Δεν
σ’ αγαπώ,
δεν
είσαι τίποτα για μένα,
δεν
σε θέλω.
Κάποτε
θα σου τα πω αυτά τα λόγια,
να
είσαι σίγουρος γι’ αυτό,
κάποτε
θα σ’ τα πω.
Μη
βλέπεις τώρα…
Δεν
σ’ αγαπώ,
δεν
είσαι τίποτα για μένα,
δεν
σε θέλω.
Κάποτε
θα σου τα πω αυτά τα λόγια,
να
είσαι σίγουρος γι’ αυτό,
κάποτε
θα σ’ τα πω.
Μη
βλέπεις τώρα…
Οι «Τσόγλανοι» είναι μια ενδιαφέρουσα προσπάθεια να
καταγγελθεί η στρεβλή κοινωνία μας απαγγέλλοντας – και όχι τραγουδώντας -
ένα κατεβατό θυμωμένους απλοϊκούς στίχους που θέλουν όχι απλώς να μιμηθούν τον επίσης
θυμωμένο και τελικά αποτυχημένο Μάη του ’68, αλλά να τον ξεπεράσουν ως προς τα κοινωνικά τους οράματα .
Είναι αλήθεια ότι, όταν ακούμε τη λέξη ευνουχισμός, σηκώνεται
η τρίχα μας. Φανταζόμαστε ακρωτηριασμούς, αίματα, κραυγές πόνου, βασανιστήρια,
μαρτύρια και ισόβια ταπείνωση του άνδρα.
Και είναι αλήθεια ότι έτσι πάνω κάτω γινόταν ο ευνουχισμός
στο παρελθόν σε αιχμαλώτους, σε δούλους αλλά και σε αρχοντόπουλα στη Βυζαντινή
αυτοκρατορία που ο πατέρας τους ήθελε να τα προωθήσει στα ανώτερα αξιώματα του
κράτους.
Καπνίζαμε ξαπλωμένοι στο
κρεβάτι, απέξω ερχόταν ένα αδύναμο φως, ο ήλιος μόλις είχε δύσει. Από το
ανοιχτό παράθυρο ερχόταν ένα δροσερό αεράκι. Όμορφα.
«Γιατί δεν έκανες παιδί;»
με ρώτησε ξαφνικά.
«Δεν ήθελα», είπα.
Έσβησε το τσιγάρο του και
γύρισε προς το μέρος μου:
«Τα παιδιά είναι
ευτυχία», είπε.
«Δεν με ενδιαφέρει αυτή η
ευτυχία».
Σηκώθηκε απότομα από το
κρεβάτι κι έκοψε μερικές βόλτες πάνω κάτω.
«Ούτε τη μάνα μου την
ενδιέφερε αυτή η ευτυχία», είπε. «Το ξέρεις ότι μεγάλωσα σε ιδρύματα;»
Πάγωσα.
Πήγαινε πάνω κάτω σαν
υπνωτισμένος. Έπειτα απότομα ξαναβρήκε τον εαυτό του. Γύρισε στο κρεβάτι και μ’
αγκάλιασε.
«Κάνε με γιο σου» είπε.
Έξω είχε σκοτεινιάσει για
τα καλά.
Αν είστε άγγελοι, τότε βρεθήκατε δυστυχώς σε λάθος κόσμο.
Όμως μην είστε τόσο σίγουροι ότι είστε άγγελοι. Κάντε μια
ενδοσκόπηση, αλλά χωρίς να κρύβεστε από τον εαυτό σας, και θα διαπιστώσετε ότι
έχετε πολλές σκοτεινές γωνιές εκεί μέσα, στα βάθη της ψυχής σας, όπου σαλεύουν
μικρά ή και μεγάλα τέρατα.
Δεν είναι δικό σας γέννημα, άρα δεν έχετε την ευθύνη για την
ύπαρξή τους. Φρόντισε η φύση γι’ αυτό και στη συνέχεια ο κόσμος στον οποίο
βρεθήκαμε.
Η δική μας ευθύνη είναι να συγκρατούμε αυτά τα τέρατα, όταν
τα πιάνει η λύσσα, επειδή η λογική μάς λέει ότι δεν έχουν θέση στον πολιτισμένο
κόσμο μας.
Βέβαια κάποιοι έχουν μικρά τέρατα να τιθασέψουν κι άλλοι
έχουν δράκους που ξερνάνε φωτιές. Πώς να βάλεις χαλινάρι σε έναν δράκο που
ξερνά φωτιές;
Αντί να εκτοξεύουμε εμείς οι άμεμπτοι οργή και χολή, καλό
είναι να σκεφτόμαστε ότι κάποιοι άνθρωποι είναι χαλασμένοι, όχι γιατί το
επέλεξαν, αλλά γιατί επιλέχθηκαν από το τέρας που εγκατοίκησε μέσα τους.
Θα πληρώσουν βέβαια, αν συλληφθούν, αυτό είναι απαραίτητο.
Απλά σκεφτείτε ότι αυτοί έχουν ένα δράκο μέσα τους, ενώ
εμείς έχουμε φίδια και σαύρες που παλεύονται πιο εύκολα.
Είμαστε όλοι αθώοι.
Είμαστε όλοι ένοχοι.
Τώρα,
Θεέ μου,
που
πονούν τα χέρια μου,
πονούν
τα κόκαλά μου,
πονάω
ολόκληρη,
τώρα
καταλαβαίνω
το
Μεγαλείο σου.
Ανοίγομαι
λοιπόν στον κόσμο,
-
αυτή τη συμβουλή δεν μου έδωσες, γιατρέ; -
ανοίγομαι,
ποτίζομαι
με χυδαιότητα,
ζω:
ένας
γέρος έκφυλος
μου
δίνει το τηλέφωνό του,
μου
σφίγγει το μπράτσο,
θέλει
να εκσπερματώσει μέσα μου
τώρα,
επί τόπου, αν γίνεται.
Χαμογελώ
υπομονετικά
στο
είδος αυτό του ανθρώπου,
έχω
γνωρίσει δεκάδες κόπιες του
στην
πολυκύμαντη ζωή μου.
Γιατί
ξανά να μπω σ’ αυτό το βάλτο,
για
ποιο λόγο;
Επειδή
πρέπει να ζήσετε,
μου
λέει ο γιατρός μου,
ο
άπειρος πραγματικής ζωής γιατρός μου.
Στη φωτογραφία: Wilem Van Mieris "An Old Man Tries to Seduce a Young Woman".
Εδώ, άκρη άκρη θα σταθώ,
να
μη σας εμποδίζω εσάς
που
ακόμα κάνετε,
που
ακόμα ράνετε.
Εγώ
μόνο
να βλέπω θέλω
αυτό
που έχασα,
συγγνώμη,
αν
ενοχλώ,
θα
πάω ακόμα παραπέρα.
Μη
δίνετε σημασία εσείς.
Ζήστε.
Μυθιστορία του 14ου αιώνα που εκτείνεται σε 2.607 ανομοιοκατάληκτους δεκαπεντασύλλαβους στίχους.
Πιθανός συγγραφέας είναι ο Ανδρόνικος Κομνηνός Βρανάς Άγγελος
Παλαιολόγος, ανιψιός του αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου.
Εδώ
η περιγραφή της ομορφιάς της Χρυσορρόης.
Η
γλώσσα απολύτως προσιτή σε μας σήμερα.
807
-827
(Ἔκφρασις
πανεξαίρετος κόρης τῆς Χρυσορρόης.)
Ἦν γὰρ
ἡ κόρη πάντερπνος, ἐρωτοφορουμένη,
ἀσύγκριτος
τὰς ἡδονάς, τὸ κάλλος ὑπὲρ λόγον,
τὰς
χάριτας ὑπὲρ αὐτὴν τὴν τῶν Χαρίτων φύσιν.
Βοστρύχους
εἶχεν ποταμούς, ἐρωτικοὺς πλοκάμους·
εἶχεν
ὁ βόστρυχος αὐγὴν εἰς κεφαλὴν τῆς κόρης·
ἀπέστιλβεν
ὑπὲρ χρυσῆν ἀκτῖναν τοῦ ἡλίου.
Σῶμα
λευκὸν ὑπὲρ αὐτὴν τὴν τοῦ κρυστάλλου φύσιν·
ὑπέκλεπτεν
τοὺς ὀφθαλμοὺς τοῦ σώματος ἡ χάρις.
Ἐδόκει
γὰρ σὺν τῷ λευκῷ καὶ ρόδου χάριν ἔχειν.
Ἂν
μόνον ἀνενδράνισες, τὸ πρόσωπον ἂν εἶδες,
ἐσείσθης
ὅλην σου ψυχήν, ὅλην σου τὴν καρδίαν·
ἁπλῶς
τὴν κόρην ἄγαλμα τῆς Ἀφροδίτης εἶπες
καὶ πάσης ἄλλης ἡδονῆς ὅσας ὁ νοῦς συμπλέκει.
