Σελίδες

28/11/12

Ο μωρός άνθρωπος



Ο σεισμός με το συνακόλουθο παλιρροϊκό κύμα που έπληξε πριν δυο περίπου χρόνια την Ιαπωνία και προκάλεσε τόσες καταστροφές και το θάνατο πολλών ανθρώπων και ο εμφύλιος πόλεμος που έχει ξεσπάσει στη Συρία προκαλώντας επίσης καταστροφές και το θάνατο πολλών ανθρώπων έχουν ένα κοινό σημείο: είναι και τα δυο συμφορές. Έχουν όμως μια μεγάλη διαφορά μεταξύ τους: η πρώτη συμφορά είναι φυσική, η δεύτερη ανθρώπινη.

Τη φυσική συμφορά δεν μπορούμε να την αποφύγουμε, δεν είναι στο χέρι μας. Οι σεισμοί, οι ξηρασίες, οι πλημμύρες, οι κατολισθήσεις,  οι πυρκαγιές, οι εκρήξεις ηφαιστείων, οι κυκλώνες και οι τυφώνες, τα παλιρροϊκά κύματα, οι άγριες τρικυμίες, οι χιονοθύελλες και οι παγοθύελλες, οι χιονοστιβάδες, οι καύσωνες, οι επιδημίες πάντα θα συμβαίνουν. Και όχι μόνον αυτά. Πάντα οι άνθρωποι θα αρρωσταίνουν, θα τραυματίζονται ή θα σκοτώνονται σε δυστυχήματα, θα γερνούν και θα πεθαίνουν δύσκολα και άσχημα, αλλά και μερικοί θα γεννιούνται παραμορφωμένοι και θα ζουν δύσκολα και άσχημα. Όλα αυτά δεν εξαρτώνται από τη θέλησή μας, εξαρτώνται από τα καπρίτσια της φύσης και της τύχης. Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα, προσευχόμαστε να μη μας συμβούν και αν μας συμβούν, τα υπομένουμε με καρτερία, εφόσον βέβαια έχουμε μείνει ζωντανοί.

26/11/12

Το σύννεφο



Τρέμω, του είπα,
επειδή πάλι βγήκε από μέσα μου
ένα σύννεφο
κι εγώ
το έντυσα,
το στόλισα
και το παρέδωσα στον κόσμο.

Φοβάμαι, του είπα,
για την τύχη του.
Είναι σκληρός ο όχλος,
δεν τον εμπιστεύομαι.
Μπορεί να το λυντσάρει,
να το ποδοπατήσει.
Μπορεί ακόμα
και να το σταυρώσει.

Δεν το’ χεις καταλάβει;
Μου είπε τότε αυτός.
Εσύ είσαι η λυντσαρισμένη
και η ποδοπατημένη.
Η σταυρωμένη είσαι μονάχα εσύ.




23/11/12

Τα πιράνχας



Πώς να φερθώ σε τούτα εδώ τα πλάσματα,
μπερδεύτηκα,
φαντάστηκα
 πως ήταν του χεριού μου.

Τους στέλνω και τους ξαναστέλνω
τους μαντατοφόρους μου
κι εκείνα τους κρεμούν
και τους σταυρώνουν.

Σηκώνουν ύστερα το δάχτυλο στον ουρανό,
με δείχνουν.
Εσύ είσαι ο υπαίτιος
για όλα αυτά, μου λένε.

Τέτοια αχαριστία
τα πλάσματά μου.

Κουράστηκα,
βαρέθηκα,
λέω να πάω να κοιμηθώ.
Άμα ξυπνήσω,
αυτά θα έχουν φάει το ένα το άλλο.




20/11/12

Ποιες φυλακές μάς αρέσουν τελικά;


Ο Νορβηγός εκείνος, ο Μπρέιβικ, που σκότωσε μερικές δεκάδες συμπατριώτες του και βρίσκεται τώρα στη φυλακή, διαμαρτυρήθηκε προ ημερών ότι οι συνθήκες κράτησής του είναι απάνθρωπες.
Αυτό φυσικά προκάλεσε την αγανάχτησή μας, διότι, όπως διαβάσαμε, διαμαρτύρεται ότι: του σερβίρουν κρύο καφέ, του δίνουν λίγο βούτυρο, δεν του επιτρέπουν να χρησιμοποιεί ενυδατικές κρέμες, το κελί του είναι φτωχά διακοσμημένο και δεν έχει θέα, είναι κρύο και αναγκάζεται να φορά τρεις στρώσεις ρούχα για να κοιμηθεί, οι διακόπτες για το φως και την τηλεόραση είναι έξω από το κελί και πρέπει να φωνάζει το φρουρό, όταν θέλει να αλλάξει κανάλι ή να σβήσει το φως, αναγκάζεται να ξυρίζεται και να βουρτσίζει τα δόντια του βιαστικά και τέλος οι χειροπέδες που του φορούν κατά τις μετακινήσεις του είναι αιχμηρές και του κόβουν τους καρπούς.


Οι νορβηγικές φυλακές, όπου κρατείται ο Μπρέιβικ, θεωρούνται από τις πιο σύγχρονες και πολυτελείς στον κόσμο. Το κελί του αποτελείται από τρία δωμάτια, οχτώ τετραγωνικών μέτρων το καθένα, ένα για να κοιμάται, ένα για να μελετά κι ένα για να γυμνάζεται. Εκεί μένει σε απόλυτη απομόνωση 23 ώρες την ημέρα. Σύμφωνα με τη νορβηγική νομοθεσία θα παραμείνει στη φυλακή για 21 χρόνια – αυτή είναι η ανώτερη ποινή στη χώρα του – και μετά θα κριθεί, αν πρέπει να βγει έξω ή αν εξακολουθεί να είναι επικίνδυνος για την κοινωνία.

19/11/12

Τη λέξη αυτή που είπες



Τη λέξη αυτή που είπες
να μην την ξαναπείς.
Κράτα τη μέσα σου βαθιά θαμμένη
κι αν γίνεται,
λησμόνησέ την εντελώς.

Αλλιώς να είσαι έτοιμος για όλα,
για σταύρωση και για παλούκωμα
και για πυρά.

Η λέξη αυτή που επινόησες
είναι ακόμα άγουρη,
είναι χλωρή.
Θα χρειαστούν αιώνες
για να ωριμάσει.

Μείνε βουβός.


17/11/12

Πώς είναι άραγε



Πώς είναι άραγε
να ζει κανείς
απλά, κανονικά,
να μη χρειάζεται τα όνειρα
για φάρμακο,
να είναι η κάθε μέρα του
μια αυτονόητη κατάσταση,
μια εύκολη υπόθεση.
Πώς είναι άραγε
να ζει κανείς
αυθόρμητα.


"Γαλιλαίος". Με τον Άγγελο Αντωνόπουλο



Στο θέατρο έχω σταματήσει να πηγαίνω τα τελευταία χρόνια. Δεν αντέχω τις τσιρίδες, το κακό στήσιμο των ηθοποιών και την προβληματική υποκριτική τους απόδοση. Δέκα λεπτά αφότου έχει ξεκινήσει η παράσταση, πιάνω τον εαυτό μου να σκέφτεται το διάλειμμα. Παρακολουθώ τα δρώμενα με υπομονή, αλλά παραμένω ο εαυτός μου, με άλλα λόγια το έργο δεν μπορεί να με απογειώσει.

Έτυχε μάλιστα να δω πριν κάποια χρόνια την ταινία του Λουί Μαλ «Ο Βάνια στο Μπροντγουέι», όπου μέσα στην υπόθεση παρεμβάλλονταν οι πρόβες που έκαναν οι ηθοποιοί για το ανέβασμα του ομώνυμου έργου και έμεινα ενεή. Οι άνθρωποι ήξεραν πώς να παίξουν θέατρο. Ήξεραν πώς να παίξουν Τσέχωφ. Κατόπιν τούτου αποφάσισα ότι έχανα την ώρα μου παρακολουθώντας ελληνικό θέατρο και σταμάτησα να πηγαίνω.

Κι όμως, έχουμε καλούς ηθοποιούς. Πώς γίνεται να μην μπορούν να αναπτύξουν το ταλέντο τους πάνω στη σκηνή; Η εξήγηση που έχω πρόχειρη είναι ότι συμμορφώνονται με μια στρεβλή παράδοση του θεάτρου μας που θέλει τους ηθοποιούς να στήνονται αφύσικα και να παίζουν το ρόλο τους με υπερβολικό τρόπο, ώστε να κινούν το ενδιαφέρον των θεατών που θέλουν να δουν κάτι που δεν είναι ίδιο με την καθημερινότητά τους.

14/11/12

Έλα, οπτασία



Έλα, οπτασία, έλα,
εκτόπισέ τα όλα,
γίνε εσύ η πραγματικότητα.
Κι άστην αυτήν
να παραδέρνει μες σε νόμους,
μες σε λογικές,
σε αίτια κι αιτιατά,
στη δυστυχία της.

Έλα, οπτασία,
τώρα να ζήσουμε μαζί
το ακατόρθωτο.