1/8/14

«Καλιφόρνια ντρίμιν»: Νεαροί χωρίς προσανατολισμό




Το θεατρικό έργο του Βασίλη Κατσικονούρη «Καλιφόρνια ντρίμιν» είναι μια σάτιρα πάνω σε μια κατηγορία νεαρών που αρνούνται να μπουν στη ζωή, αρνούνται δηλαδή να ενηλικιωθούν.

Όλοι έχουμε λίγο πολύ γνωρίσει τέτοιους νεαρούς. Είναι παιδιά που μεγάλωσαν χωρίς απαγορεύσεις, χωρίς καμιά πίεση, χωρίς καμιά ουσιαστική υπόδειξη. Γι’ αυτούς η ζωή είναι μια βαρετή υπόθεση, επειδή όλα τα είχαν εξ αρχής και για τίποτα δεν κοπίασαν. Γι’ αυτούς η ζωή, όταν βγαίνουν από το καβούκι της οικογένειας, είναι μια ενοχλητική υπόθεση, διότι απαιτεί και οι νεαροί δεν έχουν καμιά διάθεση να προσφέρουν. Γι’ αυτούς η ζωή είναι μια αυτονόητη ευτυχία που αδίκως τη στερούνται.


Ουσιαστικά χωρίς παιδεία, με μια ρηχή επάλειψη κουλτούρας που περιλαμβάνει μουσική ροκ και τσιγαριλίκια, χωρίς κανένα όραμα και καμιά δεξιότητα οι νεαροί αυτοί ζορίζονται, όταν η Πολιτεία τούς καλεί να υπηρετήσουν τη στρατιωτική τους θητεία.

Ναι, η ζωή έξω από το οικογενειακό κέλυφος είναι μια ενοχλητική υπόθεση. Έχει τις απαιτήσεις της, αλλά οι νεαροί δεν θέλουν να δώσουν, δεν θέλουν ευθύνες, δεν θέλουν υποχρεώσεις.

Για να αποφύγουν τη στράτευση κάνουν ουτοπικά σχέδια, θα φύγουν από την Ελλάδα και θα πάνε στην Καλιφόρνια, σε ένα new age κοινόβιο. Εκεί θα ασκηθούν στην πνευματική ζωή που υπόσχεται ένας γκουρού, μια πνευματική ζωή που περιλαμβάνει πολύ και ελεύθερο σεξ και πολύ χόρτο για τις πνευματικές τους αποδράσεις. Εκεί η ζωή θα είναι σίγουρα ωραία, πάντα χωρίς ευθύνες, χωρίς κόπο, χωρίς πίεση για οτιδήποτε.

Καθώς όμως δεν διαθέτουν χρήματα για το ταξίδι, σκαρφίζονται να ληστέψουν τον θείο Πέπο που έχει πολύ χρήμα κρυμμένο στο σπίτι του. Όλες οι απόπειρές τους αποτυγχάνουν, διότι ο θείος Πέπος που τον θεωρούν ξοφλημένο γέρο αποδεικνύεται εξυπνότερος από αυτούς τους νεαρούς και τους παίζει στα δάχτυλά του.

Το έργο τελειώνει με τους νεαρούς να συνειδητοποιούν σιγά-σιγά την πραγματικότητά τους και να την αποδέχονται, με άλλα λόγια να αποδέχονται πως η ζωή μπορεί να είναι όμορφη, ακόμα και όταν απαιτεί από αυτούς υπευθυνότητα και καθήκοντα.

Το «Καλιφόρνια ντρίμιν» είναι σάτιρα. Σατιρίζει αυτή τη μερίδα της νεολαίας που αρνείται να δει τη ζωή στα σοβαρά και απεχθάνεται κάθε προσπάθεια. Είναι η νεολαία που χρησιμοποιεί ένα φτωχό, επαναλαμβανόμενο λεξιλόγιο και έχει μια τάση αμφισβήτησης αλλά προς τη λάθος κατεύθυνση. Δεν την ενδιαφέρουν τα πραγματικά προβλήματα της ζωής ή καλύτερα δεν την ενδιαφέρουν καθόλου τα προβλήματα της ζωής. Είναι παιδιά χαμένα στον κόσμο τους, αποπροσανατολισμένα, αδιάφορα για οτιδήποτε δεν έχει σχέση με τη δική τους βολή.

Ανάμεσα στις άλλες ψευδαισθήσεις τους έχουν και την κλασική εκείνη ψευδαίσθηση ότι όλοι όσοι ανήκουν στην προηγούμενη γενιά είναι ξεκουτιασμένοι γέροντες.

Εδώ λοιπόν ο Βασίλης Κατσικονούρης κάνει την υπέρβαση. Απέναντι σ’ αυτούς τους αποπροσανατολισμένους νεαρούς τοποθετεί τον θείο Πέπο, ένα πρόσωπο που δεν βλέπουμε ποτέ στη σκηνή, αλλά το μαθαίνουμε πολύ καλά από τις αφηγήσεις των νεαρών.

Ο θείος Πέπος είναι ένας δαιμόνιος μεσόκοπος, πανέξυπνος, καλλιεργημένος και πολύ ερωτιάρης κύριος που παίζει στα δάχτυλά του τους νεαρούς. Κάθε απόπειρά τους να τον ληστέψουν καταλήγει σε αποτυχία, επειδή ο θείος αυτός μαντεύει εύκολα τις προθέσεις τους και τους ανατρέπει τα σχέδια με τις δικές του λεπτές τεχνικές.

Θα έλεγα ότι μαζί με το κεντρικό μήνυμα της σάτιρας έχουμε εδώ και ένα παράλληλο μήνυμα: η προηγούμενη γενιά δεν είναι τόσο ηλίθια, όσο φαντάζονται οι σημερινοί νεαροί. Για την ακρίβεια, δεν είναι καθόλου ηλίθια, ξέρει να παίζει με τη ζωή και να την απολαμβάνει, επειδή έχει πείρα της ζωής και γνωρίζει τους κανόνες της. Στο «Καλιφόρνια ντρίμιν» έχουμε ανατροπή των γνωστών κλισέ, ότι οι νέοι έχουν πάντα δίκιο και οι μεγαλύτεροι είναι εκτός της σύγχρονης πραγματικότητας.  Εξισορροπείται έτσι μια ανισοβαρής αντίληψη. Οι νέοι μερικές φορές είναι εκτός πραγματικότητας, ενώ οι μεγαλύτεροι μπορούν να χειρίζονται την πραγματικότητα με επιτυχία.

Η παράσταση έχει νεύρο και ζωντάνια, οι διάλογοι έχουν φυσικότητα, η υπόθεση κυλά αβίαστα και προκαλεί το γέλιο. Η σάτιρα εδώ δεν είναι χονδροειδής, όπως έχουμε δυστυχώς συνηθίσει τα τελευταία χρόνια, είναι υπαινικτική, έχει λεπτότητα και κυρίως έχει αληθοφάνεια. Τίποτε δεν είναι υπερβολικό ή ψεύτικο.

Μια πολύ καλή δουλειά.



3 σχόλια:

Katerina είπε...

Εξαιρετική τοποθέτηση! Βέβαια ο συγγραφέας, αρνούμενος εύκολα ευχολόγια και λιβανωτούς για "νέους" ή "γέρους", αντικρίζει με αγάπη αυτά τα νεαρά "χαμένα" παιδιά σε μια χώρα απείρως εφιαλτικότερη από εκείνη την Πητερ-πανική του Ποτέ-Ποτέ. Γραμμένο το 2000-01 ,το έργο είναι σα να είχε προ-ιδεί τη σήμερα πραγματικότητα, όπου τα παιδιά χωρίς αύριο έχουν πληθύνει επικίνδυνα....

Katerina είπε...

Εξαιρετική τοποθέτηση! Βέβαια ο συγγραφέας, αρνούμενος εύκολα ευχολόγια και λιβανωτούς για "νέους" ή "γέρους", αντικρίζει με αγάπη αυτά τα νεαρά "χαμένα" παιδιά σε μια χώρα απείρως εφιαλτικότερη από εκείνη την Πητερ-πανική του Ποτέ-Ποτέ. Γραμμένο το 2000-01 ,το έργο είναι σα να είχε προ-ιδεί τη σήμερα πραγματικότητα, όπου τα παιδιά χωρίς αύριο έχουν πληθύνει επικίνδυνα....

Καίτη Βασιλάκου είπε...

Κατερίνα-Φωτεινή, ο συγγραφέας δεν αναφέρεται στα νέα παιδιά που με πολλά προσόντα κάθονται σήμερα άνεργα λόγω της κρίσης. Εξάλλου αυτό θα ήταν αδύνατο, εφόσον το έργο γράφτηκε το 2000-1.
Αναφέρεται στην κατηγορία εκείνων των νεαρών που αρνούνται να κοπιάσουν για οτιδήποτε.
Πράγματι τα αντιμετωπίζει με αγάπη, γι' αυτό εξάλλου τα "βοηθά" να βρουν τελικά το δρόμο τους.