Τί δὲ
πολλὰ πολυλογῶ, τί δὲ πολλὰ καὶ γράφω
τάχα
πρὸς τὸν καλλωπισμὸν τοῦ σώματος τῆς κόρης;
Λόγος
μικρὸς ἂν ἐξαρκοῖ πρὸς τὸ νὰ τὸ δηλώσῃ:
ὅσας
ὁ κόσμος ἔφερε γυναῖκας εἰς τὸ μέσον
καὶ
πρὸ αὐτῆς καὶ μετ’ αὐτὴν καὶ τότε ὅσαι ἦσαν
ὡς
πρὸς τὰς χάριτας αὐτῆς μιμὼ πρὸς Ἀφροδίτην.
αυγή: φως του ήλιου
ανενδρανίζω: σηκώνω τα μάτια
μιμώ: θηλυκό του μίμος
Κ. Καβάφη:
Σοφοί δε προσιόντων
Θεοὶ μὲν γὰρ μελλόντων, ἂνθρωποι δὲ γιγνομένων,
σοφοὶ δὲ προσιόντων αἰσθάνονται.
Φιλόστρατος, Τὰ ἐς τὸν Τυανέα Ἀπολλώνιον, VIII, 7
Οι άνθρωποι
γνωρίζουν τα γινόμενα.
Τα μέλλοντα
γνωρίζουν οι θεοί,
πλήρεις και μόνοι
κάτοχοι πάντων των φώτων.
Εκ των μελλόντων οι
σοφοί τα προσερχόμενα
αντιλαμβάνονται. Η
ακοή
αυτών κάποτε εν
ώραις σοβαρών σπουδών
ταράττεται. Η
μυστική βοή
τους έρχεται των
πλησιαζόντων γεγονότων.
Και την προσέχουν
ευλαβείς. Ενώ εις την οδόν
έξω, ουδέν ακούουν
οι λαοί.
Όταν πεθαίνει κάποιος δικός σου, ένας αγαπημένος σου
άνθρωπος, το μόνο που δεν σε ενδιαφέρει είναι τι ρούχα θα φορέσεις για να βγεις
έξω. Το έθιμο απαιτεί να φορέσεις μαύρα και ο κόσμος το τηρεί, άλλοι σχολαστικά
και άλλοι πιο χαλαρά.
Προσωπικά, δεν είμαι άνθρωπος των εθίμων και δεν τα τηρώ,
όσο αυτό περνά από το χέρι μου. Στην κηδεία του πατέρα μου και λίγο αργότερα
της μητέρας μου φόρεσα βέβαια μαύρα ρούχα, αλλά δεν είχα σκοπό να μαυροφορεθώ
μετά τη νεκρώσιμη ακολουθία.
Πώς
ήμουν άραγε,
ποια
ήταν η μορφή μου,
ήμουν
γυναίκα ή άντρας
και
η ζωή που έζησα
ήτανε
άραγε καλή
ή
πέρασε μες στις ταλαιπωρίες,
είχα
καλούς γονείς,
αγάπησα,
αγαπήθηκα,
έκανα
παιδιά...
Απ’
όλα αυτά
τίποτα
δεν θυμάμαι,
μόνο μια αίσθηση παράξενη έχω
πως έζησα ένα όνειρο φανταχτερό
με
μυρωδιές και χρώματα,
με
ήχους
και
με φιγούρες δίχως πρόσωπο,
μια
αέναη κίνηση
προς
κάτι απροσδιόριστο,
μια
προσδοκία ανοιχτή,
μια
αναταραχή,
με
αντικείμενα και γεγονότα
ανάκατα
σε
μια αβέβαιη θολούρα
και
κάτι απειλητικές σκιές
στους
τοίχους
που
με περίμεναν
υπομονετικά.
Με ντροπή και με θλίψη παρακολούθησα πριν λίγες μέρες μια
συγκεκριμένη εκπομπή του Ben Fogle “New Lives in the wild”,
μια παραγωγή του BBC earth που παρουσιάζει ο Ben Fogle με εξαιρετική ευγένεια και
διακριτικότητα και στην οποία βλέπουμε διάφορα άτομα που εγκατέλειψαν τον
πολιτισμό και προτίμησαν να ζήσουν μακριά από αυτόν, στη φύση.
Αυτή τη φορά ο Ben Fogle ταξίδεψε στην Άνδρο, ανέβηκε στα
βουνά της και συνάντησε τη Σάντι, μια μοναχική Αγγλίδα που ζει εκεί και έχει
θέσει σκοπό της ζωής της να προστατεύει τα εγκαταλειμμένα και κακοποιημένα ζώα
του νησιού.
Πρώτα
τού έσπασα τα πόδια
και
το άγαλμα σωριάστηκε
με
βρόντο καταγής
και
τα πλευρά του ράγισαν.
Πάνω
στο βάθρο απόμειναν
τα
δάχτυλά του,
θλιβερά
απομεινάρια
άσκοπης
αγάπης
και άσκοπων
θυσιών.