Σελίδες

24/4/20

Πώς να αγνοήσετε έναν πολύ εργατικό εγκέφαλο







Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ στο «Μίλησε, μνήμη»,
 Popaganda:
"Αμέσως πριν με πάρει ο ύπνος, συχνά αντιλαμβάνομαι μια μονόπλευρη συζήτηση στο περιθώριο του νου μου, εντελώς ανεξάρτητη από την κανονική ροή των σκέψεών μου. Πρόκειται για μια ουδέτερη, ψυχρή, και ανώνυμη φωνή, που μου λέει λέξεις δίχως σημασία για μένα".

Νόμιζα πως μόνο εγώ είχα αυτό το χούι, αλλά, όπως βλέπω, το είχε και ο Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ και μάλλον το έχουν κι άλλοι πολλοί και δεν του δίνουν σημασία.
Ένα περίεργο πράγμα: συνήθως, όταν πάω για ύπνο φτιάχνω με το μυαλό μου διάφορες ιστορίες, γαλήνιες, αναπαυτικές που με χαλαρώνουν και με βοηθούν να αποκοιμηθώ. Κι εκεί που βρίσκομαι παραδείγματος χάριν σε ένα βουνό, μέσα σ’ ένα ξύλινο σπιτάκι και βράζω τον τραχανά μου στο τζάκι κι έξω φυσάει και βρέχει, παρεμβαίνει μια αλλόκοτη φράση στη ροή, όπως: «επισήμως ελέχθη ότι θα έχουμε παρελάσεις» ή «το ρεκόρ κατερρίφθη» ή «παίζουν και τρέχουν όλη μέρα» ή «ποτέ η σκάλα δεν ήταν τόσο απότομη».

Άσχετες φράσεις, αποκομμένες από την ιστορία μου που εξακοντίζονται μέσα της σαν βέλος και μετά αποσύρονται. Δεν δίνω σημασία και συνεχίζω την ιστορία μου, κατεβάζω τον τραχανά από τη φωτιά, κάθομαι στο τραπέζι, ετοιμάζομαι να τον φάω,  «ωσαύτως όλες οι αντιπαραθέσεις υπήρξαν επιτυχείς» ή « πάνω σ’ αυτό δεν έχω να πω τίποτα» ή « εν τω μεταξύ ήρθαν οι συγγενείς».

Τέλος πάντων, τρώω τον τραχανά μου και ετοιμάζομαι να ξαπλώσω στο παρακείμενο ντιβάνι και να κουκουλωθώ με τις κουβέρτες, «οπότε ο εισαγγελέας διέταξε ανακρίσεις», ξαπλώνω, σκεπάζομαι  με τις κουβέρτες, «τα ορυχεία χαλκού στέρεψαν», κλείνω τα μάτια, «για την τραγωδία δεν είπαν τίποτα», ακούω έξω τον αέρα να φυσά, « δεν διαφωνώ, όμως νομίζω ότι υπερβάλλετε», αρχίζει τώρα να βρέχει δυνατά, «η κυρία με τας καμελίας δεν είχε πρόσβαση», σταματώ να σκέφτομαι τη χαλαρωτική μου ιστορία, σταματούν κι αυτές οι παλαβές φράσεις να παρεμβαίνουν.

Διάλειμμα.

Σε λίγο συνεχίζω την ιστορία μου, μπας και με πάρει τέλος πάντων ο ύπνος. Ξαναπάω στο ξύλινο σπιτάκι, είμαι κουκουλωμένη στις ζεστές μου κουβέρτες, « ο αδελφός της όμως δεν βρέθηκε». Στο τζάκι τρίζουν τα ξύλα, η λάμπα στέλνει ένα αμυδρό φως γύρω, « πάνε κι έρχονται ως συνήθως». Αλλάζω πλευρό στο κρεβάτι μου – και στην ιστορία μου επίσης, «είναι θέμα ανασυγκρότησης τελικά».

Σταματώ να σκέφτομαι.

Ησυχία.

Αρχίζω πάλι να πλέκω την ιστορία μου. Ξεσπά δυνατή μπόρα, ακούω βροντές και από το παράθυρο βλέπω αστραπές, «τα λουλούδια στο βάζο μαράθηκαν», η βροχή πέφτει με πάταγο, «πότε θα πάρετε τις εξετάσεις;».

Σταματώ την ιστορία. Σταματούν και οι φράσεις. Είναι λες και κάποιος μέσα στο μυαλό μου δεν θέλει να σκέφτομαι ιστορίες. Εντάξει. Δεν σκέφτομαι καμιά ιστορία.
Κενό.
Ησυχία.
Κενό.
Κενό.
«Παρεμπιπτόντως η ιλαρά μόλυνε αρκετούς».
Κενό.
«Δεν υπάρχει περίπτωση να κάνουμε βαρκάδα».
Κενό.
«Οι στολές θα είναι έτοιμες οσονούπω».
Κενό.
«Και πώς τα πάτε εκεί στην πρωτεύουσα;»

Άντε στο διάολο, πώς να τα πάμε, δεν μπορούμε να φτιάξουμε μια ιστορία της προκοπής για να αποκοιμηθούμε.

Σηκώνομαι και ανάβω τσιγάρο.

Ο εγκέφαλός μου καταχαρούμενος που δεν τον έβαλα να κοιμηθεί σταματά να μου στέλνει φράσεις. Τόσο εργατικός και φιλότιμος είναι, θέλει να δουλεύει συνέχεια και διαμαρτύρεται ύπουλα, όταν έρχεται η ώρα του ύπνου.

Ναι, αλλά δεν πάει έτσι, πρέπει να κοιμηθεί κάποια στιγμή, αλλιώς αύριο θα είναι ερείπιο.

Ξανά στο κρεβάτι και εντάξει, δεν θα φτιάξουμε καμιά ιστορία, σύμφωνοι;

«Ως προς το μέγεθος δεν έχει διαφορά».
«Τι να πεις, όλα είναι προαποφασισμένα».
«Οπότε θα συμπεριφερθεί αναλόγως».
«Οχτώ και σαράντα».
«Άλμα εις μήκος».
«Περσεφόνη».
«1959»
«Έι, εκεί!».
«05»
Χρρρρ…


Σημείωση:
Οι φράσεις που παραθέτω είναι φτιαχτές αλλά παρόμοιες με τις πραγματικές. Οι πραγματικές φράσεις διαπερνούν τη σκέψη μου και εξαφανίζονται μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Είναι αδύνατο να τις ανακαλέσω. 

Είναι σοβαρό, γιατρέ μου;


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου