23/10/25

Η άνοδος και η πτώση του Κ.Μ.

 




Ήρθε ξαφνικά στη μνήμη μου κάποιος που είχα μαζί του μια σύντομη σχέση πριν – μη τρομάξετε – πενήντα κάπου τόσα χρόνια.

 

Τι να απέγινε άραγε αυτός, αναρωτήθηκα προ καιρού. Μετά σκέφτηκα ότι εκείνη την μπερδεμένη εποχή της πρώτης νιότης μου ήταν βοηθός κάποιου καθηγητή Πανεπιστημίου, 27 χρονών τότε νεαρός.

 

Έψαξα στο Γκουγκλ.

 

Το πρώτο που έμαθα ήταν ότι είχε ήδη πεθάνει πριν τέσσερα χρόνια. Στα ογδόντα τρία του. Μετά είδα τις φωτογραφίες του. Ένας σεβάσμιος ηλικιωμένος, μάλλον άσχημος, αγνώριστος. Εγώ τον θυμόμουν πολύ όμορφο.

 

Μετά διάβασα για την άνοδό του, την πρόοδό του, καθηγητής πια Πανεπιστημίου με πολλές μελέτες στο αντικείμενό του, πολυπράγμων, διάσημος στον χώρο του.

 

Ιδέα δεν είχα για όλα αυτά.

 

Εγώ  θυμόμουν έναν όμορφο νεαρό άντρα, ήρεμο, ευγενικό και ανεκτικό στις τρέλες μου. Θυμόμουν μια γκαρσονιέρα ημιυπόγεια στη Σόλωνος και δυο ποιητικές συλλογές που μου είχε χαρίσει από τις τότε εκδόσεις Γαλαξία: μια με ποιήματα του Καββαδία «Μαραμπού και Πούσι» και μια του Εμπειρίκου «Υψικάμινος - Ενδοχώρα».

 

«Επειδή γράφεις ποιήματα», μου είχε πει.

 

Χωρίσαμε για τον πιο πεζό λόγο: «Μπήκες στο Πανεπιστήμιο τώρα», μου είπε. «Δεν επιτρέπεται να έχουμε σχέση, εφόσον είσαι στη Σχολή που εργάζομαι».

 

Το βρήκα πολύ φυσικό, αν και τον σκεφτόμουν για καιρό. Τον συνάντησα κάποτε άλλη μια φορά μετά από δική μου πρόσκληση στο Πέτρογκραντ νομίζω. Ήταν πάντα πολύ ευγενικός και διακριτικός.

 

Δεν τον ξαναείδα από τότε.

 

Για πολλά χρόνια έβλεπα στη βιβλιοθήκη μου τις δυο ποιητικές συλλογές που μου είχε χαρίσει. Τώρα δεν τις βλέπω πια. Κάπου θα χάθηκαν στις αλλεπάλληλες από τότε μετακομίσεις μου.



21/10/25

Έρως - Πάθος

 

   




Ο έρωτας είναι ένα πολύ ωραίο συναίσθημα, ειδικά όταν έχει ανταπόκριση. Γίνεται τότε μια ευτυχία που δύσκολα συγκρίνεται με άλλα είδη ευτυχίας. Περνά ένα διάστημα, κάποιοι μήνες, ίσως και χρόνος, και ο έρωτας χορτάτος πέφτει για ύπνο. Τη θέση του -στην καλύτερη περίπτωση – την παίρνει η αγάπη που δεν είναι τρέλα και φούντωμα, είναι όμως ήρεμη και σταθερή και μπορεί να διαρκέσει για πάντα.

 

Το πάθος δεν είναι έρωτας, δεν είναι αυτό που έχει προβλέψει η Φύση για να πάρει απογόνους. Είναι αρρώστια. Μιμείται τον έρωτα, αλλά δεν είναι έρωτας.

 

Σε αντίθεση με αυτόν, το πάθος δεν μπορεί να χορτάσει, όσο κι αν το ταΐζεις. Αντίθετα θεριεύει. Ο χρόνος δουλεύει υπέρ του και όσο το αφήνεις ανεξέλεγκτο, τόσο πιο ισχυρό γίνεται.

 

Το θύμα του ή τα θύματά του δεν το καταλαβαίνουν, νομίζουν ότι είναι ερωτευμένοι. Μπορεί να μην καταλάβουν ποτέ ότι αυτό που νιώθουν δεν είναι έρωτας, αλλά κάτι άλλο που έχει κεντρίσει κάποια βαθιά πληγή στην ψυχή τους και τους έχει κάνει άθυρμά του.

 

Τι μπορεί να είναι αυτό;

 

Πολλά. Έχει η ψυχή μας πολλές σκοτεινές γωνιές, όπου θάλλουν δηλητηριώδη λουλούδια. Αν δεν μας τα πειράξει κανείς, κάθονται αυτά στη γωνιά τους αόρατα. Αν όμως οσφρανθούν κάποιον κοντά τους που ταιριάζει στα γούστα τους, τότε αυτά τα δηλητηριώδη λουλούδια φουντώνουν και κατακυριεύουν αυτόν που τα φέρει.

 

Αυτός που τα φέρει, δεν το καταλαβαίνει. Νομίζει ότι αυτό που νιώθει είναι έρωτας, πόθος για τον άλλον, όμως είναι αρρώστια. Αν ο άλλος απομακρυνθεί, αν το πάθος μείνει χωρίς αντικείμενο, τότε αυτός που το φέρει χάνει το μυαλό του. Μπορεί να σκοτώσει και να σκοτωθεί.

 

Πριν πολλά χρόνια υπήρξε μια τέτοια περίπτωση, όπου και οι δύο, και ο άντρας και η γυναίκα, είχαν γίνει μαριονέτες του πάθους τους. Σαδιστής ο ένας, μαζοχίστρια η άλλη, αφέθηκαν να παρασυρθούν στη δίνη της τρέλας τους, ώσπου κάποια στιγμή, τυφλωμένοι πια από τον άρρητη, νοσηρή μανία τους, άρχισαν να παίζουν με μαχαίρια, έχασαν πλήρως τον έλεγχο και αυτός μαχαίρωσε την ερωμένη του και τη σκότωσε.

 

Ήταν μια πολύ ασυνήθιστη ιστορία, γιατί κατά κανόνα αυτός που έχει τέτοιο πάθος δεν βρίσκει εύκολα το αντίστοιχο ταίρι του.

 

Το πάθος ξεκινά σχετικά ανώδυνα, μοιάζει τόσο πολύ με έρωτα, που το ταίρι που έχει επιλέξει νιώθει αρχικά ευτυχισμένο με τόση αφοσίωση που λαμβάνει. Το πάθος προχωρεί αργά, αλλά προχωρεί σταθερά και γιγαντώνεται με τον χρόνο.

 

Κάποια στιγμή το ταίρι του αντιλαμβάνεται ότι κάτι δεν πάει καλά και επιχειρεί να απομακρυνθεί. Συνήθως είναι πια πολύ αργά. Δεν μπορεί να ξεφύγει, ό,τι κι αν κάνει.

 

Άλλοτε πάλι δέχεται να συνεχίσει, ίσως μερικές φορές να έχει και το ταίρι του ένα παρόμοιο πάθος και η ζήλεια, η λεκτική ή και σωματική κακοποίηση να ικανοποιούν ανομολόγητες επιθυμίες του. Αυτές οι επιθυμίες όμως δεν προβλέπουν θάνατο.

 

Αλλά ο θάνατος καραδοκεί και κάθε τόσο μαθαίνουμε για τέτοιους φόνους πάθους. Συχνά μάλιστα ο δολοφόνος αυτοκτονεί, πράγμα πολύ παράδοξο για όσους δεν υποπτεύονται ότι εδώ ο δολοφόνος γίνεται φονιάς και του εαυτού του, εφόσον  έχει χάσει για πάντα το αντικείμενο του πάθους του.



20/10/25

Χτυπώ το κεφάλι μου στον τοίχο

 

Έχετε ποτέ χτυπήσει το κεφάλι σας στον τοίχο;

 

Νόμιζα ότι αυτή η φράση είχε μόνο μεταφορική σημασία, εκτός από τις περιπτώσεις που έβλεπα σε ταινία κάποιον να το κάνει για να δείξει τον θυμό του ή τα αδιέξοδά του.

 

Κι όμως ήρθε η στιγμή που το έκανα κι εγώ.

 

Δεν θα γράψω εδώ τώρα όλη την ιστορία, θα πω μόνο ότι είχα τότε έναν άρρωστο γάτο που έβλεπα ότι υπέφερε και που δεν τον έπιαναν τα γιατρικά.

 

Κι ένα βράδυ που ένιωθα απελπισμένη, γιατί δεν ήξερα τι παραπάνω να κάνω για να μην τον βλέπω να υποφέρει, άρχισα   να χτυπώ το κεφάλι μου στον τοίχο. Δεν ξέρω γιατί το έκανα, ήταν εντελώς αυθόρμητο και κάπως σαν να με ανακούφιζε στην απόγνωσή μου.

 

Τελικά του κάναμε ευθανασία.

 

Το άλλο απόγευμα μια μεγάλη νυχτερινή πεταλούδα ήρθε και κόλλησε στο τζάμι της εξώπορτας. Την κοίταζα από μέσα και θυμήθηκα τους θρύλους που μιλάνε για τις ψυχές των νεκρών που γίνονται νυχτερινές πεταλούδες και γυρίζουν στον τόπο που έζησαν.

 

Την άφησα εκεί.

 

Την άλλη μέρα είχε φύγει.

 

Ποτέ άλλοτε δεν είχε έρθει πεταλούδα να κολλήσει στο τζάμι της εξώπορτας. Ούτε και συνέβη μετά, όσο καιρό έζησα σ’ εκείνο το σπίτι.

 

Και ποτέ ως τώρα δεν ξαναχτύπησα το κεφάλι μου στον τοίχο.


Μόνο που πια καταλαβαίνω τι σημαίνει να χτυπάς το κεφάλι σου στον τοίχο. Πόσο αυθόρμητο είναι και πόση απόγνωση έχει.



19/10/25

"The Wrestler", by Bruce Springfiel

 




Have you ever seen a one trick pony in the field, so happy and free?

If you've ever seen a one trick pony then you've seen me

Have you ever seen a one-legged dog making its way down the street?

If you've ever seen a one-legged dog then you've seen me

 

Then you've seen me

I come and stand at every door

Then you've seen me

I always leave with less than I had before

Then you've seen me

Bet I can make you smile when the blood, it hits the floor

Tell me, friend, can you ask for anything more?

Tell me can you ask for anything more?

 

Have you ever seen a scarecrow filled with nothing but dust and weeds?

If you've ever seen that scarecrow then you've seen me

Have you ever seen a one-armed man punching at nothing but the breeze?

If you've ever seen a one-armed man then you've seen me

 

Then you've seen me

I come and stand at every door

Then you've seen me

I always leave with less than I had before

Then you've seen me

Bet I can make you smile when the blood, it hits the floor

Tell me, friend, can you ask for anything more?

Tell me can you ask for anything more?

 

These things that have comforted me, I drive away

This place that is my home, I cannot stay

My only faith's in the broken bones and bruises I display

 

Have you ever seen a one-legged man trying to dance his way free?

If you've ever seen a one-legged man then you've seen me.

*

“The Wrestler” was written for the Darren Aronofsky film of the same title and is written from the perspective of the main character, played in the film by Mickey Rourke. The song won a Golden Globe for Best Original Song, as well as many other awards and nominations in 2009.

*

Εδώ το τραγούδι:

https://www.youtube.com/watch?v=pcgl2Z3fMf4&list=RDpcgl2Z3fMf4&start_radio=1



18/10/25

Πώς λέγεται αυτό...

 

 

 

Πώς λέγεται αυτό


που δεν νιώθεις λύπη


ούτε χαρά


και ψάχνεις μέσα σου,


μήπως και βρεις κάτι,


καλό, κακό, ό,τι να’ ναι


και βλέπεις το κενό


και το σκοτάδι


και όμως νιώθεις


κάτι δεμένο,


αιχμαλωτισμένο


που προσπαθεί


να λυθεί,


να βγει έξω,


αλλά δεν μπορεί.



Μαρινέλλα

 




Όταν άκουσα ένα τραγούδι της Μαρινέλλας από τον πρώτο δίσκο της που κυκλοφόρησε μετά την ανεξαρτητοποίησή της από τον Στέλιο Καζαντζίδη, το πρώτο που σκέφτηκα ήταν: δεν λέει τίποτα η φωνή της.

