Σελίδες

24/8/17

Ο μαθητευόμενος δημιουργός






Όταν ο μαθητευόμενος δημιουργός έφτιαξε τον Κόσμο που ξέρουμε, κάλεσε γεμάτος καμάρι το Δάσκαλό του για να του τον δείξει.

-Κοίτα, Δάσκαλε, τι έφτιαξα! Πώς σου φαίνεται; Σου αρέσει;

Ο Δάσκαλος ξαφνιάστηκε πολύ με την πρωτοβουλία του μαθητή του.

-Τι ακριβώς είναι αυτό; ρώτησε καχύποπτα.

-Είναι ένας Κόσμος! απάντησε ο μαθητευόμενος δημιουργός απολαμβάνοντας την έκπληξη του Δασκάλου του.

-Χμ! έκανε συγκρατημένα ο Δάσκαλος. Ώστε το αποτόλμησες τελικά.

-Για ρίξε μια ματιά και πες μου. Πιστεύω ότι έκανα καλή δουλειά.

Ο Δάσκαλος έσκυψε πάνω από την κατασκευή του μαθητή του και ξεκίνησε την επιθεώρηση. Μελέτησε ενδελεχώς τον καινούργιο αυτό Κόσμο, τους νόμους που είχε θέσει ο μαθητής του για να λειτουργεί η ύλη, τους νόμους που είχε θέσει για να αποχτήσει ζωή ένα μέρος αυτής της ύλης και κατόπιν τους νόμους που είχε εφεύρει για να εξελιχθεί η ζωή στις αμέτρητες μορφές της.

Ύστερα μελέτησε κάθε είδος ζωής ξεχωριστά ξεκινώντας από την πιο απλή μορφή της και προχωρώντας ως την πιο σύνθετη και με λίγα λόγια δεν άφησε τίποτα που να μην το εξετάσει. Ακόμα και το πιο ασήμαντο φυλλαράκι το μελέτησε πολύ προσεχτικά.

Όσο έκανε αυτή τη δουλειά, ο μαθητευόμενος δημιουργός χοροπηδούσε γύρω του σαν χαρούμενο κουτάβι. Ήταν περήφανος για τον Κόσμο που είχε σκαρώσει σε έξι μονάχα μέρες, απόδειξη ότι είχε πολύ μυαλό και ότι ήταν άξιος μαθητής του σοφού του Δασκάλου.

Ο Δάσκαλος όμως, όσο μελετούσε τη δημιουργία του μαθητή του, τόσο περισσότερο σκυθρώπιαζε. Κι όταν ολοκλήρωσε την επιθεώρηση, γύρισε προς το μέρος του και τον ρώτησε βλοσυρά:

-Και είσαι τώρα ευχαριστημένος με αυτή την κατασκευή σου;

-Γιατί, Δάσκαλε;  Δεν είναι τέλειος ο Κόσμος μου; Τι του λείπει;

-Πολλά του λείπουν, είπε ο Δάσκαλος και τίναξε τα χέρια του σαν για να τα καθαρίσει από κάποιον αόρατο ρύπο.

-Τι δηλαδή του λείπει; Δεν βλέπεις πόσο ωραία ανακυκλούμενος και αυτάρκης Κόσμος είναι, χωρίς ανάγκη επέμβασης από τα έξω; Είναι ένα τέλειο κλειστό σύστημα, Δάσκαλε. Δουλεύει τώρα από μόνο του.

Ο Δάσκαλος πήρε μια καρέκλα και κάθισε.

-Για έλα εδώ, νεαρέ επιπόλαιε, είπε στο μαθητή του και τον έβαλε να καθίσει δίπλα του. Κατ’ αρχάς ποιος σου έδωσε την άδεια να αυτοσχεδιάσεις; Ακόμα δεν ξέρεις παρά ελάχιστα πράγματα για να καταπιαστείς με ένα τόσο σοβαρό εγχείρημα.

-Ξέρω αρκετά, είπε με αυτοπεποίθηση ο μαθητευόμενος δημιουργός. Απόδειξη ο Κόσμος που έφτιαξα.

-Ο Κόσμος που έφτιαξες αποδεικνύει το αντίθετο: ότι έχεις λίγες γνώσεις και μεγάλη οίηση και ότι προπαντός είσαι προπέτης.

Ο μαθητευόμενος δημιουργός θίχτηκε:

-Μελέτησες, Δάσκαλε, τη δομή της ύλης μου; Μπορούσε να γίνει κάτι καλύτερο από αυτό;

-Μέχρι εκεί δεν τα πήγες άσχημα. Αλλά πώς σου ήρθε η ιδέα να φτιάξες και ζωή;

-Αυτό το σκέφτηκα αργότερα. Είπα: γιατί δεν ζωντανεύω ένα μέρος της ύλης, ώστε να της προσθέσω κι άλλες ιδιότητες; Με αυτό τον τρόπο θα κάνω πιο πολύπλοκη τη δημιουργία μου.

-Ναι, αλλά το παράκανες. Δεν σου έφτανε ο κόσμος των φυτών;

-Στην αρχή ναι. Αλλά μετά ξανασκέφτηκα: και γιατί να μην προχωρήσω την εξέλιξη και να φτιάξω και ζώα; Έτσι θα γίνει η δημιουργία μου ακόμα πιο πολύπλοκη. Και έφτιαξα και τα ζώα.

-Και μετά είδες το πρόβλημα, είπε ο Δάσκαλος και κάρφωσε το βλέμμα στο μαθητή του.

Αυτός ξερόβηξε.

-Δεν ξέρω για ποιο πρόβλημα μιλάς, Δάσκαλε.

-Ξέρεις πολύ καλά. Άρχισαν τα ζώα σου να τρώνε τα φυτά σου και παρά λίγο να αφήσουν τον Κόσμο σου γυμνό και κατάξερο. Κι εσύ τότε σάστισες.

-Καθόλου, Δάσκαλε! Βρήκα αμέσως τη λύση στο πρόβλημα.

-Λύση βιαστική και πρόχειρη.

-Γιατί το λες αυτό; Ο Κόσμος μου πρασίνισε ξανά και τώρα όλα πηγαίνουν ρολόι, όπως βλέπεις.

-Ο Κόσμος σου είναι τώρα πράσινος, αλλά είναι και πολύ κόκκινος. Πώς διανοήθηκες να βάλεις τα ζώα σου να τρώνε το ένα το άλλο;

-Οικονομία της φύσης το είπα αυτό, Δάσκαλε. Ανταλλάσσεται έτσι η ύλη πολύ ισορροπημένα και δεν παρουσιάζεται καμιά έλλειψη.

Ο Δάσκαλος έριξε μια απαξιωτική ματιά στη δημιουργία του μαθητή του που αιωρούνταν στριφογυρίζοντας στο κενό.

-Προχειροδουλειές, σχολίασε. Ένας Κόσμος όπου η ζωή τρώει τον εαυτό της για να συνεχίσει να ζει είναι ένας Κόσμος για πέταμα. Έπειτα είναι και το άλλο: για ποιο σκοπό έφτιαξες αυτό τον Κόσμο;

Ο μαθητευόμενος δημιουργός κοίταξε το Δάσκαλο με απορία και δεν βρήκε τίποτα να απαντήσει.

-Γιατί έφτιαξες αυτή την κατασκευή, για ποιο λόγο; επέμεινε ο Δάσκαλος.

-Για κανένα λόγο. Έτσι την έφτιαξα. Εμείς είμαστε δημιουργοί, Δάσκαλε. Δημιουργούμε. Αυτό είναι στη φύση μας.

Ο Δάσκαλος που ως εκείνη τη στιγμή κρατούσε την ψυχραιμία του, την έχασε ξαφνικά.

-Ένας αληθινός δημιουργός δεν φτιάχνει ποτέ έναν Κόσμο άδειο από νόημα, φώναξε νευριασμένος. Αυτό είναι το πρώτο πράγμα που μαθαίνουμε εμείς οι δημιουργοί. Δεν είμαστε καλλιτέχνες να φτιάχνουμε πράγματα που πιάνουν μόνο τόπο. Μια δημιουργία έχει πάντα νόημα, έχει σκοπό και λόγο ύπαρξης. Αλλά η δική σου είναι κενή, υπάρχει μόνο για να ικανοποιεί τη ματαιοδοξία σου!

-Μα είναι το πρώτο μου έργο αυτό, προσπάθησε να δικαιολογηθεί ο μαθητευόμενος δημιουργός.

-Πες μου, ρώτησε ο Δάσκαλος κι έδειξε με το δάχτυλο την αιωρούμενη στο κενό δημιουργία, γιατί ανθίζουν με τόσα χρώματα τα λουλούδια του Κόσμου σου;

-Η αλήθεια είναι ότι έβαλα και μια καλλιτεχνική πινελιά στο έργο. Έτσι, προς τέρψη των ματιών μας.

Ο Δάσκαλος κούνησε βαρύθυμα το κεφάλι:

-Αν συνεχίσεις έτσι, θα καταντήσεις ένας ματαιόδοξος καλλιτέχνης. Δεν θα γίνεις ποτέ καλός δημιουργός. Γι’ αυτό, να καταστρέψεις αμέσως αυτόν τον παράλογο Κόσμο που έφτιαξες.

Ο μαθητευόμενος δημιουργός ένιωσε πολύ προσβεβλημένος.

-Μα… μια τόσο καλή δουλειά…, μουρμούρισε μέσα από τα δόντια του.

Αλλά ο Δάσκαλος τον κοίταξε τόσο επιτιμητικά που δεν τόλμησε να ολοκληρώσει τη φράση του.

-Όταν ξανάρθω στο εργαστήριό σου, αυτή η περιττή κατασκευή δεν πρέπει να υπάρχει, είπε στο μαθητή του κι έφυγε  κατασυγχυσμένος.

Ο μαθητευόμενος δημιουργός ένιωσε πολύ απογοητευμένος. Στεκόταν και παρατηρούσε τη δημιουργία του, αλλά δεν του έκανε καρδιά να την καταστρέψει. Πώς να ακυρώσει αυτόν τον τέλειο, αυτάρκη και ανακυκλούμενο Κόσμο; Πολύ βαρύ τού έπεφτε.

«Αν έκανα μια διόρθωση;» αναρωτήθηκε κάποια στιγμή. «Κάπως κάτι αν πρόσθετα για να βάλω και το νόημα στον Κόσμο μου;»

Βασανίστηκε αρκετές μέρες με αυτή τη σκέψη και εν τω μεταξύ στον Κόσμο του ο χρόνος έτρεχε ιλιγγιωδώς και πέρασαν μερικά εκατομμύρια χρόνια. Στο τέλος μια ιδέα καρφώθηκε στο μυαλό του και άρχισε αμέσως να την επεξεργάζεται. Δεν θα έπαιρνε όμως βιαστικές αποφάσεις αυτή τη φορά. Θα μελετούσε προσεχτικά την επόμενη κίνησή του. Αλλά ήταν βέβαιος ότι η ιδέα που είχε συλλάβει το ευρηματικό μυαλό του, θα ικανοποιούσε τελικά το Δάσκαλο. Έτσι, έκανε τελικά την απαραίτητη διόρθωση στην κατασκευή του και κάλεσε πάλι το Δάσκαλο να την ελέγξει.

-Αυτή τη φορά δεν θα σε απογοητεύσω, του είπε. Δες τι πρόσθεσα στη δημιουργία μου και της έδωσα νόημα.

Και του έδειξε τον άνθρωπο.

-Τι πίθηκος είναι αυτός; έκανε ο Δάσκαλος δύσπιστα.

-Δεν είναι πίθηκος, είναι άνθρωπος. Έκανα μια μικρή διόρθωση στο συγκεκριμένο είδος.

-Και ποια η διαφορά;

-Ο άνθρωπος φτιάχνει τώρα πολιτισμό.

-Πολιτισμό; Τι λέξη είναι πάλι αυτή;

-Είναι δική μου λέξη, εγώ την επινόησα, είπε με καμάρι ο μαθητευόμενος.

-Και τι θέλει να πει;

-Θέλει να πει ότι τώρα ο άνθρωπος έχει ιδέες και αξίες και βρίσκει νόημα σε ό,τι κάνει. Έτσι έβαλα και το νόημα στον κόσμο μου.

Ο Δάσκαλος έσκυψε ανόρεχτα πάνω από την κατασκευή για να μελετήσει αυτή τη νέα παραλλαγή ζωής.

-Αυτά είναι μπαλώματα, είπε στο τέλος απορρίπτοντας το εφεύρημα του μαθητή του.

-Γιατί, Δάσκαλε; Δεν έχει τώρα νόημα ο Κόσμος μου;

-Νόημα ανακυκλούμενο, είπε στυφά ο Δάσκαλος. Όπως τα ζώα σου που ανακυκλώνονται τρώγοντας το ένα το άλλο.

-Δεν καταλαβαίνω, Δάσκαλε, τι εννοείς.

-Μην παριστάνεις τον κουτό, νεαρέ μου! Τι γίνεται παραδείγματος χάριν τώρα με τα λουλούδια του Κόσμου σου; Γιατί ανθίζουν σε τόσα χρώματα;

-Τώρα ανθίζουν προς τέρψη του ανθρώπου. Βλέπεις πόσο εύκολο ήταν να βάλω νόημα στην κατασκευή μου;

-Δηλαδή ισχυρίζεσαι ότι όλα, τα πάντα απέχτησαν τώρα νόημα, επειδή έτσι νομίζει το πλάσμα που έφτιαξες;

-Πάντως νόημα υπάρχει! Όλα όσα βλέπει και όλα όσα κάνει ο άνθρωπος έχουν γι’ αυτόν ένα πλήρες νόημα.

Τότε πια ο Δάσκαλος έχασε την υπομονή του.

-Κι επειδή το πιστεύει αυτό ο μεταλλαγμένος σου πίθηκος, απέχτησε λόγο ύπαρξης ο Κόσμος σου; βρυχήθηκε όλος οργή. Ποιον πας να κοροϊδέψεις, μαθητευόμενε μάγε; Δεν φτάνει που είσαι αλαζόνας και επιπόλαιος, έγινες τώρα και πονηρός. Σου χρειάζεται μια καλή τιμωρία, μήπως και θεραπευθείς από τη ματαιοδοξία σου!

Και με μια μαγική κίνηση που μόνο οι αληθινοί Δημιουργοί μπορούν να κάνουν, έστειλε το μαθητή του κατευθείαν μέσα στην ελαττωματική δημιουργία του, η οποία έτσι απέχτησε λόγο ύπαρξης, εφόσον χρησιμοποιήθηκε ως τόπος τιμωρίας ενός ματαιόδοξου.

Από τότε ο μαθητευόμενος δημιουργός τριγυρίζει στον κόσμο μας παίρνοντας διάφορες μορφές και προσπαθεί να μας πείσει ότι η εφήμερη ζωή μας έχει ένα αιώνιο νόημα πέρα και πάνω από τα αισθητά. Κι επειδή έχει και καλλιτεχνικά απωθημένα, μας εμφανίζεται και ως καλλιτέχνης και μας κάνει κηρύγματα περί του Ωραίου. Μας έχει μπερδέψει εντελώς δηλαδή με όλες αυτές τις παραισθήσεις του.

Ανάμεσα στις αερολογίες του μας πετά πότε πότε και μερικές αλήθειες. Μας συστήνεται δηλαδή ως ο Δημιουργός αυτού του Κόσμου, κάτι που μας προκαλεί εννοείται ασυγκράτητα γέλια. Γιατί δεν είμαστε πια και τόσο χαϊβάνια.

Γι’ αυτό, κάθε φορά που λέει τέτοια ακραία πράγματα, εμείς τον βουτάμε και τον κλείνουμε κατευθείαν στο ψυχιατρείο. Κι αν καμιά φορά παρατραβήξει το σκοινί, τότε τον σταυρώνουμε, τον καίμε στην πυρά ή τον λιθοβολούμε, ανάλογα με τη διάθεσή μας.


Έτσι, χωρίς να ξέρουμε, τιμωρούμε εμείς, τα δημιουργήματα, το μαθητευόμενο μάγο που έπαιξε με τη Δημιουργία τόσο απερίσκεπτα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου