Σελίδες

28/1/22

Το κομμένο κεφάλι

 




Έβαλαν το κομμένο κεφάλι στη μέση και το’ φαγαν.

Έβγαλαν τα μάτια και τα ρούφηξαν.

Ξερίζωσαν τη γλώσσα και την καταβρόχθισαν.

Ξέσκισαν τα μάγουλα και τα μάσησαν.

Έσπασαν το κρανίο και κατάπιαν το μυαλό.

Στο τέλος έμειναν μόνο τα κόκαλα.

«Τρελαίνομαι για κεφάλια», είπε αυτός.

«Κι εγώ το ίδιο» είπε αυτή.

Σκουπίστηκαν με την πετσέτα.

Ύστερα συζήτησαν για διάφορα,

πολιτική, σινεμά, λογοτεχνία.



24/1/22

Έβρεχε

 






Έβρεχε


και στο ρυάκι


έλιωνε αργά μες στο νερό


ανάμεσα σε πέτρες σκαλωμένο


ένα μικρό κομμάτι από επιστολή


μιας προδομένης.


Ξεθώριαζαν τα γράμματα,


παραμορφώνονταν:


«Σ’ αγάπησα πολύ


αλλά εσύ…»


 

Αλλά αυτός


έσκισε την επιστολή,


την πέταξε.


 

Τώρα μια αγάπη


λούζεται μέσα στο κρύο βρόχινο νερό


και αργοπεθαίνει.



23/1/22

Σκοτεινοί έρωτες: "Γιόα"

 



"Υπήρχαν διαστήματα που χανόταν τελείως. Στην αρχή αυτό με ενοχλούσε, μετά συνήθισα. «Δουλειές», μου έλεγε, όταν τον ρωτούσα. «Τι δουλειές;»  «Δουλειές, Κάτια, δουλειές», απαντούσε αόριστα.


Ώσπου μια μέρα βρήκα στην τσέπη του μπουφάν του ένα περίστροφο. Σχεδόν μου φάνηκε φυσικό. Ο Γιόα ήταν παιδί του υποκόσμου. Το είχα υποψιαστεί αυτό από νωρίς. «Άφησέ το εκεί που το βρήκες», μου είπε ήσυχα.


Ο Γιόα ποτέ δεν φώναζε. Ο Γιόα ήταν πάντα καλός μαζί μου. Δεν είπα τίποτα. Ούτε ποτέ ξαναμιλήσαμε για το περίστροφο".


                              


(Απόσπασμα από τη νουβέλα μου "Γιόα". Υπό έκδοση μαζί με τη νουβέλα μου "Κέβιν").





Σκοτεινοί έρωτες: "Κέβιν"

 

 


"Έβαλα το χέρι στην τσάντα μου και χάιδεψα το μαχαίρι. Θα μπορούσα να σκοτωθώ μπροστά τους, να κόψω τον λαιμό μου από τη μιαν άκρη ως την άλλη. Ή να μαχαιρώσω τον Κέβιν. Ή να σφάξω τη Τζούλια.


Αντί γι’ αυτό, γύρισα προς το μέρος της και είπα:


-Ο Κέβιν είναι ερωτευμένος μαζί μου. Δεν νιώθει τίποτα για σένα. Σε χρησιμοποιεί. Αν του ζητήσω να χωρίσετε, θα το κάνει την ίδια στιγμή."




Απόσπασμα από τη νουβέλα μου "Κέβιν". Υπό έκδοση μαζί με τη νουβέλα μου "Γιόα".



19/1/22

Η επιλεκτική μεταχείριση αιχμαλώτων στα ναζιστικά στρατόπεδα

 

Δυτικοί αιχμάλωτοι σε γερμανικό στρατόπεδο


 

Δυτικοί αιχμάλωτοι σε ιαπωνικό στρατόπεδο



 

Η εικόνα που έχουμε για τη μεταχείριση των αιχμαλώτων από τους Γερμανούς Ναζί κατά τον Β΄ ΠΠ είναι αποτρόπαιη.

 

Δεν χρειάζεται εδώ να αναφέρουμε λεπτομέρειες, καθώς όλοι ξέρουμε, έχουμε δει ταινίες, ντοκιμαντέρ, φωτογραφίες, έχουμε διαβάσει, έχουμε ακούσει μαρτυρίες όσων βγήκαν ζωντανοί από εκείνα τα στρατόπεδα του θανάτου.

 

Αυτό που δεν ξέρουμε, επειδή δεν προβάλλεται, είναι ότι αυτή τη μεταχείριση δεν την είχαν όλοι οι αιχμάλωτοι πολέμου που έπεφταν στα χέρια των Ναζί. Υπήρχε μια επιλεκτική συμπεριφορά ανάλογα με ποιους αιχμαλώτους είχαν απέναντί τους.

 

18/1/22

tu regere imperio populos, Romane, memento

 

                                  Ρωμαϊκά λουτρά στην Αγγλία





Κι εσύ, Ρωμαίε, να θυμάσαι


(αυτός θα είναι ο τρόπος σου)


με εξουσία τους λαούς να κυβερνάς,


να επιβάλλεις την ειρήνη με τους όρους σου,


τους αδυνάτους να λυπάσαι,


τους αλαζόνες να κρατάς σε υποταγή.



 

 

tu regere imperio populos, Romane, memento


(hae tibi erunt artes), pacique imponere morem,


parcere subiectis, et debellare superbos.


 


Βιργίλιος, Αινειάδα, 6. 851-53



(Η μετάφραση είναι δική μου).



17/1/22

Θα φύγουν πριν από μας

 




 

 

Είναι ένα πικρό ποτήρι που το πίνουμε όλοι κάποια στιγμή, όλοι εμείς που αγαπούμε το κατοικίδιό μας και το έχουμε βάλει στη ζωή μας ως μέλος της οικογένειάς μας.

 

Το αγαπημένο μας ζωάκι είναι γραμμένο να φύγει πριν από μας.

 

16/1/22

Τέλος καλό

 


An Unhappy Woman; Domestic Sorrows

Jozef Israëls (1824–1911)




Ναι, αυτό είναι το ωραίο


που σου επιφυλάσσει η ζωή στο τέλος,


αφού προηγουμένως σε βασάνισε,


σε ποδοπάτησε,


σε περιφρόνησε:


καθόλου να μη νοσταλγείς τη νιότη σου.



13/1/22

Η πρώτη νύχτα μετά το διαζύγιο

 






 

Το πρώτο βράδυ που μετακόμισα στο νέο μου διαμέρισμα, ελεύθερη πια από τα δεσμά του γάμου, έκανε ένα διαβολεμένο κρύο και η πολυκατοικία ήταν χωρίς θέρμανση, γιατί είχαν ξεμείνει από χρήματα.

 

12/1/22

Μίμνερμος: "ἡμεῖς δ’, οἷά τε φύλλα ..."

 





 

 

Κι εμείς παρόμοια, όπως τα φύλλα που γεννά


της άνοιξης η ώρα η πολυάνθεμη,


όπου φουντώνουν γρήγορα στο φως του ήλιου,


λίγο καιρό της νιότης μας χαιρόμαστε τα άνθη


κι απ’ τους θεούς δεν ξέρουμε ούτε καλό ούτε κακό.


Όμως οι μαύρες Μοίρες δίπλα παραστέκονται.


Κρατά η μια το τέλος των σκληρών μας γηρατειών


κι η άλλη το τέλος του θανάτου.


Λίγο καιρό διαρκεί της νιότης ο καρπός,


τόσο, όσο απλώνεται πάνω στη γη ο ήλιος.


Αλλά, όταν τελειώσει αυτή η εποχή και προσπεράσει,


καλύτερα αμέσως να πεθάνουμε παρά να ζούμε.


Γιατί πολλές είναι συμφορές που έχει η ψυχή:


άλλοτε καταστρέφεται το σπίτι


κι έρχεται φτώχια οδυνηρή,


άλλος παιδιά δεν έχει και με τούτη τη λαχτάρα στη ζωή


πορεύεται ως τον Άδη,


άλλος θανατερή αρρώστια έχει.