 

Δεν είχα κάνει λάθος. Η ίδια η ποιότητα της φωνής της δεν υπήρξε ποτέ σπουδαία. Έκτοτε η ανοδική πορεία της με άφηνε αδιάφορη, γιατί τραγούδησε τραγούδια που για μένα ήταν δεύτερης διαλογής, άσχετα αν ο κόσμος ήδη τη λάτρευε και τα τραγούδια της είχαν γίνει μεγάλες επιτυχίες.

 

Εκεί που είχα κάνει λάθος ήταν στο ταμπεραμέντο της, στην ικανότητά της να περνά στη φωνή της ένα πάθος και μια ψυχή που καμιά άλλη Ελληνίδα τραγουδίστρια δεν μπορούσε να πετύχει.

 

Τραγούδησε πολλά μέτρια τραγούδια που δεν φανέρωναν αυτό το μοναδικό της ταλέντο, μέχρι που ήρθε η στιγμή να συνεργαστεί με τον Κώστα Χατζή.

 

Και εκεί η Μαρινέλλα έβγαλε όλη την ψυχή της και την ακούμπησε στο τραπέζι. Εκεί ξεπέρασε τον εαυτό της. Με στήριγμα την τρυφερή ψυχή του Κώστα Χατζή, αυτό το δίδυμο μάς έκανε τελικά να δακρύσουμε.

 

https://www.youtube.com/watch?v=Ua-e1BVc2ps&list=RDUa-e1BVc2ps&start_radio=1

 

Ειδικά σ’ αυτό εδώ το τραγούδι δεν ξέρεις ακριβώς, αν η Μαρινέλλα τραγουδά ή αν ερμηνεύει τραγουδιστά έναν θεατρικό μονόλογο.


"Σ' αγαπώ".

Μουσική: Κώστας Χατζής.

Στίχοι: Σώτια Τσώτου.



 

17/10/25

Ίλαμ 20: Σήμερα

 



 

Σήμερα ο Ίλαμ έκλεισε τα ογδόντα τέσσερα χρόνια του.


Του φτιάξαμε μια τούρτα  και του τραγουδήσαμε το “Happy birthday to you”. Η Μαρία, η μαγείρισσα, ο κηπουρός, ο Μπρούνο, ο Μπίλι, κι εγώ. Του έδωσα ένα φιλί στο μάγουλο και μετά η Μαρία μάς σέρβιρε το δείπνο.

 

Είναι τώρα δυο χρόνια που έχουν τελειώσει οι παράτες και οι φιέστες, οι ταινίες, οι πρεμιέρες, οι συνεντεύξεις και οι δημόσιες σχέσεις. Χάθηκαν και οι εφήμεροι φίλοι του. Ο Ίλαμ ζει αποτραβηγμένος από όλα αυτά, απολαμβάνει μια ήσυχη ζωή στο άνετο σπίτι του και οι μόνες επισκέψεις που δέχεται είναι  δυο τρεις φίλοι του και οι γιατροί που παρακολουθούν την υγεία του.

 

Κάνει καθημερινά το μπάνιο του στη θερμαινόμενη πισίνα του κι εγώ τον περιμένω να βγει για να τον σκουπίσω με την πετσέτα και να του φορέσω το μπουρνούζι του. Δεν καπνίζει και πίνει ελάχιστα. Η τροφή του είναι προσεγμένη, όπως ορίζει ο προσωπικός του γιατρός.

 

Τα απογεύματα κάνει τον καθημερινό του περίπατο στον κήπο κι εγώ τον συνοδεύω. Καμιά φορά ο Μπρούνο μάς κάνει βόλτα στην εξοχή με τη λιμουζίνα. Πίνουμε καφέ σε κάποια υπαίθρια καντίνα και χαζεύουμε τα πουλιά και τα δέντρα. Αργότερα διαβάζει, βλέπει λίγη τηλεόραση και σχολιάζει διάφορα. Πέφτει νωρίς για ύπνο.

 

Μερικές φορές μού ζητά να ξαπλώσω μαζί του. Με παίρνει αγκαλιά και μου λέει ερωτικά λόγια. Με χαϊδεύει κι εγώ τελειώνω στα χέρια του.

 

Είναι πάντα ψηλός και πολύ αδύνατος. Τα μάγουλά του είναι ρουφηγμένα και το πρόσωπό του γεμάτο ρυτίδες. Μόνο τα μάτια του παραμένουν ίδια, με εκείνο το μπλε του κοβάλτιου που δεν έχω δει σε άλλα μάτια.

