Σελίδες

8/4/19

Τα περιφρονημένα πανάκια





Πότε σταματήσαμε να εκτιμούμε τα εργόχειρα, εκείνα τα χαριτωμένα πανάκια με τα κεντήματα και τις δαντέλες που οι μαμάδες μας άπλωναν περήφανες στα έπιπλα του σπιτιού; Και τι απόγιναν όλα εκείνα τα πανάκια;

‘Όταν παντρεύτηκα, η μητέρα μου με εφοδίασε μεταξύ άλλων (σεντόνια, πετσέτες κλπ) και με πολλά τέτοια πανάκια που εγώ ως νιόπαντρη κυρά τα έβαλα καμαρωτή πάνω στα δικά μου έπιπλα και κάθε τόσο τα άλλαζα για να πάρουν άλλα σειρά.

Πόσο καιρό κράτησε αυτό το αστείο, δεν θυμάμαι. Κάποια στιγμή όμως κατάλαβα ότι αυτά τα πανάκια μού έκαναν δύσκολη τη ζωή και επιπλέον έδιναν κάποια χαρακτηριστικά στην καθημερινότητά μου που δεν μου άρεσαν καθόλου. Τα μάζεψα λοιπόν όλα και τα φύλαξα στα συρτάρια και εκεί κάθονται δεκαετίες τώρα αγνοημένα και περιφρονημένα.

Κανένα πανάκι δεν στολίζει τα έπιπλα του σπιτιού μου, πλην ενός τραπεζομάντηλου που αγόρασα πρόσφατα και καλύπτει το τραπέζι της τραπεζαρίας μου – εκεί που είναι απλωμένα χίλια μύρια βιβλία, σημειώσεις, φωτοτυπίες και το λάπτοπ μου. Διότι η τραπεζαρία έγινε τελικά το γραφείο μου.

Σε κάτι χρόνια παλιά θυμάμαι τις γυναίκες να πλέκουν, να κεντούν και να φτιάχνουν τα χειροτεχνήματά τους με περισσή φροντίδα. Η δική μου μητέρα δεν κεντούσε. Έπλεκε. Νευρωτική καθώς ήταν αλλά και δημιουργική, έφτιαχνε δαντέλες σε δικά της σχέδια, έπλεκε κουβέρτες, εσάρπες, μπλούζες, ζακέτες – γιατί τότε φορούσαμε χειροποίητα πλεκτά, δεν αγοράζαμε μόνο.

Από εκείνα τα μυθικά χρόνια μού έχουν μείνει αρκετές εσάρπες, πολύ χρήσιμες για μέσα στο σπίτι, και δυο πλεχτές κουβέρτες που τις σκεπάζομαι ευχαρίστως τον χειμώνα.

Οι δαντέλες είναι καταχωνιασμένες στα συρτάρια μαζί με τα κεντήματα που αγόραζε η μητέρα μου για δική της χρήση και για το μελλοντικό σπιτικό μου, όταν θα παντρευόμουν. Γεμάτα τα συρτάρια με αυτά τα περιφρονημένα πανάκια. Δεν μου κάνει καρδιά να τα χαρίσω ή ακόμα και να τα πετάξω, μια και είναι κάτι σαν κληρονομιά. Αναρωτιέμαι μόνο ποια θα είναι η τύχη τους, όταν εγώ αποδημήσω εις Κύριον και οι κληρονόμοι θα αναλάβουν να αδειάσουν το σπίτι μου.

Την ίδια απορία έχω και με τα συρτάρια που ξεχειλίζουν με  ασπρόμαυρες φωτογραφίες από τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα που απεικονίζουν τους γονείς μου, τους φίλους και τους συγγενείς τους σε χαρούμενες στιγμές, νέους και ξένοιαστους, και αργότερα και εμένα ως βρέφος, ως νήπιο, ως παιδί, ως κορίτσι. Μετά έρχεται το πλήθος των έγχρωμων φωτογραφιών, οι γονείς μου δεν είναι πια νέοι και σε κάθε επόμενη φωτογραφία φαίνονται όλο και πιο γέροι. Εγώ από την άλλη είμαι τώρα στην ακμή μου, νέα, δροσερή και γεμάτη προσδοκίες  που δεν εκπληρώθηκαν ποτέ - εντάξει, αυτό είναι άλλο θέμα.

Αμέτρητες φωτογραφίες καταχωνιασμένες κι αυτές στα συρτάρια που δεν βλέπω ποτέ και αναρωτιέμαι, αν βρω καμιά μέρα την όρεξη να τις ξαναδώ. Μάλλον όχι. Θα τις πάρει κι αυτές το ρέμα και θα χαθούν, όταν κλείσω τα ματάκια μου. Ποιος νοιάζεται να έχει σπίτι του τις φωτογραφίες μιας μακαρίτισσας θείας;

Για να επανέλθω στα πανιά, θυμάμαι αχνά τη μητέρα μου να συζητά με κάποιες γυναίκες για σεντόνια. Ετοίμαζε την προίκα μου, όπως όλες οι μαμάδες της εποχής, και παράγγελνε σεντόνια και μαξιλαροθήκες σε διάφορες τεχνίτρες.

Τα σεντόνια αυτά μαζί με τις μαξιλαροθήκες τα παρέλαβα μετά τον γάμο μου. Ωραία λευκά σεντόνια από καλό λινό με τη σχετική δαντέλα στις άκρες τους. Αυτά δεν τα αποχωρίστηκα ποτέ. Δεκαετίες τώρα τα χρησιμοποιώ περιφρονώντας τα σημερινά σεντόνια που πουλάνε τα μαγαζιά.

Μόνο που τώρα άρχισαν να με προδίδουν ένα - ένα. Λιώνουν, σκίζονται, παραδίνονται στη φθορά. Έχω ήδη πετάξει μερικά με πόνο ψυχής. Ευτυχώς η μαμά φρόντισε να έχω πολλά, έτσι στη ντουλάπα περιμένουν άλλα, αχρησιμοποίητα. Μάλλον θα με συνοδέψουν λοιπόν σε ολόκληρη τη ζωή μου.

Αλλά τα εργόχειρα θα μείνουν για πάντα κλεισμένα στα συρτάρια μου. Φτιάχτηκαν με αγάπη και πολλή υπομονή, αλλά η μοίρα τους ήταν να απαξιωθούν και να αγνοηθούν. Κανείς δεν τα θέλει πια. Πολλοί μάλιστα τα ειρωνεύονται. Είναι σύμβολα μιας άλλης εποχής, τότε που όλα ήταν μικροαστικά, η ζωή αρκετά μίζερη κι εκείνα, λαμπερά και χρυσοΰφαντα, έδιναν την ψευδαίσθηση ενός ανύπαρκτου μεγαλείου.

Όπως και οι λαμπερές ζωές μας που ξεκίνησαν θριαμβευτικά και κατέληξαν καταχωνιασμένες σε σκοτεινά διαμερίσματα.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου