Περπατά με δυσκολία.
Τα πόδια της δεν αντέχουν πια το βάρος της. Πονάνε. Περπατά κάπως σκυφτή, σαν να τη διευκολύνει μια ιδέα αυτή η στάση.
Νιώθει κουρασμένη από τα πρώτα κιόλας
βήματα. Αλλά έχει μάθει τις διαδρομές, τις έχει ελέγξει, ξέρει ότι στη στροφή
του ανηφορικού δρόμου υπάρχει ένα πεζούλι. Θα καθίσει εκεί πέντε λεπτά και μετά
θα συνεχίσει.
Πιο πάνω υπάρχει μια στάση
λεωφορείου. Θα καθίσει κι εκεί πέντε λεπτά και μετά θα καταφέρει να φτάσει στον
προορισμό της. Σε άλλη διαδρομή έχει εντοπίσει τα παγκάκια. Κάθεται κι εκεί για
λίγο και μετά συνεχίζει. Πεζούλια, στάσεις λεωφορείων, παγκάκια, όλα τα έχει
εντοπίσει και τα χρησιμοποιεί.
Έτσι κι αλλιώς οι διαδρομές της είναι
τώρα μετρημένες, όλες γύρω εκεί στη γειτονιά. Αν πρέπει να πάει μακρύτερα,
παίρνει ταξί.
Μερικές φορές κάθεται σε κάτι
υπαίθρια καφέ που τώρα τελευταία έχουν ξεφυτρώσει στη γειτονιά, παίρνει ένα
εσπρέσο και καπνίζει δυο τσιγάρα χαζεύοντας γύρω της.
Δεν αναπολεί τίποτα από το παρελθόν
της. Όταν πάει να το κάνει, μια άλλη φωνή μέσα της πετάγεται και της λέει:
«Τότε είχες άλλα βάσανα».
Η ζωή είναι πιο ωραία τώρα. Το
παρελθόν έτσι κι αλλιώς κείτεται νεκρό. Το παρόν είναι που έχει σημασία. Κι ας
δυσκολεύεται στο βάδισμα. Φορά τα σκουλαρίκια της, βάφει τα χείλια της και
βγαίνει.
«Όσο κρατήσει», σκέφτεται.
(Μικρές ιστορίες)
Καλησπέρα κ. Καίτη
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλησπέρα.
ΑπάντησηΔιαγραφή