 

-Τελειώνεις μαζί μου, Κάθυ; με ρωτά κάθε φορά.

-Ναι, Ίλαμ, δεν το βλέπεις;

-Με θέλεις δηλαδή ακόμα;

 

Σε θέλω, Ίλαμ, τρέμω για σένα, μη μου πάθεις τίποτα, εσύ είσαι η μεγάλη ιστορία της ζωής μου, είσαι το θαύμα που μπήκε στη ζωή μου και εγκαταστάθηκε εκεί, είσαι το θαυμάσιο όνειρό μου, κοίταξέ με, πεθαίνω κάθε φορά που με κοιτάζεις, αυτό που με κρατά κοντά σου είναι οι αλυσίδες που μου πέρασες, τότε, όταν για πρώτη φορά με κοίταξες.

 

Ο Ίλαμ δακρύζει.

 

-Γιατί κλαις; τον ρωτώ και σκουπίζω τα δάκρυά του.

-Σε έδεσα με ξένες αλυσίδες, μου λέει.

 

Και μου διηγείται για άλλη μια φορά πως κάποτε είχε αγαπήσει ένα πολύ όμορφο κορίτσι που όμως τον εγκατέλειψε για να παντρευτεί κάποιον άλλον.

 

-Από τότε άλλαξε το βλέμμα μου, μου λέει. Έγινε αυτό που βλέπεις τώρα εσύ.

 

Τον σκεπάζω με την κουβέρτα και του δίνω ένα φιλί στο στόμα:

 

-Ποτέ δεν συνέβη αυτό, του λέω. Θέλεις να με ταπεινώσεις πάλι, Ίλαμ.

 

Μου χαμογελά σαν παιδί:

-Είμαι ηθοποιός, Κάθυ.

-Και στο βλέμμα;

-Και σ’ αυτό.

 

Κλείνει τα μάτια και αποκοιμιέται. Ξαπλώνω δίπλα του και τον αγκαλιάζω.

 

Σε έκανα δικό μου, Ίλαμ.

Εγώ, ένα τίποτα στη ζωή σου, είμαι τώρα η κυρά σου. Και εξακολουθώ να σ’ αγαπώ.

 

Τώρα μ’ αγαπάς κι εσύ, μεγάλε μου υποκριτή.

 

 

                                     ΤΕΛΟΣ

 

 

 

 

Η νουβέλα είναι εμπνευσμένη από τον ηθοποιό Liam Neeson, του οποίου ο σωματότυπος και τα χαρακτηριστικά του προσώπου του μου έδωσαν ώθηση να τη γράψω και του οποίου ο χαρακτήρας δεν έχει καμιά σχέση με τον δικό μου φανταστικό Ίλαμ.

 

 

 

 

16/10/25

Ίλαμ 19: Οικονόμος του Ίλαμ

 



Πέντε χρόνια τώρα είμαι η οικονόμος του Ίλαμ. Έκανα εικονικό γάμο με τον Πέντρο, τον κηπουρό του, και με τις γνωριμίες και τις διασυνδέσεις του κατάφερε να με κάνει Αμερικανίδα υπήκοο. Στην Ελλάδα έχω βάλει ένα δικηγόρο για τις εκκρεμότητές μου εκεί, την περιουσία μου, τα ενοίκιά μου.

 

Αν και ποιος νοιάζεται τώρα γι’ αυτά…

 

Εγώ είμαι η σκιά του Ίλαμ. Η κρυφή ερωμένη του. Το προσωπικό το ξέρει, αλλά δεν μιλά. Οι άλλοι όλοι στο περιβάλλον του δεν έχουν ιδέα. Όταν έρχονται στο σπίτι του, τους υποδέχομαι ευγενικά, τους σερβίρω τα ποτά και αποσύρομαι.

 

Τους ακούω από την κουζίνα που θορυβούν, γελάνε τρανταχτά, λένε χοντράδες, έχουν μαζί τους και τις πλαστικές τους κούκλες, κάθε φορά άλλες, αλλά όλες ίδιες, ο Ίλαμ τις σιχαίνεται.

 

Οι πρώτες μέρες ως οικονόμος του ήταν δύσκολες, ειδικά, όταν έρχονταν οι φίλοι του κι εγώ έπρεπε να τους υποδεχτώ με τυπική ευγένεια, να τους προσφέρω ποτά προσέχοντας τις κινήσεις μου, να χαμογελώ ευγενικά.

 

-Καινούρια είσαι εσύ; με ρώτησε ένα βράδυ κάποιος μασώντας το σβησμένο του πούρο και κοιτάζοντάς με από πάνω ως κάτω. Δίπλα του καθόταν ένα τέλειο θηλυκό που τριβόταν πάνω του.


-Μάλιστα, είπα χαμηλόφωνα.

-Κι από πού μας ήρθες;

-Από την Ελ…

 

Ο Ίλαμ με διέκοψε:

-Από τη Βουλγαρία είναι.

-Πού πέφτει αυτή;

-Κάπου στην Ευρώπη.

 

Ένιωσα το αίμα να ανεβαίνει στο κεφάλι μου, αλλά δεν είπα τίποτα.

 

Το βράδυ κλείδωσα την πόρτα μου, δεν ήθελα ούτε να τον δω. Αν και δεν χρειάστηκε, όπως κατάλαβα. Ο Ίλαμ δεν ενδιαφέρθηκε να με δει εκείνο το βράδυ.

 

Το άλλο πρωί τον βρήκα να κολυμπά στην πισίνα. Βγήκε στάζοντας νερά και ξάπλωσε στην ξαπλώστρα.

 

-Σκούπισέ με.

 

Του πέταξα την πετσέτα και του είπα να σκουπιστεί μόνος του. Με κοίταξε λίγη ώρα σιωπηλός, ύστερα πήρε την πετσέτα και σκουπίστηκε. Μετά πήρε την εφημερίδα από το τραπεζάκι και βυθίστηκε στο διάβασμα. Αργότερα μου ζήτησε να του φτιάξω χυμό. Του έφτιαξα. Αλλά τον ήθελε με παγάκια. Του έφερα ξανά τον χυμό με παγάκια. Τα έκανα όλα σιωπηλά και μάλλον νευρικά.

 

-Δεν μ’ αγαπάς πια; ρώτησε, χωρίς να σηκώσει τα μάτια από την εφημερίδα του.

 

Άρπαξα την εφημερίδα από τα χέρια του:

-Λέει τίποτα ενδιαφέρον αυτή η φυλλάδα;

 

Με κοίταξε ήσυχα, όπως όταν βλέπει κανείς ένα τοπίο.


-Τι έχεις σήμερα, Κάθυ;

-Ώστε Βουλγάρα; Είμαι Βουλγάρα; Μου σβήνεις σιγά σιγά όλη μου την ύπαρξη, με μεταμορφώνεις σε κάτι που δεν είμαι! Γιατί Βουλγάρα;

-Δεν χρειάζεται να ξέρουν οι άλλοι ποια είσαι. Φέρε μου τώρα την εφημερίδα.

 

Του την πέταξα στα μούτρα βράζοντας από θυμό. Αν μπορούσα, θα έφευγα εκείνη την ίδια στιγμή. Θα έβγαινα στον δρόμο και θα έμπαινα στο πρώτο αμάξι που θα σταματούσε να με πάρει. Θα εξαφανιζόμουν από τη ζωή του.

 

-Δεν μπορώ όμως να το κάνω, είπα φωναχτά.

-Τι δεν μπορείς; ρώτησε αυτός, χωρίς να σηκώσει τα μάτια του από την εφημερίδα.

 

Εκείνη τη στιγμή χτύπησε το κινητό του κι αυτός έπιασε ψιλή κουβέντα με κάποιον. Κάτι έλεγαν για μια νέα ταινία,, δεν καταλάβαινα ακριβώς. Εμένα με ξέχασε εντελώς.

 

Ωστόσο με τον καιρό ομαλοποιήθηκε η κατάσταση, έμαθα να είμαι η εξυπηρετική οικονόμος του Ίλαμ που τα βράδια μεταμορφωνόταν σε ερωμένη του.

 

Είμαι ευτυχισμένη; Όχι.

 

Ο Ίλαμ με αποδέχτηκε τελικά, αν και ξέρει ότι στην πραγματικότητα εξακολουθώ να αντιστέκομαι. Μάλλον τον ερεθίζει αυτό. Έχει γίνει ακόμα πιο απαιτητικός, πιο προσβλητικός απέναντί μου Μερικές φορές με προσβάλλει μπροστά στους φίλους του κι εγώ χαμογελώ ευγενικά και αποχωρώ. Ύστερα τα βράδια, όταν μένουμε μόνοι, του επιτίθεμαι, του λέω πόσο αισχρή είναι η συμπεριφορά του κι αυτός χαμογελά και με τραβά στο κρεβάτι. Διασκεδάζει αφάνταστα.

 

Ίσως παίζει ρόλο και η ηλικία του. Είναι τώρα εβδομήντα πέντε χρονών κι έχει παραξενέψει πολύ. Γυρίζει ακόμα ταινίες, αλλά έχει πέσει η ζήτηση. Τον ενοχλεί αυτό, περνά κρίσεις μελαγχολίας και τότε καταπίνει χάπια και με σέρνει στο κρεβάτι του. Φοβάμαι μη μου μείνει κανένα βράδυ στα χέρια.

 

 

Είμαι ευτυχισμένη; Ναι.

 

Ο Ίλαμ είναι εξαρτημένος από μένα. Το ξέρουμε αυτό και οι δύο κι ας μην το συζητάμε. Πέντε χρόνια τώρα κάνω σεξ μαζί του, χόρτασα το κορμί του με όλους τους τρόπους. Αν ήταν κάποιος άλλος, αν δεν ήταν ο Ίλαμ, θα τον είχα αφήσει προ πολλού.

 

Αλλά είναι πάντα ο Ίλαμ. Νιώθω γι’ αυτόν κάτι που το λένε αγάπη. Ή μήπως εξάρτηση; Δεν το έχω ξεκαθαρίσει αυτό. Ό,τι κι αν είναι πάντως, το βλέπω στο πρόσωπό του. Όταν κάθεται στην ξαπλώστρα και λιάζεται. Όταν με κοιτάζει. Όταν μου ζητά να του φέρω το ένα και το άλλο. Όταν στο κρεβάτι με πηδά κι έχει καρφωμένα τα μάτια του στα δικά μου. Πεθαίνω τότε, πεθαίνω.

 

-Τελειώνεις μαζί μου ποτέ; με ρώτησε ένα βράδυ.

-Τι σε νοιάζει;

-Δεν σ’ έχω δει ποτέ να τελειώνεις.

-Σου το έχω ξαναπεί, είμαι πάντα στην κορύφωση, όσο είμαι μαζί σου.

-Όταν σε κοιτάζω στα μάτια;

-Ναι.

-Δεν φτάνει αυτό.

-Εμένα μου φτάνει.

 

Και ένα βράδυ ο Ίλαμ έκανε κάτι που δεν μου είχε κάνει ποτέ. Με πήρε στην αγκαλιά του και άρχισε να με φιλά και το χέρι του γλίστρησε προς τα κάτω, άνοιξε τους μηρούς μου και άρχισε να με χαϊδεύει. Ο Ίλαμ παραιτήθηκε από τον εαυτό του, ήθελε να ικανοποιήσει εμένα. Ο Ίλαμ έβαλε σε δεύτερη μοίρα τον τεράστιο εαυτό του. Και με φιλούσε χωρίς σταματημό. Κι έπειτα γονάτισε μπροστά μου κι άρχισε να με γλείφει.

 

Τόση ταπείνωση, Ίλαμ;

 

Κανονικά, μετά από αυτό, έπρεπε να τον αφήσω. Το παιχνίδι των αναμετρήσεων είχε λήξει. Ο μεγάλος Ίλαμ είχε γονατίσει μπροστά μου, είχε παρακαλέσει να τελειώσω στα χέρια του. Κι εγώ για πρώτη φορά μετά από τόσο παιδεμό είχα ολοκληρώσει μαζί του.

 

Έπρεπε λοιπόν να τον αφήσω, όλη η τυραννία μου εξατμίστηκε, ο εραστής μου κατέβηκε από το βάθρο του, αναγνώρισε σιωπηλά την ήττα του. Είχα κάνει δικό μου τον δύσκολο εραστή μου, τώρα ήταν ένα σκαλοπάτι πιο κάτω από μένα.

 

Αλλά εκείνος ξάπλωσε δίπλα μου, με γύρισε προς το μέρος του και με κοίταξε. Και ένα πολύ μακρινό πένθος αναδύθηκε στο βλέμμα του. Ένιωσα να καταρρέει ο θρίαμβός μου.


(Στο επόμενο το τέλος)