Θυμάμαι τον εαυτό μου, όταν ήμουν-ήταν δέκα χρονών,
και αναρωτιέμαι πόση σχέση έχω εγώ με εκείνο το απλοϊκό, ακατέργαστο,
ενστικτώδες πλάσμα.
Ακόμα και με
τον εαυτό μου των είκοσι και των τριάντα χρόνων έχω την ίδια απορία. Και με τον
εαυτό μου των σαράντα χρόνων επίσης.
Όλοι αυτοί οι εαυτοί μου εμπεριέχονται βεβαίως εντός
μου, όμως εκείνοι οι εαυτοί είναι λιγότεροι από μένα, διότι δεν εμπεριέχουν
εμένα στην ηλικία που βρίσκομαι τώρα.
Πολλά που πίστευαν τότε οι κατά καιρούς εαυτοί μου,
τώρα τα έχω απορρίψει. Πολλά που αγνοούσαν, τώρα τα γνωρίζω. Πολλά που
λαχταρούσαν, τώρα μου είναι αδιάφορα. Πολλά που δεν φαντάζονταν ότι θα τους
συνέβαιναν, μου έχουν συμβεί.
Είμαι φυσικά αναγκασμένη να αποδεχθώ τον δεκάχρονο
εαυτό μου, αλλά πόση σχέση έχω άραγε με εκείνο το παιδί; Αν ας πούμε γινόταν να
βρεθώ απέναντί του με ένα μαγικό τρόπο, τι θα μπορούσα να συζητήσω μαζί του; Πόσες ομοιότητες θα είχα με αυτό και πόσες
διαφορές; Υποπτεύομαι ότι οι ομοιότητες θα ήταν ελάχιστες.
Και με τον εικοσάχρονο εαυτό μου πόσα κοινά έχω; Ήταν ένας εαυτός που πάσχιζε να καταλάβει τον κόσμο,
αλλά είχε ακόμα πολλή άγνοια. Αν συζητούσα μαζί του, είναι βέβαιο ότι θα
καταλήγαμε σε άγριο τσακωμό, επειδή εκείνος ο εικοσάχρονος εαυτός έβλεπε αλλιώς
τα πράγματα. Είμαι σίγουρη ότι θα με εξαγρίωνε με την απλοϊκότητα της σκέψης
του και με την άρνησή του να εννοήσει αυτά που θα του έλεγα.
Και με τον τριαντάρη εαυτό μου δεν θα τα πήγαινα
καλύτερα. Θα τον κατηγορούσα ότι όφειλε στην ηλικία του να
γνωρίζει καλύτερα τον ψυχισμό του και όχι να μιμείται τους άλλους και να
προσπαθεί να ζει όπως οι άλλοι. Θα τον κατηγορούσα επίσης ότι έχει εφηβικές
αντιδράσεις και αρνείται να ωριμάσει. Από την άλλη ίσως να τον επαινούσα για τη
φιλομάθειά του.
Τα ίδια ακριβώς θα έλεγα και στον σαραντάρη εαυτό μου.
Δέκα χρόνια δηλαδή αργότερα δεν θα έβλεπα καμιά πρόοδο. Για το λόγο αυτό θα τον
κατηγορούσα κι αυτόν για ασυγχώρητη επιπολαιότητα και ανωριμότητα.
Το θέμα είναι ότι όλοι αυτοί οι εαυτοί δεν είναι
ξεχωριστά πλάσματα, είναι μορφές του ενός εαυτού μου σε διάφορα σημεία του
χρόνου. Δεν υπάρχουν δηλαδή έξω από μένα, αλλά συγκατοικούν μέσα στο μυαλό μου,
ο καθένας σε ένα δικό του συρτάρι μνήμης.
Είναι μέρη του παρόντος εαυτού μου, όμως δεν είναι
ολόκληρος ο εαυτός μου. Ολόκληρος ο εαυτός μου είμαι εγώ, όπως κάθομαι τώρα και
γράφω τούτο εδώ το κείμενο.
Ο παρών εαυτός μου έχει μεγαλύτερη πείρα,
περισσότερη γνώση και καλύτερες δεξιότητες από όλους μαζί τους προηγούμενους.
Αναρωτιέμαι, αν θα τους άρεσα, έτσι όπως είμαι τώρα.
Ο δεκάχρονος εαυτός μου παραδείγματος χάριν θα με
κοίταζε με απορία – είναι βέβαιο ότι θα τον απογοήτευα με το παρουσιαστικό μου
- και θα με ρωτούσε, αν έγινα πλούσια, όπως ονειρεύεται, αν έζησα στα μεγαλεία
και αν οι άντρες έτρεχαν πίσω μου θαμπωμένοι από την ομορφιά μου. Θα του
απαντούσα ότι τίποτε από αυτά δεν συνέβη και ο δεκάχρονος εαυτός μου θα έπεφτε
σε μελαγχολία.
Ο εικοσάχρονος εαυτός μου θα με κοίταζε με
περιέργεια –«ώστε έτσι θα έχω καταντήσει σε σαράντα χρόνια», θα μουρμούριζε –
και θα με ρωτούσε, αν έγινα μεγάλη επιστήμονας με βραβεία και διακρίσεις. Όταν
θα του έλεγα ότι αντί για αρχαιολόγος, έγινα απλώς δασκάλα σε Λύκειο, θα μου
γύριζε την πλάτη και θα έπεφτε κι αυτός σε μελαγχολία.
Ο τριαντάρης εαυτός μου θα με κοίταζε με απογοήτευση
και θα με μάλωνε που δεν κάνω δίαιτα. Μετά θα με ρωτούσε, αν βρήκα κάποια
στιγμή τον σύντροφο των ονείρων μου που θα μου χάριζε επιτέλους μια ευτυχισμένη
και όμορφη ζωή. Θα του απαντούσα ότι όχι, κάτι τέτοιο δεν συνέβη και θα έπεφτε κι αυτός σε μελαγχολία.
Ο σαραντάρης εαυτός μου θα με κοίταζε κι αυτός
απογοητευμένος και ανήσυχος για την εμφάνισή μου και θα με ρωτούσε, αν τέλος
πάντων μετά το διαζύγιο πέρασα τουλάχιστον μια ευχάριστη και ανέμελη ζωή με
φίλους, εραστές, βόλτες, διασκεδάσεις και τα παρόμοια. Θα του απαντούσα ότι
όχι, δεν πέρασα καθόλου μια ευχάριστη και ανέμελη ζωή και με τη σειρά του κι
αυτός θα έπεφτε σε μελαγχολία.
Υπάρχει όμως και ο πενηντάρης εαυτός μου. Αυτός θα
με κοίταζε με ψυχραιμία και θα με ρωτούσε, αν ισορρόπησα τέλος πάντων τώρα που απαλλάχθηκα
πλέον από τη νεότητα κι αν έχω μια ήρεμη ζωή.
Ναι, θα του έλεγα, εμείς οι δυο μπορούμε κάπως να
συνεννοηθούμε και σου έχω καλά νέα: βρήκα την ησυχία μου και κάνω αυτό που μου
αρέσει, δηλαδή δεν κάνω τίποτα.
Δεν ξέρω όμως τι θα γίνει στο μέλλον. Όταν δηλαδή ο
εβδομηντάρης εαυτός μου με βάλει στο στόχαστρο έτσι, όπως είμαι τώρα. Δεν ξέρω
τι κατηγορίες θα μου προσάψει. Ξέρω όμως τι θα τον ρωτήσω εγώ:
-Βγαίνω καθόλου έξω ή έγινα ακόμα πιο μονόχνοτη και
αντικοινωνική;
Πάντα εξαιρετική!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή