Σελίδες

17/11/12

"Γαλιλαίος". Με τον Άγγελο Αντωνόπουλο



Στο θέατρο έχω σταματήσει να πηγαίνω τα τελευταία χρόνια. Δεν αντέχω τις τσιρίδες, το κακό στήσιμο των ηθοποιών και την προβληματική υποκριτική τους απόδοση. Δέκα λεπτά αφότου έχει ξεκινήσει η παράσταση, πιάνω τον εαυτό μου να σκέφτεται το διάλειμμα. Παρακολουθώ τα δρώμενα με υπομονή, αλλά παραμένω ο εαυτός μου, με άλλα λόγια το έργο δεν μπορεί να με απογειώσει.

Έτυχε μάλιστα να δω πριν κάποια χρόνια την ταινία του Λουί Μαλ «Ο Βάνια στο Μπροντγουέι», όπου μέσα στην υπόθεση παρεμβάλλονταν οι πρόβες που έκαναν οι ηθοποιοί για το ανέβασμα του ομώνυμου έργου και έμεινα ενεή. Οι άνθρωποι ήξεραν πώς να παίξουν θέατρο. Ήξεραν πώς να παίξουν Τσέχωφ. Κατόπιν τούτου αποφάσισα ότι έχανα την ώρα μου παρακολουθώντας ελληνικό θέατρο και σταμάτησα να πηγαίνω.

Κι όμως, έχουμε καλούς ηθοποιούς. Πώς γίνεται να μην μπορούν να αναπτύξουν το ταλέντο τους πάνω στη σκηνή; Η εξήγηση που έχω πρόχειρη είναι ότι συμμορφώνονται με μια στρεβλή παράδοση του θεάτρου μας που θέλει τους ηθοποιούς να στήνονται αφύσικα και να παίζουν το ρόλο τους με υπερβολικό τρόπο, ώστε να κινούν το ενδιαφέρον των θεατών που θέλουν να δουν κάτι που δεν είναι ίδιο με την καθημερινότητά τους.


Με μια τέτοια λογική ακόμα και ένα καλό θεατρικό έργο γίνεται ξαφνικά ένα αφύσικο έργο. Η δραματική ατμόσφαιρα χάνεται και μαζί με αυτήν και η μέθεξη. Οι χαρακτήρες βρίσκονται μακριά από το δικό μας ψυχισμό, οι αντιδράσεις τους είναι απροσδόκητες, συχνά βίαιες εκεί που έπρεπε να είναι ήπιες και αντί να μεταδίδουν την ένταση με υπόγειο, διακριτικό τρόπο, τη μεταδίδουν με τσιρίδες και ακραίες αντιδράσεις. Η μαγεία καταστρέφεται και μαζί με αυτήν και η παράσταση. Βγαίνοντας μετά από την αίθουσα ο θεατής έχει ίσως εντυπωσιαστεί από τα μοντέρνα σκηνικά, αλλά είναι μόνο αυτά που θυμάται.

Όσο για το λεγόμενο πρωτοποριακό θέατρο, αυτό που παροικεί σε αποθήκες με άβολα καθίσματα ή πάγκους στην περιφέρεια της πόλης, ούτε και γι αυτό έχω σπουδαία γνώμη. Καλοί βεβαίως και χρήσιμοι είναι οι πειραματισμοί, αλλά προσωπικά προτιμώ το ώριμο έργο, αυτό που έχει προκύψει από τους πειραματισμούς.

Παρ’ όλα αυτά υπάρχουν καλές θεατρικές παραστάσεις, δεν θα ήταν δυνατό άλλωστε ολόκληρο το ελληνικό θέατρο να είναι αποτυχημένο. Έχω δει παραδείγματος χάριν να παίζεται έργο του Μπέκετ και έχω καθηλωθεί στο κάθισμά μου – που ήταν και άβολο.

Τις προάλλες μετά την επιμονή μιας φίλης πήγα πάλι στο θέατρο και είδα τον «Γαλιλαίο», ένα μονόλογο που έχει γράψει και σκηνοθετήσει ο Άγγελος Αντωνόπουλος, ο οποίος και υποδύεται το μεγάλο επιστήμονα. Όταν η παράσταση τέλειωσε, γύρισα έκπληκτη στη φίλη μου: «Τέλειωσε;» τη ρώτησα.

Η ώρα είχε περάσει σαν το νεράκι. Δεν σκέφτηκα, όσο παρακολουθούσα το έργο, ότι ήθελα να βγω έξω να καπνίσω, δεν ένιωσα να βαριέμαι, η αισθητική μου δεν ενοχλήθηκε από θυμωμένες κραυγές και από περίεργες, αφύσικες στάσεις και χειρονομίες.

Ο Άγγελος Αντωνόπουλος είναι ένας ήπιος, ήρεμος, κουρασμένος Γαλιλαίος που αναπολεί το παρελθόν του. Κινείται στη σκηνή με σύνεση, είναι ανθρώπινος, μας πείθει ότι το πρόσωπο που υποδύεται είναι ένας δικός μας άνθρωπος, δεν είναι ένα άλιεν, κάτι εξωπραγματικό.

Το κείμενο με συνεπήρε – και τι κείμενο! Η ζωή του Γαλιλαίου, η καθημερινότητά του αλλά και η επιστημονική του καριέρα, η συγκλονιστική του ανακάλυψη, το ιερατείο που στάθηκε απαγορευτικό απέναντι στην Αλήθεια, οι ταπεινώσεις του, ο κατ’ οίκον περιορισμός του, τα μοναχικά του γεράματα. Ένας άνθρωπος στη σκηνή να μονολογεί επί ογδόντα λεπτά κι εμείς να βλέπουμε να ζωντανεύει γύρω του ο περίγυρος, η οικογένειά του, οι φίλοι, το ιερατείο, οι περιπέτειές του, ολόκληρη η ατμόσφαιρα της εποχής. Και η Αλήθεια, αυτήν την οποία υπηρέτησε ο Γαλιλαίος σε όλη του τη ζωή, να φτεροκοπά στο κλουβί της και να θέλει να πετάξει στον κόσμο, να του φέρει τα νέα, η Γη κινείται, είναι απλό, δείτε με το τηλεσκόπιο τον ουρανό και θα πεισθείτε, κινείται η Γη, πώς να το κάνουμε, ο Θεός τη δημιούργησε για να κινείται.

Ήταν μια ωραία παράσταση που αποκάλυπτε την πείρα και το ταλέντο του καλού ηθοποιού που ξέρει να κρατά τις ισορροπίες, δεν επιδιώκει τον εύκολο εντυπωσιασμό, δεν καταφεύγει σε εύκολα τρικ για να συγκινήσει και κυρίως ξέρει να δημιουργεί δραματική ατμόσφαιρα «εκ των έσω» χωρίς τεχνάσματα και εύκολα εφέ.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου