Σελίδες

23/1/24

10. Η φόνισσα ("Ένα παιδί μεγαλώνει στα Ταμπακαριά")

 



 

Η κυρία Χαρίκλεια είναι μια άλλη φίλη της μαμάς που μένει στο τέλος του χωματόδρομου, εκεί που είναι ο κεντρικός δρόμος που έχει άσφαλτο, η Ελευθερίου Βενιζέλου.

 

 Είναι κι αυτή χήρα, όπως ήταν και η κυρία Σοφία, πριν την παντρευτεί ο Φαρούκ, κι έχει μια κόρη, τη Λίτσα. Είχε κι ένα γιο, τον Πέτρο, αλλά της πέθανε. Αυτή η κυρία Χαρίκλεια είναι κάπως λαϊκή, έτσι λαϊκοί είναι όλοι όσοι ζουν στα Ταμπακαριά, μόνο εμείς διαφέρουμε, αλλά εμείς δεν είμαστε ταμπάκηδες.

 

Αυτή λοιπόν η κυρία Χαρίκλεια δεν φορά ταγιέρ και καπέλο με βέλο και δεν καπνίζει ούτε πάει επισκέψεις, όπως οι άλλες φίλες της μαμάς, η κυρία Ελπίδα, η κυρία Ευτέρπη και η κυρία Τούλα. Αυτή είναι σαν την κυρία Σοφία, λαϊκή. Και σαν την κυρία Βασιλική, τη νοσοκόμα. Είναι χοντρή και άσχημη. Στο σπίτι της βλέπω συχνά ένα γέρο κουλό που είναι ο φίλος της. Δείχνει κακός άνθρωπος, αλλά πάλι μπορεί να κάνω λάθος. Εμένα δεν μου δίνει καμιά σημασία, όταν είμαι εκεί.

 

Στο σπίτι της κυρίας Χαρίκλειας βρίσκω το Ρομάντσο, το περιοδικό που αγαπώ. Το αγοράζει η κόρη της η Λίτσα κάθε εβδομάδα. Η μαμά μου δεν αγοράζει περιοδικά, λυπάται τα λεφτά. Η Λίτσα μού δίνει καμιά φορά τα παλιά Ρομάντσα και τότε εγώ πέφτω με τα μούτρα και τα διαβάζω. Μου αρέσουν πολύ οι γελοιογραφίες αλλά και τα διηγήματα, ερωτικά δραματικά, κοινωνικά, ιστορικά, αστυνομικά, όλα μου αρέσουν. Στενοχωριέμαι όμως που δεν μπορώ να καταλάβω την υπόθεση στα μυθιστορήματα, επειδή αυτά είναι σε συνέχειες. Τα διαβάζω όμως κι αυτά και μου αρέσουν πολύ.

 

Τα μυθιστορήματα τα γράφει ο Νίκος Μαράκης που όλο για  ανηθικότητες μιλά και δείχνει πολλούς άντρες που θέλουν να παρασύρουν τις γυναίκες στην αμαρτία, αλλά  και γυναίκες ανήθικες που κάνουν άσχημα πράγματα. Μερικές φορές γράφει κάτι πονηρές ιστορίες που δεν τις καταλαβαίνω, αλλά δεν τολμώ να ρωτήσω τη μαμά. Όπως μια φορά που έλεγε για μια γυναίκα που δεν της άρεσαν οι άντρες και ήθελε μια άλλη γυναίκα. Το σκέφτηκα πολύ αυτό το πράγμα και μετά το κατάλαβα και τρόμαξα πολύ, γιατί δεν ήξερα πως υπάρχουν γυναίκες που ερωτεύονται άλλες γυναίκες.

 

Και πιο παλιά είχα διαβάσει σε ένα ερωτικό διήγημα πως ένας άντρας έκανε δική του μια γυναίκα. Τι σήμαινε πάλι αυτό; Το διάβασα πολλές φορές, αλλά δεν το καταλάβαινα. Ήμασταν ξαπλωμένες στο κρεβάτι η μαμά κι εγώ και διαβάζαμε τα Ρομάντσα που μας είχε δανείσει η Λίτσα και της λέω μια στιγμή «μαμά, τι σημαίνει ότι αυτός την έκανε δική του;». Η μαμά έμεινε για λίγο σκεφτική, μετά μου είπε «Για δείξε μου πού το διάβασες». Της έδειξα κι εκείνη το διάβασε κι έμεινε πάλι για λίγο βουβή και μετά μου είπε «Δεν ξέρω». Ψέματα μου είπε. Κάτι πονηρό έχει αυτή η φράση, γι’ αυτό δεν μου την εξήγησε.

 

Τέλος πάντων, η κυρία Χαρίκλεια είναι λοιπόν χήρα κι αυτή, αλλά είναι και κάτι άλλο που το έμαθα κι αυτό από τα ψιθυρίσματα της μαμάς και του μπαμπά ένα βράδυ. Δηλαδή αυτή είχε παλιά ένα φίλο, τότε που ήταν ακόμα παντρεμένη, όχι με αυτό τον κουλό, με έναν άλλο, και αποφάσισαν να σκοτώσουν τον άντρα της και να παντρευτούν μεταξύ τους. Και τον σκότωσαν με έναν μπαλτά. Αλλά η χωροφυλακή δεν μπορούσε να τους πιάσει, γιατί δεν είχε στοιχεία. Μετά η κυρία Χαρίκλεια χώρισε από τον φίλο της, επειδή τους υποψιαζόταν η χωροφυλακή και φοβήθηκαν να παντρευτούν. Μετά πέθανε ο γιος της, κάτι τον τσίμπησε και δεν έδωσαν σημασία και πρήστηκε και πέθανε. Και τώρα η κυρία Χαρίκλεια είναι με τον κουλό.

 

Ο κουλός φέρνει λεφτά στο σπίτι κι έτσι η Λίτσα αγοράζει το Ρομάντσο κάθε εβδομάδα και ντύνεται και όμορφα. Και η κυρία Χαρίκλεια έχει πετάξει τη γκαζιέρα της και τώρα έχει πετρογκάζ. Λέω στη μαμά να πάρουμε κι εμείς πετρογκάζ, αλλά αυτή μου λέει «αργότερα, τώρα έχουμε άλλα έξοδα». 


Έτσι λέει συνέχεια, αλλά εγώ ξέρω πως έχουμε λεφτά. Κι έχει τώρα πετρογκάζ  η κυρία Χαρίκλεια που είναι παρακατιανή και δεν έχουμε εμείς. Και ψυγείο πάγου έχει, όπως έχει και η κυρία Σοφία από δίπλα, άλλη παρακατιανή αυτή, ενώ εμείς δεν έχουμε. Η μαμά είναι τσιγκούνα, αυτή όμως λέει ότι είναι οικονόμα και ότι έτσι πρέπει να είναι κανείς και όχι σπάταλος και άσωτος. Και επίσης μου λέει ότι τα μεγαλεία και τα λούσα τα κάνουν ή οι πλούσιοι ή οι φτωχοί που θέλουν να δείχνουν πλούσιοι κι ότι εμείς που δεν είμαστε ούτε το ένα ούτε το άλλο πρέπει να ζούμε μετρημένα και ανάλογα με τη θέση μας.


****


Στη φωτογραφία: μαμά και κόρη στην ταράτσα του σπιτιού κοιτάζουν ένα άλμπουμ με φωτογραφίες. Το φουστανάκι της κόρης είναι κόκκινο. Την πόζα τη διάλεξε η μαμά.


***

(Συνεχίζεται).

 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου