαφρώς αυθάδικα την καθεστηκυία τάξη, καθώς θέτει στο στόχαστρο και θεολογικά θέσφατα.

«Το επίμονο φαινόμενο» (εκδ. ΑΠΟΠΕΙΡΑ), τελευταίο έργο της συγγραφέως μας,  απαρτίζεται από ένα διήγημα και τρεις νουβέλες, όπου οι ιστορίες διαδραματίζονται στου μέλλοντος την ανατρεπτική μεταστροφή και στη μετεξέλιξη της κοινωνίας προς τον αυταρχισμό, τον πρωτογονισμό, τον ολοκληρωτισμό. Αν και υφαίνουν το αποτρόπαιο, αποτελούν καταστάσεις με σπέρμα στο έλλογα βιωμένο παρόν μας- ως δυνάμει απολήξεις ήδη χαραγμένων δρόμων του πολιτισμού μας προς μια βαρβαρότητα. Στο διήγημα «Έλεγχος πληθυσμού», επιβάλλεται θεσμοθετημένη η ιεραρχική προτεραιότητα των νεότερων σε ένα πλαίσιο πεπερασμένων πόρων. Το απάνθρωπο ηλικιακό όριο που τίθεται για τους υπερήλικες, επιχρίεται με ανθρωπιστική επίφαση μέσα από μια δέσμη γενναιόδωρων παροχών για ένα διάστημα προ του επιβεβλημένου τέλους. Στη νουβέλα «Το επίμονο φαινόμενο», ο καταιγισμός από ακραία καιρικά φαινόμενα προκαλεί οικολογικό και πολιτισμικό όλεθρο, αλλοιώνοντας άρδην τους όρους ζωής για τους επιζήσαντες· δραματουργικά αναδύεται η σύγκρουση γενεών ανάμεσα στους ενήλικες, γαλουχημένους σε συνθήκες πολιτισμού, και στα παιδιά, αναγκασμένα να ενηλικιωθούν στον πρωτογονισμό ενός εχθρικού φυσικού περιβάλλοντος. Στην τελευταία νουβέλα, «Το Κράτος», απεικονίζεται η ριζική κατάλυση της κατακτημένης δημοκρατίας στην Ευρώπη και η αντικατάστασή της από πολιτειακές οντότητες με το όνομα Κράτος, προσδιορισμένες ανά Τόπο, ενώ ούτε έθνος υπολείπεται ούτε καν πατρίδα· έτσι στήνεται το σκηνικό μιας κεντρικής δοκιμασίας και άλλων περιρρεουσών. Εμποτισμένο φαντασία και αυτό το βιβλίο, συγκαταλέγεται, θα έλεγα, στην κατηγορία της διορατικής λογοτεχνίας, που με αφετηρία το παρόν ψυχαναλύει το μέλλον, και παρά τη σκληρότητα των θεμάτων του, περικλείει ανθρωπισμό.

● Σκόπιμα παρέκαμψα την προσήκουσα σειρά έκδοσης του βιβλίου «Αγαπημένε μου ψυχίατρε - Μια νουβέλα και πέντε διηγήματα» (εκδ. ΑΠΟΠΕΙΡΑ). Το παραθέτω ξέχωρα, λόγω της θεματικής του διαφοροποίησης με άξονα τον έρωτα τον κοσμογονικό, που εξισορροπεί τις λοιπές δυνάμεις· τον καταλύτη και ζωοδότη, τον βασανιστή και ευεργέτη, που και ανεκπλήρωτος τα πάντα πληροί. Η φερώνυμη νουβέλα που προτάσσεται, αφορά μια γυναίκα που βιώνει τον ανεκπλήρωτο έρωτα, ηδονικά και βασανιστικά βιωμένο στο φαντασιακό και ανατροφοδοτούμενο μέσα από το φορμαρισμένο σχήμα των τριών τετάρτων ψυχιατρικής συνεδρίας υπό συνθήκες επιστημονικά άψογης διεκπεραίωσης. Το ερώμενο πρόσωπο είναι ο ίδιος ο ψυχίατρος και η ανατροπή μιας ανταπόκρισης δε συμβαίνει, αλλά μετατίθεται σε άλλα πεδία, που φέρουν στην επιφάνεια πλήθος φιλοσοφικών ερωτημάτων: περί προσήκουσας στάσης στην κοινωνία, περί δυσδιάκριτων ορίων καθορισμού του δικαιώματος αυτοπροσδιορισμού, περί γκρίζων ζωνών του εντός και του εκτός φυσιολογικού. Τα πέντε διηγήματα που έπονται, αποτελούν δυνητικές προεκτάσεις ή τμήματα εμβόλιμα ή ανάστροφες εκδοχές της νουβέλας, έκδηλα εστιασμένα στο μοτίβο του έρωτα.

● Το πάνθεον των πεζογραφημάτων της συγγραφέως μας κλείνει με το έργο «Σιμόν» (εκδ. Μανδραγόρας), που διαφοροποιείται ειδολογικά, ως θεατρικό. Είναι το ψυχογράφημα μιας γυναίκας, που δυσκολεύεται να διαφύγει από τη ειρκτή της προσωπικής της καταδίκης: ένα κράμα βαθέος πόνου, ενοχών, αμείλικτων επιταγών –οικογενειακών και κοινωνικών-  την κρατούν δέσμια και εκείνη μοιάζει αδύναμη να αποδράσει. Πίσω από μυθοπλαστικά προσωπεία αρθρώνεται ο λόγος των άλλων, δηλαδή των δεσμωτών της, αδυσώπητα ελεγκτικός κι ενάντιος στον εαυτής λόγο. Το σύνολο των επώδυνων μνημών που της ακυρώνουν την αυτεξούσια υπόσταση, μορφοποιούνται υπερρεαλιστικά σε χαρακτήρες, που παριστούν «οικογένεια» και «κοινωνία», και δίκην πόζας λειτουργούν ως φύλακες άμα και τιμωροί της. Η ίδια, ποτέ δεν ανέπτυξε μηχανισμούς πλήρους εξουδετέρωσής τους, μόνο πρόσκαιρου παγώματός τους με απέλπιδες διαφυγές προς τη ζωή- μικρό περιθώριο επιλογής της αυτό, που όλο περισσότερο στενεύει. Κάθε απόπειρά της να σπάσει τον κλοιό τους και να ζήσει, καθυστερεί από τις επίμονες αποτρεπτικές τους παραινέσεις, ώσπου ματαιώνεται. Ο τέταρτος χαρακτήρας στο έργο, η φίλη της, ως κάλεσμα ζωής, παραμένει ανεπαρκής για τη διάρρηξη του πηχτού πλέγματος που εγκλωβίζει την ηρωίδα. Κατά την έκφραση και όχι κατά την ενδοτικότητα, η μορφή «οικογένεια», αισθητοποιείται ηπιότερη, προφανώς γιατί ηπιότερα την έχει εγγράψει η ίδια η συνείδηση της Σιμόν.


Γ. ΙΣΤΟΤΟΠΟΣ

Αν τα ποιητικά της Καίτης Βασιλάκου αποτελούν συνισταμένη των πεζογραφημάτων και της αρθρογραφίας της, εμπερικλείοντας τον πυρήνα της θεματικής της, το ηλεκτρονικό της αποτύπωμα ως blogger -διαδικτυακής αρθρογράφου- εκτείνεται στο λογοτεχνικό της φάσμα και ακόμη περαιτέρω. Κι αυτό, γιατί εμπεριέχει και ποιητικές και λογοτεχνικές δημοσιεύσεις, όμως αναπτύσσει και τρίτο συγγραφικό είδος, του άρθρου ή δοκιμίου.

● Το άρθρο, εξ ορισμού εμπνευσμένο από την επικαιρότητα, αντλεί από τη σύγχρονη ειδησεογραφία γεγονότα, που υπό το φως του προβολέα συνθέτουν το μωσαϊκό του σύγχρονου κόσμου, ελληνικού, ευρωπαϊκού, παγκόσμιου. Έτσι άπλετα φωτισμένα, παρέχουν δυνατότητα νοητικής κίνησης από το ειδικό στο συλλογικό. Ως προς τα ιστορικά της άρθρα, αυτά διαπερνούν το σύνορο της ιστορικής μελέτης και κυλούν στον δοκιμιακό χώρο, εκ του γεγονότος ότι δεν εξαντλούνται στο ιστορικό παρελθόν, αλλά στρέφονται στοχαστικά προς το παρόν. Συχνά το χιούμορ και ο σαρκασμός γίνονται τα μέσα, για να κεντριστεί ο νους, όμως σε κάθε περίπτωση απουσιάζει κάθε ίχνος διδακτισμού. Είναι φανερό ότι η αρθρογράφος κατακλύζεται από προβληματισμό και εμάς προκαλεί να προβληματιστούμε μαζί της. Ουσιαστικά, δε στοχεύει στην πειθώ, αλλά στη διέγερση της σκέψης και συχνά στην πρόκληση της τέρψης, διαμορφώνοντας με την κοφτερή της ματιά και τον απέριττο λόγο της, ένα εγγενώς σκεπτόμενο κοινό, σε διάδραση. Με τη δυνατότητα του σχολιασμού, ο αναγνώστης ενστερνίζεται τη συμμετοχική διαδικασία και παράγει ποικιλόμορφους κλώνους πάνω στον κορμό του θέματός της. Εντέλει, με τη χρήση του διαδικτυακού μέσου, προσαρτά τον φιλολογικό λόγο μέσα στα λαβυρινθώδη  μονοπάτια της σύγχρονης τεχνολογίας. Και αυτό ποιεί με  ευγένεια και μετριοπάθεια, όμως ταυτόχρονα χωρίς περιστροφές, απροκάλυπτα.

● Ένα βλέμμα στην πλέον πρόσφατη ηλεκτρονική αρθρογραφία της, καταδεικνύει μια ποικιλία θεμάτων, που σε παράφραση επιβεβαιώνει δική της ρήση για την προέλευση τους: «όπως της φανεί…»- με την έννοια του «όπως παροτρυνθεί η σκέψη της…».

● Ιστορικές περίοδοι κινηματογραφούνται από τη γραφίδα της υπό μεμονωμένο πρίσμα τους, όπως για παράδειγμα η Αρχαία Αθήνα σε σχέση με έναν εσμό γραφικών και περίεργων τύπων που παρεισέδυαν στην καθημερινότητά της πλάι στο κλέος. Απομυθοποιεί το παρελθόν, όχι για να το αφορίσει, πιθανόν όμως για να καυτηριάσει την επίβουλη στρέβλωσή ή την αφελή εξιδανίκευσή του από τη σημερινή οπτική, όπως στο άρθρο της για τις πόλεις του παρελθόντος τις βυθισμένες στα σκοτάδια - κυριολεκτικά όμως, δίχως φως τη νύχτα. Σε πρόσφατη δημοσίευση αποτυπώνει το μέγεθος της γενοκτονίας των Ρώσων κατά τον Β΄ Παγκόσμιο, και σε παλαιότερη, την ανεπαρκώς ιστορικά προβεβλημένη απανθρωπιά των Ιαπώνων στον ίδιο πόλεμο. Παρομοίως, ένα άρθρο της καταγράφει ανατρεπτικά την παρουσία ατόμων gay στον βίο του αυστηρώς θεοκρατικού Βυζαντίου. Και ένα άλλο, τεκμηριωμένα φέρει στην επιφάνεια και ερευνά το ανηλεές αποτύπωμα των πάλαι ποτέ Κόκκινων Χμερ στη χώρα τους. Σε διαφορετικό ύφος σκιαγραφεί αλλού, τη μορφολογία της ελληνικής κοινωνίας των δεκαετιών 50-60, μέσα από τις ταινίες του παλαιού κινηματογράφου. Ένα άρθρο της καταπιάνεται ιστορικά με την πολεμική ανδρεία των Κρητικών έως τον σύγχρονο ευτελισμό της με οπλοφόρους νταήδες σε σημεία της μεγαλονήσου. Άλλωστε, πάντα το παρελθόν στην αρθρογραφία της βρίσκει διέξοδο επαφής με το παρόν.

● Ένας άλλος τρόπος προσπέλασης του πολιτισμού σήμερα, από την αρθρογράφο, είναι η παράθεση στατιστικών στοιχείων με ακόλουθη εξ αυτών εξαγωγή συμπερασμάτων, όπως σε σχέση με τις σκληρότερες προς τα παιδιά χώρες στον κόσμο, τις χώρες με τους ευτυχέστερους κατοίκους, τις χώρες με τις περισσότερες αυτοκτονίες, την κλιμάκωση του κατά κεφαλήν εισοδήματος ανά χώρα και άλλα παρεμφερή, ενδιαφέροντα, κάποτε  θλιβερά και κάποτε ανατρεπτικά παγιωμένων πεποιθήσεων.