Άνθρωπος δεν υπάρχει


που πολλές να μην του δίνει ο Δίας συμφορές.




ἡμεῖς δ’, οἷά τε φύλλα φύει πολυάνθεμος ὥρη


ἔαρος, ὅτ’αἶψ’ αὐγῆις αὔξεται ἠελίου,


τοῖς ἴκελοι πήχυιον ἐπί χρόνον ἄνθεσιν ἥβης


τερπόμεθα, πρός θεῶν εἰδότες οὔτε κακόν


οὔτ’ ἀγαθόν· Κῆρες δέ παρεστήκασι μέλαιναι,


ἡ μέν ἔχουσα τέλος γήραος ἀργαλέου


ἡ δ’ ἑτέρη θανάτοιο· μίνυνθα δέ γίνεται ἥβης


καρπός, ὅσον τ’ ἐπί γῆν κίδναται ἠέλιος.


αὐτάρ ἐπήν δή τοῦτο τέλος παραμείψεται ὥρης,


αὐτίκα δή τεθνάναι βέλτιον ἤ βίοτος·


πολλά γάρ ἐν θυμῶι κακά γίνεται· ἄλλοτε οἶκος


τρυχοῦται, πενίης δ’ ἔργ” ὀδυνηρά πέλει·


ἄλλος δ’ αὖ παίδων ἐπιδεύεται, ὧν τε μάλιστα


ἱμείρων κατά γῆς ἔρχεται εἰς Ἀ·ΐδην·


ἄλλος νοῦσον ἔχει θυμοφθόρον· οὐδέ τίς ἐστιν


ἀνθρώπων ὧι Ζεύς μή κακά πολλά διδοῖ.



(Η μετάφραση δική μου).



9/1/22

Βιργιλίου Αινειάδα, 4. 365-387

 

 

 


                            Joseph Stallaert: "Ο θάνατος της Διδούς"

 

 

Στο τέταρτο βιβλίο της Αινειάδας ο Βιργίλιος περιγράφει τον τραγικό έρωτα της Διδούς, βασίλισσας της Καρχηδόνας,  για τον Αινεία, όταν αυτός πέρασε από τη χώρα της. Ο Αινείας ανταποκρίθηκε στον έρωτά της, αλλά πήρε εντολή από τον Δία να φύγει για την Ιταλία και άρχισε να ετοιμάζεται να αναχωρήσει κρυφά. Η Διδώ το κατάλαβε. Οι εξηγήσεις που της έδωσε δεν την έπεισαν. Αφού πρώτα τον ικέτεψε να μη την εγκαταλείψει και αφού είδε ότι εκείνος δεν είχε σκοπό να αλλάξει γνώμη, ξεσπά σε θρήνο και κατάρες ενάντια στον εραστή που την πρόδωσε: 

 

 

«Δεν είναι, άπιστε, η μάνα σου θεά

ούτε ο Δάρδανος γενάρχης σου,

αλλά ο Καύκασος ο τρομερός

με τους απότομους γκρεμούς σε γέννησε

και το μαστό τους σου έδωσαν για να βυζάξεις

της Υρκανίας οι τίγρεις.

 

Αλλά γιατί να προσποιούμαι

και  τι χειρότερο να περιμένω;

Μην αναστέναξε στο θρήνο μου;

Μη και χαμήλωσε το βλέμμα;

Μη ντροπιασμένος δάκρυσε

ή μήπως οίκτο ένιωσε για την αγαπημένη του;

Τι να διαλέξω απ’ όλα;

 

Μα πια  ούτε η μεγίστη Ήρα

ούτε ο πατέρας Δίας

βλέπουν το πράγμα δίκαια.

Η πίστη πουθενά δεν είναι σίγουρη.

 

Ριγμένο στο ακρογιάλι,

απ’ όλα στερημένο

τον δέχτηκα εγώ η τρελή

και του έδωσα τόπο

στο βασίλειό μου για να μείνει.

Έσωσα το χαμένο στόλο του

και  τους συντρόφους του από το θάνατο

(αλίμονο, πόσο είμαι φουντωμένη από το πάθος!).

 

Και τώρα, ο Απόλλωνας ο μάντης,

τώρα  και της Λυκίας οι χρησμοί,

τώρα και ο διερμηνέας των θεών

φέρνει φριχτές διαταγές μέσα από τους αιθέρες.

Αλήθεια, αυτή είναι η στενοχώρια των θεών,

αυτή είναι η έγνοια που τη γαλήνη τους ταράζει!

 

Λοιπόν, δεν σε κρατώ, τα λόγια σου δεν τα αμφισβητώ.

Πήγαινε, ακολούθα τους ανέμους για την Ιταλία,

ψάχνε βασίλεια μες στα κύματα.

Μονάχα ελπίζω,

αν κάποια δύναμη έχουν τα θεία πνεύματα,

να βρεις την τιμωρία σου ανάμεσα στα βράχια

και να φωνάζεις συνέχεια τη Διδώ με το όνομά της.

Εγώ αν και απούσα με φωτιές μαύρες θα σε ακολουθώ

κι όταν ο παγωμένος θάνατος

θα βγάλει την ψυχή απ’ το κορμί σου,

εγώ θα είμαι εκεί, παντού, σε όλα τα μέρη σαν σκιά.

 

Άθλιε, θα τιμωρηθείς.

Θα το ακούσω, θα φτάσει η φήμη του θανάτου σου

ως εμένα, μέχρι του Κάτω Κόσμου τις ψυχές».

 

 Η Διδώ, όταν ο Αινείας με το στόλο του εγκατέλειψε την Καρχηδόνα, αυτοκτόνησε πέφτοντας στη φωτιά.


(Η μετάφραση είναι δική μου).

4/1/22

Ο τεντάς

 

 


 

 

Προ καιρού, εκείνο το χειμωνιάτικο Σάββατο που ο αέρας παρ’ ολίγο να γκρεμίσει τα σπίτια μας, το θυμάστε νομίζω, έπαθα κι εγώ η άμυαλη μια μικρή νίλα που τη διαπίστωσα τρεις μέρες αργότερα: η τέντα στο μπαλκόνι μου είχε γίνει κομμάτια. Αν ήμουν σώφρων, θα είχα φροντίσει να σηκώσω την τέντα και δεν θα περνούσα τον τάραχο που πέρασα και που θα διαβάσετε παρακάτω.

 

Τέλος πάντων, άνοιξα την τηλεφωνική μου ατζέντα και έψαξα για τεντάδες. Βρήκα έναν. Πριν χρόνια είχε έρθει και είχε αποκαθηλώσει την τέντα στο πίσω μπαλκόνι, γιατί δεν μου χρησίμευε σε τίποτα.

 

Τηλεφώνησα λοιπόν στον τεντά, βγήκε ο αυτόματος τηλεφωνητής, άφησα όνομα και τηλέφωνο και περίμενα. Πέρασε η μέρα, δεν μου τηλεφώνησε, αναγκάστηκα να μπω στο διαδίκτυο και να ψάχνω τεντάδες εδώ κοντά στη γειτονιά μου.

 

2/1/22

Σκόνη και χρόνος

 






Νυχτώνει,


ξημερώνει,


μια -μια γκρεμίζονται στην άβυσσο οι μέρες,


Δευτέρα είναι σήμερα ή Τρίτη;


Δεν έχει σημασία,


ο λεπτοδείχτης ασταμάτητος,


ακράτητος,


προ πάντων αδιάφορος


δουλεύει, όπως όρισε ο Χρόνος.

 


Και κάθε μέρα η σκόνη


κατακάθεται παντού,


απλώνεται με φυσικότητα,


με μια ψυχρότητα οικοδέσποινας


που μας ανέχεται σιωπηλά.

 


Εδώ θα είναι αυτοί οι δύο,


σκόνη και λεπτοδείχτης,


όταν θα έχουμε φύγει,


παρέα  θα τα λένε,


είμαστε αιώνιοι εμείς,


θα λένε,


είμαστε η ουσία του κόσμου τούτου,


τα άλλα όλα


είναι σκιές.



 

(Δημοσιεύτηκε στο "Έννεπε μούσα".)