● Όσο για τη σύγχρονη κοινωνία, το ενδιαφέρον της αρθρογράφου περιρρέει και διατρέχει, συλλαμβάνοντας τον σφυγμό. Έννοιες, όπως η συνύπαρξη αντίθετων στη φύση τους πολιτισμών –πολυπολιτισμικότητα-, δέχονται τομή και επαναδιαπραγμάτευση με νέους όρους. Η αίσθηση της δυτικής υπεροχής, που αφήνει ανεξέλεγκτο πεδίο δράσης στον ισλαμισμό, εξετάζεται. Η τρομοκρατία, ως πόλεμος που διεξάγεται στις μέρες μας, την απασχολεί βαθιά. Ομοίως, στηλιτεύεται ο καλυμμένος ρατσισμός ατόμων που δηλώνουν προοδευτικά κατά την πολιτική τους επιλογή, ενώ κατακεραυνώνουν το διαφορετικό και προκρίνουν επιλογές βίαιης καταστολής με περισσή έλλειψη ανεκτικότητας. Ομοίως, διεκτραγωδεί την επί της ουσίας διεθνή αβελτηρία ως προς τους σημερινούς πρόσφυγες πολέμου. Σε κάθε περίπτωση, η Καίτη Βασιλάκου αποφεύγει να δώσει το ακριβές πολιτικό της στίγμα και προτιμά την ελευθερία της παρρησίας εκτός στεγανών.

● Εξάλλου, άφθονα είναι και τα ελαφρύτερης υφής θέματα που πραγματεύεται, είτε σε καθαρά ευθυμογραφήματα είτε σε άρθρα κοινωνικού σχολιασμού. Θέματά της αγγίζουν τις αντιλήψεις για τον ερωτισμό, για τις συμπεριφορές των δύο φύλων, για τη φιλία, για τον μητρικό ρόλο, για τη στάση αισιοδοξίας ή απαισιοδοξίας στη θέαση της ζωής. Σύντομα, ο αναγνώστης νιώθει πως η ανώδυνη σάτιρα των ευθυμογραφημάτων πλέει στην επιφάνεια, αφού ένα χιλιοστό βαθύτερα συναντά την ουσία. 

● Έτσι, διαισθητικά, καυστικά, τολμηρά, η αρθρογράφος Καίτη Βασιλάκου, μας ταξιδεύει στον κυματώδη σύγχρονο κόσμο μας, μέσα από ένα γοητευτικό μαγκαζίνο ποικίλης ύλης.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Με τη σημερινή ομιλία μου, στο όμορφο περιβάλλον σας, επιχείρησα να αποδώσω το πολυσχιδές έργο της συγγραφέως, Καίτης Βασιλάκου, αδρομερώς μεν, αλλά αναδεικνύοντας την ποικιλομορφία του και  έτσι προτρέποντας σε ανάγνωσή του. Αναφέρθηκα στο σύνολο των ατομικών εκδόσεών της και στις δημοσιεύσεις της στο προσωπικό της  blog, όμως στο σημείο αυτό οφείλω να προσθέσω ότι επίσης έχει συμμετάσχει με έργα της ποιητικά και πεζά σε πολλές συλλογικές εκδόσεις.

● Ευφάνταστα και ευρηματικά, η δημιουργός παράγει καθημερινά πλούσιο πνευματικό έργο, ζει μέσα από τον παλμό του και πλάθοντάς το, απολαμβάνει. Έχει διαμορφώσει ένα δικό της, ιδιαίτερο ύφος γραφής, με όλα τα χαρακτηριστικά που έχω αναλύσει, αλλά και με λιτότητα γλωσσική. Ως εξ αυτών, αξίζει, κατά τη γνώμη μου, ευρείας αναγνωσιμότητας.

● Ελπίζοντας ότι δε σας κούρασα πολύ, ευχαριστώ εσάς και τη συγγραφέα μας, για την πρόσκληση.

Νέλλα Συναδινού



Δεν υπάρχουν σχόλια: